Leon Kuhn’s cartoon , από Socialist Worker online |
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗ
από την ΕΠΟΧΗ, 27.06.11
τη συνέντευξη πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός
Παρακολουθούμε τις συζητήσεις στο Eurogroup, τις διαφωνίες, τα πίσω - μπρος στους προτεινόμενους χειρισμούς, τις προτάσεις. Τι αντανακλούν;
Καταρχάς, βλέπουμε ότι η μέθοδος με την οποία υλοποιείται η πολιτική τους στηρίζεται σε διαρκείς εκβιασμούς. Κι αυτό δυσκολεύει να ξεχωρίσεις την πραγματικότητα από το επικοινωνιακό παιχνίδι. Ωστόσο, μπορούμε να διακρίνουμε τρεις τάσεις στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή. Η μια, η σκληρή, λέει «υλοποίησε το πρόγραμμα και μετά βλέπουμε». Η δεύτερη, καταλαβαίνει ότι λόγω των κοινωνικών αντιδράσεων η κυβέρνηση και το δικομματικό πολιτικό σύστημα απειλείται από μια τεράστια κοινωνική απομόνωση, άρα αναζητά τρόπους κάποιας ευρύτερης συναίνεσης, στη βάση όμως της ίδιας επί της ουσίας πολιτικής. Η τρίτη, θεωρεί ότι το ελληνικό είναι μέρος ενός ευρύτερου ευρωπαϊκού προβλήματος, το οποίο απαιτεί συνολική και μακρόπνοη αντιμετώπιση.
Πρόκειται για ασθενή, ακόμη, τάση.
Ναι, αλλά κερδίζει έδαφος διότι δικαιώνεται από τις εξελίξεις. Διακινούνται μάλιστα και κάποιες πρωτοβουλίες συγκεκριμένες, όπως αυτές που μιλούν για την ανάγκη «κοινοτικοποίησης» μέρους του ευρωπαϊκού χρέους και γενικά αναγνωρίζεται ότι, αν δεν υπάρξει μια συνολική λύση στο πρόβλημα του ευρωπαϊκού χρέους, θα υπάρξουν έντονες καταστάσεις αστάθειας και κοινωνικών εκρήξεων, οι οποίες κρίνονται απειλητικές όχι μόνο για την Ευρώπη αλλά και τον καπιταλιστικό κόσμο. Γι’ αυτό βλέπουμε τόσο έντονο το ενδιαφέρον της Αμερικής, της Κίνας, ακόμη και της Ρωσίας.
Ειδικά στη διαφωνία Γερμανίας - Γαλλίας ποιο είναι το υπόβαθρο;
Υπάρχουν διαφορές συμφερόντων και προτεραιοτήτων. Όμως υπάρχει και κοινή κατεύθυνση. Κι αυτή είναι να κερδηθεί χρόνος, να κυλήσει το θέμα ως το 2013, ει δυνατόν και πιο πέρα, ως το 2014 – 2015, οπότε το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους θα έχει περάσει από τις τράπεζες στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και την ΕΚΤ. Ως τότε βέβαια θα εφαρμόζεται πολιτική λιτότητας και γενικού ξεπουλήματος.
Αν όμως η κρίση, με τη μια ή άλλη μορφή, επεκταθεί και σε Ισπανία ή Ιταλία, ή αν υπάρξει κάποια νέα διεθνής αναταραχή, τότε οι υφιστάμενες διευθετήσεις δεν θα μπορούν να απαντήσουν. Δεν αποκλείεται καθόλου τα πράγματα να φθάσουν σε ένα σημείο όπου το δίλημμα πραγματικά θα είναι: ή η ΕΕ θα κάνει ένα μεγάλο άλμα προς τα μπρος, προς την κατεύθυνση της επανίδρυσής της, ή θα απειληθεί η ύπαρξή της.
Λέμε ότι το μεσοπρόθεσμο είναι συνέχεια του μνημονίου αλλά αν και σωστό ίσως δεν τονίζει ότι έχει απείρως μεγαλύτερο βάθος, εύρος, χρονική διάρκεια.
«Μεσοπρόθεσμο» είναι η «επίσημη» ονομασία του. Ο όρος είναι αποπροσανατολιστικός. Είναι μια πολιτική λιτότητας και εκποιήσεων διαρκείας, χωρίς όριο και τέλος. Και τούτο γιατί, ακόμη και αν το πρόγραμμα αυτό υλοποιηθεί με πλήρη «επιτυχία», το 2015 προβλέπεται ότι το χρέος θα είναι 140% - 160% επί του ΑΕΠ και οι τόκοι 21 έως 23,4 δισ. ευρώ, υπό τις ευνοϊκότερες, επαναλαμβάνω, συνθήκες.
Αυτό σημαίνει ότι, και μετά το 2015, τόσο η λιτότητα όσο και οι εκποιήσεις θα εξακολουθούν να είναι αναγκαίες για να μπορούν να καταβάλλονται οι τόκοι και να μειωθεί το χρέος σε βιώσιμα επίπεδα.
Ο όρος «μεσοπρόθεσμο» λοιπόν είναι παραπλανητικός. Πρόκειται για μια πολιτική διαρκείας αν δεν διαμορφωθούν κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί, που να επιτρέπουν την ανατροπή αυτής της πολιτικής και τη ριζική αλλαγή κατεύθυνσης.
Ως προς το περιεχόμενό του τώρα, αποτελεί βέβαια συνέχεια του Μνημονίου, αλλά τώρα προστίθεται η διάσταση των ιδιωτικοποιήσεων και των γενικευμένων εκποιήσεων. Οι συνέπειες γενικότερα δύσκολα μπορούν να προβλεφθούν. Εκείνο που είναι βέβαιο είναι οι πρωτοφανείς διαστάσεις που θα λάβει η ανεργία, ιδίως των νέων, η κατάρρευση συνακόλουθα των μισθών, και η τεράστια όξυνση συνολικότερα του κοινωνικού προβλήματος.
Επίσης δημιουργούνται κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα των τραπεζών και για ένα χρηματοπιστωτικό black out. Πέρυσι, η διαρροή καταθέσεων ήταν 40 δισ. όταν από το δάνειο της τρόικας πήραμε 38 δισ. Εφέτος ο ρυθμός επίσης είναι μεγάλος. Από την ελληνική οικονομία, λοιπόν, φεύγει ζεστό χρήμα και αυξάνεται η δανειακή επιβάρυνση. Η όλη κατάσταση είναι πολύ ευάλωτη σε κρίσεις πανικού. Μια δήλωση, π.χ., της κ. Δαμανάκη πριν καιρό οδήγησε κόσμο στις ουρές. Κάπως έτσι έγινε και στην Αργεντινή. Αν μια τέτοια κρίση πανικού συμβεί, τότε θα πρέπει να κλείσουν προσωρινά τράπεζες και να μπει προσωρινά πλαφόν στην ανάληψη καταθέσεων, πράξη που μπορεί να οδηγήσει σε μια γενικευμένη στάση πληρωμών.
Επιμείναμε, από την αρχή ως Αριστερά, το ελληνικό ζήτημα να αντιμετωπισθεί μέσα στο συνολικό ευρωπαϊκό. Σήμερα έχουν ενισχυθεί τα επιχειρήματα;
Νομίζω ότι τώρα πια αυτό είναι κοινός τόπος. Πέρυσι, τέτοιο καιρό, μόνο η Ελλάδα ήταν στο μηχανισμό. Τώρα είναι τρεις χώρες. Πέρυσι πολλοί μιλούσαν για μια ελληνική κρίση λόγω εθνικών ιδιαιτεροτήτων. Τώρα πολλοί μιλούν για μια κρίση της ΟΝΕ. Έχει γίνει λοιπόν ακόμη πιο σαφές ότι το ελληνικό πρόβλημα είναι σε μεγάλη αλληλεξάρτηση με το ευρωπαϊκό. Και από την άποψη των αιτιών και από την άποψη των συνεπειών. Πέρα από επιμέρους ειδικές αιτίες ή εθνικές ιδιαιτερότητες, το πρόβλημα του χρέους, στις μέρες μας, είναι συστημικό. Είναι συστατικό μιας ανάπτυξης βασισμένης στο δημόσιο και τον ιδιωτικό δανεισμό και έκφραση τελικά της χρηματιστικοποίησης των καπιταλιστικών οικονομιών. Αλλά και από την άποψη των συνεπειών βλέπουμε ότι το ενδεχόμενο μιας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους προκαλεί παγκόσμιους κλυδωνισμούς. Η θέση λοιπόν για την ανάγκη μιας κοινής προοδευτικής ευρωπαϊκής λύσης, ως πρώτη επιλογή, πράγματι δικαιώνεται, και η άρνηση αυτής της λύσης θα λειτουργεί ως πηγή αστάθειας και κρίσης για την ευρωζώνη.
Μίλησες προηγούμενα για διαρροή καταθέσεων. Δεδομένου ότι σε λίγους μήνες λήγει ο νόμος που εγγυάται τις καταθέσεις μέχρι 100.000 ευρώ, τι θα μπορούσε να γίνει ώστε να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα αυτό;
Δεν είναι μόνο οι καταθέσεις. Μεγάλο τμήμα της εγχώριας αποταμίευσης διαφεύγει στο εξωτερικό ή τοποθετείται σε τίτλους εξωτερικού, όπως γερμανικά ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια, μετοχές κ.λπ. Άρα το ζητούμενο είναι μια πολιτική κοινωνικού ελέγχου της εγχώριας αποταμίευσης και του τραπεζικού συστήματος. Στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσε να υπάρξει ένα πανευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης των καταθέσεων και ανακύκλωσης της ρευστότητας, έτσι ώστε να αντισταθμίζονται οι συνέπειες από την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων. Διαφορετικά πρέπει να υπάρξουν στοχευμένοι έλεγχοι και επιλεκτικοί περιορισμοί στην ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων.
Και από μια χώρα, όχι πανευρωπαϊκά;
Ο στόχος είναι να υπάρξει πανευρωπαϊκή ρύθμιση. Αλλά αν δεν γίνει δεκτό, για τον άλφα ή βήτα λόγο, δεν μπορεί να υπάρξει αδράνεια. Έτσι πάμε στον εξής παραλογισμό: η εγχώρια αποταμίευση φεύγει και την αντικαθιστούμε με υψηλότοκα δάνεια. Αλλά αυτό έχει ημερομηνία λήξης. Πριν την κρίση επισημαίναμε στη Βουλή το γεγονός ότι για κάθε ένα ευρώ που παράγουμε δανειζόμαστε 2,5 και ότι αυτό θα καταλήξει σε κρίση, και μας έλεγαν υπερβολικούς. Το ίδιο θα συμβεί και σήμερα. Βλέπουν τον κίνδυνο και συμπεριφέρονται σαν παρατηρητές. Το θέμα έχει τεθεί και στο Ευρωκοινοβούλιο και όχι μόνο από την Αριστερά. Έκθεση Επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου διαπιστώνει ότι η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων έγινε χωρίς θεσμούς εποπτείας και αντιμετώπισης των συνεπειών. Διότι όταν έχεις ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων σε συνθήκες άνισων φορολογικών καθεστώτων, άνισων ρυθμιστικών καθεστώτων και άνισων συνθηκών από άποψη αβεβαιότητας, είναι προφανές ότι το κεφάλαιο θα πάει εκεί που το συμφέρει. Η χώρα που αντιμετωπίζει το πρόβλημα σήμερα με τρόπο θανάσιμο, όπως η Ελλάδα, έχει χρέος να πάρει πρωτοβουλίες. Επισημαίνω, ότι η Ισλανδία πήρε πρόσφατα τέτοια μέτρα. Βεβαίως δεν είναι εντός ΕΕ, όμως αντιμετωπίστηκαν με κατανόηση από τον ΟΟΣΑ.
Στο μεσοπρόθεσμο, κεντρική θέση έχουν και οι ιδιωτικοποιήσεις.
Η σύνδεση του χρέους με τις ιδιωτικοποιήσεις αποτελεί τη βασική ιδιαιτερότητα του «Μεσοπρόθεσμου». Όμως η ανάδειξη των ιδιωτικοποιήσεων ως μέσου για την αποπληρωμή του χρέους είναι καινούργιο στοιχείο. Δεν έγινε ούτε επί Τρικούπη το 1893 ούτε επί Βενιζέλου το 1932. Απ’ όσο γνωρίζω μόνο επί Όθωνα, το 1843, χρησιμοποιήθηκε δημόσια περιουσία ως υποθήκη για δημόσιο δανεισμό. Είναι εξαιρετικά επικίνδυνο στοιχείο, πρώτον διότι καλλιεργεί την αυταπάτη ότι το συσσωρευμένο χρέος αποπληρώνεται, ενώ δεν ισχύει αυτό, διότι είναι αναλωθέν κεφάλαιο. Μόνο ένα μέρος του μπορεί να αποπληρωθεί εάν η χώρα που χρωστάει βοηθηθεί να έχει ανάπτυξη. Αυτή είναι η οικονομική ιστορία του καπιταλισμού στην Ευρώπη, στον κόσμο. Πώς έλυσαν το πρόβλημα οι υπερχρεωμένες χώρες μετά τον πόλεμο; Η Αγγλία είχε χρέος 220%, οι ΗΠΑ 120%. Το χρέος αυτό δεν αποπληρώθηκε αλλά αποσβέστηκε μέσα από μία μακρά πορεία οικονομικής ανάπτυξης. Η ίδια η Γερμανία έλυσε το πρόβλημα με μια πολύ γενναιόδωρη ρύθμιση του συσσωρευμένου χρέους της -διαγραφή κατά 62,5%- και άλλες διευκολύνσεις το 1953. Άρα, το πρώτο επικίνδυνο σημείο είναι ότι καλλιεργείται η αντίληψη ότι το χρέος μπορεί να αποπληρωθεί, γι’ αυτό και το ΔΝΤ όσο και η ΕΚΤ λένε ότι η Ελλάδα μπορεί να ιδιωτικοποιήσει περιουσιακά στοιχεία 300 δισ. και όχι 50! Στο θέμα αυτό πρέπει να υπάρξει απόλυτη αντίθεση, είναι θέμα αρχής. Σε ό,τι αφορά το αποτέλεσμα, οι ιδιωτικοποιήσεις επιδεινώνουν το πρόβλημα του χρέους, της ανεργίας, της φτώχειας και των ανισοτήτων, είναι μορφή αναδιανομής. Ακόμη και αν μειωθεί το χρέος λογιστικά, η καθαρή οικονομική θέση του κράτους δεν βελτιώνεται. Το αποτέλεσμα θα είναι να έχεις απογυμνώσει το κράτος από περιουσιακά στοιχεία διατηρώντας πολύ υψηλό χρέος.
Έχουν συζητηθεί όλες, σχεδόν, οι πλευρές του χρέους, έχουν προχωρήσει οι εξελίξεις. Ποια είναι σήμερα η άποψή σου;
Η άποψη που έχω διατυπώσει από καιρό, δημόσια, είναι ότι η Αριστερά πρέπει να διαμορφώσει θέσεις στη βάση αρχών και όχι επιμέρους ρυθμίσεων. Εκείνο που έχει σημασία κατά τη γνώμη μου είναι να κατανοηθεί ότι το χρέος δεν είναι απλά ένα «ποσό», αλλά είναι μια σχέση κοινωνική με εσωτερικές και διεθνείς διαστάσεις. Σε μια κρίση υπερσυσσώρευσης, σαν αυτή που ζούμε, ή θα απαξιωθεί τμήμα του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου, άρα και του χρέους, ή θα υποτιμηθεί η αξία της εργατικής δύναμης και του ανθρώπινου κεφαλαίου γενικότερα. Όσο δεν συμβαίνει το πρώτο, η απαίτηση για το δεύτερο θα μεγαλώνει. Και βέβαια το χρέος είναι μια μόνο μορφή του προβλήματος. Γι’ αυτό βασικό και κοινό αίτημα πρέπει να είναι η δίκαιη και βιώσιμη λύση στο πρόβλημα του χρέους, ενταγμένη σε ένα ευρύτερο σχέδιο αναδιανομής και μετασχηματισμού του κράτους, της οικονομίας και της κοινωνίας, σε Ελλάδα και Ευρώπη. Δίκαιη, διότι πρέπει να πληρώσουν αυτοί που το δημιούργησαν, αυτοί που κέρδισαν, και όχι εκείνα τα τμήματα της κοινωνίας που είναι θύματα της κρίσης και της πολιτικής που ασκήθηκε πριν την κρίση. Βιώσιμη, σημαίνει ρύθμιση που θα φέρει το χρέος σε τέτοια επίπεδα που η δαπάνη εξυπηρέτησής του δεν θα είναι εμπόδιο για την άσκηση αναπτυξιακής και κοινωνικής πολιτικής.
Οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις και «αναλογίες» θα αντανακλούν τους συσχετισμούς δύναμης σε εθνικά και ευρωπαϊκά πλαίσια, και θα είναι αποτέλεσμα πάλης και διαπραγμάτευσης.
Πώς μπορεί να γίνει αυτό;
Με πάρα πολλούς τρόπους. Γίνεται γόνιμη συζήτηση διεθνώς. Το πιθανότερο είναι ένας συνδυασμός που θα έχει και διαγραφή και επιμήκυνση και μείωση επιτοκίου, περίοδο χάριτος, ρήτρες εξυπηρέτησης κλπ. Δεύτερον, υπάρχει η δυνατότητα και της ευρωπαϊκής ευρύτερης ρύθμισης που λέγαμε πριν. Υπάρχει και η συζήτηση ότι ένα μέρος του χρέους θα μπορούσε να «κοινοτικοποιηθεί», να απορροφηθεί από την ΕΚΤ, να πάψει να είναι αντικείμενο συναλλαγής με τις αγορές. Να εξυπηρετείται με πολύ χαμηλό επιτόκιο. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι μέρος μιας ευρύτερης λύσης. Δεν μας καλύπτει εμάς διότι εμείς θέλουμε μια συνολική και ριζική λύση αλλά θα στήριζε και τη δική μας πρόταση. Επομένως, υπάρχουν δυνατότητες όλη η αριστερά να ενοποιηθεί σε κάποιες γενικές, αλλά συγκεκριμένες ταυτόχρονα θέσεις. Ακόμη και το ΚΚΕ, που λέει ότι το πρόβλημα του χρέους θα το δει όταν πάρει την εξουσία, πιστεύω, κατανοεί ότι αυτή η θέση μπορεί να οδηγήσει σε αδιέξοδο. Διότι όταν κρίνονται θέματα επιβίωσης της κοινωνίας και των δικαιωμάτων, με μοχλό το χρέος, δεν μπορείς να λες ότι εγώ θα τα αντιμετωπίσω όταν πάρω την εξουσία, με βάση τη δική μου αποκλειστικά θέση. Βέβαια αυτά αποτελούν άμεσους στόχους. Διότι πιο μακροπρόθεσμα πιστεύω ότι πρέπει να μιλήσουμε για μια ανάπτυξη μέσω αναδιανομής και όχι εξαρτημένη από το δανεισμό, και επίσης πρέπει να μιλήσουμε για μια πολιτική στην οποία ο δημόσιος δανεισμός θα είναι δικαίωμα και όχι υποχρέωση.
Ήδη γίνεται, η οικονομική πολιτική ασκείται με βάση το χρέος.
Βεβαίως. Και αξιοποιώ την ευκαιρία για να τονίσω ότι επειδή το χρέος αξιοποιείται σαν μοχλός για την επιβολή ενός τριτοκοσμικού θατσερισμού, πολλές φορές δημιουργείται η αυταπάτη ότι το χρέος είναι το παν. Όμως ακόμη και αν αύριο το πρωί διαγραφεί, τότε θα βλέπαμε ότι το χρέος ήταν μόνο ένα σύμπτωμα βαθύτερων προβλημάτων που έχουν να κάνουν με τον τρόπο ανάπτυξης και διανομής, όπως ήδη σημείωσα.
Τα κόμματα της διακυβέρνησης βλέπουμε να είναι αμήχανα ως και ανίκανα.
Η συζήτηση στη Βουλή, νομίζω, έδειξε ότι η κυβέρνηση είναι πολιτικά γυμνή και κοινωνικά απομονωμένη. Δεν έχει λύση στο πρόβλημα του χρέους, το οποίο η ίδια προβάλλει ως το μέγιστο κίνδυνο. Το μοντέλο συνολικά που εφαρμόζει δεν έχει λύση, ή προβάλλει ως λύση τη μεταφορά των βαρών στις πλάτες των αδυνάτων και την αποδιάρθρωση της οικονομίας. Η ΝΔ πάλι και ο κ. Σαμαράς αυτά τα οποία λένε φτάνουν στα όρια της δεξιάς ελαφρότητας. Καταρχάς δεν αμφισβητούν τίποτε από όλα όσα έχουν γίνει ως τώρα απ’ την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ σε βάρος των εργαζομένων και της κοινωνίας. Δεύτερο, μιλούν για αναδιαπραγμάτευση του μνημονίου και όχι του χρέους. Όμως το μνημόνιο είναι άρρηκτα δεμένο με το χρέος. Τρίτον, η βασική τους πρόταση είναι μείωση των φόρων επί των κερδών. Όμως η ΝΔ πρέπει να απολογηθεί πού πήγαν τα χρήματα από τη μείωση των φόρων που έγιναν επί κυβερνήσεων της ΝΔ. Είχαμε 35% συντελεστή και μειώθηκε στο 25% για να γίνει τώρα 20%. Ενώ οι φόροι των μισθωτών, την ίδια περίοδο, διπλασιάστηκαν, οι φόροι των νομικών προσώπων μειώθηκαν χωρίς να υπάρξουν επενδύσεις ή απασχόληση.
Πάμε για εκλογές; Μπορεί να αντέξει μια κυβέρνηση σε τέτοια απομόνωση;
Έχουμε μπει σε μια φάση μεγάλης πολιτικής ρευστότητας. Το ίδιο το ΔΝΤ στην τελευταία του έκθεση για την παγκόσμια οικονομία κάνει την εκτίμηση ότι η κρίση έχει μπει σ’ ένα νέο στάδιο, αυτό της πολιτικής κρίσης. Πράγματι η κρίση είναι πλέον και κοινωνική και πολιτική. Άρα η σύντομη απάντηση στο ερώτημά σας είναι ότι δεν αποκλείω τίποτε. Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν θα υπάρχουν και προσπάθειες με κάθε τρόπο, ίσως και κάθε τέχνασμα, να παρατείνουν την παραμονή τους στην εξουσία όσο μπορούν. Όμως, νομίζω, το κυρίαρχο στοιχείο στην κρίση είναι η απονομιμοποίηση της πολιτικής που ασκείται και των δυνάμεων που την ασκούν. Δηλαδή έχει πια πειστεί ο κόσμος σε μαζική κλίμακα, ότι βρισκόμαστε μπροστά σε αδιέξοδο. Η λογική του μνημονίου ήταν η υπόσχεση ότι η Ελλάδα, μ’ αυτές τις θυσίες, θα βγει στις αγορές το 2012 και θα δανειστεί με λογικά επιτόκια. Η κοινωνία τώρα μαθαίνει. Υπάρχει δηλαδή μια συλλογική γνώση και συνειδητοποίηση η οποία λέει ότι μ’ αυτά τα μέτρα δεν υπάρχει προοπτική. Αυτή η αίσθηση αδιεξόδου άλλους τρομάζει και άλλους τους κινητοποιεί και τους ριζοσπαστικοποιεί. Κατά τη γνώμη μου, η μάχη δεν έχει κριθεί. Όμως συνειδητοποιείται, ολοένα και πιο έντονα, ότι ο φόβος δεν είναι λύση ούτε σε συλλογικό ούτε σε ατομικό επίπεδο. Κι αυτό συνιστά μια ουσιώδη και ελπιδοφόρα αλλαγή.
Εναρμόνιση της ηγεσίας
* Με το κοινό αίσθημα του κόσμου της Αριστεράς και τις προσδοκίες ενός διευρυνόμενου τμήματος της κοινωνίας
Όπως φαίνεται, δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία, ιστορική θα έλεγα, στον ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί η ηγεσία του να την υποδεχθεί με τον πιο γόνιμο τρόπο;
Πράγματι, αυτό ισχύει. Η κοινωνία κοιτάει προς την Αριστερά, με προσδοκία, αλλά και με ερωτήματα. Δεν είναι, π.χ., κατανοητό στον κόσμο γιατί οι δυνάμεις της Αριστεράς, μέχρι τώρα, δεν έχουν μπορέσει να βρουν ένα κοινό πλαίσιο στόχων. Κατανοεί την ύπαρξη διαφορετικών απόψεων, αλλά προσπαθεί να καταλάβει την αδυναμία ενιαίας έκφρασης και δράσης. Πολλοί το αποδίδουν στην ανικανότητα της Αριστεράς ή σε εγωισμούς των στελεχών της. Δεν πρέπει να υποτιμούμε την επίπτωση που έχουν τέτοιες κρίσεις στην ηθική και την αξιοπιστία ολόκληρης της Αριστεράς. Πιστεύω λοιπόν πράγματι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ όντως έχει μια ευκαιρία και είναι στο χέρι της ηγεσίας του αλλά και όσων τον εκπροσωπούν, κεντρικά ή τοπικά, να αποδείξουν, χωρίς να κάνουν αβαρίες στις προσωπικές τους απόψεις, ότι θέλουν πάντως και μπορούν να εναρμονισθούν με το κοινό αίσθημα του κόσμου της Αριστεράς και με τις προσδοκίες ενός διευρυνόμενου τμήματος της κοινωνίας.
Από την Αριστερά διεθνώς δεν έχουμε και τόσο θετικά σημάδια. Είδαμε τα αποτελέσματα της Πορτογαλίας, της Ισπανίας, την πίεση της Die Linke, τις δυσκολίες στην Ιταλία κ.τ.λ.
Κατά την άποψή μου η κρίση αυτή θέτει στην Αριστερά ρόλους και καθήκοντα που ίσως η ίδια δεν τα έχει συνειδητοποιήσει ακόμη. Προφανώς θέτει το καθήκον της οργάνωσης των αμυντικών αγώνων, για τον επιμερισμό του βάρους της κρίσης. Πέρα απ’ αυτό, που είναι το άμεσο, η κρίση αυτή έχει ως δεύτερο επίδικό της τη μορφή της κοινωνίας μετά την κρίση, το μοντέλο ανάπτυξης πέρα από την κρίση, σε τι κόσμο θα ζήσουν οι νέες γενιές. Άρα, το δεύτερο καθήκον, θα έλεγα, είναι το στρατηγικό, αυτό στο οποίο τελικά δοκιμάζεται η ταυτότητα της Αριστεράς.
Πρέπει λοιπόν να δούμε πέρα από το χρέος, αυτό που επιβάλλεται με μοχλό το πρόβλημα του χρέους, το νέο, πιο βάρβαρο καπιταλισμό που διαμορφώνεται, τη νέα κατακερματισμένη κοινωνία, και να δώσουμε το δικό μας όραμα αλλά και τις άμεσες, συγκεκριμένες απαντήσεις για το πώς θέλουμε να λειτουργούν τα πράγματα, πώς θέλουμε να είναι η κοινωνία, ο κόσμος, πώς θέλουμε να λειτουργεί το κράτος, η οικονομία, η παιδεία, η υγεία, η διοίκηση, η δικαιοσύνη, ό,τι αφορά στη ζωή και στις ανάγκες των ανθρώπων. Εκεί βλέπω ένα έλλειμμα της Αριστεράς και της δικής μας και σε άλλες χώρες. Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι ότι, ενώ το χρηματιστικό κεφάλαιο δρα και εκπροσωπείται θεσμικά και στο εθνικό και στο ευρωπαϊκό και στο παγκόσμιο επίπεδο, η δράση της Αριστεράς, παρά τα κάποια βήματα που γίνονται, ιδίως στην Ευρώπη, παραμένει πολύ πίσω από τις απαιτήσεις. Όμως αυτά ακριβώς ή άλλα ελλείμματα και προβλήματα κρύβουν μεγάλες δυνατότητες που μπορούν να απελευθερωθούν αν αποφασίσουμε να αναμετρηθούμε στα σοβαρά μαζί τους.