Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Ο ΣΥΡΙΖΑ και το Κυπριακό: Ένα κείμενο θέσεων και προτάσεων


Μια προσπάθεια συμβολής στην πολιτική της Αριστεράς, στη νέα φάση του κυπριακού προβλήματος
 
Των Σπύρου Απέργη και Νάσου Θεοδωρίδη

1. Εισαγωγή  

To κυπριακό πρόβλημα εισέρχεται σε μια νέα φάση. Πρόσφατα υπογράφτηκε κοινό ανακοινωθέν για την εκ νέου έναρξη διακοινοτικών συνομιλιών μεταξύ ελληνοκυπρίων (ε/κ) και τουρκοκυπρίων (τ/κ). Από την πλευρά μας χαιρετίζουμε την αρχική συμφωνία στο κοινό ανακοινωθέν που δίνει επιτέλους τη δυνατότητα επανασυζήτησης του κυπριακού προβλήματος και επαναπροσέγγισης των δύο κοινοτήτων.

Καταρχήν πιστεύουμε βαθιά στη δυνατότητα επαναπροσσέγγισης και αρμονικής συμβίωσης των δύο κοινοτήτων (όπως συνέβαινε επί αιώνες και μέχρι τη δεκαετία του 1950) χωρίς ξένους "προστάτες", χωρίς ξένα στρατεύματα στο έδαφος της Κύπρου, και χωρίς μεταφερμένους πληθυσμούς και εποίκους, αλλά και χωρίς την ολέθρια ηγεμονία της ελληνοκυπριακής πλευράς που, επί πολλές δεκαετίες δεν ήθελε να κατανοήσει ότι η ύπαρξη μιας συστατικής εθνότητας, και όχι απλώς μειονότητας, όπως αυτή των τ/κ, πρέπει να οδηγεί εκ των πραγμάτων σε χορήγηση αυξημένων δικαιωμάτων χάριν της εμπέδωσης του αισθήματος ασφάλειας και, σε τελική ανάλυση, χάριν της ειρηνικής συνύπαρξης.

2. Ιστορικές επισημάνσεις

Εξάλλου, ρίχνοντας μία ματιά στο ιστορικό παρελθόν, διαπιστώνει κάποιος ότι η παρουσία του τουρκικού στοιχείου στην Κύπρο χρονολογείται από την εποχή της κατάληψης της νήσου από τους Οθωμανούς το 1571. Το τουρκικό στοιχείο κυμαινόταν λίγο πάνω από το ένα πέμπτο του πληθυσμού (π.χ. 24% στην πρώτη απογραφή του 1881) κατά τη διάρκεια της βρετανικής κατοχής της Κύπρου (1878-1960). Το 1960, έτος ίδρυσης της σύγχρονης κυπριακής δημοκρατίας, οι τ/κ αποτελούσαν το 18% του συνολικού πληθυσμού. Οι Κύπριοι, ανεξάρτητα από θρήσκευμα και εθνικότητα, ήταν στενά συνδεδεμένοι στο νησί τους και μοιράζονταν πολλά κοινά κυπριακά πολιτιστικά χαρακτηριστικά, παραδόσεις, ήθη και έθιμα. Στον οικονομικό και εργασιακό τομέα η συνεργασία ήταν στενή και σε καθημερινή βάση. Τουλάχιστον μέχρι το 1963, ε/κ και τ/κ στελέχωναν από κοινού τα συνδικαλιστικά όργανα του νησιού με το ΑΚΕΛ να ασκεί σημαντική επιρροή επί των τ/κ εργατών και παρά την υπαρκτή εθνοθρησκευτική διαφοροποίηση μεταξύ των χριστιανών ε/κ και των μουσουλμάνων τ/κ. Δυστυχώς οι δύο κοινότητες ιδίως μετά το 1955 παρασύρθηκαν στη δίνη των εθνικιστικών ανταγωνισμών Ελλάδας και Τουρκίας και των ε/κ και τ/κ ηγεσιών, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν σταδιακά στον οδυνηρό χωρισμό, σε εγκληματικές πρακτικές και σε ένοπλες συγκρούσεις (ήδη από το 1958, αλλά κυρίως μετά το 1963). Όμως η ελλαδική και η ελληνοκυπριακή πλευρά έχει το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης στην καλλιέργεια αυτών των ανταγωνισμών. Θυμίζουμε ενδεικτικά τους υπερεθνικιστικούς εξτρεμισμούς του Γρίβα και της ΕΟΚΑ που, πέρα από τις αντικατοχικές ενέργειές τους, προέβησαν και σε δολοφονίες ε/κ αριστερών και τη ρατσιστική (στα όρια της εθνοκάθαρσης, καθώς 25000 τ/κ αναγκάστηκαν να φύγουν από τα σπίτια τους) και απάνθρωπη πολιτική των Μακαρίου, Γιωρκάτζη, Κληρίδη σε βάρος των τ/κ την περίοδο 1964-1974. Εφημερίδες της εποχής αποκαλύπτουν τον περιορισμό των τ/κ σε θύλακες-γκέτο που αποτελούσαν το 3-4% του εδάφους του νησιού, τις σφαγές γυναικοπαίδων και τις λεηλασίες περιουσιών. Επίσης οι θύλακες αυτοί ήταν υπό στρατιωτική επιτήρηση και υπό σοβαρό περιορισμό του εμπορίου και της ελεύθερης διακίνησης των τ/κ με το πρόσχημα της ασφάλειας. Τέλος οι ε/κ πραγματοποιούσαν συχνά και διακοπές νερού και ρεύματος καθώς έλεγχαν τα δίκτυα!

Οι δύο εθνικισμοί, ε/κ και τ/κ, χωρίς να εξισώνουμε το μέγεθος της ευθύνης τους, αφού η ευθύνη της ελλαδικής και ε/κ πλευράς είναι σαφώς μεγαλύτερη σε ό,τι αφορά τα γενεσιουργά αίτια του προβλήματος, καθώς και ο ρόλος της ιμπεριαλιστικής Βρετανίας, ιδίως τη δεκαετία του ΄50 που αξιοποίησε τους εθνικισμούς αυτούς για να υποδαυλίσει τον τουρκικό και τουρκοκυπριακό εθνικισμό, οδήγησαν τελικά σε μια παρατεταμένη περίοδο ταραχών και συγκρούσεων και στο πραξικόπημα Σαμψών, που  αξιοποίησε κατάλληλα η Τουρκία για να εισβάλει στην Κύπρο το 1974. Η στρατιωτική αυτή εισβολή, παρόλο που δεν προέκυψε ξαφνικά και αναπάντεχα, όπως αφήνει να εννοηθεί η ελληνική προπαγάνδα, αλλά αντιθέτως ήταν απόρροια της προγενέστερης ελληνοκυπριακής εθνοκαθαρτικής πολιτικής σε βάρος των τουρκοκυπρίων, αποτέλεσε σαφώς μια μιλιταριστική πράξη όξυνσης του κυπριακού προβλήματος εκ μέρους της τουρκικής πολιτικοστρατιωτικής ελίτ που επιδίωκε, με την βοήθεια των ΗΠΑ και της Βρετανίας, την εγκαθίδρυση «προγεφυρώματος» οικονομικών συμφερόντων και στρατιωτικών πλεονεκτημάτων στην Κύπρο. Η επιθετική αυτή τουρκική ενέργεια δεν μας οδηγεί, όμως, στο κοινότοπο συμπέρασμα ότι η Τουρκία είναι εκείνη που ήρξατο χειρών αδίκων στο συνολικό ζήτημα της κυπριακής υπόθεσης, καθώς είναι ξεκάθαρο ότι τα πολλαπλά εγκλήματα που είχαν λάβει χώρα κατά των Τουρκοκυπρίων της έδωσαν, στην πράξη, την ευκαιρία αυτή, κάτι που επιμελώς αποκρύπτεται επί δεκαετίες από τα ελλαδικά κι ελληνοκυπριακά ΜΜΕ και, δυστυχώς, κι από μεγάλη μερίδα της Αριστεράς.

Ως γνωστό, το σχέδιο Ανάν, η πιο σημαντική πρωτοβουλία του ΟΗΕ για την επίλυση του Κυπριακού από το 1974, εγκρίθηκε από τους τουρκοκύπριους που μάλιστα προς τιμήν τους επέδειξαν μεγάλη πολιτική ωριμότητα και γενναιότητα ώστε να ξεσηκωθούν και με μαζικές κινητοποιήσεις να ανατρέψουν από τα κάτω το εθνικιστικό καθεστώς Ντενκτάς, παρά την παρουσία τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων κατοχής. Το σχέδιο απορρίφθηκε, όμως, από τους ελληνοκύπριους και, ως εκ τούτου, δεν τέθηκε ποτέ σε ισχύ και αποσύρθηκε από το πολιτικό και διπλωματικό προσκήνιο.

3. Αρχές επίλυσης του προβλήματος

Σε επίπεδο αρχών η λύση, κατά την άποψή μας, πρέπει να αναζητηθεί στα πλαίσια:

α) της διζωνικής - δικοινοτικής ομοσπονδίας,
β) της λαϊκής κυριαρχίας των Κυπρίων,
γ) της πολιτικής δημοκρατίας,
δ) της πλήρους εφαρμογής όλων των  ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αποκατάστασής τους σε περίπτωση προσβολής τους
ε) της ανεξαρτησίας του κυπριακού κράτους,
στ) του πλήρους και αποτελεσματικού σεβασμού των δικαιωμάτων της τουρκοκυπριακής (τ/κ) κοινότητας, με την αντιμετώπισή της όχι ως μιας απλής μειονότητας ή μιας αριθμητικής μειοψηφίας αλλά ως βασικής και ισότιμης συστατικής εθνότητας του κυπριακού κράτους,
ζ) της άμεσης επαναπροσέγγισης των δύο κοινοτήτων στο πλαίσιο της πολυπολιτισμικότητας και της διαμόρφωσης ενός κατάλληλου ενιαίου πεδίου για κοινούς ταξικούς αγώνες ε/κ και τ/κ εργαζομένων.
η) της απόκρουσης των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών και των πάσης φύσεως ξένων εξαρτήσεων τόσο από ΗΠΑ και Ευρωπαική Ένωση όσο και από τη Ρωσία,
θ) της καταρχήν υπεράσπισης των μέχρι τώρα ψηφισμάτων αλλά και των όποιων επικείμενων πρωτοβουλιών του ΟΗΕ και
ι) της αξιολόγησης του Κυπριακού όχι αποκλειστικά και μόνο υπό το μονομερές πρίσμα του διεθνούς προβλήματος εισβολής και κατοχής της Τουρκίας αλλά και υπό το πρίσμα του ως προβλήματος που ανέκυψε με ευθύνη των δύο εθνικισμών, προεξάρχοντος του ελληνικού και ε/κ,
κ) της εκ νέου ανάδειξης και ενίσχυσης της κυπριακότητας, δηλαδή της ενιαίας κυπριακής ταυτότητας που, παράλληλα, με τις επιμέρους εθνικές και πολιτισμικές τους ταυτότητες διέθεταν οι ελληνοκύπριοι και οι τουρκοκύπριοι επί σειρά αιώνων προτού αναδυθούν οι συγκρουόμενοι εθνικισμοί.

Γενικά, σε όλες τις κωλυσιεργίες για την επίτευξη λύσης στο Κυπριακό δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται ο αρνητικός ρόλος αδιάλλακτων εθνικιστών ηγετών όπως ο Τάσσος Παπαδόπουλος και ο Ραούφ Ντενκτάς, της μεγαλύτερης μερίδας της τουρκικής πολιτικοστρατιωτικής ελίτ (κεμαλιστές), καθώς και θεσμικών παραγόντων, όπως η ελληνοκυπριακή Εκκλησία, που θεωρεί ότι αποτελεί τη “γνήσια φωνή της συνείδησης του έθνους”.

4. Σύγχρονο εσωτερικό και διεθνές περιβάλλον

Επίσης, υπό το φως των πρόσφατων οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων στην Κύπρο, θα θέλαμε να τονίσουμε ότι το διεθνές γεωπολιτικό πλαίσιο σήμερα έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά σε σχέση με το παρελθόν. Η Κύπρος το 2013 και η Ελλάδα από το 2010 έχουν εισέλθει στον αστερισμό των μνημονίων που επέβαλαν το ντόπιο και το ευρωπαικό χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο μέσω των ευρωπαικών, της ελληνικής και της κυπριακής πολιτικής ελίτ με κατεξοχήν εκφραστές τις κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά στην Ελλάδα και την κυβέρνηση Αναστασιάδη στην Κύπρο, χωρίς να απεμπολούνται οι ευθύνες του ΑΚΕΛ στις διαπραγματεύσεις του, ως προηγούμενη κυπριακή κυβέρνηση, με την Ευρωπαική Ένωση για την υιοθέτηση του μνημονίου.

Η βίαιη και καταστροφική, για τα συμφέροντα του κυπριακού λαού, είσοδος της Κύπρου στο μνημόνιο υπό τις εκβιαστικές συνθήκες που επιβλήθηκε με την πλήρη συναίνεση της κυβέρνησης Αναστασιάδη, δημιουργεί αφενός συνθήκες ακρωτηριασμού της κυπριακής κυριαρχίας και, αφετέρου, βίαιης υποβάθμισης του βιοτικού επιπέδου μεγάλων λαϊκών στρωμάτων. Όμως η ανεύρευση ευρέων κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου αναμένεται να μετατρέψει την Κύπρο σε κόμβο καθώς και «διάδρομο» ενέργειας και, συνεπώς, στόχο του μεγάλου πετρελαικού κεφαλαίου, ιδίως του δυτικού, που ήδη λαμβάνει θέσεις στην εκμετάλλευση των κοιτασμάτων αυτών.

Από την άλλη, η βίαιη απαλλοτρίωση σημαντικού μέρους των ρωσικών κεφαλαίων, που είχαν βρει καταφύγιο στις κυπριακές τράπεζες λόγω οικονομικών προνομίων και της πολιτικής εύνοιας της ελληνοκυπριακής ελίτ προς το ρωσικό χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, καθώς και η συνακόλουθη «ψυχρή» αντιμετώπιση του Πούτιν προς την κυβέρνηση Αναστασιάδη, διαφοροποιούν σε γεωπολιτικό επίπεδο τους διεθνείς διπλωματικούς και πολιτικούς συσχετισμούς. Κι αυτό καθώς η Κύπρος, με την αποδοχή του μνημονίου, την εφαρμογή των ευρωπαϊκής έμπνευσης σκληρών νεοφιλελεύθερων πολιτικών και τη διείσδυση του πετρελαικού κεφαλαίου στην κυπριακή οικονομία, «δένεται» στο «άρμα» των ευρωπαικών ελίτ και απομακρύνεται από τη Ρωσία, η οποία είχε εξασφαλίσει μέχρι πρόσφατα καθεστώς προνομιακού οικονομικού εταίρου και πολιτικού παράγοντα.

5. Προτάσεις επίλυσης του προβλήματος

Συνεπώς, σήμερα, λόγω και των νέων αυτών δυσμενών εξελίξεων, είναι απαραίτητο και υπερώριμο να αναληφθούν άμεσα οι κατάλληλες πρωτοβουλίες για την επίλυση του Κυπριακού καθώς η στασιμότητα παγιώνει όλο και περισσότερο τη κατάσταση της διχοτόμησης του νησιού, θέτει τον τουρκοκυπριακό λαό κάτω από τη διαρκή και άδικη ομηρία της ελληνοκυπριακής πλευράς που πέτυχε να εισέλθει μονομερώς στην Ε.Ε. χωρίς να έχει προηγηθεί δίκαιη, οριστική και βιώσιμη λύση για όλους, και απομακρύνει τις πιθανότητες να ξαναζήσουν μαζί οι δύο κοινότητες. Στην κατεύθυνση της επίλυσης του Κυπριακού και της διαβίωσης των κοινοτήτων μαζί και όχι δίπλα, όπως προέβλεπαν αρκετές χωριστικές ρυθμίσεις του σχεδίου Ανάν, συνεισφέρουμε με τις ακόλουθες προτάσεις που εδράζονται στις προαναφερθείσες αρχές:
 
α) Πλήρης απομάκρυνση των ξένων στρατευμάτων (ελληνικών και τουρκικών) μέσα σε πέντε, το πολύ, χρόνια (αντί των 18  που προβλέπονταν στο σχέδιο Ανάν και με παραμονή 650 στρατιωτών από Ελλάδα και Τουρκία), καθώς και άμεση κατάργηση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας με δημιουργία ενός ολιγάριθμου κι ευέλικτου σώματος μικτής εθνοφυλακής. Καθορισμός πρακτικών και εφαρμόσιμων εγγυήσεων υπό την εποπτεία του ΟΗΕ και τις Ευρωπαικής Ένωσης με μηχανισμό επιβολής συγκεκριμένων κυρώσεων που θα εξασφαλίζουν την απρόσκοπτη απομάκρυνση των τουρκικών στρατευμάτων.

β) Κατάργηση του αναχρονιστικού και αποικιοκρατικού καθεστώτος των εγγυητριών δυνάμεων που αφορούν Ελλάδα, Τουρκία και Βρετανία. Αποκλεισμός κάθε τρίτου μέρους (Ελλάδας, Τουρκίας, άλλης χώρας) από τις διαπραγματεύσεις για την επίτευξη λύσης.

γ) Πλήρης και άμεση απομάκρυνση των βρετανικών βάσεων από το νησί. Αυτή τη στιγμή, οι βάσεις με την τεχνολογική αναβάθμιση των τελευταίων ετών, χρησιμεύουν ως προκεχωρημένο στρατιωτικό και ηλεκτρονικό «φυλάκιο» των βρετανικών και των αμερικάνικων συμφερόντων στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.

δ) Διασφάλιση ότι η λύση θα περιλαμβάνει τη μία κυριαρχία, τη μία ιθαγένεια, τη μία διεθνή προσωπικότητα, ένα νόμισμα, μία κεντρική τράπεζα, την επιστροφή εδαφών στο ε/κ κομμάτι και την αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ελευθεριών, σύμφωνα με το κοινοτικό κεκτημένο με τις λιγότερες δυνατές παρεκκλίσεις απ’ αυτό.

ε)
Ίδρυση Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο θα περιορίζεται στην κρίση δικαστικών αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων ή και σε ερμηνεία του Συντάγματος. Το Ανώτατο Δικαστήριο θα αποτελείται από ίσο αριθμό ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων δικαστών. Σε περίπτωση οποιασδήποτε ισοψηφίας, προτείνουμε να υπάρξει πρόνοια για προσθήκη ενός ακόμα δικαστή που θα προκύπτει από κλήρωση ανάμεσα σε ίσους αριθμητικά ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους αναπληρωματικούς δικαστές.

στ) Όλες οι πολιτικές αποφάσεις προτείνουμε να λαμβάνονται αποκλειστικά από αμιγώς πολιτειακά όργανα του κράτους (Βουλή, Γερουσία, Κυβέρνηση των συνιστώντων κρατιδίων και του Ομοσπονδιακού κράτους) σε αναλογία που θα συμφωνηθεί και να διασφαλίζει τη λειτουργικότητα και τη βιωσιμότητα της κατανομής εξουσίας μεταξύ ομοσπονδιακής κυβέρνησης και κυβερνήσεων συνιστώντων κρατιδίων καθώς και την άσκηση αποτελεσματικής ομοσπονδιακής κυβερνητικής πολιτικής. Συμφωνούμε με τη δημιουργία συνιστώντων κρατιδίων που θα συναποτελούν τη νέα Κυπριακή Δημοκρατία και θα έχουν ιθαγένειες με αποκλειστικά εσωτερική ισχύ καθώς οι συστατικές εθνότητες του κυπριακού κράτους ήταν και είναι οι ε/κ και οι τ/κ.Τα συνιστώντα αυτά κρατίδια θα δημιουργηθούν πολιτειακά με την έναρξη υλοποίησης της συμφωνίας μεταξύ ε/κ και τ/κ μεν αλλά η  Κυπριακή Δημοκρατία θα αποτελεί συνέχεια του σημερινού κυπριακού κράτους. Η εκ περιτροπής προεδρία μεταξύ ε/κ και τ/κ καθώς και η στάθμιση ψήφου μόνο για τους τ/κ σε κοινές ψηφοφορίες για τις πολιτειακές εκλογές (πρόεδρος, αντιπρόεδρος, Βουλή και Γερουσία), έτσι που οι ε/κύπριοι να έχουν την ίδια ποσοστιαία επιρροή στην εκλογή που θα έχουν οι τ/κύπριοι στην εκλογή του ε/κύπριου, είναι ρυθμίσεις που μπορούν να διασφαλίσουν τα πολιτειακά δικαιώματα των τ/κ σ’ ένα νέο ενωμένο κράτος. Οι υπόλοιπες εκλογικές διαδικασίες (τοπικές εκλογές, ευρωεκλογές) μπορούν να διεξάγονται με βάση το κοινοτικό κεκτημένο.

ζ) Ως προς το ζήτημα της άσκησης του δικαιώματος αρνησικυρίας σε ορισμένα  συμφωνημένα ζητήματα μείζονος σημασίας, η  θέσπισή της υπέρ των τουρκοκυπρίων θα διασφαλίζει αυξημένες εγγυήσεις που, για όσο καιρό κρίνουν σκόπιμο οι δύο κοινότητες από κοινού, θα συμβάλλει στην άμβλυνση του εύλογου και δικαιολογημένου αισθήματος ανασφάλειας που νιώθουν οι τουρκοκύπριοι ως μειοψηφούσα οντότητα / ισότιμη συνιστώσα του νέου κράτους,  με δεδομένη και την ιστορική πείρα της πολιτικής του Μακαρίου της δεκαετίας του 1960 που προναφέρουμε.

η) Απομάκρυνση της πλειοψηφίας μόνο των νεωτέρων σε ηλικία και σε διαμονή στο νησί εποίκων, με κλιμακωτές ρυθμίσεις, δηλαδή όλων όσοι δεν  έχουν συμπληρώσει δεκαετία συνεχούς παραμονής ή δωδεκαετία με παραμονή τουλάχιστο δέκα ετών στο νησί και που έχουν ισχυρούς και σταθερούς κοινωνικούς, οικονομικούς και εργασιακούς δεσμούς με τον τόπο διαμονής τους, με παράλληλη πλήρη προστασία των τέκνων της δεύτερης και τρίτης γενεάς καθώς δεν φέρουν ευθύνη για τα γεγονότα του παρελθόντος. Από την άλλη, ενώ πρέπει ασφαλώς να ληφθεί υπόψη ότι ο εποικισμός είναι έγκλημα κατά της ανθρωποτητας, σύμφωνα με το καταστατικό του μόνιμου Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου και ότι κάθε ενδεχόμενη προσπάθεια της Τουρκίας για αλλοίωση του τοπικού κυπριακού πληθυσμού με Τούρκους που δεν έχουν ρίζες στο νησί δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, πιστεύουμε ότι δεν είναι δυνατόν να αγνοηθούν οι κοινωνικές πραγματικότητες που έχουν διαμορφωθεί στην Κύπρο τα τελευταία σαράντα χρόνια. Τέλος, προτείνουμε να υπάρχει πρόβλεψη κονδυλίων που θα αφορούν πλήρεις αποζημιώσεις  από την Τουρκία  επιστροφής των εποίκων στην χώρα καταγωγής τους. Ως προς τη ροή ειδικά Τούρκων μεταναστών στην Κύπρο μετά την επανένωση (ως αλλοδαποί μη κράτους μέλους της Ευρωπαικής Ένωσης) προτείνουμε τη σχετική πρόβλεψη του σχεδίου Ανάν, δηλαδή να περιορίζεται αυτή η ροή σε ποσοστό 5% του πληθυσμού που θα έχει την εσωτερική ιθαγένεια της τ/κ συνιστώσας πολιτείας, για περίοδο 19 χρόνων ή μέχρι την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. Στη συνέχεια θα εφαρμόζεται ο ειδικός νόμος για την ιθαγένεια που απαγορεύει την αλλοίωση της δημογραφικής σύνθεσης του νησιού.

θ) Επιστροφή του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού ε/κ και τ/κ προσφύγων στις εστίες τους στο συντομότερο δυνατό διάστημα και πλήρης αποκατάσταση των δικαιωμάτων τους, με πρότυπο την απόφαση του Ευρωπαικού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την υπόθεση Λοιζίδου. Πλήρης αποζημίωση για τους υπολοίπους από Επιτροπές Αποζημίωσης του νέου κράτους. Σε περίπτωση μη συμφωνίας για τις επιτροπές αυτές και μόνο τότε,να δίνεται το δικαίωμα στους πρόσφυγες να προσφεύγουν στο Ευρωπαικό Δικαστήριο.Πρόβλεψη για οικονομική συμβολή της Τουρκίας στις αποζημιώσεις. Ειδικότερα,ως προς το δικαίωμα επιστροφής των ε/κ στις εστίες τους, να υπάρξει η πρόβλεψη ότι όσοι ε/κύπριοι κι αν ασκήσουν το δικαίωμα της επιστροφής (το οποίο,βεβαίως, πρέπει να είναι ελεύθεροι να κάνουν), η πλειοψηφία στο τ/κ συνιστόν κρατίδιο να παραμένει στους τ/κ. Μπορεί να προβλεφθεί ρύθμιση οι ε/κύπριοι, που θα ζουν υπό τ/κυπριακή διοίκηση, να μπορούν να ψηφίζουν έως το 30% με βάση τον τόπο κατοικίας και οι υπόλοιποι να λογίζονται ως ψήφοι της ε/κυπριακού συνιστώντος κρατιδίου.

ι)
Διευρεύνηση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε βάρος ε/κ και τ/κ από μικτή επιτροπή συμφιλίωσης (κατά τα πρότυπα της Χιλής, της Αργεντινής κλπ μετά την επιστροφή στη δημοκρατία). Οι ελληνοκύπριοι και οι τουρκοκύπριοι να καθορίσουν το χρονικό βάθος της έρευνας της επιτροπής (προτείνεται από την ανεξαρτησία του νησιού το 1960).

κ) Στο μεσοδιάστημα έως την οριστική επίλυση του Κυπριακού, λήψη  άμεσων, πρακτικών και ουσιαστικών μέτρων από τους ε/κ και την Ευρωπαική Ένωση για την ολόπλευρη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των τ/κ με άρση των δυσμενών συνεπειών που έχει προκαλέσει το εμπάργκο σε βάρος τους.

Οι ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι εργαζόμενοι δεν έχουν να χωρίσουν τίποτε αναμεταξύ τους!


Σπύρος Απέργης, Νάσος Θεοδωρίδης
RED
Notebook
8 Μαρτίου 2014 - 11:24 pm | Σπύρος Απέργης, Νάσος Θεοδωρίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου