Είναι άραγε αριστερή πολιτική αυτή που αντλώντας συμπεράσματα από τη «νίκη» των εκλογών υπαινίσσεται ότι «η Αριστερά μόνη της δεν μπορεί»;
Είναι αριστερή πολιτική να επιχειρείς την προσέγγιση με τμήματα της «Κεντροαριστεράς», έστω και υπό το πρόσχημα τακτικών συμμαχιών εν όψει της προεδρικής εκλογής, και μάλιστα υπό το προκάλυμμα της διπλής διεύρυνσης, με ανοίγματα και «προς τα αριστερά», προς δυνάμεις για τις οποίες γνωρίζεις ότι ουδέποτε θα αποδεχθούν αυτό το κάλεσμα;
Είναι αριστερή πολιτική να θεωρείς και να προπαγανδίζεις ότι για την ανατροπή αρκεί να προκύψει μια κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ χωρίς να δίνεις την έμφαση στη ριζοσπαστική μετατόπιση της τρέχουσας πολιτικής, στην ολότελα διαφορετική οργάνωση του αντισυστημικού δυναμικού το οποίο διασχίζει πολλούς χώρους, χωρίς να εμμένεις στην ενεργό συστράτευση των κοινωνικών αντιστάσεων των «από κάτω» για μία διαφορετική κοινωνία;
Μια κυβέρνηση της Αριστεράς για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στο έργο εξόδου της ελληνικής κοινωνίας από την κρίση προς όφελος των πολλών, με κριτήριο την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών και όχι τη μεγιστοποίηση των κερδών, πρέπει να οργανώνεται ως «αντιπολίτευση στο κράτος», ήδη από τώρα. Ως αντιπολίτευση απέναντι σε αυτό το πυκνό και συνεχές δίκτυο θεσμών και μηχανισμών που συμπυκνώνει πολιτικά σχέσεις και συμπεριφορές που παγιώθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες: Ένα σύστημα εξουσίας που δεν αποτελεί απλά ουδέτερο περίβλημα που μπορεί να γεμίσει με αριστερή «ουσία», αλλά συνιστά το εργαλείο διαχείρισης των αντιθέσεων μεταξύ των μερίδων του κεφαλαίου («συλλογικός κεφαλαιοκράτης»), κατά τρόπο που να διασφαλίζει τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του μπλοκ εξουσίας μέσα από την καθυπόταξη της εργασίας.
Η κυβέρνηση της Αριστεράς μόνο ως αντιπολίτευση στο κράτος μπορεί να πραγματοποιήσει τους αναγκαίους κοινωνικούς μετασχηματισμούς – διαφορετικά απλά θα κυβερνήσει «σαν τους άλλους».
Θα μπορέσει να είναι κυβέρνηση της Αριστεράς αν κυβερνήσει με «κλειστά βιβλία» σε συνεργασία με τους κρατούντες και την εργασία «απέναντι», αρχικά αμήχανη με το πλέγμα των μηχανισμών της εξουσίας, αλλά στη συνέχεια με ταχείς ρυθμούς προσαρμοζόμενη και εξοικειούμενη με τα «μυστικά και ψέμματα» της εξουσίας;
Θα μπορέσει να διατηρήσει σχέσεις εκπροσώπησης με τα κοινωνικά στρώματα των υποτελών τάξεων και να εφαρμόσει ένα κρίσιμο πρόγραμμα αναδιανομής εξουσίας, πλούτου και εισοδήματος υπέρ τους σε καθεστώς κοινωνικής πόλωσης, αν καταλήξει να ασκεί μια «επίσημη πολιτική» που θα επιχειρεί συγκεράσει το πρόγραμμά της με εκείνο «κεντροαριστερών συμμάχων»;
Θα μπορέσει τέλος να είναι κυβέρνηση της Αριστεράς αν απλά αλλάξει το πολιτικό προσωπικό των τελευταίων δεκαετιών που πάνω του ξέσπασε η αντισυστημική διάθεση της κοινωνίας, αλλά συνεχίσει να υπηρετεί το συνολικό θεσμικό πλαίσιο οργάνωσης και καθημερινής αναπαραγωγής των σχέσεων κυριαρχίας-υποταγής;
Η κυβέρνηση της Αριστεράς για να επιβιώσει και να συμβάλει στην ανατροπή θα είναι αναγκασμένη να αντιπαρατεθεί στον ολοκληρωτικό κοινωνικό πόλεμο με όπλο μια πολιτική που βρίσκεται στον αντίποδα της κρατούσας, μια πολιτική που εκπροσωπεί τις κοινωνικές αντιστάσεις, τη φωνή των «από κάτω». Κάθε υποχώρηση προς την τρέχουσα πολιτική, από τις συμφωνίες κορυφής με το κεφάλαιο και τους εκπροσώπους του έως την «ήπια λιτότητα» προκειμένου να μην δοκιμαστούν οι «αντοχές» της οικονομίας, θα είναι μια επιβεβαίωση ότι η «ανατροπή» τελικά καταλήγει εκεί που οδηγήθηκαν και άλλες μεγάλες πρωτοβουλίες «αλλαγής», στο κοινωνικό και πολιτικό αδιέξοδο.
Αυτός ο φόβος διαπερνά το κοινωνικό σώμα των υποτελών τάξεων.
Αυτή η ελπίδα κυριαρχεί στις σκέψεις των τεχνικών της αστικής εξουσίας.
Η Αριστερά πρέπει να εμπνεύσει τις υποτελείς τάξεις διαψεύδοντας τις ελπίδες των τεχνικών της εξουσίας. Αυτό είναι και το τελικό επίδικο αντικείμενο του ολοκληρωτικού κοινωνικού πολέμου που βρίσκεται σε κρίσιμο κομβικό σημείο μετά τις πρόσφατες εκλογές.
Από το editorial των "Θεσεις"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου