Σάββατο 30 Απριλίου 2011

O ΣΥΡΙΖΑ για την 1η Μάη

1η ΜΑΗ 2011 και πανεργατική απεργία στις 11 Μάη:
Αγωνιζόμαστε ενάντια στα αντεργατικά μέτρα κυβέρνησης και Τρόικας.

Εργαζόμενοι, εργαζόμενες, νέοι, νέες, άνεργοι, μετανάστες

Η Εργατική Πρωτομαγιά είναι μια μέρα μνήμης και τιμής στους αγώνες της εργατικής τάξης, που ξεκίνησαν από το Σικάγο το 1886 για τη διεκδίκηση του 8ωρου και συνεχίζονται ακατάπαυστα μέχρι σήμερα ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση, στην κάθε είδους καταπίεση, στον πόλεμο και τον ιμπεριαλισμό.
Αυτή την περίοδο στη χώρα μας οι εργαζόμενοι, οι νέοι και οι νέες, δέχονται μια πρωτοφανή επίθεση από την κυβέρνηση, την τρόικα και το κεφάλαιο.
Η χρονική επιμήκυνση της αποπληρωμής του δανείου των 110 δισ. € της Τρόικας συνοδεύεται με νέους ακόμα πιο επαχθείς για τους εργαζόμενους όρους, με ληστρικά επιτόκια και διαρκή λιτότητα και επιτήρηση της χώρας μας.
Η κυβέρνηση και η Τρόικα, την ίδια στιγμή που δίνουν χαριστικά στις τράπεζες άλλα 30 δισ. € (συνολικά μέχρι τώρα 108 δις.), ετοιμάζουν ως συνέχεια του μνημονίου με το ενδιάμεσο δημοσιονομικό πλαίσιο 2012-2015 μία νέα πιο μεγάλη λεηλασία, ύψους 26 δισ. € σε βάρος των εργαζομένων. Με το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων των 50 δισ. «ξεπουλούν» τον δημόσιο πλούτο προωθώντας το μεγαλύτερο στην ιστορία της χώρας μας εθνικό, οικονομικό, κοινωνικό και οικολογικό έγκλημα.
Τα αλλεπάλληλα κυβερνητικά και τροικανά αντιλαϊκά μέτρα αυξάνουν την ύφεση, τη φτώχεια και την ανεργία, διαλύουν το κοινωνικό κράτος (παιδεία, υγεία, ασφάλιση, πρόνοια). Η τρομοκρατία της πιθανής χρεοκοπίας της χώρας χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση για την χρεοκοπία των λαϊκών στρωμάτων με το «κούρεμα» μισθών και συντάξεων και την κατάργηση δημοκρατικών δικαιωμάτων.
Η προωθούμενη υπό την κηδεμονία της τρόικας αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους θα είναι προς όφελος των τοκογλύφων πιστωτών της χώρας μας και σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων.
Η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει τις κοινωνικές αντιστάσεις έχει εξαπολύσει ένα τσουνάμι αυταρχισμού, κρατικής καταστολής, ποινικοποίησης των κοινωνικών αγώνων και στοχοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ και των κινημάτων κοινωνικής αντίστασης (διόδια, εισιτήρια, κλπ). Επίσης με την υπονόμευση των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων και την γενίκευση των ατομικών συμβάσεων εργασίας οδηγεί σε περιθωριοποίηση και απαξίωση το εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα.
Το «Σύμφωνο για το ευρώ», που ψηφίστηκε στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ και από την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, οδηγεί σε αιώνια λιτότητα, δραματική μείωση των μισθών, πλήρη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης. Ο ΣΥΡΙΖΑ ζητάει να γίνει δημοψήφισμα για να μιλήσει ο ελληνικός λαός.

Ορισμένα από τα μέτρα που θα παρθούν στη χώρα μας σε εφαρμογή του «συμφώνου για το ευρώ» και του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού πλαισίου 2012-2015, είναι:
  • Απολύσεις σε όλο το φάσμα του Δημόσιου, ευρύτερου Δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και περικοπές μέσα στο 2012 των επιδομάτων ανεργίας.
  • Διάλυση των εργασιακών σχέσεων.
  • Ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου, που έχει απομείνει υπό δημόσια ιδιοκτησία ή έλεγχο, συρρίκνωση και εν συνεχεία ακόμα μεγαλύτερη εμπορευματοποίηση των δημοσίων κοινωνικών αγαθών (υγείας, παιδείας, πρόνοιας κλπ).
  • Δραστική μείωση των επικουρικών συντάξεων, περικοπή της λίστας των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων και των δικαιούχων του ΕΚΑΣ, αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης.
  • Νέα μείωση των μισθών στο Δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα.
  • Περικοπές των κοινωνικών επιδομάτων (ΑΜΕΑ, πολυτέκνων κλπ) μέσω της σύνδεσής τους με εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια.
  • Περικοπή ή μερική κατάργηση 980 κοινωνικών φοροαπαλλαγών (ιατρικές δαπάνες, ενοίκια, δίδακτρα, τόκοι στεγαστικών δανείων κλπ).
  • Ένταξη στον ανώτατο συντελεστή ΦΠΑ (23%) δεκάδων ειδών πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης και αυξήσεις στα τιμολόγια των ΔΕΚΟ.
Εργαζόμενοι, εργαζόμενες, άνεργοι και συνταξιούχοι,
Με τη μαζική συμμετοχή μας στις Πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις και στην πανεργατική απεργία στις 11 Μάη, που πρέπει να συνοδευτεί με συγκεκριμένο σχέδιο κλιμάκωσής της, πρέπει να δείξουμε στην Τρόικα, την κυβέρνηση, το κεφάλαιο και τους πρόθυμους πολιτικούς συμμάχους τους, ότι δεν θα τους επιτρέψουμε να μας γυρίσουν πίσω σε εργασιακό καθεστώς δουλείας και ανασφάλειας. Πρέπει να τους απαντήσουμε με την κοινή δράση όλης της Αριστεράς, την πιο πλατιά εργατική ενότητα, με λαϊκή – εργατική εξέγερση.
Να αμφισβητήσουμε το δημόσιο χρέος ως χρέος του ελληνικού λαού, να διεκδικήσουμε τη διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του, την εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση των τραπεζών, την αναπτυξιακή παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας μας, τη διέξοδο από την κρίση και τη σοσιαλιστική προοπτική.
Μπορούμε να ξεπεράσουμε την συμβιβαστική στάση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας (ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ) και την πολιτική περιχαράκωσης του ΠΑΜΕ με την οργάνωση και κινητοποίηση της εργατικής βάσης και την συγκρότηση Επιτροπών Αγώνα και αλληλεγγύης σε κάθε χώρο εργασίας, κατοικίας και σπουδών.
Η κυβέρνηση δεν έχει καμία δημοκρατική νομιμοποίηση να σύρει τους εργαζόμενους σε διαρκή λιτότητα και να εκποιήσει το δημόσιο πλούτο. Δεν εκλέχτηκε με βάση τέτοια προγραμματική δέσμευση και ο χρονικός ορίζοντας εφαρμογής των προωθούμενων νέων αντικοινωνικών μέτρων υπερβαίνει την κυβερνητική θητεία της.
Η φετινή Πρωτομαγιά και η πανεργατική απεργία στις 11 Μάη πρέπει να είναι οι αγωνιστικές αφετηρίες του εργατικού κινήματος για την ανατροπή της κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου και των αντικοινωνικών πολιτικών της. Για τη συγκρότηση μιας νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας με πυρήνα την Αριστερά, η οποία θα βγάλει την χώρα μας από το μνημόνιο και θα προωθήσει μια πολιτική που θα καλύπτει τις ανάγκες του λαού και όχι των πιστωτών και του κεφαλαίου.
Οι εργαζόμενοι δεν χρωστούν τίποτε σ’ αυτούς που λήστεψαν και λεηλάτησαν τη χώρα μας.
Φορολογήστε τους πλούσιους και τις μεγάλες επιχειρήσεις
Μειώστε τώρα τους εξοπλισμούς
Εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση των τραπεζών
Απαγόρευση των απολύσεων
Κατάργηση της ελαστικής και ανασφάλιστης εργασίας
Μαζικές προσλήψεις σε υγεία, παιδεία, σε όλες τις κοινωνικές υπηρεσίες
Καμιά περικοπή σε μισθούς και συντάξεις
Ίσα δικαιώματα σε όλους τους μετανάστες
Όλοι/ες στις Πρωτομαγιάτικες και απεργιακές Συγκεντρώσεις των Συνδικάτων

Παρασκευή 29 Απριλίου 2011

΄Ενας χρόνος Μνημόνιο


Προδημοσίευση από τον Ροσινάντε του Μάη που κυκλοφορεί εντός των ημερών

Στο διάμεσο της θρησκευτικής κατάνυξης των Ορθοδόξων, κατά την επονομαζόμενη Μεγάλη Εβδομάδα, συμπληρώθηκε ένας χρόνος από την επίσημη ανακοίνωση της ελεγχόμενης χρεωκοπίας του ελληνικού Κράτους και της υπαγωγής του στον λεγόμενο Μηχανισμό Στήριξης –που συνηθίσαμε να αποκαλούμε Τρόικα. Η γκροτέσκα εικόνα του πρωθυπουργού να εξηγεί τότε από τηλεοράσεως τους λόγους για τους οποίους η Ελλάδα προσέφευγε στους διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς, μπροστά από καραβάκια στον όρμο του Καστελόριζου, όμοιος κακόγουστος πίνακας πάνω από σεμεδάκι, δημιούργησε την αίσθηση πως ό,τι συμβαίνει δεν είναι πολύ σοβαρό και σε κάθε περίπτωση δεν θα κρατήσει πολύ. Δώδεκα μήνες μετά, η διαπίστωση ότι η αντίδραση που ακολούθησε ήταν αναντίστοιχη της δράσης, δεν αποτελεί δα και κάποια πολύ σπουδαία ανακάλυψη.
Το πλέον ανησυχητικό άλλωστε δεν είναι τόσο αυτό, όσο η αίσθηση ότι η αντίδραση αυτή σε γενικές γραμμές, βαίνει μειούμενη. Όσο οξύνεται η επίθεση των πολιτικών του Μνημονίου –δηλαδή του ελληνικού Κράτους- ενάντια στην Εργασία, τόσο αμβλύνεται (και πάντως αποκλιμακώνεται) η οργάνωση των εργαζομένων, περιορίζονται, διασκορπίζονται και τελικά απομονώνονται οι κινητοποιήσεις τους και κυρίως, συρρικνώνεται η επίδρασή τους στον κοινωνικό συσχετισμό δυνάμεων. Είναι ίσως πιο θεαματικό να συγκρίνει κανείς την πανεργατική απεργία του περασμένου Μαΐου με εκείνην του Φλεβάρη που προηγήθηκε, αλλά είναι μάλλον ακόμα πιο ουσιώδες να μετρήσει τις απεργιακές κινητοποιήσεις της περιόδου εκείνης με τις σημερινές.

Οπωσδήποτε, τίποτα στον κόσμο δεν υπάρχει από μόνο του. Η τρομακτική προβοκάτσια της 5ης Μάη του 2010, λειτούργησε το δίχως άλλο ανασχετικά στη διάχυση της κοινωνικής οργής, αποκοίμισε τα λιγότερο πρόθυμα τμήματα του εργατικού κινήματος και αιφνιδίασε τα πιο ριζοσπαστικά του. Οποιαδήποτε δυναμική δοκίμασε να αναπτυχθεί εκείνο το διάστημα των πρώτων μηνών, κατακάθισε υπό το βάρος ενός σοκ πρωτόγνωρου για το ελληνικό κοινωνικό κίνημα. Δεν είναι τούτο αρκετό ωστόσο για να εξηγήσει την καθίζηση που εμφανίστηκε στη συνέχεια, όχι μόνο στον δρόμο αλλά και μέσα στους εργασιακούς χώρους, ακόμα και στα ίδια τα εργατικά σχήματα

Αποτελεί εθελοτυφλία πλέον να μην ομολογείται ότι το ελληνικό εργατικό κίνημα έχει ένα πελώριο, ένα πολύ ιδιαίτερο πρόβλημα δομών και προτεραιοτήτων. Η «προτεραιότητα της πολιτικής πάλης», που δεν είναι στην πραγματικότητα παρά κυριαρχία δομών έξω από της Εργασία έχει οδηγήσει σε ουσιαστικό εκφυλισμό τις άμεσες οργανώσεις των εργαζομένων, που είναι τα σωματεία τους. Χωρίς την έμπρακτη εργατική αλληλεγγύη, που συνιστά ο ταξικός συνδικαλισμός, είναι ίσως εφικτό να διατηρείται ζωντανός ένας ορισμένος «ακτιβισμός των διοδίων», είναι πιθανό να αναπτύσσεται ένα –συχνά κακόγουστο- ρεύμα αυτοδικίας στις μούρες των αστών πολιτικών, είναι σίγουρα δυνατό να συζητιέται για πάντα η ενότητα, η ανασύνθεση ή η επαναξαναμετίδρυση της «Αριστεράς» σε μέτωπα ή σε σαγόνια, αλλά είναι εντελώς αδύνατο να αντιπαλευτεί η  πολιτική του Κεφαλαίου.

Καθώς η «εποχή του Μνημονίου» μπαίνει στο δεύτερο χρόνο της κι έχει βγάλει πια μια καλή στρώση δόντια, ένα είναι σίγουρο: είτε η μάχη ενάντια σε αυτό θα δοθεί μέσα στα σωματεία είτε θα αποτελέσει σεγκόντο στον χαβά της ήττας. Η επανοικειοποίηση  του συνδικαλισμού από τους ίδιους τους εργαζομένους, η συγκρότηση δηλαδή άμεσων οργανώσεων μέσα στους χώρους δουλειάς και η ομοσπονδιακή κατοχύρωση της αλληλεγγύης και της κοινής δράσης τους αποτελεί για το εργατικό κίνημα το μονοπάτι εξόδου από τον μονόδρομο της υποταγής και της υποχώρησης.

Οποιαδήποτε άλλη συζήτηση στη σημερινή περίοδο δεν συνιστά απλά κυνήγι της ίδιας της ουράς μας. Συμβαίνει κιόλας το  κυνήγι αυτό να μας απασχολεί ενώ ήμαστε καιρό τώρα κολοβοί.

Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

ΕΠΕΙΔΗ ΚΑΝΕΝΑ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΠΥΡΗΝΙΚΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΙΡΗΝΙΚΟ


ΕΠΟΧΗ, 24.04.11

Το ελληνικό αντιπυρηνικό κίνημα έχει τη δική του πλούσια ιστορία

 Είκοσι πέντε χρόνια συμπληρώνονται από την έκρηξη στον αντιδραστήρα νούμερο 4 του πυρηνικού εργοστασίου στο Τσερνόμπιλ στις 26 Απριλίου 1986. Λέγαμε ότι δεν μπορούμε πλέον να μιλάμε παρά για προ και μετά Τσερνόμπιλ εποχή. Και όμως, χρειάστηκαν να περάσουν 25 χρόνια για να γίνουμε μάρτυρες ενός ακόμα πυρηνικού ολέθρου. Η περίπτωση του πυρηνικού εργοστασίου της Φουκουσίμα ήρθε να μας θυμίσει με τον πιο τραγικό τρόπο -ύστερα από τον επίσης καταστρεπτικό σεισμό των 9 περίπου ρίχτερ- ότι η ανάγκη να αρνηθούμε και να απαιτήσουμε το κλείσιμο οποιουδήποτε εργοστασίου πυρηνικής ενέργειας, όπου και αν αυτό βρίσκεται, είναι ένα πολύ καίριο και αναγκαίο αίτημα για το αντιπυρηνικό κίνημα, την αριστερά, τους οικολόγους, τους ανθρώπους που τοποθετούν το ζήτημα του περιβάλλοντος βρίσκεται στο κέντρο της θεώρησής τους. Παρά τις επιμέρους διαφορές ανάμεσα στα δύο γεγονότα, υπάρχουν πολλές ομοιότητες. Τότε, ήταν μια χώρα της ανατολικής Ευρώπης με ό,τι αυτό συνεπαγόταν, σε επίπεδο τεχνολογίας και ιδεολογικού στίγματος, τώρα είναι μια προηγμένη τεχνολογικά χώρα, μια μεγάλη δύναμη στο καπιταλιστικό τόξο. Τότε, ήταν η δημόσια επιχείρηση πυρηνικής ενέργειας της Σοβιετικής Ένωσης, τώρα μια ιδιωτική επιχείρηση. Και στις δύο περιπτώσεις τα αποτελέσματα όμως είναι τόσο όμοια. Τεράστια καταστροφή με ανυπολόγιστες ακόμα συνέπειες.  Η συζήτηση γύρω από τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας, επομένως, έρχεται σήμερα στο τραπέζι με άμεσο τρόπο. Στη χώρα μας το τελευταίο διάστημα υπήρξαν οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες (Σουφλιάς, Καρατζαφέρης), που είδαν με καλό μάτι το ενδεχόμενο της κατασκευής ενός πυρηνικού εργοστασίου στη χώρα μας. Η ιστορία του πυρηνικού ζητήματος στην ελλάδα δεν είναι καινούργια και έχει σημασία να τη θυμηθούμε. Επιλέξαμε δύο σημαντικές κορυφώσεις της γεγονότων, το 1976-1977, όταν μια ολόκληρη κοινωνία, της Καρύστου, εναντιώθηκε στις προσπάθειες της τότε κυβέρνησης Καραμανλή να κατασκευάσει εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας στην περιοχή, αλλά και τη στάση της ελληνικής κοινωνίας και των κομμάτων με αφορμή το Τσερνόμπιλ.

Τα γεγονότα εκείνων των ημερών ήταν ανάλογα με αυτά που συμβαίνουν τώρα στη μακρινή για μας Φουκουσίμα. Στην πορεία αυτής της ιστορίας και στην αναζήτηση ενός κοινού βηματισμού, η αριστερά δυσκολεύτηκε, και σε κάποιες εκδοχές της δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα, να αποδεχτεί ότι η πυρηνική ενέργεια είναι κάτι που δεν χρειάζεται και δεν είναι απαραίτητη στη ζωή μας. Η σταθερή προσήλωσή της στην τεχνική πρόοδο και η ανάγκη να αναμετρηθεί με αυτήν, δυσκόλεψε πολύ την απόρριψή της. Από την άλλη, κυρίως για το ΚΚΕ, η αντιπαράθεση με ό,τι ήταν προϊόν της Σοβιετικής Ένωσης δεν ήταν εύκολη υπόθεση ακόμα και αν αυτό ήταν το Τσερνόμπιλ.

Υπήρξε όμως και το άλλο τμήμα της αριστεράς με διαφορετικές παραδόσεις. Ο Σύνδεσμος Νέων δια τον πυρηνικόν αφοπλισμόν Bertrand Rusell γρήγορα προσέλκυσε το ενδιαφέρον μελών της αριστερής νεολαίας στις αρχές της δεκαετίας 1960. Από νωρίς το ενδιαφέρον της διεθνούς οργάνωσης δεν επικεντρώθηκε μόνο στα πυρηνικά όπλα, αλλά στράφηκε εναντίον της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από πυρηνικά εργοστάσια.
 
KAΡΥΣΤΟΣ: Πυρηνικό εργοστάσιο; Όχι ευχαριστώ!

Η ιστορία της Καρύστου και οι αντιδράσεις των κατοίκων της περιοχής ήρθαν ως κορύφωση της απώθησης μιας σειράς κρίσιμων προσπαθειών από την πλευρά των ελληνικών κυβερνήσεων και μέρους του επιστημονικού προσωπικού της χώρας, προκειμένου να κατασκευαστεί εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας στη χώρα. Οι πιέσεις που ασκούσε σημαντική μερίδα επιστημόνων από το Πολυτεχνείο, είχε ως αποδέκτη τις κυβερνήσεις πριν και μετά τη δικτατορία. Είχαν αρχίσει να πολλαπλασιάζονται οι φωνές που επιδίωκαν τη δημιουργία ενός πυρηνικού εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας, που έβλεπαν ότι η ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας ήταν θετική για την πρόοδο της κοινωνίας.

Πυρηνικά εργοστάσια στα σχέδια της ΔΕΗ

Ήδη η ΔΕΗ προέβλεπε την κατασκευή 15 πυρηνικών εργοστασίων στη χώρα μας από το 1964. Στις 16 Ιουνίου 1972, σε δημοσίευμα της «Μακεδονίας», αποκαλύπτεται ότι η ΔΕΗ σχεδιάζει να δημιουργήσει 8 πυρηνικούς σταθμούς 600 MW έως το 1991 και άλλους 6 από το 1993 έως και το 2000 πολλαπλάσιας δύναμης. Η επιχειρηματολογία που χρησιμοποιήθηκε, αφορούσε τη δυσκολία που είχε η κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της χώρας. Ήδη από το 1966, ο Άγγελος Θ. Αγγελόπουλος τόνιζε την αναγκαιότητα ύπαρξης εργοστασίου παραγωγής πυρηνικής ενέργειας. Με άρθρο του στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο», 10 Φεβρουαρίου 1966, επιχείρησε να τεκμηριώσει την άποψή του με τίτλο: «Είναι πλέον καιρός: Πυρηνικός ηλεκτρισμός και εις την χώραν μας».

Η προσπάθεια αυτή του Αγγελόπουλου εντασσόταν στην ανάγκη του να διαπραγματευτεί με καλύτερους όρους και από όρους αυτονομίας οποιαδήποτε συμφωνία με την πιθανή συμβαλλόμενη χώρα στο σχέδιο αυτό. Ήταν άλλωστε ένας από τους βασικούς λόγους που τον έκαναν να υποστηρίζει ότι η πρώιμη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΟΚ δεν ήταν θετική εξέλιξη για την οικονομία της.

Ήδη το 1972 ο διευθυντής της ΔΕΗ κ. Δημόπουλος ιδρύει Γραφείο Πυρηνικής Ενέργειας. Μέσα σε αυτό το κλίμα η χουντική κυβέρνηση Παπαδόπουλου προσφέρει στη Μεγάλη Βρετανία 40.000 τόνους καπνού με αντάλλαγμα την κατασκευή πυρηνικού εργοστασίου. Η αγγλική καπνοβιομηχανία δεν θα δείξει ενδιαφέρον και το σχέδιο θα βαλτώσει. Αμέσως μετά την πτώση της χούντας, η Γαλλία πίεζε την κυβέρνηση να προχωρήσει στα σχέδια δημιουργίας πυρηνικού εργοστασίου, διότι η γαλλικών συμφερόντων ΠΕΣΙΝΕ ήταν από τους πιο σημαντικούς καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας.

Η Κάρυστος αντιδρά

Η κορύφωση όλων των προσπαθειών έγινε στα 1977, όταν με πρωτοβουλίες της τότε διοίκησης της ΔΕΗ και του υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης Ράλλη κ. Κονοφάγου, φτάσαμε πάρα πολύ κοντά στην κατασκευή του. Δημοσίευμα του στελέχους της εταιρείας αμερικανικών συμφερόντων EBASCO, Φρέντερικ Σμάιντερ, που είχε αναλάβει να προχωρήσει το έργο σημειώνει: «Έπειτα από διεξοδική μελέτη των υποψήφιων ελληνικών περιοχών, το επιστημονικό επιτελείο της EBASCO κατέληξε στην πρόταση της Καρύστου για την κατασκευή του πυρηνικού εργοστασίου. Η εταιρεία ύστερα από πρόσκληση του τότε πρωθυπουργού να επιλέξει δέκα καταλληλότερα σημεία για την δημιουργία ενός εργοστασίου, κατέληξε στην Κάρυστο για την κατασκευή ενός πυρηνικού εργοστασίου παραγωγής συνολικής 1000 MW. Το 1977 μόλις είχα προσληφθεί στην εταιρεία και ήταν η πρώτη μου επαγγελματική αποστολή εκτός ΗΠΑ. Θυμάμαι ότι υπήρχαν μεγάλες αντιδράσεις από τους κατοίκους της περιοχής».

Η Ένωση για την ποιότητα ζωής (ΕΠΟΙΖΩ), οι κάτοικοι της περιοχής, τα κόμματα της αριστεράς, το τεχνικό επιμελητήριο αντέδρασαν. Οι δυνάμεις της ανανεωτικής αριστεράς παραβρέθηκαν στη μεγαλειώδη, σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής, συγκέντρωση διαμαρτυρίας. Οι αντιδράσεις ξεκίνησαν στις 13 Ιουλίου 1977, μέρα που οργανώθηκε συνέντευξη Τύπου, και στη συνέχεια άρχισαν να πυκνώνουν. Τη συνέντευξη Τύπου ακολούθησε συγκέντρωση διαμαρτυρίας, με την οποία οι κάτοικοι απειλούσαν τους εργολάβους των έργων να μην πλησιάσουν τα μηχανήματα τους για να ξεκινήσουν τα έργα. Όσοι αντιδρούσαν έθεταν το ερώτημα γιατί τελικά προχωρούν οι διαδικασίες δημιουργίας ενός πυρηνικού εργοστασίου στην περιοχή, χωρίς πρώτα να έχουν εξαντληθεί όλες οι συμβατικές μορφές ενέργειας.  Συγκροτήθηκε συντονιστική επιτροπή αγώνα, που συνέχισε τις κινητοποιήσεις με πιο δυναμική μορφή.

Η αντιπολίτευση ενωμένη

Τα τότε κόμματα της αντιπολίτευσης υπερασπίστηκαν το δίκαιο του αιτήματος των κατοίκων. Στη συγκέντρωση της 15ης Μαΐου παραβρέθηκαν ακόμα και πολιτικοί εκπρόσωποι της δεξιάς. Στο γεγονός αυτό η στάση της αριστεράς ήταν κοινή και αντιμετώπιζε με εχθρότητα τα σχέδια των κυβερνητικών παραγόντων. Η επιχειρηματολογία ανάμεσα στα κόμματα άλλαζε, αλλά ο στόχος ήταν κοινός, να μην γίνει η κατασκευή του εργοστασίου στην Κάρυστο.

Το ΚΚΕ δεν μπορούσε να μη συμβαδίσει με τις αντιδράσεις των κατοίκων της περιοχής σε έναν γεωγραφικό μάλιστα χώρο με αρκετά πολιτικά ερείσματα λόγω του βιομηχανικού χαρακτήρα της οικονομίας στην περιοχή. Από την άλλη, το πρόβλημα ήταν ότι τα σχέδια ήταν μιας ιμπεριαλιστικής δύναμης, άρα η επιλογή της κυβέρνησης ήταν η ενίσχυση των μονοπωλίων και όχι η επίλυση του ενεργειακού προβλήματος της χώρας.

Το ΠΑΣΟΚ, όταν ανέβηκε στην εξουσία το 1981, βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα της συνέχισης της αναζήτησης κατάλληλων χώρων για την κατασκευή και του πυρηνικού εργοστασίου ή όχι. Το δίλημμα σταμάτησε να απασχολεί τα ηγετικά κλιμάκια και τους ειδικούς της χώρας μετά το σεισμό, που έθεσε τα όποια σχέδια και προθέσεις στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

ΤΣΕΡΝΟΜΠΙΛ: Μια πυρηνική καταστροφή που δίχασε την αριστερά

Το τραγικό δυστύχημα συνέβη στις 00:23 (ώρα Ελλάδος) την 26η Απριλίου και ανακοινώθηκε επίσημα από την κυβέρνηση της ΕΣΣΔ στις 28, τρεις μέρες μετά, όταν το ραδιενεργό νέφος ανιχνεύτηκε από τις υπηρεσίες της Σουηδίας. Το 1983, είχε τεθεί σε λειτουργία, ο τέταρτος πυρηνικός αντιδραστήρας του εργοστασίου. Ο αντιδραστήρας υπ’ αριθμόν 4 στο Εργοστάσιο Πυρηνικής Ενέργειας του Τσερνόμπιλ – Βλαντιμίρ Ίλιτς, Λένιν, (όπως ήταν το πλήρες όνομά του), θα εκραγεί σκοτώνοντας δύο άτομα που δούλευαν εκείνη τη στιγμή. Ήταν το πιο σοβαρό μέχρι τότε πυρηνικό ατύχημα που είχε συμβεί. Το εργοστάσιο βρισκόταν πλησίον της ουκρανικής πόλης Πριπιάτ, η οποία μετά το ατύχημα εγκαταλείφθηκε οριστικά.

Ο αντιδραστήρας υπ’ αριθμόν 4 του Τσερνόμπιλ σφραγίστηκε με χιλιάδες τόνους σκυροδέρματος και μετάλλου, που κάλυψε περίπου 200 τόνους ραδιενεργού μάγματος. Το εργοστάσιο συνέχισε να λειτουργεί με τους υπόλοιπους αντιδραστήρες έως και τον Δεκέμβριο του 2000, όταν και διακόπηκε οριστικά η λειτουργία του.

Τρεις μέρες αργότερα ήρθε η πρώτη επίσημη τοποθέτηση των ελληνικών αργότερα: «Η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας παρακολουθεί και ελέγχει την κατάσταση με συνεχείς μετρήσεις στον ελληνικό χώρο»...

Στις 2 Μαΐου το ραδιενεργό νέφος προσεγγίζει την Ελλάδα. Μέχρι και την Κυριακή του Πάσχα δεν είχαν δοθεί αποτελέσματα μετρήσεων, παρά μόνο ότι «η δόση ραδιενέργειας είναι χαμηλότερη από εκείνη που παρουσιάστηκε στις άλλες χώρες της Ευρώπης».
Στις 5 Μαΐου στην Ελλάδα γίνονται οι πρώτες συστάσεις για την αποφυγή κατανάλωσης του φρέσκου γάλακτος και για πολύ καλό πλύσιμο των φρούτων και λαχανικών.

Η Αριστερά διχασμένη

Η κατάσταση πια είχε αλλάξει τόσο για το ΚΚΕ όσο, και για την υπόλοιπη αριστερά. Τα γεγονότα και το ατύχημα στο εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας του Τσερνόμπιλ έθεταν σε δοκιμασία τη στάση της σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα. Η δοκιμασία όμως αυτή ήταν ακόμα πιο μεγάλη, εξαιτίας του γεγονότος ότι το ατύχημα είχε συμβεί στην Σοβιετική Ένωση, σε μια δυνάμει σύμμαχο της αριστεράς. Αυτή τη φορά για το ΚΚΕ το πυρηνικό εργοστάσιο δεν ανήκε σε ιδιωτικά συμφέροντα, όπως στην περίπτωση της Καρύστου, αλλά στο σύμμαχο κράτος της ΣΕ.

Στις 2 Μαΐου, ο «Ριζοσπάστης» βγαίνει με πρωτοσέλιδο: «Αντισοβιετικό νέφος». Ήταν εμφανής η προσπάθεια του κομματικού οργάνου του ΚΚΕ να καθησυχάσει τις όποιες ανησυχίες της κοινής γνώμης και να καταδείξει ότι τα περισσότερα από όσα λέγονταν ήταν προϊόν κατασυκοφάντησης. Ακολουθεί μπαράζ δημοσιεύσεων από την πλευρά του, με το οποίο επιχειρείται να στοιχειοθετεθεί η άποψη ότι η Σοβιετική Ένωση συκοφαντείται από τα διεθνή ΜΜΕ με πρωτοβουλία των ΗΠΑ. Η προσπάθεια των ΗΠΑ εντασσόταν στη ρελάνς που επιχειρούσε έναντι της άλλης υπερδύναμης που είχε προτείνει μείωση των πυρηνικών εξοπλισμών.

Η «Αυγή», αντίθετα, ήδη από τις 30 Απριλίου, δημοσιεύει σε ειδικό πλαίσιο στο πρωτοσέλιδό της: «Το ραδιενεργό νέφος από το Τσερνόμπιλ πλανάται στην Ευρώπη» και έχει ειδικό ρεπορτάζ σε δύο εσωτερικές της σελίδες. Στις 3 Μαΐου νέο πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» με τίτλο: «Το Τσερνόμπιλ διδάσκει» με υπέρτιτλο: «Όχι στα πυρηνικά όπλα – ναι στην ύφεση» και υπότιτλο «Κανένας κίνδυνος για τη χώρα μας». Στο ίδιο τεύχος δημοσιεύεται δήλωση του τότε πρωθυπουργού Α. Παπανδρέου με την οποία θα θέσει το θέμα του παγώματος των πυρηνικών δοκιμών, της διαφάνειας και ελέγχου των αντιδραστήρων, τη συνεχή και αυτόματη ενημέρωση το σταμάτημα κατασκευής αναπαραγωγικών αντιδραστήρων, η κατασκευή των οποίων εγκυμονεί τον κίνδυνο να μετατραπεί η ανθρωπότητα από κοινωνία ανθρώπων σε κοινωνία πλουτωνίου. Στις 9 Μαΐου, νέος χαρακτηριστικός τίτλος στο πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» με τον οποίο επιτίθεται εκ νέου στο αντίπαλο στρατόπεδο και στα μέσα του που Καλλιεργούν τον πανικό. Ο υπότιτλος που το συνοδεύει είναι ακόμα πιο χαρακτηριστικός: «Ενώ μειώνεται δραστικά η ραδιενέργεια και άρχισαν να αίρονται τα προληπτικά μέτρα, φουντώνουν τα ψέματα εφημερίδων και τηλεόρασης».

Η «πρόοδος» και η ΕΣΣΔ πάνω από την αλήθεια

Στις 11 Μαΐου, ο τίτλος του «Ριζοσπάστη» είναι καθησυχαστικός και άκρως ειρωνικός: «Πρώτος ήταν ο Ίκαρος. Γιατί οι σοφοί αρχαίοι Έλληνες είχαν καταλάβει: Η πρόοδος απαιτεί και θυσίες».
Μάλιστα, η Κ.Ε. του κόμματος επέλεξε να οργανώσει απεργιακή κινητοποίηση οικοδόμων στις 15 Μαΐου, με σκοπό να αλλάξει το αρνητικό κλίμα εναντίον του. 

Δεν ήταν μόνο ο «Ριζοσπάστης» και το ΚΚΕ, αλλά και μέρος της επιστημονικής κοινότητας που επιχείρησε να μειώσει τις ανησυχίες. Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας δήλωνε «Κανένας λόγος ανησυχίας». Βέβαια, στη συνέντευξή που έδωσε ήταν λιγότερο καθησυχαστικός λέγοντας ότι «τα στοιχεία που έχουμε είναι μάλλον καθησυχαστικά». Ακολούθησαν και άλλες καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις από επιστήμονες, όπως και από τον Δημόκριτο. Επιστήμονες του ιδρύματος τόνιζαν ότι «μειώθηκε ραγδαία η ραδιενέργεια».

Η κοινωνία αντιδρά

Και σε αυτήν την περίπτωση, όμως, υπήρξαν αντιδράσεις. Οι αντιδράσεις αυτές προήλθαν κυρίως από τις δυνάμεις πέραν του ΚΚΕ. Η πρώτη συγκέντρωση οργανώθηκε από τους αναρχικούς στις 9/5 στα  Προπύλαια, εκδήλωση που είχε απαγορευτεί αλλά έγινε κανονικά με αρκετές συλλήψεις και τραυματίες. Στις 9/5, η Αδέσμευτη Κίνηση Ειρήνης, κίνηση της ευρύτερης ανανεωτικής αριστεράς, ανακοίνωνε: «Όπως εξελίχτηκε το γεγονός από την έκρηξη στο Τσερνόμπιλ, δημιουργήθηκε η συνείδηση πως η ασφάλεια τέτοιων σταθμών ξεπερνά τα όποια εθνικά όρια. Προτείνουμε να συσταθεί διεθνές σώμα ελέγχου, βάσει διεθνούς κανονισμού, που θα διασφαλίζει την πληροφόρηση της παγκόσμιας γνώμης...». Ακολούθησε νέα εκδήλωση διαμαρτυρίας, στις 14 Μαΐου, και διοργανώθηκε πορεία από την Οικολογική Κίνηση, την Αντιπυρηνική Επιτροπή και την ΑΚΕ (Αδέσμευτη Κίνηση Ειρήνης).

Το ΚΚΕ Εσωτερικού, με ανακοίνωση που εξέδωσε, έκανε αναφορά στο τραγικό δυστύχημα και στο σύγχρονο εφιάλτη των πυρηνικών, επικρίνοντας παράλληλα την ΕΣΣΔ για «επικίνδυνα ανεπαρκή πληροφόρηση». Και συνεχίζει: «Η κυβέρνηση έχει την ευθύνη να μας κρατήσει υπεύθυνα και συνεχώς ενήμερους για την κατάσταση, με τις χώρες που μοιράζονται το πρόβλημα, αλλά και με τους αρμοδίους επιστημονικούς και οικολογικούς φορείς, που πρέπει να πρωτοπορήσουν, καθώς και για τυχόν μέτρα ή για το μέγεθος των επιπτώσεων στη ζωή μας, χωρίς καμιάς μορφής επιφυλάξεις. Το πρόβλημα είναι τόσο τραγικά σοβαρό, που δεν συγχωρεί από καμία πλευρά αντιμετωπίσεις με βάση μικροκομματικές σκοπιμότητες». Από πολύ νωρίς μέλη και δυνάμεις που πρόσκεινταν στο ΚΚΕ Εσωτερικού και ιδίως στην ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος, τη νεολαία του, συμμετείχαν μαζικά στις διαδηλώσεις για την απαγόρευση ακόμα και της ειρηνικής χρήση της πυρηνικής ενέργειας στην Αθήνα και στην περιφέρεια, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση τη συγκέντρωση της Άρτας (9/4).

Πρωτοβουλία «Σταματήστε τα πυρηνικά»

Εικοσιπέντε χρόνια μετά την καταστροφή του Τσερνομπίλ ο πυρηνικός εφιάλτης επιστρέφει. Η νέα μεγάλη τραγωδία, που υπέστη η Ιαπωνία από τον ισχυρότατο σεισμό και το πυρηνικό ατύχημα στη Φουκουσίμα, αποτελεί τραγωδία για όλο τον κόσμο και επείγουσα προειδοποίηση για τους μεγάλους κινδύνους από τη λεγόμενη «ειρηνική χρήση» της πυρηνικής ενέργειας. Στο σύνθημα «Όχι άλλη Χιροσίμα» έρχεται τώρα να προστεθεί το «Όχι άλλη Φουκουσίμα».

Η τάση πολλαπλασιασμού των πυρηνικών εργοστασίων την τελευταία δεκαετία στο όνομα της ενεργειακής κρίσης πρέπει να σταματήσει τώρα! Ανησυχούμε βαθύτατα για τα σχέδια εξάπλωσης των πυρηνικών εργοστασίων και στις περιοχές των Βαλκανίων και της Μ. Ανατολής. Ιδιαίτερη ανησυχία γεννά η ήδη προωθούμενη κατασκευή πυρηνικού εργοστασίου της Τουρκίας στο Ακούγιου, σε ιδιαίτερης υψηλής σεισμικότητας περιοχή, ανατολικά της Ρόδου και απέναντι από την Κύπρο. Είναι η ώρα να ξαναγεννηθεί το ευρωπαϊκό και το παγκόσμιο αντιπυρηνικό κίνημα!

Να γίνει συνείδηση στις κοινωνίες ότι δεν είναι ασφαλής, φθηνή και φιλική προς το περιβάλλον η πυρηνική ενέργεια. Αντιθέτως, είναι η μεγαλύτερη απειλή για την αλλαγή του πλανήτη, όπως τον γνωρίζουμε μέχρι τώρα, απειλή για τη ζωή όχι μόνο των σημερινών αλλά και των επόμενων γενεών και πηγή υπερκερδών για τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες.

Απαιτούμε το κλείσιμο όλων των πυρηνικών εργοστασίων.
Καλούμε την ελληνική κυβέρνηση να αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την αποτροπή των σχεδιαζόμενων νέων πυρηνικών εργοστασίων στην περιοχή μας.
Διεκδικούμε να γίνουν η Ευρώπη, η Μεσόγειος, τα Βαλκάνια και η Μ. Ανατολή
ζώνη ειρήνης, ελεύθερη από πυρηνικά.
Διεκδικούμε, σε συνεργασία με το ευρωπαϊκό κίνημα κατά των πυρηνικών, να αναληφθούν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και αποφάσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την εξάλειψη των πυρηνικών στην Ευρώπη και την εκπόνηση βιώσιμων εναλλακτικών ενεργειακών σχεδίων, που θα προτάσσουν την εξοικονόμηση και θα συμπεριλαμβάνουν τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Απαιτούμε το άμεσο κλείσιμο των ιδιαίτερα επικίνδυνων πυρηνικών αντιδραστήρων (κυρίως όσων κατασκευάστηκαν πριν το 1980, μεταξύ των οποίων και το Κοζλοντούι στη Βουλγαρία), σαφές χρονοδιάγραμμα διακοπής λειτουργίας των υπόλοιπων και άμεση εγκατάλειψη όλων των σχεδίων για νέους αντιδραστήρες, υπό μελέτη ή υπό κατασκευή, όπως αυτοί στο Μπέλενε της Βουλγαρίας.
Διακηρύσσουμε ότι η μόνη ασφάλεια από τα πυρηνικά όπλα και εργοστάσια είναι η κατάργησή τους!

Ιδρυτικά μέλη: Αντιπυρηνικό Παρατηρητήριο Μεσογείου, Γιατροί κατά της πυρηνικής απειλής, Δημοτική Κίνηση Πολιτών Ηλιούπολης, Δίκτυο Μεσόγειος SOS, Παρατηρητήριο Διεθνών Οργανισμών και Παγκοσμιοποίησης, Πολίτες κόντρα στον καιρό (Ν. Αιγαίο), Συμπαράταξη Βοιωτών για το Περιβάλλον, Ιωάννου Νίκος, Καφαντάρη Χαρά, Λιβαδάς Κώστας, Ξυλιάς Παναγιώτης, Περιστεράκης Μιχάλης, Σταυρινός Χάρης, Σχίζας Γιάννης, Τσουκαλάς Δημήτρης

Δευτέρα 25 Απριλίου 2011

Η κρίση αποκάλυψε τις αδυναμίες της οργανωμένης Αριστεράς

Ein Weib für Götter, 1938, Paul Klee [Public domain or Public domain], via Wikimedia Commons

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΝΙΚΟ ΣΕΡΝΤΕΔΑΚΙ

ΕΠΟΧΗ, 24.4.11

Τη συνέντευξη πήρε ο Στάθης Κουτρουβίδης

Στο χώρο της αριστεράς και ειδικά της ριζοσπαστικής λείπει μια συνεκτική πρόταση διεξόδου από την κρίση. Συμμερίζεσαι μια τέτοια άποψη; Αν ναι, γιατί νομίζεις ότι συμβαίνει αυτό;

Η παγκόσμια οικονομική κρίση που εκδηλώνεται με περισσότερο οξύ τρόπο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες της ΕΕ, παρά τις πολλές και σημαντικές θεωρητικές επεξεργασίες για το χαρακτήρα και τη «φύση» της που προδρομικά διατυπώθηκαν από σημαντικούς διανοούμενους και ακτιβιστές της ριζοσπαστικής αριστεράς, εκτός όλων των άλλων αποκαλύπτει τις αδυναμίες της οργανωμένης  αριστεράς να προτείνει ένα συνεκτικό και πειστικό σχέδιο όχι μόνο αναφορικά προς την έξοδο από την κρίση, αλλά κυρίως την προοπτική υπέρβασης ενός συστήματος που δείχνει να έχει φτάσει στα όρια του.

Οι αιτίες αυτού του καταρχάς παράδοξου πρέπει να αναζητηθούν στις παθογένειες που η αριστερά γέννησε και βίωσε στο πέρασμα του εικοστού αιώνα, τις οποίες οι οργανωμένες δυνάμεις της αριστεράς επιμένουν να αγνοούν ή στο μέτρο που τις θεματοποιούν, να τις ανατιμούν και να τις υπερασπίζονται. Μ’ άλλα λόγια, σήμερα η οργανωμένη αριστερά εμφανίζεται στο κοινωνικό προσκήνιο μ’ ένα λόγο, αλλά και πρακτικές που αναπαράγουν την πεπατημένη, η οποία ως επαναπροτεινόμενη προοπτική δεν βρίσκει έδαφος για να ριζώσει στις πληττόμενες  από την κρίση κοινωνικές ομάδες και κατηγορίες, στις οποίες η αριστερά απευθύνεται ή αισθάνεται ότι εκπροσωπεί στο κεντρικό πολιτικό σύστημα. Και τούτη είναι μάλλον η σημαντικότερη παθογένεια της οργανωμένης αριστεράς σήμερα: η αποκοπή των οργανώσεων της από την κοινωνική τους βάση.

Ήδη κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, η προσχώρηση στην αριστερά και τις ποικίλες οργανώσεις της τείνει να αποτελεί υπόθεση ατομική που διαμορφώνεται στη βάση της υιοθέτησης των ιδεολογικών προταγμάτων που η κάθε οργάνωση αποκρυσταλλώνει αντιπαραθετικά προς τις υπόλοιπες. Ρεφορμιστές εναντίον επαναστατών, ρεφορμιστές εναντίον ρεφορμιστών και επαναστάτες εναντίον επαναστατών συνθέτουν τους ρόλους σε μια «σχετικά αυτονομημένη» από τις κοινωνικές τάξεις πολιτική σκηνή που όλο και περισσότερο κατανοείται με τους όρους ενός συγκεντρoποιημένου πολιτικού συστήματος, το οποίο βέβαια νοηματικά είναι διαμορφωμένο από τους αντιπάλους της αριστεράς, στη βάση ριζικά αντίθετων αξιακών και κανονιστικών προτεραιοτήτων. Από την άλλη πλευρά, η νέα αντισυστημική αριστερά που συγκροτήθηκε στον απόηχο της διαμαρτυρίας και της αμφισβήτησης, μετά το παγκόσμιο ’68, γρήγορα ενσωματώθηκε κι αυτή στη συστημική πραγματικότητα, με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση του οικολογικού κινήματος που σταδιακά μετατράπηκε σε περιβαλλοντικό, έχοντας ως κυρίαρχες οργανωτικές του εκφράσεις τις εν πολλοίς ευρω-κρατικο-δίαιτες ΜΚΟ ή επαμφοτερίζοντα κομματικά μορφώματα.

Δεν είναι μόνο η ελληνική αριστερά που δυσκολεύεται να απαντήσει στα προβλήματα της περιόδου. Το ίδιο δεν συμβαίνει και στην ευρωπαϊκή;

Στην παρούσα κρίση γίνεται φανερό ότι η αριστερά στον ευρωπαϊκό χώρο παραμένει δυστυχώς εγκλωβισμένη στα όρια των επιμέρους εθνικών οντοτήτων που συναπαρτίζουν την ΕΕ. Οι οποίες πρωτοβουλίες συνάρθρωσης των εθνικών κομμάτων της αριστεράς καθοδηγούνται από την ανάγκη ενός συντονισμού τους στο ευρωκοινοβούλιο ενώ οι εξαιρετικά σημαντικές διεργασίες που ξεκίνησαν στις αρχές της τελευταίας δεκαετίας μέσα από το Φόρουμ φαίνεται να έχουν υποχωρήσει. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα, η συνάντηση του ΕΚΦ στην Αθήνα το 2006, παρά τη μεγάλη συμμετοχή που καταγράφηκε στις εργασίες του και στην μεγάλη διαδήλωση, δεν οδήγησε στην επένδυση περισσότερων δυνάμεων στην οργάνωση ενός δικτύου οργανώσεων με αντι-νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό, αλλά αντίθετα στην υποχώρηση των κατά τόπους δικτυώσεων. Προτιμήθηκε μια στροφή στην κεντρική πολιτική σκηνή σε βάρος της επίπονης προσπάθειας για τη διαμόρφωση ενός συνασπισμού κοινωνικών ομάδων και των οργανώσεων βάσης τους, από τα συνδικάτα μέχρι τις οργανώσεις του περιβαλλοντικού και φεμινιστικού κινήματος, τα κινήματα πόλης και τις οργανώσεις για την υπεράσπιση των μεταναστών, τις ίδιες τις οργανώσεις των μεταναστών και όλα τα εγχειρήματα αυτοοργάνωσης στον αστικό και αγροτικό χώρο.

Ακόμα και μια αριστερά που διεκδικούσε τον ευρωπαϊσμό ως θεμελιακό στοιχείο της ταυτότητας και της προοπτικής της, σήμερα στις συνθήκες της κρίσης, εμφανίζεται εθνικά περιχαρακωμένη. Εξαντλείται σε μια ευτελή ανάγνωση της ελληνικής κρίσης, με όρους αντίστοιχους με εκείνους του συριζοφάγου Πάγκαλου. Στους κόλπους αυτής της αριστεράς διαμορφώνεται ένα αντιληπτικό σχήμα που υποστηρίζει ότι για την κρίση ευθύνεται η ίδια η κοινωνία που ζούσε πάνω από το επίπεδο που επέτρεπε η εγχώρια παραγωγή, οι συντεχνιακές ομάδες που διέλυσαν το δημόσιο χώρο, προάγοντας τα ιδιοτελή τους συμφέροντα, ωθώντας την κοινωνία σε μια διαδικασία εξατομίκευσης που ορθώνονταν εναντίον του συλλογικού καλού που ανιστορικά υποτίθεται ότι παγίως εκπροσωπεί το κράτος. Και βέβαια, στο λόγο αυτών των θλιβερών διανοουμένων, ο μεγάλος υπεύθυνος για όλα αυτά, πέραν του λαϊκισμού του ανδρεϊκού Πασοκ και της νεοκαραμανλικής ΝΔ, η αριστερά που πρωτοστάτησε και πρωτοστατεί σ’ αυτόν τον «κοινωνικό εκφυλισμό». Όπως και για την περίπτωση του Γιώργου Παπανδρέου και της ηγετικής ομάδας που έχει σχηματίσει μπορούμε να μιλήσουμε για ένα ιδιόμορφο φαινόμενο επαρχιωτικού κοσμοπολιτισμού, θνησιγενούς και δίχως καμιά προοπτική. Τούτες οι προσεγγίσεις και οι απορρέουσες από αυτές τις πολιτικές πρακτικές αποκόπτουν αυτή την αριστερά από το κοινωνικο-πολιτικό και ιδεολογικό ρεύμα που τη γέννησαν, την μετατοπίζουν εκτός της αριστεράς του 21ου αιώνα.

Από την άλλη πλευρά, σημαντικές είναι οι διεργασίες που προκύπτουν από τους ίδιους τους πολίτες, από τα κάτω. Σε πάρα πολλές περιοχές στην Ελλάδα, αλλά και σε χώρες της Ευρώπης συγκροτούνται ομάδες και πρωτοβουλίες βάσης. Πρωτοβουλίες συγκρότησης σωματείων βάσης των μισθωτών, κυρίως στον ιδιωτικό τομέα από τη μια και τοπικές ομάδες που επιχειρούν να παρέμβουν στο επίπεδο της καθημερινής ζωής κοινοτήτων ανθρώπων που μοιράζονται κοινά προβλήματα και ανησυχίες, τόσο στον αστικό όσο και στον αγροτικό χώρο. Χαρακτηριστικό αυτών των πρωτοβουλιών είναι η ορθή εμμονή τους στην αυτο-οργάνωση, την αυτοθέσμιση, τη λειτουργία μέσα από το παράδειγμα της άμεσης δημοκρατίας και τη διαμόρφωση δικτύων αλληλεγγύης που επιλέγουν να συγκροτηθούν έξω από το κράτος και την αγορά.

Ποια τα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης ριζοσπαστικής αριστεράς για να αποκτήσει ερείσματα στην κοινωνία, να γίνει υποδοχέας αυξανόμενης διαμαρτυρίας;

Οφείλει άμεσα να κινηθεί σε δύο διακριτά αλλά και αλληλοσυμπληρούμενα επίπεδα. Στην κεντρική πολιτική σκηνή άμεσα να οδηγηθεί στη συγκρότηση ενός αντι-νεοφιλελεύθερου μετώπου με αιχμή την απόρριψη του μνημονίου. Κρίνω ότι σύντομα η κυβέρνηση Παπανδρέου θα υποχρεωθεί να καταφύγει σε εκλογές, καθώς ήδη εκδηλώνει σημαντικές αδυναμίες στο να περάσει πολιτικές που υπαγορεύει το μνημόνιο. Οι νέες μειώσεις μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, οι αλλαγές στην  εκπαίδευση, οι μειώσεις των δαπανών για υγεία και παιδεία, η ιδιωτικοποίηση εταιρειών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, η περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, για να θίξω μόνο ορισμένες πολιτικές που η κυβέρνηση διεκπεραιώνει, αναμένεται να συναντήσουν σημαντικές αντιστάσεις, ίσως και να προκαλέσουν  μια κλιμακούμενη και δύσκολα ελεγχόμενη κοινωνική αναταραχή.

Σ’ αυτή την συγκυρία φαίνεται ορθολογικότερο για την κυβέρνηση να επιλέξει την οδό της νομιμοποίησης της μνημονιακής πολιτικής μέσα από εκλογική αναμέτρηση, με την υπόθεση ότι από τις εκλογές θα προκύψει μονοκομματική κυβέρνηση Πασοκ ή ΝΔ ή μια κυβέρνηση συνεργασίας με το ΛΑΟΣ, την Μπακογιάννη ή τη ΔΗΜΑΡ. Η όποια κυβέρνηση προκύψει, με «νωπή την λαϊκή εντολή» θα είναι σε θέση να περάσει τα νέα επαχθή μέτρα, δίχως σοβαρές αντιστάσεις ή με αντιστάσεις που δύσκολα θα οδηγήσουν σε ευρύτερη πολιτική αστάθεια και αβεβαιότητα.

Σε αυτές τις συνθήκες επείγει η διαμόρφωση μιας εκλογικής συμμαχίας με αντιμνημονιακό πρόσημο, η οποία θα έχει επεξεργαστεί ένα άμεσο πρόγραμμα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής για την αντιμετώπιση της κρίσης. Εδώ όμως χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Ένα τέτοιο εγχείρημα θα πρέπει να ξεκινήσει από τα κάτω. Οι αποφάσεις πολιτικών κομμάτων και οι προτάσεις ηγεσιών για το σχηματισμό αυτής της ευρείας συμμαχίας είναι μεν θετικές, αλλά δεν μπορούν να οδηγήσουν από μόνες τους στην θετική κατάληξη που απαιτούν οι περιστάσεις. Το εκλογικό μέτωπο μπορεί και πρέπει να διαμορφωθεί από πρωτοβουλίες βάσης με τοπικό χαρακτήρα που θα είναι ανοικτές σε όλους τους πολίτες που επιθυμούν μια άλλη πολιτική εξόδου από την κρίση. Οι οργανωμένες δυνάμεις της αριστεράς οφείλουν να προκαλέσουν αυτή την προοπτική, δίχως όμως να επιχειρήσουν να την ελέγξουν ή να τη διαβάσουν ως μια ευκαιρία για τη δημιουργία ενός ευρύτερου χώρου, ανοικτού για να περάσουν τη δική τους γραμμή και να ισχυροποιηθούν οργανωτικά. Τέτοιες τοπικές επιτροπές θα μπορούν να επεξεργαστούν θέσεις για τα τοπικά τους προβλήματα, αλλά και να συνδιαμορφώσουν μέσα σε πανελλαδικά σώματα προτάσεις για μια αριστερή πρόταση εξόδου και οικοδόμησης ενός άλλου μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης

Σ’ ένα πιο μεσοπρόθεσμο επίπεδο θα πρέπει να ενισχυθούν οι πρωτοβουλίες βάσης που αναφέραμε παραπάνω. Στο συνδικαλιστικό επίπεδο είναι πολύ σημαντικό να συγκροτηθούν και να υποστηριχθούν τα υφιστάμενα σωματεία βάσης που οργανώνονται αντι-ιεραρχικά, με όρους άμεσης δημοκρατίας.

Μπορούν να αποτελέσουν τα ζωντανά κύτταρα μιας δημοκρατικής κουλτούρας, ικανής να διαμορφώσει ένα νέο συμμετοχικό όραμα για τους καθημερινούς αγώνες, αλλά και για την επείγουσα ανάγκη αποτύπωσης ενός άλλου μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης. Για το ζήτημα αυτό εξίσου σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν ήδη όλες εκείνες οι τοπικές ομάδες που υφαίνουν δίκτυα αλληλεγγύης, τα οποία ακουμπούν πλευρές της παραγωγής και της διανομής αγαθών και υπηρεσιών έξω από τη λογική της αγοράς, με οικολογική ευθύνη και με τη μέριμνα της κοινωνικής συνεκτικότητας όλων εκείνων των κοινωνικών ομάδων και κατηγοριών που σήμερα με ανάλγητο τρόπο  πετιούνται στο κοινωνικό περιθώριο.

Κυριακή 24 Απριλίου 2011

«Εορτάσατε το Πάσχα ευσεβώς»

Image courtesy VintageHolidayCrafts.com

Στις 8 Απριλίου (1944), ο υπουργός Εξωτερικών Άντονυ Ήντεν έστελνε το υπ. αριθμ. 134 προσωπικό και απόρρητο σήμα προς τον Λήπερ (πρεσβευτή της Αγγλίας στην ελληνική κυβέρνηση):
 
«Τοῦ καιροῦ ἐπιτρέποντος ὁ Βασιλεύς θά ἀναχωρήση τήν νύκτα τῆς Κυριακῆς. Ἐν τῶ μεταξύ, καθῆκον τοῦ Τσουδεροῦ εἶναι νά παραμείνη εἰς τήν θέσιν του... Ὅσον ἀφορᾶ σᾶς, σᾶς παρέχεται μιά εὐκαιρία διά νά ἐπιδείξετε τάς ἰδιότητας ἀταραξίας καί ἐπιβολῆς πού χαρακτηρίζουν τήν Βρεταννικήν διπλωματικήν ὑπηρεσίαν...
 
Πρέπει νά ἐπιμείνετε εἰς τήν πολιτικήν πού σᾶς ἔχω χαράξει χωρίς νά ἀνησυχῆτε διά τάς συνεπείας. Ἀναφέρετε ὅτι ζῆτε εἰς τό σκέπασμα ἑνός ἡφαιστείου. Ποῦ ἀλλοῦ θά ἀναμένατε νά ζῆτε εἰς ἐποχήν ὅπως εἶναι ἡ σημερινή; Παρακαλῶ, πάντως, νά ἀκολουθῆτε μετά μεγάλης ἀκριβείας τάς ὁδηγίας, πού λαμβάνετε ἀπό ἐμέ καί συγκεκριμένως νά τηρηθῆ, κατά πρῶτον λόγον, ἡ τάξις καί ἡ πειθαρχία εἰς τάς ἐνόπλους δυνάμεις· δεύτερον, νά κατοχυρωθῆ ἡ ἀσφάλεια τοῦ προσώπου τοῦ Βασιλέως· τρίτον, νά καταβληθῆ πᾶσα προσπάθεια διά νά παροτρυνθῆ ὁ Τσουδερός ὅπως παραμείνη εἰς τήν θέσιν του μέχρι τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ Βασιλέως καί ἔως ὅτου οὗτος ἐξετάση τήν περί αὐτόν κατάστασιν· τέταρτον, προσπαθήσατε νά πείσετε τόν Βενιζέλον, ὅπως παραμείνη μέ τόν Τσουδερόν· πέμπτον, ἑορτάσατε τήν Κυριακήν τοῦ Πάσχα εὐσεβῶς».

από τον 3ο τόμο της Ιστορίας της σύγχρονης Ελλάδας, 1941-1974, Από τον Λίβανο στη Βάρκιζα του Σόλωνα Νεοκ. Γρηγοριάδη, Κεφ. 2ο: Κινήματα στη Μέση Ανατολή.

Παρασκευή 22 Απριλίου 2011

Η παγκόσμια αταξία στις αρχές του 21ου αιώνα

Άγαλμα του George Segal που αναπαριστά τις ουρές για ψωμί κατά τη Μεγάλη ύφεση. Η φωτό με άδεια CC BY 2.0, από το Flickr

Συνέντευξη του Έρικ Χομπσμπάουμ, από τα Ενθέματα, 13.06.10 (το πρωτότυπο εδώ)

Το βιβλίο σας Εποχή των άκρων τελειώνει το 1991 με ένα πανόραμα των σαρωτικών αλλαγών σε όλο τον πλανήτη  – η κατάρρευση των ελπίδων της Χρυσής Εποχής για παγκόσμια κοινωνική πρόοδο. Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι σημαντικότερες  εξελίξεις στη διεθνή ιστορία από τότε;

Διακρίνω πέντε βασικές αλλαγές. Πρώτον, η μετατόπιση του οικονομικού κέντρου του πλανήτη από τον Βόρειο Ατλαντικό προς τη Νότια και Ανατολική Ασία. Αυτή η διαδικασία ξεκίνησε στην Ιαπωνία τις δεκαετίες του 1970 και 1980, αλλά η άνοδος της Κίνας, από τη δεκαετία του 1990 και μετά, είναι αυτή που κάνει την πραγματική διαφορά. Δεύτερον, ασφαλώς, η παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού, την οποία είχαμε προβλέψει, αλλά ωστόσο χρειάστηκε πολύ καιρό για να εκδηλωθεί. Τρίτον, η παταγώδης αποτυχία της προσπάθειας των ΗΠΑ να κατακτήσουν τον ρόλο της αποκλειστικής ηγέτιδας δύναμης μετά το 2001  – η αποτυχία είναι ολοφάνερη. Τέταρτον, η ανάδυση μιας νέας ομάδας αναπτυσσόμενων χωρών  –«των brics» (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα) – ως πολιτικής οντότητας, που δεν είχε συντελεστεί όταν έγραφα την Εποχή των άκρων. Και, πέμπτον, η αποσάθρωση και η συστηματική αποδυνάμωση της εξουσίας των κρατών: της εξουσίας των εθνικών κρατών στις επικράτειές τους, αλλά και, σε μεγάλες περιοχές του πλανήτη, κάθε είδους αποτελεσματικής κρατικής εξουσίας. Είναι κάτι που ίσως ήταν προβλέψιμο, αλλά συνέβη με ταχύτητα που δεν την περίμενα ποτέ.

Τι άλλο σας έχει προξενήσει έκπληξη έκτοτε;

Δεν έχει πάψει να με εκπλήσσει η πλήρης παραφροσύνη του νεοσυντηρητικού πολιτικού σχεδίου, οι οπαδοί του οποίου όχι μόνο διατείνονταν πως η Αμερική ήταν το μέλλον, αλλά επιπλέον πίστευαν ότι είχαν διαμορφώσει μια στρατηγική για την επίτευξη του στόχου αυτού. Αν καταλαβαίνω καλά, με ορθολογικούς όρους, δεν διαθέτουν κάποια συνεκτική στρατηγική. Δεύτερον  –κάτι μικρότερης σημασίας, που δεν παύει ωστόσο να είναι σημαντικό – η αναβίωση της πειρατείας, την οποία είχαμε εν πολλοίς ξεχάσει· αυτό είναι κάτι καινούργιο. Τρίτον, μια εξέλιξη σε τοπικό επίπεδο: η κατάρρευση του μαοϊκού Κομμουνιστικού Κόμματος στη Δυτική Βεγγάλη, την  οποία αληθινά δεν περίμενα.

Μπορείτε να οραματιστείτε κάποια πολιτική ανασυγκρότηση αυτού που κάποτε ήταν  η εργατική τάξη;

Όχι με την παραδοσιακή της μορφή. Ο Μαρξ είχε αναμφισβήτητα δίκιο όταν προέβλεπε τον σχηματισμό μεγάλων ταξικών κομμάτων σε ένα συγκεκριμένο στάδιο της εκβιομηχάνισης. Αλλά αυτά τα κόμματα, αν ήταν επιτυχημένα, δεν λειτουργούσαν αυστηρά ως κόμματα της εργατικής τάξης: αν ήθελαν να επεκταθούν πέρα από τα αυστηρά όρια μιας περιορισμένης τάξης, αυτό το κατάφερναν ως  λαϊκά κόμματα, που δομούνταν με βάση μια οργάνωση που επινοήθηκε από και για τους σκοπούς της εργατικής τάξης. Ακόμα κι έτσι, η ταξική συνείδηση έθετε όρια. Στη Βρετανία, το Εργατικό Κόμμα δεν πήρε ποτέ πάνω από το 50% των ψήφων.  Το ίδιο ισχύει και στην Ιταλία, όπου το ΚΚΙ ήταν πολύ περισσότερο ένα λαϊκό κόμμα. Στη Γαλλία, η Αριστερά βασίστηκε σε μια σχετικά αδύναμη εργατική τάξη, η οποία όμως ενδυναμωνόταν πολιτικά χάρη σε μια λαμπρή επαναστατική παράδοση, της οποίας κατάφερε να γίνει ο βασικός κληρονόμος  – γεγονός που έκανε και την ίδια και την Αριστερά  να αποκτήσουν πολύ μεγάλη επίδραση.

Η παρακμή της  εργατικής τάξης των χειρωνακτών φαίνεται να είναι οριστική.  Υπάρχουν, και θα συνεχίσουν να υπάρχουν, πολλοί άνθρωποι που εργάζονται  ακόμα ως χειρώνακτες  και η υπεράσπισή τους  παραμένει μείζον καθήκον για όλες τις αριστερές κυβερνήσεις. Ωστόσο,  αυτό δεν μπορεί πλέον να αποτελεί την κύρια βάση των ελπίδων τους: δεν διαθέτουν πλέον, ακόμα και σε θεωρητικό επίπεδο, πολιτική δυναμική επειδή έχουν απολέσει την προοπτική οργάνωσης της παλιάς εργατικής τάξης. 
Υπήρξαν  τρεις ακόμα σημαντικές αρνητικές εξελίξεις.  Η πρώτη είναι, ασφαλώς, η ξενοφοβία – η οποία, για το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης, είναι, σύμφωνα με τη ρήση του Αύγουστου Μπέμπελ,  «ο σοσιαλισμός των ηλιθίων»: διασφαλίζω τη δουλειά μου ενάντια σε ανθρώπους που τους αντιμετωπίζω σαν ανταγωνιστές. Όσο πιο αδύναμο είναι το εργατικό κίνημα, τόσο αυξάνεται η απήχηση της ξενοφοβίας. Δεύτερον, μεγάλο μέρος των ελαφρών χειρωνακτικών εργασιών δεν είναι μόνιμες, αλλά περιστασιακές: φοιτητές ή μετανάστες που δουλεύουν στον τομέα του επισιτισμού, για παράδειγμα. Ως εκ τούτου, δεν είναι εύκολο να σκεφτούμε πώς θα μπορέσουν  να οργανωθούν πολιτικά. Οι μόνοι εργαζόμενοι αυτής της κατηγορίας που θα μπορούσαν να οργανωθούν εύκολα είναι όσοι έχουν ως εργοδότη τις δημόσιες υπηρεσίες, κι αυτό επειδή οι δημόσιες αρχές είναι πολιτικά ευάλωτες.

Η τρίτη και πιο σημαντική εξέλιξη, κατά τη γνώμη μου, είναι το διευρυνόμενο χάσμα που δημιουργείται από ένα νέο ταξικό κριτήριο: δηλαδή, η εισαγωγή σε σχολές και πανεπιστημιακά ιδρύματα ως εισιτήριο για κάποια θέση εργασίας. Αυτό μπορούμε να το ονομάσουμε, αν θέλετε, αξιοκρατία· αλλά αξιολογείται, θεσμοποιείται και διαμεσολαβείται από τα εκπαιδευτικά συστήματα. Το αποτέλεσμα είναι  μια εκτροπή της ταξικής συνείδησης από την εναντίωση στους εργοδότες  προς την εναντίωση στους πάσης φύσεως κηφήνες  – διανοούμενους, φιλελεύθερες ελίτ, άνθρωποι που τρώνε τα λεφτά μας. Η Αμερική είναι ένα κλασικό παράδειγμα, αλλά η κατάσταση αυτή δεν είναι άγνωστη και στο Ηνωμένο Βασίλειο, αν ρίξετε μια ματιά στις βρετανικές εφημερίδες.  Η κατάσταση γίνεται ακόμα μια περίπλοκη επειδή, όλο και περισσότερο, ένα διδακτορικό ή τουλάχιστον ένα  μεταπτυχιακού προσφέρει μεγαλύτερες ευκαιρίες πλουτισμού.

Μπορεί να υπάρξουν νέες κοινωνικές δυνάμεις; Αυτό αποκλείεται, τουλάχιστον όσον αφορά μια μεμονωμένη τάξη, και αν θέλετε τη γνώμη μου ουδέποτε είχε συμβεί. Υπάρχει μια προοδευτική πολιτική συμμαχιών, ακόμα και σχετικά μόνιμων  συμμαχιών όπως μεταξύ, λ.χ., της καλλιεργημένης μεσαίας τάξης που διαβάζει τον Guardian και των διανοούμενων (ανθρώπων με υψηλή μόρφωση, οι οποίοι γενικότερα κλίνουν,  σε μεγάλο βαθμό, προς την Αριστερά) και της μάζας των φτωχών και απαίδευτων. Και οι δύο αυτές ομάδες έχουν ουσιώδη σημασία για ένα τέτοιο κίνημα, αλλά ίσως είναι πιο δύσκολο να συμμαχήσουν από ό,τι παλιότερα. Κι αυτό γιατί, υπό μία έννοια, είναι εφικτό οι φτωχοί να ταυτιστoύν με τους δισεκατομυριούχους, όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες, λέγοντας: «Αν ήμουν τυχερός, θα γινόμουν ποπ σταρ!». Αλλά κανένας δεν μπορεί να πει: «Αν ήμουν τυχερός, θα γινόμουν νομπελίστας!». Αυτό είναι ένα πραγματικό πρόβλημα για τον πολιτικό συντονισμό και συνεργασία των ανθρώπων που αντικειμενικά θα μπορούσαν να βρίσκονται στην ίδια πλευρά.

Ποια σχέση θεωρείτε ότι υπάρχει ανάμεσα στη σημερινή κρίση και τη Μεγάλη Ύφεση;

Η κρίση του 1929 δεν ξεκίνησε από τις τράπεζες· οι τράπεζες κατέρρευσαν μόνο δύο χρόνια αργότερα. Αντίθετα, το χρηματιστήριο πυροδότησε μια απότομη κάμψη της παραγωγής, συνοδευόμενη από πολύ υψηλότερη ανεργία και μια πολύ έντονη πτώση στην παραγωγή, μεγαλύτερες από ποτέ. Υπήρξαν αρκετά προανακρούσματα της παρούσας ύφεσης, σε αντίθεση με εκείνη του 1929 που έπεσε σχεδόν σαν κεραυνός. Θα έπρεπε έχει γίνει αντιληπτό, αρκετά εγκαίρως, ότι ο νεοφιλελεύθερος φονταμενταλισμός δημιούργησε  μια τεράστια αστάθεια στη λειτουργία του καπιταλισμού. Μέχρι το 2008 η αστάθεια αυτή φαινόταν να επηρεάζει μόνο μερικές περιφερειακές περιοχές: τη Λατινική Αμερική τη δεκαετία του 1990 και στις αρχές του 21ου αιώνα, τη Νοτιοανατολική Ασία και τη Ρωσία. Στα ισχυρά κράτη, το μόνο που συνέβαινε ήταν να καταρρέει περιστασιακά το χρηματιστήριο και στη συνέχεια να ανακάμπτει σχετικά γρήγορα. Μου φαίνεται ότι το πραγματικό σημάδι του κακού που θα συνέβαινε θα μπορούσε να είναι η κατάρρευση του Long-Term Capital Management[1] το 1998, γεγονός που έδειξε πόσο λάθος ήταν συνολικά το αναπτυξιακό μοντέλο· ωστόσο δεν αντιμετωπίστηκε έτσι. Παραδόξως, οδήγησε μια σειρά επιχειρηματίες και δημοσιογράφους να ανακαλύψουν ξανά τον Καρλ Μαρξ, θεωρώντας πως το έργο του έχει ενδιαφέρον για την κατανόηση μιας σύγχρονης, παγκοσμιοποιημένης οικονομίας· η διαδικασία αυτή δεν είχε καμία σχέση με την παραδοσιακή Αριστερά.

Η παγκόσμια οικονομία το 1929  ήταν λιγότερο παγκοσμιοποιημένη από ό,τι η σημερινή. Αυτό, βέβαια, είχε κάποιες επιπτώσεις  – για παράδειγμα ήταν πολύ ευκολότερο στους ανθρώπους που έχαναν τη δουλειά τους να γυρίσουν στα χωριά τους. Το 1929, σε μεγάλο μέρος του κόσμου εκτός Ευρώπης και Βορείου Αμερικής, τα παγκοσμιοποιημένα τμήματα της οικονομίας δεν ήταν παρά μεμονωμένες νησίδες  που άφηναν το κύριο μέρος που τα περιέβαλλε αμετάβλητα.  Η ύπαρξη της ΕΣΣΔ δεν είχε κάποια υλική επίπτωση στην Ύφεση, αλλά είχε τεράστιες ιδεολογικές επιπτώσεις  – υπήρχε μια εναλλακτική λύση. Από το 1990 και μετά, έχουμε δει την άνοδο της Κίνας και των αναδυόμενων οικονομιών, γεγονός που είχε συγκεκριμένες επιπτώσεις στην παρούσα ύφεση: συνέβαλαν στο να διατηρήσει η παγκόσμια οικονομία μια πολύ πιο ομαλή πορεία, από ό,τι θα συνέβαινε αλλιώς. Στην πραγματικότητα, ακόμη και στις ημέρες που ο νεοφιλελευθερισμός ισχυριζόταν ότι υπήρχε άνθηση, η πραγματική ανάπτυξη εμφανιζόταν, σε πολύ υψηλούς ρυθμούς, σε αυτές τις νέες αναπτυσσόμενες οικονομίες, κυρίως στην Κίνα. Είμαι σίγουρος ότι αν δεν υπήρχε η Κίνα, η ύφεση του 2008 θα ήταν πολύ πιο σοβαρή. Έτσι, γι’ αυτούς τους λόγους, σκέφτομαι ότι  είναι πιθανό να μπορέσουμε να ανακάμψουμε πιο γρήγορα, παρόλο που μερικές χώρες –και κυρίως η Βρετανία – θα συνεχίσουν να είναι βυθισμένες στην ύφεση για πολύ καιρό ακόμα.

Ανέκαθεν ήσασταν κριτικός  απέναντι τον εθνικισμό ως πολιτική δύναμη, εφιστώντας την προσοχή της Αριστεράς να μην προσπαθεί να τον προσεταιριστεί. Ωστόσο, έχετε επίσης αντιταχθεί έντονα στις παραβιάσεις της εθνικής κυριαρχίας εν ονόματι των ανθρωπιστικών παρεμβάσεων. Ποια είδη διεθνισμού, μετά την κατάρρευση του διεθνισμού που είχε γεννήσει το εργατικό κίνημα, είναι επιθυμητά και εφικτά σήμερα;

Πρώτα απ’ όλα, ο «ανθρωπιστικισμός» (humanitarianism), ο ιμπεριαλισμός των ανθρώπινων δικαιωμάτων, δεν έχει καμία σχέση με τον διεθνισμό. Αποτελεί έκφανση είτε ενός αναγεννημένου ιμπεριαλισμού, ο οποίος βρίσκει μια κατάλληλη δικαιολογία για παραβιάσεις της κρατικής κυριαρχίας  –μπορεί να υπάρχουν απόλυτα ειλικρινείς δικαιολογίες γι’ αυτό – είτε, κάτι ακόμα πιο επικίνδυνο, μια επαναβεβαίωση της πίστης στη μόνιμη υπεροχή της περιοχής που κυριαρχούσε στον πλανήτη από τον 16ο μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα. Στο κάτω κάτω, οι αξίες τις οποίες η Δύση προσπαθεί να επιβάλει είναι αξίες μιας περιοχής, και όχι κατ’ ανάγκην οικουμενικές. Αν είναι οικουμενικές, πρέπει να επαναδιατυπωθούν με διαφορετικούς όρους. Δεν νομίζω ότι έχουμε να κάνουμε με  ένα φαινόμενο αφεαυτού εθνικό ή διεθνές.  Ο εθνικισμός  υπεισεισέρχεται σε αυτό το ζήτημα επειδή η διεθνής τάξη βασισμένη σε εθνικά κράτη  –το σύστημα της Βεστφαλίας – υπήρξε κατά το παρελθόν, καλώς ή κακώς,  μια από τις ασφαλέστερες εγγυήσεις εναντίον στις εισβολές των ξένων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αφ’ ης στιγμής το σύστημα πλέον έχει καταργηθεί ο δρόμος είναι ανοιχτός για επιθετικούς και επεκτατικούς πολέμους  – στην πραγματικότητα, αυτός είναι ο λόγος που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποκηρύξει τη διεθνή τάξη της Βεστφαλίας.

Ο διεθνισμός, που αποτελεί έναν άλλο δρόμο σε σχέση με τον εθνικισμό, είναι ένα πιο περίπλοκο εγχείρημα. Μπορεί να είναι είτε ένα πολιτικά κενό σύνθημα, όπως υπήρξε,  στην πράξη,  για το διεθνές εργατικό κίνημα, οπότε δεν σημαίνει τίποτα συγκεκριμένο, είτε ένας τρόπος για την εξασφάλιση της ομοιομορφίας σε ισχυρούς συγκεντρωτικούς οργανισμούς όπως η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ή η Κομιντέρν. Ο διεθνισμός σήμαινε ότι, ως καθολικός, θα ασπαζόσουν τα ίδια δόγματα και θα μετείχες στις ίδιες πρακτικές, ανεξάρτητα με το ποιος είσαι και πού βρίσκεσαι· το ίδιο συνέβαινε θεωρητικά και στην περίπτωση των κομμουνιστικών κομμάτων. Σε ποιο βαθμό αυτό συνέβη πραγματικά και σε ποιο στάδιο έπαψε να συμβαίνει  –ακόμα και στην Καθολική Εκκλησία – είναι ένα άλλο ζήτημα. Πάντως,  δεν εννοούμε αυτό με τον όρο «διεθνισμός».

Το έθνος-κράτος ήταν και παραμένει το πλαίσιο για όλες τις πολιτικές αποφάσεις, στη χώρα μας ή στο εξωτερικό. Μέχρι σχετικά πρόσφατα, η δράση των εργατικών κινημάτων  –στην πράξη, όλες οι πολιτικές δραστηριότητες—αναπτυσσόταν σχεδόν εξολοκλήρου στο πλαίσιο ενός κράτος. Ακόμα και εντός της Ε.Ε., η πολιτική εξακολουθεί να λειτουργεί με εθνικούς όρους. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει υπερ-εθνική εξουσία δράσης  – μόνο ένας συνασπισμός χωριστών κρατών. Πιθανόν ότι το  φονταμενταλιστικό Ισλάμ να αποτελεί μια εξαίρεση, καθώς διεισδύει σε όλα τα κράτη, αλλά αυτό δεν έχει ακόμα επιβεβαιωθεί. Προηγούμενες απόπειρες όπως παν-αραβικά υπερκράτη (λ.χ. η Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία, ένωση της Αιγύπτου και της Συρίας) απέτυχαν ακριβώς χάρη στην αντοχή υφιστάμενων  –πρώην αποικιακών – συνόρων.

Διακρίνετε εγγενή εμπόδια σε όλες τις προσπάθειες για υπέρβαση των ορίων του έθνους-κράτους;

Οικονομικά, αλλά και από πολλές άλλες απόψεις  –ακόμα, σε κάποιο βαθμό, και πολιτισμικά – η επανάσταση των επικοινωνιών έχει δημιουργήσει έναν πραγματικά παγκόσμιο χώρο, στον οποίο υπάρχουν εξουσίες λήψης αποφάσεων με υπερεθνικό χαρακτήρα, υπερεθνικές δραστηριότητες και, βέβαια, κινήματα ιδεών, επικοινωνίες και άνθρωποι που λειτουργούν υπερεθνικά με πολύ μεγαλύτερη ευκολία από ό,τι ποτέ. Ακόμη και οι γλωσσικές κουλτούρες συμπληρώνονται τώρα από τα διεθνή ιδιώματα της επικοινωνίας. Αλλά στην πολιτική δεν υπάρχει κανένας τέτοιος απόηχος· αυτή είναι η βασική αντίφαση την παρούσα στιγμή. Ένας από τους λόγους είναι ότι, στον 20ό αιώνα, η πολιτική είχε εκδημοκρατιστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό  – οι μάζες των απλών ανθρώπων συμμετείχαν σε αυτή. Γι’ αυτούς, το κράτος έχει ουσιώδη σημασία για την καθημερινότητα, την κανονικότητα και τις προοπτικές της ζωής τους. Απόπειρες έσωθεν διάλυσης του κράτους, με την αποκέντρωση, έχουν γίνει κυρίως τα τελευταία τριάντα ή σαράντα χρόνια, και κάποιες από αυτές δεν ήταν ανεπιτυχείς  – σίγουρα στη Γερμανία η αποκέντρωση υπήρξε επιτυχής σε αρκετούς τομείς, ενώ στην Ιταλία, η περιφερειακή οργάνωση αποδείχθηκε πραγματικά χρήσιμη. Όμως, η προσπάθεια δημιουργίας  υπερεθνικών κρατών δεν ευδοκίμησε. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι το πιο προφανές παράδειγμα.  Σε κάποιο βαθμό, υπονομεύθηκε από τους ιδρυτές της, οι οποίοι σκέφτονταν ακριβώς με όρους ενός υπερ-κράτους, ανάλογου με ένα εθνικό κράτος, απλώς μεγαλύτερου  – στην πραγματικότητα, νομίζω ότι δεν υπήρχε ούτε τότε τέτοια δυνατότητα και, πάντως, σίγουρα δεν υπάρχει σήμερα. Η Ε.Ε. είναι μια ευρωπαϊκή ιδιοτυπία. Υπήρξαν κάποτε δείγματα ενός υπερεθνικού κράτους στη Μέση Ανατολή και αλλού, αλλά η Ε.Ε. είναι το μόνο πραγματικό εγχείρημα αυτού του είδους.  Δεν πιστεύω, για παράδειγμα, ότι υπάρχει σοβαρή πιθανότητα μιας μεγαλύτερης ομοσπονδίας στη Νότια Αμερική. Εγώ τουλάχιστον θα στοιχημάτιζα εναντίον της.

Αυτή η αντίφαση παραμένει ένα άλυτο πρόβλημα:από τη μία πλευρά υπάρχουν υπερεθνικές οντότητες και πρακτικές, που προκύπτουν από τη διαδικασία αποσάθρωσης του κράτους, στους τομείς που αυτό καταρρέει. Αλλά αν συμβεί κάτι τέτοιο  –που δεν αποτελεί άμεση προοπτική στις ανεπτυγμένες χώρες – ποιος, θα αναλάβει στη συνέχεια  την αναδιανεμητική και τις άλλες λειτουργίες, τις οποίες μέχρι σήμερα  επιτελεί το κράτος; Αυτή τη στιγμή, έχουμε ένα μίγμα συμβίωσης και  σύγκρουσης. Αυτό είναι ένα από τα βασικά προβλήματα για κάθε μορφή λαϊκής πολιτικής σήμερα.

μετάφραση: Στρ. Μπουλαλάκης, Κώστας Σπαθαράκης

Ο Eric Ηobsbawm είναι ένας από τους κορυφαίους μαρξιστές ιστορικούς, διεθνώς. Τα περισσότερα βιβλία του κυκλοφορούν και στα ελληνικά.
Η συνέντευξη, με τίτλο «World distempers» δημοσιεύθηκε στο επετειακό τεύχος (για τα πενήντα χρόνια του περιοδικού), αρ. 61 (Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2010 του «New Left Review». Τα «Ενθέματα» δημοσιεύουν σήμερα εκτενή αποσπάσματα.

Σημειώσεις
1. LTCM: Ένα από τα μεγαλύτερα διεθνώς hedge fund (αμοιβαία κεφάλαια επενδύσεων υψηλού ρίσκου). Παρόλο που δανειζόταν πολλαπλάσια κεφάλαια από τα πάγιά του, εξασφάλιζε υψηλές αποδόσεις. Θεωρούνταν εξαιρετικά αξιόπιστο, και σε αυτό τοποθετούσαν τα διαθέσιμά της ακόμα και κεντρικές τράπεζες. Η ασιατική κρίση το 1997 και η ρωσική το 1998 το οδήγησαν στα πρόθυρα χρεοκοπίας, γεγονός που απείλησε με κατάρρευση το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα

Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

ΣΥΡΙΖΑ-ΜΑΑ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΚΚΕ: Μπορεί να γίνει της Πορτογαλίας;



Του Αντώνη Νταβανέλλου

Το «σπάσιμο των πάγων» μεταξύ του ΚΚ Πορτογαλίας και της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που συγκροτείται στο Μπλόκο, είναι ένα μεγάλο γεγονός. Ανοίγει δρόμους για την Αριστερά σε όλη την Ευρώπη.
 
Η Αλ. Παπαρήγα έσπευσε να αποκηρύξει το γεγονός στα μάτια των οπαδών του ΚΚΕ, συγκρίνοντάς το ευθέως με τα τραγικά λάθη της ηγεσίας του ΚΚΕ το 1989. Μόνο που η σύγκριση είναι ανιστόρητη: Τότε η ηγεσία του ΚΚΕ στράφηκε προς τα δεξιά (αρχίζοντας από τη συμμαχία με την ΕΑΡ του Λ. Κύρκου), υιοθέτησε μια σοσιαλδημοκρατική κατεύθυνση που έφτασε στη συγκυβέρνηση με τη ΝΔ (Τζανετάκης) και αργότερα στη συγκυβέρνηση και με τη ΝΔ και με το ΠΑΣΟΚ (οικουμενική). Δεν μπορεί να γίνει καμιά σύγκριση ανάμεσα σε αυτού του τύπου τις συμμαχίες και τις σχέσεις που (υποχρεώνεται να) εγκαινιάζει το ΚΚΠ με το Μπλόκο. Στο Μπλόκο συμμετέχουν με αποφασιστικό ρόλο «ιστορικές» δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς: οι τροτσκιστές του πορτογαλικού τμήματος της 4ης Διεθνούς και οι μαοϊκοί της παλαιάς Λαϊκής Δημοκρατικής Ενότητας που, μαζί με τους αποχωρήσαντες-διαγραμμένους του ΚΚΠ, συγκρότησαν το Μπλόκο. Πρόκειται για οργανώσεις που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στα επαναστατικά γεγονότα του ’70, που μπήκαν στις φυλακές, που –παρά τις μεταλλάξεις τους– κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι στον πολιτικό χάρτη τοποθετούνται στα αριστερά του ΚΚ Πορτογαλίας.
 
Η συνεργασία μεταξύ του ΚΚΠ και του Μπλόκο υπαγορεύεται από πολιτικές πιέσεις: από την ανάγκη να απαντηθεί πολιτικά η αναγκαστική «ένταξη» της Πορτογαλίας στις μνημονιακού τύπου δαγκάνες της ΕΕ και του ΔΝΤ. Επίσης από την «ελληνική εμπειρία», όπου, παρά  τους σημαντικούς αγώνες του κόσμου και παρά τη διατήρηση σημαντικών δυνάμεων από την Αριστερά, δεν έχει μέχρι σήμερα γίνει κατορθωτό να δοθούν οι αναγκαίες πολιτικές απαντήσεις στον ΓΑΠ, στο μνημόνιο, στην ΕΕ και στο ΔΝΤ.  

Οι εξελίξεις στην Πορτογαλία θέτουν ευθέως το ερώτημα και εδώ. Γιατί δεν προχωράει μια διαδικασία πολιτικού μετώπου της Αριστεράς, που θα μπορούσε να αποτελέσει τον κορμό για ένα πλατύτερο και πιο αποτελεσματικό ενιαίο κοινωνικό μέτωπο αντίστασης; Εκτιμώντας ότι η μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου της Αριστεράς θα ήθελε μια τέτοια εξέλιξη, θεωρούμε ότι η απάντηση στο ερώτημα βρίσκεται στις βασικές πολιτικές αδυναμίες κάθε πτέρυγας της Αριστεράς.

Όμως οι εξελίξεις και εδώ –το βάρος της χρεοκοπίας και του νέου μνημονίου– θα ανοίξουν αντικειμενικά την ανάλογη συζήτηση.

ΚΚΕ: Παθητική αδράνεια
Η Αλέκα Παπαρήγα στο Σύνταγμα τάχθηκε, σωστά, υπέρ του «να φύγει μια ώρα γρηγορότερα η κυβέρνηση», συμπληρώνοντας, επίσης σωστά, ότι «δεν μεταθέτουμε τη λύση στο φαύλο κύκλο της εναλλαγής».

Αυτές οι δηλώσεις δημιουργούν πολιτικές υποχρεώσεις και ευθύνες που η ηγεσία του ΚΚΕ –παρότι ηγείται της μεγαλύτερης οργανωμένης δύναμης της Αριστεράς– δεν αναλαμβάνει: Τι πολιτικές πρωτοβουλίες χρειάζονται, για να φύγει «μια ώρα γρηγορότερα» η κυβέρνηση ΓΑΠ; Τι πολιτικές πρωτοβουλίες χρειάζονται, για να εμπιστευτεί ο κόσμος λύσεις έξω από το «φαύλο κύκλο της εναλλαγής»; Σε αυτά τα ερωτήματα το ΚΚΕ εξακολουθεί να μη δίνει απαντήσεις.

Η γραμματέας του ΚΚΕ πέταξε αυτό το μπαλάκι στον ίδιο τον κόσμο: «Ο λαός να μετρήσει το μπόι του, να αντεπιτεθεί και να τους νικήσει κατά κράτος»… Αξίζει να σημειωθεί ότι η Αλ. Παπαρήγα εκτόξευσε αυτό το κάλεσμα με έμφαση στις εκλογές («ο λαός να προσέξει πώς αξιοποιεί το όπλο της ψήφου»). Όμως και στο πεδίο του μαζικού κινήματος τι κάνει το ΚΚΕ ως προς τις υποχρεώσεις αυτής της «αντεπίθεσης»; Σε κάποιους κλάδους το ΠΑΜΕ αποτελεί πραγματικά τη ραχοκοκαλιά της αντίστασης. Σε άλλους, όμως, παρόλο που ελέγχει αποκλειστικά τα σωματεία και παρά τις άγριες επιθέσεις των «αναδιαρθρώσεων», επικρατεί σιγή αντιστάσεων. Είναι σαφές ότι και στο πεδίο της πραγματικής οργάνωσης των αγώνων του κόσμου, το ζήτημα της ενότητας στη δράση των δυνάμεων της Αριστεράς έχει αποφασιστική σημασία.

Πρέπει να σημειωθεί ότι και στο ζήτημα αυτό η ηγεσία του ΚΚΕ έχει κάνει κάποια βήματα. Δεν είμαστε στην εποχή των παγετώνων, όπου η Αλέκα Παπαρήγα –έξω από το Μαξίμου– κατηγορούσε τον ΣΥΡΙΖΑ ότι «χαϊδεύει τα αυτιά των κουκουλοφόρων». Το ΚΚΕ πήρε μέρος στην υπεράσπιση των 300 μεταναστών-απεργών πείνας. Στο Σύνταγμα η Αλ. Παπαρήγα επιτέθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά πιο «πολιτικά» («αναγορεύουν σε κίνημα την κουκούλα ή το γιαούρτι ή θεωρούν ότι όλη η Ελλάδα πρέπει να γίνει Κερατέα…»).
Τα βήματα αυτά δεν είναι αρκετά. Η συζήτηση για την τακτική και τη στρατηγική της αντίστασης πρέπει να ανοίξει ανάμεσα σε όλους και όλες και αυτή η προσπάθεια πρέπει να περιλαμβάνει και τη βάση και την ηγεσία του ΚΚΕ.

ΣΥΝ: Ώρα αποφάσεων 
Το «όχημα» για την ενότητα δράσης της Αριστεράς θα έπρεπε να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που ιδρύθηκε έγκαιρα και για μεγάλο διάστημα είχε σημαντική δυναμική. Όμως αυτή η δυνατότητα περιορίστηκε από τις στρατηγικές και πολιτικές αδυναμίες της ηγεσίας του ΣΥΝ, που οδήγησαν το εγχείρημα στην κρίση των περιφερειακών εκλογών και στη σημερινή στασιμότητα.

Για παράδειγμα, απατώντας στον «οδικό χάρτη» του ΓΑΠ, το γραφείο τύπου του ΣΥΝ δήλωσε ότι «η διέξοδος από την κρίση περνά μέσα από την αναδιαπραγμάτευση του χρέους, διαγραφή μέρους του και τον απευθείας δανεισμό της χώρας από την ΕΚΤ…» («Αυγή» 19/4). Πώς είναι δυνατόν να επιτίθεσαι πολιτικά στο χρέος, να ζητάς κρατικοποίηση των τραπεζών και –ταυτόχρονα– να βλέπεις ως τμήμα της διεξόδου από την κρίση «το δανεισμό της χώρας από την ΕΚΤ»; Δικαίως η Αλέκα Παπαρήγα υπογραμμίζει αυτή την πολυγλωσσία και αμφισημία: «Πότε μιλάνε για έξοδο από τη ζώνη του ευρώ, πότε για διαγραφή του χρέους, πότε για αναδιαπραγμάτευση, πότε για μερική διαγραφή, άλλοτε για κρατικοποίηση τριών τραπεζών, άλλοτε για την κρατικοποίηση όλων των τραπεζών…».

Στον ΣΥΝ, αν πράγματι θέλουν να υπηρετήσουν την τακτική της ενότητας στη δράση της Αριστεράς, έχει φτάσει η ώρα των αποφάσεων: για το τέλος της υποταγής στον ευρωκεντρισμό, για το τέλος των αυταπατών περί ρεαλισμού και «θετικών εναλλακτικών λύσεων», για την απόρριψη εκλογοκεντρικών τακτικών (σενάριο Μητρόπουλου) με σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις…

Η «επανεκκίνηση» του ΣΥΡΙΖΑ, μετά την κρίση των περιφερειακών εκλογών, θα μπορούσε να είναι ένα πολύτιμο εργαλείο στην κατεύθυνση του συνολικότερου μετώπου της Αριστεράς. Υπό την προϋπόθεση της αποδοχής μια πραγματικά ριζοσπαστικής αριστερής πολιτικής, της εγκατάλειψης του μικρο-ηγεμονισμού, της αυθεντικής πλουραλιστικής λειτουργίας και της εμπιστοσύνης στον κόσμο της βάσης του εγχειρήματος, που πρέπει να αναλάβει τους ρόλους και τις εξουσίες που του αξίζουν.

ΑΝΤΑΡΣΥΑ:
Πού είναι το μέτωπο;

Στο χώρο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συγκεντρώνονται πολύτιμες δυνάμεις της παλιάς επαναστατικής Αριστεράς. Η επιτυχία τους στις περιφερειακές εκλογές σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην «αντισεχταριστική» στροφή που σημειώθηκε στις γραμμές της. Όμως η ίδια η επιτυχία φαίνεται να βάζει σε αμφισβήτηση αυτή την αντισεχταριστική στροφή. Γιατί στο τελευταίο διάστημα είναι φανερές οι υπερφίαλες τάσεις προβολής της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως της απάντησης στο ζήτημα του πολιτικού μετώπου της Αριστεράς. Αυτή η επιλογή, αν οριστικοποιηθεί, οδηγεί σε αυτοαναφορικό αδιέξοδο. 

Ασφαλώς έχουν γίνει βήματα. Η συνεργασία στο κίνημα, οι επιτροπές αγώνα, οι διεργασίες στα «πρωτοβάθμια» σωματεία, το άνοιγμα των πολιτικών συζητήσεων είναι στοιχεία πολύτιμα. Όμως δεν αφορούν όλες τις δυνάμεις. Και –κυρίως– πρέπει με τόλμη να προχωρήσουν πολικά. Ο Ευτύχης Μπιτσάκης, στο γραπτό χαιρετισμό του στη σύσκεψη του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής, έθεσε σωστά την προοπτική: οι δυνάμεις του ΜΑΑ, οι ριζοσπαστικές συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, το Αριστερό Ρεύμα του ΣΥΝ, οι δυνάμεις του ΑΝΤΑΡΣΥΑ, έχουν σε αυτή την περίοδο αυξημένες ευθύνες στους αγώνες, στην πολιτική συζήτηση, στη δημιουργία των σχέσεων και δικτύων για την υπόθεση της ενότητας στη δράση της Αριστεράς.

Συζήτηση
Ασφαλώς η σοβαρή τακτική υποστήριξης της ενότητας στη δράση δεν έχει τίποτε κοινό με τις χαζοχαρούμενες ευχές για «ενοποίηση» των δυνάμεων. Στη βάση του προβλήματος είναι οι σοβαρές και υπαρκτές διαφορές στρατηγικής, πολιτικής, θεωρητικών αναφορών και παραδόσεων ανάμεσα στα ρεύματα της Αριστεράς. Οι διαφορές αυτές δεν μπορούν αυθαίρετα να παραγραφούν. Μπορούν όμως να συζητηθούν σοβαρά και με όση οξύτητα χρειαστεί.

Το καλύτερο έδαφος γι’ αυτό το σκοπό είναι η προώθηση της ενότητας στη δράση. Που την ίδια στιγμή θα βελτιώνει τις δυνατότητες όλων μας να ανταποκριθούμε στις πολιτικές και αγωνιστικές ανάγκες του κόσμου μας που θα αντιμετωπίσει, στους μήνες που έρχονται, μια πρωτόγνωρη δοκιμασία.

Τρίτη 19 Απριλίου 2011

Πορτογαλική γρίπη και εμβόλιο ΚΚΕ

από το Sport 24 Το Κουρκούτι

του Θανάση Καρτερού, ΑΥΓΗ, 19.04.11

Όσα υποστηρίζουν ο Αλαβάνος και ο Τσίπρας περί συνεργασίας «όχι μόνο δεν είναι αριστερά, αλλά είναι και εντελώς αντιεπιστημονικά», απεφάνθη η Αλέκα Παπαρήγα, μιλώντας στη Real News. Επιβεβαιώθηκε έτσι και επίσημα, ότι η ηγεσία του ΚΚΕ θεωρεί εαυτόν όχι απλώς μοναδικό θεματοφύλακα της κομμουνιστικής παράδοσης και της γνήσιας επαναστατικής γραμμής, αλλά και ένα είδος ακαδημίας επιστημών. Πιστεύει ότι διαθέτει όλα τα επιστημονικά προσόντα δηλαδή για να εγκρίνει, ή να απορρίπτει πολιτικές και θέσεις με βάση την επιστήμη.

Η δράση της ακαδημίας επιστημών του ΚΚΕ μάλιστα δεν περιορίζεται στην Ελλάδα, αλλά εξάγεται και στο εξωτερικό. Με άρθρο γραμμής, για παράδειγμα, στο Ριζοσπάστη της Κυριακής, που υπογράφει μέλος του Π.Γ., ενημερώνεται επιστημονικώς το Πορτογαλικό Κ.Κ. τι κουμάσι είναι το Μπλόκο με το οποίο μπήκε σε διάλογο και διαδικασία σύγκλισης και πόσο βοηθά η κίνησή του αυτή τους εχθρούς της επανάστασης... Κρίθηκε προφανώς ότι το Πορτογαλικό Κ.Κ. δεν έχει επαρκή επιστημονικά εφόδια για να κατανοήσει τη στρατηγική και τις προθέσεις των συνομιλητών του, ενώ τα έχει ο συνεργάτης της ακαδημίας Γιώργος Μαρίνος.

«Πρόκειται για ένα οπορτουνιστικό κόμμα, το οποίο τροφοδοτήθηκε με στελέχη που αποσπάστηκαν από το ΠΚΚ τα προηγούμενα χρόνια», πληροφορεί ο επιστημονικώς καταρτισμένος Έλλην τους Πορτογάλους για το πορτογαλικό Μπλόκο. « Ένα κόμμα με σοσιαλδημοκρατική στρατηγική, με θέσεις που στηρίζουν την εξουσία των μονοπωλίων, την καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, την Ε.Ε... δραστηριοποιείται μέσα στο γνωστό κατασκεύασμα της Ε.Ε., στο Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, κατέχει θέση αντιπροέδρου στο προεδρείο του, μαζί με τον ΣΥΝ, συμμετέχει στην αντικομμουνιστική εκστρατεία, στην προσπάθεια σοσιαλδημοκρατικής μετάλλαξης των Κ.Κ.».

Αυτή κι αν είναι επιστήμη! Και εν κατακλείδι προειδοποιούνται επιστημονικώς οι κομμουνιστές: «Είναι φανερό ότι ο χαρακτήρας του δεν αλλάζει... το Μπλόκο θα χρησιμοποιεί τη συνεργασία για να καλλιεργεί συγχύσεις, να φθείρει συνειδήσεις, να πλαγιοκοπήσει κομμουνιστικά κόμματα ή αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις». Ωπ! Εδώ η ακαδημία μας μπέρδεψε. Το Μπλόκο θα πλαγιοκοπήσει κομμουνιστικά κόμματα;;; Μπορεί να πλαγιοκοπήσει και το ΚΚΕ δηλαδή; Άρα είναι δυνατό κοτζάμ επιστημονική ανάλυση να μην είναι παρά τσάτρα-πάτρα εμβόλιο για τα μέλη και τον κόσμο του ΚΚΕ; Για να μην κολλήσουν την πορτογαλική γρίπη της ενότητας; Μπα, αποκλείεται, αυτό δεν θα ήταν ούτε αριστερό, ούτε επιστημονικό...

Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Μπορεί να γίνει «της Πορτογαλίας» και στην ελληνική Αριστερά;

Πορτογαλία, χάρτης πυκνότητας πληθυσμού (Wikipedia)

του Παύλου Δ. Κλαυδιανού, ΕΠΟΧΗ, 17.04.11

Η συνάντηση του «Μπλόκο της Αριστεράς» και του ΚΚ Πορτογαλίας ήταν ικανή αφορμή να ανοίξει η συζήτηση: Τι θα γίνει με τις αριστερές πολιτικές δυνάμεις και στην Ελλάδα; Οι ομοιότητες προφανείς. Ήδη έχουμε τις πρώτες τοποθετήσεις και έχουν ενδιαφέρον.

Γνωρίζουμε, ιδιαίτερα όσοι βρισκόμαστε συχνά σε συνελεύσεις και εκδηλώσεις του ΣΥΡΙΖΑ, ότι το ζήτημα της ενότητας της Αριστεράς τίθεται. Γνωρίζουμε, επίσης, ότι τίθεται με διαφορετικό τρόπο και έκταση και από τον κόσμο του ΚΚΕ, κάποτε και με δυσάρεστα για όσους το θέτουν αποτελέσματα. Άλλοτε εκκινούν από μια ιστορική συναισθηματική προσέγγιση. Άλλοτε –και συμβαίνει πλέον όλο και περισσότερο– υπόβαθρο είναι οι τρομακτικές ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων εν μέσω κρίσης. Αυτό αλλάζει πλήρως τα δεδομένα της συζήτησης. Κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει, χωρίς συνέπειες, αυτή την πραγματικότητα.

Αυτό απαντά και σε όσους ερωτούν γιατί το ΚΚΕ θα δεχόταν σήμερα συζήτηση, με δεδομένη την πάγια αντίληψή του, τη φυσιογνωμία του και την υπεροχή του στην Αριστερά. Ένα κόμμα στο οποίο αναφέρεται περίπου το 10% του λαού, με ισχυρούς δεσμούς με τα πιο φτωχά στρώματα που πλήττει η κρίση, τα οποία όμως ταυτόχρονα έχουν χαλαρές ή και ασαφείς σχέσεις μαζί του, είναι αδύνατο να μη δέχεται αυτή την πίεση. Πολύ περισσότερο όταν δεν πείθει η εικόνα που παρουσιάζει για τους άλλους στην Αριστερά, για τον ΣΥΡΙΖΑ εν προκειμένω. Η εικόνα του απλού ανθρώπου του ΚΚΕ είναι εντελώς διαφορετική από την εικόνα της ηγεσίας του κόμματός του, εκεί που δουλεύει, στη γειτονιά, στην κοινωνία.

Όλο και περισσότερο, επίσης, τίθεται, ιδίως στον πιο “ψυλλιασμένο” κόσμο του, το ερώτημα γιατί δεν συγγενεύει με άλλα κόμματα της Αριστεράς διεθνώς, ιδίως κομμουνιστικά. Ακολουθεί μοναχικό δρόμο. Πρόσφατα παρακολουθήσαμε την αδυναμία του να αναγνωρίσει συγγενείς αριστερές δυνάμεις στις εξεγέρσεις του αραβικού κόσμου. Η πρωτοβουλία του ΚΚ Πορτογαλίας είναι ένα ακόμη ανοικονόμητο συμβάν.

Αν η ηγεσία του ΚΚΕ, ωστόσο, έχει τη δική της στρατηγική για τα ζητήματα της Αριστεράς, ερμηνεία της ιστορικής διαδρομής της, σχέδιο για το μέλλον και μ’ αυτά «περιφρουρεί» την πορεία του– όλο και λιγότερο απερίσπαστη είναι αλήθεια –δεν έχει την ίδια άνεση να το κάνει αυτό μέσα στην κοινωνία που βράζει από προβλήματα. Όλο και λιγότερο πείθει πια η χωριστή καμπάνια για ένα κοινό πρόβλημα –π.χ. διόδια, σχολεία, εισιτήρια, νοσοκομεία κ. ά.– η χωριστή διαδήλωση, διαμαρτυρία, συγκέντρωση, η χωριστή επιτροπή κατοίκων για ένα ζήτημα. Σε περίοδο μνημονίου, υψηλής ανεργίας, φτώχειας ποιον δεν ενοχλεί αυτό;

Δυο – τρία επιχειρήματα πρόβαλε στον απορημένο για όλα αυτά κόσμο του προχθές η ηγεσία του ΚΚΕ δια της Αλέκας Παπαρήγα. Πρώτον, ότι «δυστυχώς δεν βρίσκουμε τίποτε θετικό στις προτάσεις των άλλων κομμάτων». Δεύτερον, ειδικά για τον ΣΥΡΙΖΑ, ότι «ο χώρος αυτός …. απεχθάνεται το οργανωμένο κίνημα …. Θέλει λίγο φλου τα πράγματα, κινήματα γενικά». «Η απαίτησή μας σε ένα χώρο που εμφανίζεται σαν αριστερός, αντικαπιταλιστικός είναι πολύ μεγαλύτερη από έναν που λέει ότι παλεύω για αλλαγές μέσα στα όρια του συστήματος. Αλλιώς τον κρίνεις…» Πώς να τα δοκιμάσει αυτά τα επιχειρήματα σε μια ουρά του ΟΑΕΔ;

Ωστόσο, οι τοποθετήσεις της, για τα δεδομένα του ΚΚΕ, ήταν μετριοπαθείς και το σημειώνουμε. Και καθώς δεν είναι της στιγμής –έστω και αν αυτό είναι το υπόβαθρο της αδυναμίας και της κοινής δράσης– να αντιπαραθέσουμε τις σοβαρές ιδεολογικές διαφορές μας, προχωράμε σε μια άλλη παραδοχή της. Σημείωσε: «Τώρα η μεγάλη ανάγκη είναι άλλη: ο απεγκλωβισμός των λαϊκών στρωμάτων από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ. Αυτό είναι που θα δώσει τη δυναμική στο κίνημα». Ενωρίτερα είχε, επίσης, σημειώσει: «Τώρα έχεις απέναντί σου μια κυβέρνηση, μια εξουσία, η οποία δεν κάνει πίσω ρούπι…ποντάρει στην κούραση των εργαζομένων από παρατεταμένους αγώνες που δεν φέρνουν αποτελέσματα…» Λοιπόν, πώς θα θεραπεύσεις όλα αυτά, ποιο είναι το καθήκον σου; Σπεύδει να πει, «όχι (με) την αμπελοφιλοσοφία περί ενότητας της Αριστεράς». Βλέπει τον κίνδυνο, παίρνει μέτρα, ξορκίζει. 

Στην Πορτογαλία, βλέποντας Μπλόκο και ΚΚ κάπως έτσι τα πράγματα, και με βάση τη δική μας εμπειρία του Μνημονίου (ίσως της αναποτελεσματικότητάς μας λόγω και της μη κοινής δράσης, όπως σημειώνει σε ένα ευθύβολο άρθρο στην «Αυγή» (15/4) ο Θαν. Καρτερός), δίνουν ακριβώς την αντίθετη απάντηση! Η Αλέκα Παπαρήγα, ωστόσο, πρόβλεψε ότι το ΚΚ Πορτογαλίας «θα περάσει κι αυτό ετεροχρονισμένα τις δραματικές εμπειρίες που υπήρχαν στην Ελλάδα το 1974, το 1989. Φαντάζομαι θα του είναι μέσα απ’ όλη αυτή την ιστορία μια εμπειρία χρήσιμη». Μάταια, ωστόσο, ψάχνει κανείς να βρει τη θεμελίωση αυτής της πεποίθησης στην όλη συνέντευξη.

Παραδόξως, και ο γράφων δεν έχει – και τότε δεν είχε– καθόλου καλή γνώμη για το 1974. Και για το 1989 ιδιαίτερα, εφόσον προηγήθηκε η διάσπαση του ΚΚΕ Εσωτερικού –που ακόμη παράγει αρνητικά γεγονότα! – άρα  αφαιρέθηκε από την συζήτηση το ιστορικό επίδικο της ανανέωσης του κομμουνιστικού κόμματος και κινήματος. Σημειώνεται αυτό διότι η Αριστερά και σήμερα βρίσκεται μπροστά σε σοβαρά ιδεολογικά και φυσιογνωμικά ανοιχτά ζητήματα και δεν πρέπει επουδενί να «παραχωθούν» χάριν όποια ενότητας.

Είναι άλλο το ζήτημα να τίθεται, με τις προτάσεις μας, το ΚΚΕ μπροστά στην ιστορική ευθύνη του διότι δεν συνεισφέρει, με τις ιδεολογικές – φυσιογνωμικές επιλογές του και την πρακτική του, στη συσπείρωση, ριζοσπαστικοποίηση και ανάπτυξη της αριστεράς, κάτι που θα άλλαζε τον συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων. Όπως είναι άλλο να εγκαλείται γιατί αρνείται την κοινή δράση και τις κοινές πολιτικές πρωτοβουλίες για ζητήματα που είναι κρίσιμα και επείγοντα, κρίνοντας από την πλευρά των συμφερόντων όσων θέλουμε να εκφράσουμε. Η βουή της ιστορίας και των συμβάντων του παρόντος πρέπει να κρατούν ενεργή την προσοχή μας για ζητήματα φυσιογνωμίας, ταυτόχρονα, όμως, με την ευθύνη μας ο αγώνας του λαού να είναι αποτελεσματικός. Διότι σήμερα κρίνονται ζητήματα που θα καθορίσουν τις εξελίξεις για μια πολύ μακρά περίοδο.

Επιβάλλεται, επομένως, προσοχή και από την “εδώ” πλευρά. Πολλαπλή, μάλιστα. Το ζήτημα, για παράδειγμα, δεν είναι να “ζυμώσουμε” την άποψή μας ή να “στριμώξουμε” κάποιον, αλλά να παράξουμε θετικά αποτελέσματα. Χωρίς, ταυτόχρονα, να δημιουργούμε και αυταπάτες για μείζονα ζητήματα που είναι πολύ απομακρυσμένα. Ακόμη και για το πολιτικό ζήτημα, δεν είναι αλήθεια, δεν είναι ρεαλιστικό και πειστικό να λέμε ότι σήμερα, με τα διαθέσιμα υλικά, «μπορεί να διαμορφωθεί ένας τρίτος πόλος ελπίδας στην κατεύθυνση μιας ριζοσπαστικής διακυβέρνησης». Διότι, ποιας διακυβέρνησης; Και ακόμη, να μην βάζουμε άστοχα ζητήματα ή δήθεν “έξυπνα”, πλην φαρμακερά, στοιχεία στην αντιπαράθεση που δεν βοηθούν καθόλου. Τα υλικά για σοβαρή αντιπαράθεση με το ΚΚΕ είναι τραγικά άφθονα, για όποιον το επιθυμεί.

Κυριακή 17 Απριλίου 2011

Το ΞΕΚΙΝΗΜΑ επαναπροσδιορίζει την σχέση του με τον ΣΥΡΙΖΑ


Το «Ξ» συζήτησε στο εσωτερικό του το θέμα των σχέσεων του με τον ΣΥΡΙΖΑ και κατέληξε στη θέση ότι συνεχίζει να συνεργάζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ χωρίς όμως να αποτελεί συνιστώσα του. Σ’ αυτή τη θέση τείνει το «Ξ» σαν αποτέλεσμα της αδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ να φέρει σε πέρας το βασικό καθήκον που έθεσε για τον εαυτό του: να αποτελέσει δηλαδή τη νέα αριστερά που χρειάζεται ο τόπος και να δώσει προοπτική στην ελληνική κοινωνία.

Η πάλη του «Ξ» για μια «νέα αριστερά», όπως την έχουμε περιγράψει σε πολλά άρθρα μας στο παρελθόν, συνεχίζεται, αλλά με την κατανόηση ότι ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να παίξει αυτό το ρόλο. Οι συνεργασίες όμως με δυνάμεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ (όπως και με δυνάμεις εκτός) συνεχίζονται – και γιατί έχουν σημασία για τους αγώνες του μαζικού κινήματος σήμερα και γιατί έχουν σημαντικό ρόλο να παίξουν στην κατεύθυνση του στόχου μιας «νέας», εναλλακτικής αριστεράς στην επόμενη περίοδο.

Η κρίση της αριστεράς

Η Αριστερά γενικά, κι όχι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκεται σε κατάσταση κρίσης.
Κατ’ αρχήν γιατί παραμένει ουσιαστικά στάσιμη, τη στιγμή που μέχρι και το 40-50% του εκλογικού σώματος δηλώνει «αποχή-λευκό-άκυρο». Το να συμβαίνει αυτό σε «συνηθισμένες» εποχές, είναι κάτι που μπορεί να είναι ως ένα βαθμό «κατανοητό». Το να συμβαίνει όμως στην εποχή της πιο βαθιάς κρίσης του συστήματος και της πιο βάρβαρης επίθεσης που έχουν ζήσει τρεις γενιές, αυτό δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Σε αυτές τις συνθήκες η Αριστερά θα έπρεπε να είχε απογειωθεί! Η κρίση αυτή είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας της να δώσει διέξοδο και προοπτική στους ταξικούς αγώνες!

Την ίδια στιγμή ο κατακερματισμός και η «σφαγή» στο εσωτερικό της αριστεράς συνεχίζεται με αμείωτη ένταση. Είναι γνωστό το τι γίνεται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και τα σχόλια περιττεύουν. Δεν είναι τόσο γνωστό το τι γίνεται στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ καθώς αυτή δεν απασχολεί τα ΜΜΕ όσο ο ΣΥΡΙΖΑ – η πραγματικότητα όμως είναι ότι η εικόνα στο εσωτερικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι χειρότερη κι απ’ του ΣΥΡΙΖΑ! Τέλος, τεράστιες αντιθέσεις υπάρχουν και στο εσωτερικό του ΚΚΕ, αυτές όμως δεν βγαίνουν εύκολα προς τα έξω λόγω του σταλινικού χαρακτήρα αυτού του κόμματος: οι διαφωνούντες είτε αποχωρούν βουβά είτε διαγράφονται εν ριπή οφθαλμού.

Η ανάγκη των ενωτικών συνεργασιών

Παρά την αρνητική εικόνα της αριστεράς το «Ξ» συνεχίζει, πάντα, να παλεύει για την ευρύτερη δυνατή συνεργασία της αριστεράς. Αυτές είναι οι παραδόσεις της επαναστατικής αριστεράς, από την εποχή του Μαρξ και του Ένγκελς, μέχρι τον Λένιν και τον Τρότσκι. (Ο απομονωτισμός του ΚΚΕ δεν έχει σχέση με το Μαρξισμό, είναι αποτέλεσμα του Σταλινισμού του). Η συνεργασία της αριστεράς και στο επίπεδο των επιμέρους αγώνων και κινημάτων και στο επίπεδο της προσπάθειας να χτιστούν μαζικές οργανώσεις του κινήματος (συνδικαλιστικές, κοινωνικές, πολιτικές) είναι απαραίτητη γιατί υποβοηθά την ανάπτυξη των κοινωνικών αγώνων. Από εκεί και πέρα οι ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές παραμένουν, και τίθενται καθαρά και ανοιχτά.

Η συμμετοχή του «Ξ» στον ΣΥΡΙΖΑ, από το 2008 υπηρετούσε τον πιο πάνω στόχο. Όμως, σήμερα, η δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να παίξει αυτό το ρόλο έχει τελματώσει. Για την κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ το «Ξ» δεν φέρει καμία ευθύνη – συνεπώς δεν είναι και διατεθειμένο να αναλάβει κανένα κόστος για την απαξιωτική εικόνα που εμφανίζει προς τα έξω. Γι αυτό και αποστασιοποιείται.

Και η «επανεκκίνηση»;

Είναι γεγονός ότι σήμερα αναπτύσσεται μια προσπάθεια «επανεκκίνησης» του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά τη γνώμη μας, όμως, δεν πρόκειται να υπάρξει ουσιαστική επανεκκίνηση. Υπάρχει μία τεχνητή συγκόλληση ανάμεσα σε δυνάμεις του Μετώπου (του Αλέκου Αλαβάνου, της ΚΟΕ, κλπ) με τον ΣΥΝ, αλλά πρόκειται για «λυκοφιλία». Το Μέτωπο, απλά καραδοκεί, με την πρώτη ευκαιρία θα προχωρήσει στην εξαγγελία νέου κόμματος. Αν δεν το έκανε μέχρι τώρα είναι μόνο και μόνο γιατί «έφαγε τα μούτρα του» στις περυσινές τοπικές εκλογές.

Η επανεκκίνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα είχε νόημα, ουσία και περιεχόμενο, αν μπορούσε να ελκύσει (να οργανώσει και να εντάξει στους αγώνες και τη δράση) τις χιλιάδες των «ανένταχτων» που τον είχαν προσεγγίσει την προηγούμενη περίοδο και που σήμερα έχουν φύγει. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί!

Και ο λόγος γι’ αυτό είναι κατ’ αρχήν πολιτικός.

Το πολιτικό πρόβλημα

Η αριστερά είναι πρώτα και κύρια πολιτικές θέσεις. Όταν η κοινωνία είναι αντιμέτωπη με μια πρωτόγνωρη κρίση όπως τη σημερινή, η αριστερά χρειάζεται θέσεις που να απαντούν στην κρίση. Διαφορετικά έχει χάσει το παιγνίδι.

Ποιες είναι οι θέσεις με τις οποίες εμφανίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ προς τα έξω; Ο ΣΥΡΙΖΑ σαν ΣΥΡΙΖΑ έχει να «εμφανιστεί» από το καλοκαίρι του 2010 μέχρι τον Μάρτη του 2011. Για ποιες θέσεις λοιπόν, να μιλήσουμε; Οι θέσεις με τις οποίες ταυτίζεται, συνεπώς ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι οι θέσεις του ΣΥΝ... 

Το βασικό τρίπτυχο με το οποίο ο ΣΥΝ απαντάει στην κρίση είναι : α) επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, β) ευρω-ομόλογο, γ) ύπαρξη ενός ισχυρού δημόσιου τραπεζικού πυλώνα.

Δεν απασχολεί τον ΣΥΝ το γεγονός πως αυτές είναι οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ; Αυτές είναι οι θέσεις από τις οποίες ξεκίνησε το ΠΑΣΟΚ και τις οποίες υποτίθεται πάλεψε για να πείσει τους «εταίρους» του στην ΕΕ αλλά... δεν τα κατάφερε. 

Δεν είναι μόνο οι σοσια-Ληστές που υποστηρίζουν τέτοιες απόψεις. Στην ΕΕ και την Αμερική, πολύ σημαντικά τμήματα των πιο παραδοσιακών εκπροσώπων του κατεστημένου υποστηρίζουν παρόμοιες θέσεις. Πχ, την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους υποστηρίζει η νέα αστική κυβέρνηση της Ιρλανδίας, στελέχη της γερμανικής (!) κυβέρνησης και ο Economist, μέλη της Κομισιόν όπως ο Όλι Ρεν βρίσκουν θετική την ιδέα του ευρωομολόγου, δημόσιο τραπεζικό πυλώνα υποστηρίζει όχι μόνο η Κατσέλη αλλά κι ο Παπακωνσταντίνου...

Από που ως που οι θέσεις που προβάλλει ο ΣΥΝ μπορούν να θεωρηθούν ως «θέσεις της αριστεράς»; Όταν η χώρα βοά από τα 100 δις που η κυβέρνηση έχει προσφέρει στους Έλληνες τραπεζίτες την στιγμή που εξοντώνει τα λαϊκά στρώματα για να τους αποπληρώσει (κι όχι μόνο τους Έλληνες αλλά και τους Γερμανούς, Γάλλους κλπ τοκογλύφους-τραπεζίτες) ο ΣΥΝ λέει όχι στην πρόταση για «άρνηση αποπληρωμής του χρέους» και όχι στην «εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος!!!*

Με τέτοιες θέσεις, ο ΣΥΝ και κατ’ επέκταση ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούν να δώσουν τις μάχες που απαιτούν οι συνθήκες!

Πίσω απ’ την διαρκή κρίση του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται αυτή η πολιτική αδυναμία. Στην οποία το Μέτωπο δεν έχει καμία εναλλακτική  πολιτική πρόταση! Το βασικό στοιχείο που διαχωρίζει σήμερα το Μέτωπο από τον ΣΥΝ είναι μια γερή δόση εθνικισμού και μια ισχυρή έλξη προς την Σπίθα του Θεοδωράκη.  Και, δυστυχώς, η προσπάθεια για ένα τρίτο πόλο στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, η ΑΝΑΣΑ δεν μπόρεσε να ευοδωθεί.

Κάτω από κάποιες συνθήκες ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να κερδίσει ψήφους διαμαρτυρίας και να ανεβάσει τα ποσοστά του. Αν όμως δεν αλλάξει πολιτική και φυσιογνωμία, δεν θα μπορέσει να προσφέρει διέξοδο και, συνεπώς, δεν θα μπορέσει να διατηρήσει αυτά τα ποσοστά.

Οπότε, τι προτείνουμε;

Για όλη την παραπάνω εικόνα υπάρχουν ευθύνες. Οι κύριοι υπεύθυνοι, βρίσκονται στο χώρο του Μετώπου και του ΣΥΝ, που από πρώην αγαστοί συνεργάτες έγιναν ορκισμένοι εχθροί. Μόνο που οι υπεύθυνοι δεν δείχνουν καμία διάθεση αυτοκριτικής. Μ’ αυτή την έννοια το «Ξ» αρνείται να συμμετέχει σε οποιοδήποτε ηγετικό όργανο ή επίσημη διαδικασία σαν συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ, όταν ο κόσμος, δικαιολογημένα, ζητά ευθύνες από όλους όσους συμμετέχουν.

Συνεργασία όμως, ναι, απαραίτητα, για τους λόγους που εξηγούμε πιο πάνω. Συνεργασία εκεί που το θέμα αφορά το κίνημα και την κοινωνία, ναι. Συνεργασία με τον «χ» και τον «ψ» στη γραμματεία για να καταλήξουμε σε νερόβραστους συμβιβασμούς, όχι! Ατέρμονες, αδιέξοδες συζητήσεις σε «θεματικές επιτροπές», όχι! Αυτά δοκιμάστηκαν στις καλύτερες εποχές του ΣΥΡΙΖΑ και απέτυχαν, δεν θα πετύχουν τώρα. Συνεργασία, όμως, με συνιστώσες, εργαζόμενους/συνδικαλιστές, νεολαίους, του ΣΥΡΙΖΑ, με τοπικές ή περιβαλλοντικές κινήσεις, κλπ, για τους αγώνες στον κάθε χώρο, 100%. Κι όχι μόνο βέβαια με τις πιο υγιείς δυνάμεις στο εσωτερικό ή κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ασφαλώς και με το ΚΚΕ, αν το ίδιο δεν ήταν τόσο «παρανοϊκά» διασπαστικό και σεκταριστικό.

Το «Ξ» επαναλαμβάνει τη θέση που έχει διατυπώσει εδώ και καιρό, ότι παλεύει για να έρθουν κοντά και να συνεργαστούν τα πιο «υγιή» κομμάτια του ΣΥΡΙΖΑ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Σ’ αυτή την προοπτική θα εργαστούμε την επόμενη περίοδο. Εμπλοκή στα κινήματα και συνεργασία όπου αυτό είναι δυνατό, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις να γίνει σε μια επόμενη φάση δυνατό αυτό που σήμερα φαίνεται αδύνατο: Πρώτο να δημιουργηθεί μια μαζική μαχητική αριστερά που να μπορεί να παρέμβει στο εργατικό κίνημα και τα κοινωνικά κινήματα δίνοντας τους ώθηση και προοπτική. Δεύτερο, και παράλληλα, η δημιουργία ενός ισχυρού επαναστατικού πόλου που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την απαλλαγή από τη βαρβαρότητα του καπιταλισμού και το χτίσιμο μιας εναλλακτικής σοσιαλιστικής κοινωνίας, στηριγμένης βέβαια στην εργατική δημοκρατία κι όχι σε παρανοϊκά προσωπολατρικά μοντέλα δικτατοριών τύπου Στάλιν και Μάο.

____________________

*Τις τελευταίες μέρες ο Α. Τσίπρας διατυπώνει δημόσια τη θέση για «κοινωνικοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος».
Αυτή είναι μια σωστή θέση αλλα ταυτόχρονα αντιφάσκει με θέσεις φιλικού διακανονισμού με το κεφάλαιο όπως «ο απευθείας δανεισμός απο την ΕΚΤ» κ.α.
Με τους τοκογλύφους τραπεζίτες ή θα συγκρουστείς - και μόνο αυτό το νόημα έχει η θέση για κοινωνικοποίηση των τραπεζών - ή θα υποταχθείς στις απαιτήσεις τους. Μέση οδός δεν υπάρχει.