Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010

Στο πεδίο των αξιών αναγκαία η παρέμβαση της αριστεράς (α'μέρος*)

κοντινή άποψη του νεφελώματος της Ροζέτα (από τη Wikipedia)

του Νικόλα Σεβαστάκη

από την ΕΠΟΧΗ, 26.09.10

Υπάρχουν δυο «σχολές» ερμηνείας της κρίσης – προσέγγισης στα φαινόμενα – οι οποίες συνδέονται με αντίστοιχα πολιτικά και αξιακά διλήμματα του σήμερα. Η πρώτη «σχολή» επενδύει στην ιδέα πως οι ρίζες της σημερινής κρίσης είναι κυρίως ηθικές και πολιτισμικές. Σ’ αυτή τη «σχολή» συναντώνται πολύ λίγες σοβαρές και περισσότερες επιδερμικές και προσχηματικές αναλύσεις, σχετικά με φαινόμενα γνωστά απ’ το παρελθόν, που επανέρχονται στην αρθρογραφία και τις συζητήσεις, όπως: Η κοινωνία που καταναλώνει περισσότερα απ’ όσα παράγει, τα αστικά κοινωνικά πρότυπα, το ζήτημα της ατροφίας του ορθολογισμού στις ατομικές συμπεριφορές, αλλά και στη λειτουργία των θεσμών. Οι προσεγγίσεις αυτές καταλήγουν στο γενικό συμπέρασμα ότι σήμερα πληρώνουμε ότι παραλείψαμε να πράξουμε στο παρελθόν και ότι οι ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση πρέπει ν’ αποδοθούν σ’ ένα πλήθος παραγόντων, που κανένας τους δεν μπορεί να χαρακτηριστεί κυρίαρχος και καθοριστικός. Σύμφωνα μ’ αυτές τις προσεγγίσεις ο πυρήνας του κακού δεν βρίσκεται τόσο στις παθογένειες ενός συστήματος αξιών και πρακτικών, όσο σε διάχυτες μικροπαθολογίες, που κάποια στιγμή γίνονται επικίνδυνες, όταν συνδυάζονται με την ανεπάρκεια των ηγεσιών ή τον λαϊκισμό αντιπολιτεύσεων κ.ο.κ.

Η κρίση ως αρχαϊκά κατάλοιπα ή ως έλλειμμα εξορθολογισμού
Ιδιαίτερη υποκατηγορία της ίδιας αντίληψης συνιστά η θέση ότι για τις συνέπειες της κρίσης ευθύνεται ένα πολιτικό σύστημα ή μια κοινωνία των πολιτών που δεν έχουν εξορθολογιστεί όσο πρέπει και δεν έχουν αποκαθαρθεί από αρχαϊκά στοιχεία και παραδοσιακές κακές πρακτικές. Η έμφαση αποδίδεται σε νοοτροπιακές και ψυχολογικές δυνάμεις που αντιστέκονται στα προτάγματα του ορθολογισμού. Δεν θεωρώ τυχαίο ότι, το τελευταίο διάστημα, ο γνωστός φιλόσοφος της αγοράς, Στέλιος Ράμφος, έβγαλε ένα βιβλίο για τις ρίζες αυτού που αποκαλεί «νεοελληνικός μηδενισμός», το οποίο πήγε πολύ καλά εμπορικά και είχε μια εκτεταμένη μιντιακή κάλυψη. Σ’ αυτό το βιβλίο εκφράζεται πιο επεξεργασμένη φιλοσοφικά η παραπάνω αντίληψη, ότι οι ρίζες της κρίσης βρίσκονται στον νεοελληνικό χαρακτήρα κ.λπ.

Κρυμμένο «μίσος για τη δημοκρατία»
Αυτή τη στιγμή, ένας τέτοιος λόγος για την κρίση εμπνέει ένα ετερόκλιτο μπλοκ καθοδηγητών γνώμης. Στεγάζει τις δημώδεις τοποθετήσεις ανθρώπων που προέρχονται από την μετριοπαθή μεταρρυθμιστική αριστερά, μέχρι τη νεοφιλελεύθερη κεντροδεξιά και τους λίγους εκφραστές ενός συντηρητικού ελιτισμού, που τους βρίσκει κανείς συχνά στην «Καθημερινή» ή σε άλλα έντυπα αναλόγου στυλ. Στο επίπεδο της κοινής γνώμης, της «εθνικής ιδεολογίας», αυτό το μπλοκ δεν εκφράζεται κατά ενιαίο τρόπο, ούτε και δίχως αξιοσημείωτες εσωτερικές εντάσεις. Κι εδώ δεν επιτρέπονται απλουστεύσεις, διότι υπάρχουν σοβαρές διαφορές και αποχρώσεις. Yπενθυμίζοντας μια σκέψη του πολιτικού φιλοσόφου Ζακ Ρανσιέρ, σε πολλές από τις ηθικού τύπου αποφάνσεις για τα δεινά, της Ελλάδας εν προκειμένω, ανιχνεύεται ένα μίσος για τη δημοκρατία, κρυμμένο κάτω από μια ρηχή αντιλαϊκιστική και αντισυντεχνιακή ρητορική. Αντιλήψεις ότι τα κοινωνικά κεκτημένα είναι κάτι επονείδιστο, αν όχι παράλογο και εξωφρενικό, ότι όλα πρέπει να είναι υπό διαπραγμάτευση, συνοδεύουν αυτή τη ρητορική που συμβάλλει σημαντικά στις δύο κύριες τάσεις του παρόντος: την αυτοενοχοποίηση και την έκρηξη της ανασφάλειας.

Η «καπιταλιστική κρίση» ή η αφήγηση του κοινωνικού ζητήματος
Η άλλη σχολή, πιο οικεία για τη ριζοσπαστική αριστερά, προσγειώνεται στο έδαφος της κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας και των αντιθέσεών της. Εδώ βρίσκουμε τις ακτινογραφήσεις της «καπιταλιστικής κρίσης», την ανάδειξη νέων μορφών κοινωνικής ανισότητας και εργασιακής υποβάθμισης και τις συζητήσεις για την εναλλακτική πρόταση ως προς την οικονομικής διάσταση της κρίσης, τι κάνουμε με το χρέος κ.ο.κ. Όσες ασυμφωνίες και ρήγματα κι αν υπάρχουν σ’ αυτή τη σχολή, για τις λύσεις, τους πολιτικούς όρους των λύσεων κ.λπ., διακρίνει κανείς μια σχεδόν κοινή συνισταμένη: Την αντίληψη ότι οι ηθικές – πολιτισμικές «α-πορίες» πρέπει να περάσουν σε δεύτερο πλάνο, εκτός των άλλων και γιατί τις ιδιοποιείται ο κατεστημένος λόγος για τους δικούς του σκοπούς. Όταν π.χ. μειώνεται η αγοραστική δύναμη των μισθωτών ή ακόμη και των μεσαίων στρωμάτων, όταν επιχειρείται ακραία συρρίκνωση κοινωνικών δαπανών και ιδιωτικοποιήσεις, όλα τα άλλα φαντάζουν ως άκαιρες πολυτέλειες ή, ακόμη χειρότερα, ως πλάγια στήριξη στη λογική της νεοφιλελεύθερης λιτότητας. Υπάρχει, λοιπόν, μια οικεία, για την αριστερά, αφήγηση των πραγμάτων, που στέκεται κυρίως στο κοινωνικό τίμημα ή στους όρους ανάδειξης του νέου κοινωνικού ζητήματος. Αυτή η οπτική είναι εμφανώς κοινωνιοκεντρική και ταξικά ευαίσθητη, ανεξάρτητα του αν εμπλέκεται στις έριδες των αριστερών ή στις «κόσμιες» συζητήσεις των οικονομολόγων σχετικά με τη δέουσα απάντηση στην οικονομική κρίση.
Η υπόθεση που παρουσιάζω εδώ είναι ότι, ενώ η κοινωνιοκεντρική, η υλιστική «ατζέντα» γύρω από ζητήματα δικαιοσύνης και κατανομής οφέλους και κόστους κυριαρχεί στο δημόσιο χώρο, στα δημόσια βήματα, στις πολιτικές εκδηλώσεις και συζητήσεις, παρά ταύτα, δεν γονιμοποιεί την πράξη. Ενώ υποτίθεται ότι όλα παίζονται στην οικονομία ή στις κοινωνικές πολιτικές, ενώ όλα οδηγούν σε κατηγορίες ή αναλυτικά σχήματα οικεία στην αριστερά, οι κινητοποιήσεις, οι πολιτικές δράσεις, οι μορφές αντίστασης που παράγονται παραμένουν καθηλωμένες και πάντως καθόλου στο ύψος των περιστάσεων.
Η εύλογη και εν μέρει σωστή, αλλά μη επαρκής απάντηση, που συνήθως δίνεται, είναι ότι φταίει η άσχημη κατάσταση στην πολιτική αριστερά και η εξασθένηση των «παραδοσιακών» μορφών συλλογικής δράσης όπως συνδικάτα, σωματεία, κόμματα κ.ο.κ., που δεν επιτρέπει τη μετατροπή των θυμών σε στρατεύσεις, των συναισθημάτων σε έλλογη πολιτική βούληση. Κατά την άποψη αυτή η αδράνεια, η κατήφεια, οι κυνικές και νεομηδενιστικές τάσεις που αναπτύσσονται σε ευρύτατα τμήματα της κοινωνίας, οφείλεται στην αρνητική εικόνα της πολιτικής αριστεράς ή στην έλλειψη μιας εναλλακτικής πρότασης που να πείθει και για τις άμεσες προτεραιότητες και όχι μόνον για μακρινούς στρατηγικούς στόχους.

Δεν πρέπει να υποτιμήσουμε ούτε στιγμή τη διαμάχη των αξιών
Χωρίς να υποτιμώ αυτή τη διάσταση, θεωρώ ότι δεν είναι η κύρια. Διότι, ενώ η υλιστική – κοινωνιοκεντρική προσέγγιση εμφανίζεται πιο γειωμένη ως προς τις τρέχουσες εθνικές αγωνίες, με τα σημεία αιχμής της κρίσης, δεν καταφέρνει να δημιουργήσει ρήγματα στις συνειδήσεις και στους τρόπους κατανόησης της πραγματικότητας. Η κοινωνικοοικονομική προβληματική φαίνεται να χρωματίζει το συνολικό πεδίο των ενδιαφερόντων και των λαϊκών αγωνιών, αλλά το παιχνίδι μέχρι στιγμής μοιάζει να κερδίζεται από την άλλη πλευρά. Η ηθικοπολιτισμική ερμηνεία, ως ένας λόγος περί νεοελληνικών ηθών και τρόπων, περί νοοτροπιακών στρεβλώσεων, φαίνεται να καθορίζει περισσότερο και δραστικότερα τη δημόσια ατμόσφαιρα. Τα αριστερότροπα λεξιλόγια, του τύπου «να πληρώσουν οι πλούσιοι» κ.α. συναφή, ενώ διατηρούν μια επιφανειακή αντήχηση και εμβέλεια πολύ πέραν της αριστεράς, αυτό που άλλοι ονομάζουν «λαϊκισμό», χάνουν από τις εξηγήσεις που προσφέρει μια εκλαϊκευμένη ψυχολογία και ηθική: «Φταίξαμε όλοι», «το πρόβλημα είναι η νοοτροπία του Έλληνα, η ανυπαρξία κράτους, η ανευθυνότητα της κρατικής πολιτικής» κ.ο.κ.
Από τα παραπάνω πιστεύω πως πρέπει να συμπεράνουμε το εξής: Το πιο σημαντικό ίσως μάθημα αυτής της περιόδου είναι ότι δεν πρέπει να υποτιμήσουμε ούτε στιγμή το ζήτημα της διαμάχης των αξιών, το ζήτημα του τι εντέλει επαγγέλλεται η αριστερά για το αξιοβίωτο του βίου, για το νόημα της δημοκρατίας και των συλλογικών αγαθών, για το είδος και τα όρια αυτού που ονομάζουμε δημόσια ευημερία.
Το πρόβλημα δεν τίθεται κατά τη γνώμη μου με όρους δοσολογίας αρνητικότητας και θετικότητας, δηλαδή κριτικής αντιστάσεων και προτάσεων / συγκεκριμένων λύσεων. Δεν είναι εκεί το ζήτημα. Παράλληλα με την προβληματική της ισότητας, που είναι η συνισταμένη κάθε αριστερής κοινωνικής κριτικής, επείγει μια ηθικοπολιτική και αξιακή αντιπρόταση για το μοντέλο του νέου πολίτη, το οποίο κατασκευάζεται μέσα απ’ την κρίση και ίσως δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει όσο θά ‘πρεπε.

Ο νέος εκσυγχρονισμός: Η αφομοίωση του μνημονίου από τις ψυχές
Η παρούσα κρίση αποσυνθέτει και ανασυνθέτει το ιδεώδες του πολίτη και κυρίως τις συλλογικές αναπαραστάσεις και τα βιώματα των μεσαίων στρωμάτων. Μέχρι στιγμής, παρακολουθούμε τον κλονισμό και το σάστισμα, τη διαδικασία επώδυνης αποκόλλησης του κόσμου αυτού από τα δεδομένα και τις σταθερές μιας ολόκληρης περιόδου. Αλλά νομίζω ότι βρίσκεται «εν τω γίγνεσθαι», σε διαδικασία διαμόρφωσης, η προετοιμασία μιας νέας κοινωνικοπολιτικής διάταξης, ενός «εκσυγχρονισμού νούμερο 2», ο οποίος θα αναζητήσει αργά ή γρήγορα –και ήδη γίνεται λόγος γι’ αυτό– ένα εθνικό μνημόνιο, τη μετατροπή δηλαδή της εξωτερικής νόρμας –το μνημόνιο της τρόικας– σε εσωτερική νόρμα. Της εξωτερικής επιταγής σε εσωτερική νόρμα και για τα άτομα και για τις συλλογικότητες. Η εσωτερίκευση του μνημονίου, στην οποία καλούν ήδη κάποιοι, είναι η αφομοίωση του μνημονίου απ’ τις ψυχές κι όχι μόνον απ’ τα σώματα, που μπορεί να είναι κι απρόθυμα ή ανεπίδεκτα μαθήσεως.
Πιστεύω ότι ο «εκσυγχρονισμός νούμερο 2» δεν θα είναι μόνον ή δεν θα είναι κυρίως ένας ψυχρός οικονομισμός, όπως αυτός του 1996, αλλά θα παρουσιάζεται ως μάχη με τις ανθυγιεινές συνήθειες του εαυτού μας, κατά πως είπε ο πρωθυπουργός πρόσφατα. Θα μεταμφιέζεται σε ηθική αυτοκριτική του έθνους, σ’ ένα είδος εθνικής θεραπευτικής. Μ’ άλλα λόγια, το ζήτημα των ηθικών και αξιακών προτύπων θάχει στο εξής ένα ηθικό βάρος, άγνωστο στις παλιότερες φάσεις του εκσυγχρονισμού. Η κρίση γίνεται μέχρι στιγμής πράγματι ευκαιρία για την προώθηση ηθικών αξιών που αντιστοιχούν σε δυο κατευθύνσεις, βλαπτικές και εχθρικές προς τη ριζοσπαστική αριστερά:

Η μεταπολιτική δημοκρατία του κέντρου
Η πρώτη κατεύθυνση είναι αυτό που ο Ζίζεκ αποκαλεί «μεταπολιτικό φιλελεύθερο κέντρο». Η δεύτερη κατεύθυνση είναι οι συντηρητικές παλινδρομήσεις, μια κοινωνική, βουβή ακροδεξιά, που δεν είναι σίγουρο ότι θα μπορέσει να συγκροτηθεί πολιτικά.
Οι ιδέες και αξίες του μεταπολιτικού κέντρου αποτελούν την απάντηση των ελίτ στην απαξίωση των παλιότερων μορφών κομματικής και κρατικής καθοδήγησης της κοινωνίας και των αστικών εκσυγχρονισμών. Οι συντηρητικές παλινδρομήσεις από την άλλη, ενδέχεται να προσεγγίσουν τα αποταγμένα τμήματα των μεσαίων και λαϊκών τάξεων. Αν δεν παρεμβληθεί μια άλλη δυναμική ιδεών και αξιών, κι όχι απλώς η αναθέρμανση των κοινωνικών διεκδικητικών αγώνων ή η αυτοσυντήρηση της πολιτικής αριστεράς, οδεύουμε σε μια κατανομή κοινωνικής εξουσίας που θα θυμίζει πολύ αντίστοιχες τάσεις στην Ευρώπη: Τη διαμόρφωση ενός ολιγαρχικού πολιτικού κέντρου, ένα «τόξο της ευθύνης και της σύνεσης» με φιλελεύθερους της δεξιάς και της αριστεράς, και μια αδιαμόρφωτη ακόμη συντηρητική λαϊκιστική ή εθνικιστική περιφέρεια, η οποία θα προορίζεται για τα πληβειακά στρώματα. Μια σοσιαλφιλελεύθερη δημοκρατία των από πάνω και μια μνησίκακη αντικατεστημένη δημοκρατία των από κάτω. Μια δημοκρατία του κέντρου, στην οποία η κακή κατάσταση της ριζοσπαστικής αριστεράς θα συνοδεύεται από την άνοδο μιας κοινωνικής κι όχι αναγκαστικά κομματικής ακροδεξιάς.

*στην επόμενη “Εποχή” θα δημοσιευτεί η συνέχεια της ομιλίας του Νικόλα Σεβαστάκη

Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010

Call me Ishmael.

ο Χέρμαν Μέλβιλ, πέθανε σαν σήμερα το 1891
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΑΜΥΔΡΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ
ΣΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΟΡΙΖΟΝΤΑ

το ταξίδι του Πίκουοντ

Λέγε με Ισμαήλ. Πριν από μερικά χρόνια -δεν έχει σημασία πόσο ακριβώς - έχοντας λίγα ή καθόλου χρήματα στο πουγκί μου και τίποτα ιδιαίτερο που να μ' ενδιαφέρει στη στεριά, σκέφτηκα να ταξιδέψω λίγο στη θάλασσα και να δω το υδάτινο μέρος τού κόσμου. Είναι ένας τρόπος που έχω να διώχνω το σπλήνιασμα και να ρυθμίζω το κυκλοφοριακό.  Όταν πιάνω τον εαυτό μου να στραβώνει το στόμα· όταν μες στην ψυχή μου είναι Νοέμβρης υγρός, που ψιλοβρέχει· όταν πιάνω τον εαυτό μου να σταματάει άθελα μπρος σε φερετροπωλεία και να γίνεται ουραγός κάθε κηδείας που συναντώ· και ειδικά όταν οι υποχονδρίες μου με κυβερνούν τόσο, που χρειάζεται ένας δυνατός ηθικός φραγμός να με εμποδίσει να βγω επίτηδες στο δρόμο και μεθοδικά να ρίξω χάμω τα καπέλα τού κόσμου -τότε θεωρώ πως ήρθε πια η ώρα να μπαρκάρω, όσο πιο γρήγορα μπορώ. Είναι το δικό μου υποκατάστατο τού πιστολιού και τής σφαίρας. Με μια φιλοσοφική χειρονομία όλο μεγαλοπρέπεια ο Κάτων ρίχνεται πάνω στο σπαθί του· εγώ παίρνω ήσυχα το πλοίο. Δεν υπάρχει τίποτα το εκπληκτικό σ' αυτό. Αν το ήξεραν έφτανε· όλοι σχεδόν οι άνθρωποι, με τον τρόπο τους, αργά ή γρήγορα, θα έτρεφαν πάνω-κάτω τα ίδια αισθήματα με μένα για τον ωκεανό.
[...]
Εξάλλου παίρνω πάντα το πλοίο σα ναύτης, γιατί θεωρούν απαραίτητο να με πληρώνουν για τις σκοτούρες μου, ενώ δεν άκουσα ποτέ να πληρώνουν πεντάρα σε επιβάτες. Αντίθετα, οι ίδιοι οι επιβάτες πρέπει να πληρώνουν. Κι όλη η διαφορά στον κόσμο είναι ανάμεσα στο να πληρώνεις ή να πληρώνεσαι. Η πληρωμή είναι ίσως η πιο ενοχλητική τιμωρία που μας κληροδότησαν οι δυο κλέφτες τού παραδείσου. Αλλά ν α  π λ η ρ ώ ν ε σ α ι ! τι μπορεί να συγκριθεί μαζί του; Η περιποιητική δραστηριότητα που ένας άνθρωπος εισπράττει χρήματα προκαλεί πραγματικά κατάπληξη, έχοντας υπόψη πόσο στα σοβαρά πιστεύουμε πως το χρήμα είναι η ρίζα όλων των γήινων κακών και πως σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί ένας παραλής να μπει στον ουρανό. Ω πόσο πρόθυμα παραδινόμαστε στον όλεθρο!
Τέλος παίρνω πάντα το πλοίο σα ναύτης για την υγιεινή άσκηση και τον καθαρό αέρα τής κουβέρτας τού καμπουνιού. Γιατί, μια και σε τούτο τον κόσμο οι κόντρα άνεμοι είναι πολύ πιο ανώτεροι από τους πρίμους (αν δηλαδή δεν παραβείς ποτέ το αξίωμα τού Πυθαγόρα), επόμενο είναι η ατμόσφαιρα που αναπνέει ο Στόλαρχος στο κάσαρο, τις περισσότερες φορές, να είναι από δεύτερο χέρι, από τους ναύτες στο καμπούνι. Νομίζει πως αναπνέει πρώτος· δεν είναι όμως έτσι. Με τον ίδιο περίπου τρόπο ο λαός οδηγεί τους ηγέτες του σε πολλά άλλα πράγματα, την ίδια στιγμή που οι ηγέτες λίγο το υποπτεύονται. Γιατί όμως, μετά από τόσες φορές που μύρισα τη θάλασσα σα ναύτης εμπορικού πλοίου, να μου μπει τώρα στο μυαλό να κάνω ένα φαλαινοθηρικό ταξίδι; σ' αυτό, ο αόρατος αστυνομικός των Μοιρών που διαρκώς με επιβλέπει, που με παρακολουθεί κρυφά και με επηρεάζει με έναν ακατανόητο τρόπο -αυτός μπορεί να απαντήσει καλύτερα από κάθε άλλον. Δεν υπάρχει αμφιβολία λοιπόν πως η αναχώρησή μου γι' αυτό το φαλαινοθηρικό ταξίδι ήταν μέρος τού μεγάλου προγράμματος τής Θείας Πρόνοιας, που σχεδιάστηκε πριν από πολύ καιρό. Μεσολάβησε σαν ένα σύντομο ιντερμέτζο και σόλο ανάμεσα σε πλατύτερες θεατρικές παραστάσεις. Υποθέτω πως αυτό το μέρος τού «προγράμματος» πρέπει να έγραφε κάτι τέτοιο:
«Μεγάλος εκλογικός αγώνας για την Προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών.
»ΦΑΛΑΙΝΟΘΗΡΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΕΝΟΣ-ΚΑΠΟΙΟΥ ΙΣΜΑΗΛ.
»ΑΙΜΑΤΗΡΗ ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ».
Αν και δεν ξέρω γιατί ακριβώς αυτές οι σκηνοθέτισσες, οι Μοίρες, μού έδωσαν αυτό τον τιποτένιο ρόλο σε ένα φαλαινοθηρικό ταξίδι, όταν άλλοι πήραν μεγαλόπρεπους ρόλους σε υψηλές τραγωδίες, σύντομους κι εύκολους ρόλους σε κομψές κωμωδίες κι εύθυμους ρόλους σε φάρσες -αν και δεν ξέρω γιατί ακριβώς, τώρα ωστόσο, που φέρνω στο μυαλό μου όλα τα περιστατικά, θαρρώ πως βλέπω λιγό τα ελατήρια και τα κίνητρα που, με το να μου παρουσιαστούν επιτήδεια κάτω από ποικίλες μεταμφιέσεις, με κατάφεραν κι ανέλαβα να παίξω το ρόλο που έπαιξα, κολακεύοντάς με κι από πάνω με την αυταπάτη πως ήταν εκλογή τής απροκατάληπτης ελεύθερης βούλησής μου και της διορατικής κρίσης μου.
Κυριότερο από αυτά τα κίνητρα ήταν η ίδια η συντριπτική ιδέα τής μεγάλης φάλαινας. Ένα τόσο πελώριο και μυστηριώδες τέρας ξύπνησε όλη μου την περιέργεια. Μετά οι άγριες και μακρινές θάλασσες, όπου κυλούσε τον όγκο της που έμοιαζε με νησί· κι ακόμα οι ανεκλάλητοι, απερίγραπτοι κίνδυνοι της φάλαινας· αυτά, μαζί με όλα τα συνακόλουθα θαύματα, τα χιλιάδες παταγονιακά θεάματα και τους ήχους, με παράσυραν στην επιθυμία μου. Σε άλλους ανθρώπους, ίσως, τέτοια πράγματα δε θα ήταν πειρασμοί· εμένα όμως με βασανίζει μια αιώνια φαγούρα για πράγματα μακρινά. Μου αρέσει να ταξιδεύω σε απαγορευμένες θάλασσες και να βγαίνω σε παραλίες βαρβάρων. Μη αγνοώντας τι είναι καλό, βιάζομαι να γνωρίσω κάτι που να προκαλεί τρόμο, θα μπορούσα μάλιστα να έχω πολύ καλές σχέσεις μαζί του -μακάρι να με άφηναν-, αφού είναι πάντα φρόνιμο να έχει κανείς φιλικές σχέσεις με όλους τους ένοικους του τόπου που μένει.
Αυτά λοιπόν τα πράγματα ήταν η αιτία που καλοδέχτηκα το φαλαινοθηρικό ταξίδι· οι μεγάλες κλεισιάδες τού κόσμου των θαυμάτων άνοιξαν και, μες στις τρελές φαντασιώσεις που με παράσυραν στο σκοπό μου, δυο-δυο έπλεαν στα κατάβαθα τής ψυχής μου, ατέλειωτες πομπές τής φάλαινας και, καταμεσής ολωνών τους, ένα επιβλητικό κουκουλωμένο φάντασμα, σα λόφος από χιόνι στον αέρα.

...
Χέρμαν Μέλβιλ, Μόμπι-Ντικ ή η Φάλαινα, μτφ. Α.Κ.Χριστοδούλου, εκδ. Gutenberg



o Όρσον Γουέλς διαβάζει αποσπάσματα από τον Μόμπι-Ντικ :

Call me Ishmael.  Some years ago—never mind how long precisely—having little or no money in my purse, and nothing particular to interest me on shore, I thought I would sail about a little and see the watery part of the world.  It is a way I have of driving off the spleen and regulating the circulation.  Whenever I find myself growing grim about the mouth; whenever it is a damp, drizzly November in my soul; whenever I find myself involuntarily pausing before coffin warehouses, and bringing up the rear of every funeral I meet; and especially whenever my hypos  get such an upper hand of me, that it requires a strong moral principle to prevent me from deliberately stepping into the street, and methodically knocking people’s hats off—then, I account it high time to get to sea as soon as I can.  This is my substitute for pistol and ball.  With a philosophical flourish Cato throws himself upon his sword; I quietly take to the ship.  There is nothing surprising in this.  If they but knew it, almost all men in their degree, some time or other, cherish very nearly the same feelings towards the ocean with me.
...
Why did the old Persians hold the sea holy?  Why did the Greeks give it a separate deity, and own brother of Jove?  Surely all this is not without meaning.  And still deeper the meaning of that story of Narcissus, who because he could not grasp the tormenting, mild image he saw in the fountain, plunged into it and was drowned.  But that same image, we ourselves see in all rivers and oceans.  It is the image of the ungraspable phantom of life; and this is the key to it all.

Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010

Μια μαρξιστική ερμηνεία της κρίσης



Συνέντευξη του Ντέιβιντ Χάρβεϊ
(από το Αριστερό Βήμα)

* Στο “Αίνιγμα του Κεφαλαίου” επιτίθεστε στους οικονομολόγους του κατεστημένου γιατί απέτυχαν να προβλέψουν την κρίση. Μπορείτε να μας πείτε γιατί οι αστοί οικονομολόγοι δεν είδαν την επερχόμενη κρίση, την οποία προέβλεπαν πολλοί μαρξιστές; Πόσο υπερέχει ο μαρξισμός έναντι της αστικής οικονομικής επιστήμης, απ΄ αυτή την άποψη;

--Θεωρώ ότι κεντρική θέση στο μαρξισμό κατέχει η ιδέα της αντίφασης, ότι το καπιταλιστικό σύστημα θεωρείται πως εμπεριέχει μια σειρά θεμελιωδών αντιφάσεων που συγκρούονται και συνεπώς παράγουν μια κοινωνία που διατρέχεται διαρκώς από διαφόρων ειδών εντάσεις. Για παράδειγμα, η ένταση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία είναι μια εμφανής κατάσταση στην οποία κάθε μαρξιστής θα όφειλε να στρέψει την προσοχή του – στο χαρακτήρα δηλαδή του ταξικού αγώνα. Υπάρχουν, όμως, και άλλες εντάσεις, ανάμεσα στην παραγωγή και στην κατανάλωση , στην αξία χρήσης και στην ανταλλακτική αξία. Όλες αυτές οι εντάσεις υπάρχουν. Τι είναι ένα σπίτι; Είναι μια αξία χρήσης, εκεί που οι άνθρωποι κατοικούν, ή είναι μια ανταλλακτική αξία; Εκείνο που διαπιστώσαμε στην πρόσφατη κρίση είναι ο τρόπος με τον οποίο αυτή η ένταση ανάμεσα στην αξία χρήσης και στην ανταλλακτική αξία μιας κατοικίας ξεσπάει με τη μορφή μιας μακρο-κρίσης. Συνεπώς, από μαρξιστικής σκοπιάς, πάντα υπάρχουν εντάσεις. Έτσι το μόνο ενδιαφέρον ερώτημα, από τη σκοπιά του μαρξισμού, είναι το πότε ξεσπούν αυτές οι εντάσεις και λαμβάνουν τη μορφή μιας μεγάλης κρίσης αστάθειας και, άρα, πρέπει να ξεπεραστούν με την εμφάνιση ενός διαφορετικού σχηματισμού καπιταλιστικών δυνάμεων, στην περίπτωση που κρίση λύνεται μέσα στον καπιταλισμό.
Υπάρχει ένα ανέκδοτο για τους μαρξιστές, λέγεται ότι προέβλεψαν σωστά τις τελευταίες δώδεκα από τις τελευταίες τρεις κρίσεις. Συνεπώς, πρέπει να είναι κανείς προσεκτικός όταν λέει πως μια αντίφαση πρόκειται να πάρει εκρηκτικές διαστάσεις κρίσης ή ότι αυτή η κρίση πρόκειται να είναι η τελειωτική. Η μαρξιστική θεωρία, όμως, μάς λέει ότι δεν υπάρχει σταθερό καπιταλιστικό σύστημα. Έτσι, επί παραδείγματι, όταν οικονομολόγοι από τον Μπεν Μπερνάνκι [νυν διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ ] μέχρι τον Πολ Κρούγκμαν αρχίζουν να μιλούν για τη δεκαετία του 1990 ως μια περίοδο “μεγάλης αυτοσυγκράτησης” και όταν λένε ότι οι κρισιακές τάσεις έχουν ξεπεραστεί, γνωρίζει κανείς, αν δει τα πράγματα από μαρξιστική σκοπιά, ότι δεν υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο. Πολύ πρόσφατα, το 2004–2005, πριν ακόμη αναλάβει ως διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, ο Μπερνάνκι υποστήριζε ότι οι τάσεις προς την αστάθεια έχουν αμβλυνθεί και δεν συντρέχει ουδείς λόγος ανησυχίας.
Οι συμβατικοί οικονομολόγοι διατηρούν μια αντίληψη για την κοινωνία που συνοψίζεται σ΄ αυτό που θα θεωρούσαν ροπή προς την ισορροπία, δηλαδή πιστεύουν πως όταν η αγορά λειτουργεί σωστά, εντός του ορθού θεσμικού πλαισίου –το οποίο περιλαμβάνει κάποιο βαθμό ρύθμισης των συμβολαίων και των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων--, πρέπει να παράγει μια κατάσταση ισορροπίας. Έτσι, τα συμβατικά οικονομικά πάντα μιλούν για την τάση προς σύγκλιση, προς ισορροπία, και ότι η ισορροπία είναι δυνατή υπό τον όρο ότι υπάρχει σωστό μείγμα πολιτικής και δεν σημειώνεται κάτι εξωγενές που να δημιουργεί αναταράξεις στο όλο σύστημα. Εξωγενή προβλήματα θα μπορούσαν να αποκληθούν οι φυσικές καταστροφές, οι πόλεμοι, οι γεωπολιτικές συγκρούσεις και ο προστατευτισμός. Κρίση θα μπορούσε να υπάρξει λόγω αυτών των εξωγενών παραγόντων [υποστηρίζουν οι συμβατικοί οικονομολόγοι], η οποία θα ξεστράτιζε το σύστημα από το μονοπάτι της ισορροπίας, όμως η ισορροπία είναι πάντα κάτι το εφικτό.
Από μαρξιστικής σκοπιάς, η ισορροπία είναι ασυνήθης κατάσταση. Υπάρχουν πάντα δυνάμεις που μας απομακρύνουν, δυνάμεις εσωτερικές στη δυναμική του συστήματος. Έτσι, η μαρξιστική αντίληψη θα εξέταζε αυτό το ζήτημα με πολύ διαφορετικό τρόπο. Και πάλι, όμως, επανέρχομαι σ΄ αυτό που είπα προηγουμένως, πάντα πρέπει να είναι κανείς προσεκτικός, όταν εξετάζει από τη μαρξιστική σκοπιά το θέμα αυτό, και να μη λέει , "Ιδού η επόμενη κρίση και αυτή θα είναι η τελειωτική”. Αυτό που επιχειρώ στο “Αίνιγμα του Κεφαλαίου” είναι να μιλήσουμε πολύ συγκεκριμένα για το ποια είναι η φύση των εσωτερικών αντιφάσεων του καπιταλισμού και γιατί η λύση της κρίσης της δεκαετίας του 1970 δημιούργησε μια δομή που εμπεριείχε την πιθανότητα δημιουργίας κρίσης του είδους που είδαμε να ξεσπάει γύρω μας τα τελευταία δυο-τρία χρόνια. Αυτό οδηγεί στο μέγα ερώτημα: Τι είδους προσαρμογές είναι πιθανόν να συντελούνται στην καπιταλιστική δυναμική, οι οποίες μπορούν να δημιουργήσουν τα θεμέλια μιας νέας κρίσης στο μέλλον;

*Πιστεύετε ότι η τρέχουσα οικονομική κρίση αποτελεί επίσης κρίση της αστικής νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας;
--Αναμφίβολα, η νομιμοποίηση της νεοφιλελεύθερης θεωρίας αμφισβητείται. Πολλοί, που κάποτε ήταν ακλόνητοι υποστηρικτές της υπόθεσης των αποτελεσματικών αγορών, σήμερα αναγνωρίζουν το λάθος τους. Πολλοί οικονομολόγοι φαίνεται να συναινούν στο ότι, όντως, απαιτούνται πιο δυναμικές μορφές παρέμβασης στην οικονομία, προκειμένου να τερματιστεί η κρίση και να σταθεροποιηθεί το σύστημα. Τα συνήθη νεοφιλελεύθερα επιχειρήματα, τα οποία προβάλλονταν στις δεκαετίες του 1970 και 1980 ως ο τρόπος εξόδου από την κρίση, δεν μπορούν πλέον να χρησιμοποιηθούν – συμπεριλαμβανομένου, βεβαίως, του επιχειρήματος ότι η κρίση οφείλεται στα αρπακτικά συνδικάτα , στους άπληστους εργάτες και συνεπώς η εργασία δεν πρέπει να αμείβεται πολύ. Στην εποχή μας, δεν μπορεί κανείς να υποστηρίξει αυτό το επιχείρημα. Στην πραγματικότητα, το μόνο επιχείρημα που στέκει, ως προς αυτό, είναι πως οι εργαζόμενοι βρίσκονται σε αδυναμία, στις παρούσες περιστάσεις.
Βεβαίως, ιδεολογικά είναι εξαιρετικά δύσκολο να πει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα ή η δεξιά πτέρυγα του Δημοκρατικού ότι η απάντηση είναι να ενισχυθούν και πάλι οι εργαζόμενοι στις παρούσες συνθήκες. Ένα μέρος όπου αρχίζουμε να βλέπουμε σημάδια του τι συμβαίνει είναι ασφαλώς η Κίνα. Για πρώτη φορά  επέτρεψε η κεντρική κινεζική κυβέρνηση να εξελιχθεί μια μεγάλη απεργία που δεν είχε οργανωθεί από τα συνδικάτα που καθοδηγεί το Κομμουνιστικό Κόμμα, αλλά ήταν αυθόρμητη. Είδαμε την απεργία στην εταιρεία Honda, που είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν οι μισθοί κατά 30–40%. Στην εταιρεία Foxconn έγινε σύγκρουση, η οποία οδήγησε στο διπλασιασμό των μισθών. Φαίνεται πως τώρα η κινεζική κυβέρνηση ενισχύει τα δικαιώματα των εργατών, κάτι που δεν βλέπουμε σε όλον τον υπόλοιπο αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο, όπως στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ.

*Με βάση την πρακτική των κυβερνήσεων και των οικονομολόγων του κατεστημένου, τι αντικαθιστά τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία;

--Υπάρχει μια θεωρία του νεοφιλελευθερισμού που στην πραγματικότητα ουδέποτε λειτούργησε. Η Μάργκαρετ Θάτσερ επιχείρησε να την εφαρμόσει και απέτυχε μέσα σε τρία-τέσσερα χρόνια. Υπάρχει επίσης μια πραγματιστική μορφή νεοφιλελευθερισμού, η οποία μονίμως υπερασπίζεται τις ελεύθερες αγορές και την παύση της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία. Στην πράξη, όμως, αυτό σήμαινε υποστήριξη προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Στη μεξικανική κρίση χρέους π.χ., το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ και το αναζωογονημένο ΔΝΤ έσωσαν το Μεξικό, προκειμένου να σώσουν τους τραπεζίτες της Νέας Υόρκης. Εκείνο που συνέβη λοιπόν ήταν η εισαγωγή του ηθικού κινδύνου στο σύστημα. Το βασικό στοιχείο αυτού του τελευταίου είναι ότι σε κάθε περίπτωση αποφασίζεται να διασώζονται τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με κάθε κόστος. Αυτό δεν είναι διόλου συμβατό με τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία. Η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, η καθαρή ιδεολογία, θα έλεγε: “Όπως έστρωσες, θα κοιμηθείς. Αν κάνεις μια κακή επένδυση και χρεοκοπήσεις, τόσο το χειρότερο”. Αυτή τη στιγμή εκείνο που βλέπουμε είναι πως η επίσημη ιδεολογία, που θέλει να κρατήσει το κράτος μακριά από οτιδήποτε, έχει πρόβλημα, εφόσον η πολιτική εξουσία υιοθετεί ανοιχτά την απαίτηση να σωθούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα εις βάρος του πληθυσμού. Φαίνεται ότι διεξάγεται κάποια πάλη γύρω απ΄ αυτό το ζήτημα, επειδή τόσο στα δεξιά όσο και στα αριστερά του πολιτικού φάσματος υπάρχουν άνθρωποι που δεν συμφωνούν μ΄ αυτό.
Όπως το βλέπω αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει η πρόθεση οποιασδήποτε αλλαγής αυτής της θέσης, δηλαδή ότι αυτό είναι που πρέπει να γίνει. Όμως, το πρόβλημα που προκύπτει είναι ότι έτσι μετατοπίζουν την κρίση. Και πάλι, μία από τις θέσεις, που για μένα είναι πολύ σημαντικές, στο “Αίνιγμα του Κεφαλαίου” αφορά το ότι το κεφάλαιο δεν ξεπερνά τις κρισιακές τάσεις του , αλλά τις ανακυκλώνει. Δόθηκε μεν κάποια λύση στο θέμα της τραπεζικής κρίσης, αλλά τώρα προέκυψε η κρίση των κρατικών χρεών, των οικονομικών των κρατών. Το βλέπετε αυτό βεβαίως στη Νότια Ευρώπη, στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία. Δημοσιονομική κρίση υπάρχει και στο εσωτερικό των ΗΠΑ, με τη σοβαρή δυσκολία που έχει η Καλιφόρνια π.χ., η οποία διατηρεί έναν από τους μεγαλύτερους κρατικούς προϋπολογισμούς στον κόσμο. Έτσι, η κρίση μετατοπίστηκε από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στα δημόσια οικονομικά. Υπάρχει λοιπόν ένα μεγάλο ερώτημα, πώς θα αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση, και αυτό είναι το κύριο ζήτημα της ημερήσιας διάταξης τούτη τη στιγμή. Ενώ το περασμένο έτος το ζήτημα ήταν πώς θα σταθεροποιηθούν οι τράπεζες, τώρα είναι πώς θα σταθεροποιηθούν τα δημόσια οικονομικά και αυτό είναι ένα πρόβλημα που δεν πρόκειται να λυθεί εύκολα. Θα απασχολεί τα επόμενα δέκα ή δεκαπέντε χρόνια.
Παράλληλα μ΄ αυτό, όσο επιχειρούν να σταθεροποιήσουν τα δημόσια οικονομικά μέσω της λιτότητας θα διατηρούν υψηλή ανεργία. Αυτό είναι το ζήτημα που εμφανίζεται τώρα, μετατόπισαν την κρίση από τις τράπεζες στα δημόσια οικονομικά και στη συνέχεια στο λαό με τη μορφή της λιτότητας και της ανεργίας. Συνεπώς, το μείζον ερώτημα είναι, πώς θα αντιδράσει ο λαός; Βλέπουμε την αντίδρασή του σε κάποιο βαθμό με τις απεργίες στην Ελλάδα και στην Ισπανία, καθώς και με τον αναβρασμό που υπάρχει στα πανεπιστήμια της Καλιφόρνιας, όπου αρχίζει να οικοδομείται λαϊκή αντίσταση εναντίον του τρόπου με τον οποίο σταθεροποιούνται τα δημόσια οικονομικά εις βάρος του λαού. Βεβαίως, τα δημόσια οικονομικά περιήλθαν σε χαοτική κατάσταση, επειδή σταθεροποίησαν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ένα είδος αλυσιδωτού φαινομένου. Συνεπώς, το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα εξαρτάται κατά τη γνώμη μου από το πώς θα εξελιχθεί ο ταξικός αγώνας. Θα είναι ένας ταξικός αγώνας έναντι ενός κρατικού μηχανισμού και μιας κρατικής εξουσίας που λένε, “Εσείς πρέπει να πληρώσετε το κόστος της κρίσης”, ενώ πολλοί άνθρωποι λένε “Όχι δεν πρέπει να πληρώσουμε εμείς το κόστος της κρίσης. Πρέπει να το πληρώσουν οι τραπεζίτες, οι χρηματιστές και οι ανώτερες τάξεις”, οι περισσότεροι –κάποιοι βέβαια έχουν πληγεί-- από τους οποίους βγήκαν, μέχρι στιγμής, αλώβητοι από την κρίση. Έτσι θα δούμε να εξελίσσεται αυτή η δυναμική του ταξικού αγώνα.


*Όπως αναφέρατε, εδώ, στις ΗΠΑ, και στην Ευρώπη εφαρμόζονται μέτρα λιτότητας. Πιστεύετε ότι αυτά τα μέτρα θα δώσουν λύση στην κρίση;

--Τα μέτρα λιτότητας θα μπορούσαν να βοηθήσουν στο ξεπέρασμα της δημοσιονομικής κρίσης του κράτους, αλλά θα επαναληφθεί αυτό που έγινε με τη δημοσιονομική κρίση που προέκυψε από τη λύση της κρίσης των τραπεζών. Το ερώτημα είναι λοιπόν: Τι είδους κρίση θα προκληθεί απ΄ αυτά τα μέτρα; Κρίση ανεργίας, βεβαίως. Εάν τα κράτη εφαρμόσουν μέτρα λιτότητας –όπως ο Κάμερον στη Βρετανία που μιλά για μεγάλες περικοπές-- αυτά θα προκαλέσουν μεγάλη ανεργία. Στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης το θέμα συζήτησης είναι οι μεγάλες περικοπές του προϋπολογισμού και η μαζική ανεργία που θα προκληθεί στον δημόσιο τομέα. Θα εξαπολυθεί στη συνέχεια ένας μεγάλος αγώνας μεταξύ του κράτους και των συνδικάτων του δημόσιου τομέα ιδίως . Έτσι είναι πιθανόν να δούμε, όπως είδαμε στην Ελλάδα και στην Ισπανία, έναν εκτεταμένο αγώνα, επειδή η κρίση μεταφέρεται σε άλλο χώρο, και αυτό μας επαναφέρει στη θέση μου ότι οι κρίσεις δεν λύνονται, απλά μετατοπίζονται από τη μια σφαίρα στην άλλη.

*Πώς βλέπετε την αντίδραση της Αριστεράς στις περικοπές του προϋπολογισμού και ποιο δρόμο πιστεύετε ότι θα έπρεπε να ακολουθήσει η Αριστερά για να προχωρήσει μπροστά;

--Εξαρτάται από το τι αποκαλείτε Αριστερά. Υπάρχουν πολλές ομαδοποιήσεις στην Αριστερά που δυσανασχετούν μ΄ αυτή την κατάσταση, αλλά δεν βλέπω μια ενιαία ανάλυση της Αριστεράς σχετικά με τη φύση του προβλήματος. Βλέπω πολλά είδη λύσεων και διαφορετικές διατάξεις οργάνωσης. Έτσι νομίζω ότι η Αριστερά δεν αντιδρά με ενιαίο τρόπο. Πιστεύω ότι τώρα, στο βαθμό που η κρίση μετατοπίζεται προς τα συνδικάτα του δημόσιου τομέα, είναι πιθανόν να δούμε πιο κλασικές μορφές ταξικού αγώνα ως αντίδραση έναντι της κατάστασης από ό,τι συνέβη όταν η κρίση έδρευε στο τραπεζικό σύστημα. Αυτό θα οδηγήσει στη σύγκλιση πολλών δυνάμεων της Αριστεράς γύρω από την ιδέα ότι πρέπει να προστατεύσουμε τον πληθυσμό γενικά έναντι των μέτρων λιτότητας που προέρχονται από το κράτος.
Θεωρώ ότι οι αντικειμενικές συνθήκες υπό τις οποίες εξελίσσεται η κρίση είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε πιο ενοποιημένη πολιτική μέσα στην Αριστερά, ωστόσο υπάρχουν πολλές διαφορετικές ομαδοποιήσεις. Μερικές φορές μπλέκω σε μπελάδες που το λέω αυτό, αλλά επί παραδείγματι ο αναρχικός αυτονομιστικός χώρος δεν θέλει να πάρει την κρατική εξουσία και δεν πιστεύει στην κατάληψη της κρατικής εξουσίας, αν και τώρα σημειώνονται κάποιες μετατοπίσεις μεταξύ των σημαντικών θεωρητικών αυτού του χώρου. Θεώρησα ενδιαφέρον στοιχείο το ότι στο τελευταίο βιβλίο τους οι Χαρντ και Νέγκρι δεν εξέφρασαν αντίθεση στην κατάληψη της κρατικής εξουσίας, κάτι πολύ ασυνήθιστο γι΄ αυτό το χώρο, έτσι ίσως αυτή η ιδέα μπορεί να μεταβληθεί. Πιστεύω ότι οι κλασικοί αριστεροί σχηματισμοί, και δεν μιλώ για τη σοσιαλδημοκρατία, μιλώ κυρίως για τους μαρξιστικούς και κομμουνιστικούς σχηματισμούς, έχουν πρόβλημα. Θα το παρουσιάσω εδώ χονδροειδώς. Δεν πιστεύω ότι φέρνει αποτελέσματα η ιδέα τους για τον εργοστασιακό εργάτη ως τον πρωτοπόρο προλετάριο που θα κάνει την επανάσταση. Δεν πιστεύω πραγματικά ότι αυτή η ιδέα απέδωσε ποτέ πολύ καλά αποτελέσματα. Πρέπει κανείς να διαμορφώσει μια ευρύτερη έννοια συμμαχίας δυνάμεων εντός της οποίας το συμβατικό προλεταριάτο αποτελεί σημαντικό στοιχείο, αλλά όχι αναγκαία ένα στοιχείο που παίζει ρόλο ηγεσίας.
Μια δομή ηγεσίας πρέπει να αναπτυχθεί γύρω από όλους τους ανθρώπους που συμμετέχουν. Επί παραδείγματι, ένας από τομείς ενδιαφερόντων μου θα ήταν εκείνοι οι άνθρωποι που εμπλέκονται στη δημιουργία της αστικοποίησης, οι άνθρωποι που δημιουργούν πόλεις και οι άνθρωποι που παράγουν τη ζωή της πόλης. Τούτη τη στιγμή, στο βαθμό που ο αγώνας θα διεξαχθεί πιθανώς ανάμεσα στους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα και στον κρατικό μηχανισμό, θα είναι μια ειδική μορφή αγώνα που δεν βασίζεται στα εργοστάσια. Τα συνδικάτα των καθηγητών και αυτού του είδους οι ομάδες πιθανώς θα ωθηθούν να αναλάβουν έναν πιο πρωτοποριακό ρόλο. Νομίζω λοιπόν ότι οι αριστερές οργανώσεις χρειάζεται να αναρωτηθούν ποιοι θα παίξουν, πιθανώς, το ρόλο της πρωτοπορίας στην τρέχουσα κατάσταση και τι πολιτική θα έπρεπε να διαμορφωθεί σε σχέση με τις κυβερνήσεις των Πολιτειών, όπως και με τις εταιρείες.

*Ο μαρξισμός πάντα είχε να κάνει τόσο με την εξήγηση όσο και με την αλλαγή της κοινωνίας. Ποιος, κατά τη γνώμη σας, είναι ο ρόλος που πρέπει να παίξει ο μαρξισμός στην οικοδόμηση μιας νέας αντίστασης με στόχο το μετασχηματισμό της κοινωνίας;

--Θεωρώ ότι παίζει βασικό ρόλο. Από τη δική μου οπτική γωνία, η αποτυχία των άλλων μορφών κατανόησης της πολιτικής οικονομίας είναι πλέον τόσο φανερή που υπάρχει σήμερα η δυνατότητα να προωθηθεί πραγματικά σθεναρά μια πιο σαφής μαρξική αντίληψη για το πώς λειτουργεί η πολιτική οικονομία, συνεπώς θεωρώ ότι σ΄ αυτό το επίπεδο κριτικής ο μαρξισμός έχει να παίξει πολύ σημαντικό ρόλο. Πιστεύω επίσης ότι η ιστορία του μαρξισμού και η εποικοδομητική πλευρά του αποτελούν συλλογική μνήμη  που μπορεί να ανασυρθεί πολιτικά, και πρέπει να το πούμε ευθέως: ο βαθμός του βιοτικού επιπέδου που είχαμε επιτύχει τη δεκαετία του 1970 σχετιζόταν με τη δυναμική του ταξικού αγώνα όπως εξελίχθηκε μετά το 1917, ακόμη και σ΄ αυτή τη χώρα [τις ΗΠΑ] κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930. Λέγεται από κάποιους ότι ο μαρξισμός απέτυχε – ε, λοιπόν, δεν απέτυχε. Στην πραγματικότητα έπαιξε πολύ εποικοδομητικό ρόλο. Ταυτόχρονα, όσοι κινούμαστε στο πλαίσιο του μαρξισμού οφείλουμε επίσης να κοιτάξουμε πίσω και να είμαστε πολύ επικριτικοί σε αυτές που θεωρούμε πολύ συντηρητικές, μάλλον δογματικές αντιλήψεις για τον κόσμο.
Επί παραδείγματι, δεν μπορούμε να ανατρέχουμε και να παραθέτουμε τον Λένιν σαν να είναι αυτό μια λύση, κατά κάποιον τρόπο. Ο καλός μαρξιστής αυτό που κάνει είναι να εξετάζει τη συμβατική κατάσταση και να την αναλύει συνεχώς, δοθείσης της μεθόδου του Μαρξ [που τον  προτρέπει] να προσπαθεί και να κατανοεί τη δυναμική της κατάστασης και συνεπώς να παρεμβαίνει με τρόπο που να οδηγεί την κοινωνία σε πιο δημοκρατικές και εξισωτικές λύσεις και τελικά σε λύσεις που είναι εντελώς αντικαπιταλιστικές. Πιστεύω ότι ο μαρξισμός ως επαναστατική θεωρία και ως επαναστατική πράξη έχει να διδάξει πολλά. Υπάρχει μια θαυμάσια ιστορική καταγραφή, αλλά πρέπει να προσεγγίσουμε με κριτικό τρόπο το τι κάναμε λάθος και τι σωστά, και γι΄ αυτό πιστεύω ότι τούτη η στιγμή είναι εξαιρετική για να παρουσιάσουμε ξανά , αν θέλετε, τη μαρξική επιχειρηματολογία, νομίζω μάλιστα ότι πολύ περισσότερος κόσμος είναι πρόθυμος να ακούσει. Υπάρχει μια πολύ ενδιαφέρουσα δημοσκόπηση του Pew Research Center που αναφέρει ότι μόνο το 43% των ανθρώπων της χώρας πιστεύει πραγματικά ότι ο καπιταλισμός είναι καλός και νομίζω ότι ειδικά ανάμεσα στη νεότερη ηλικιακά ομάδα , των 18-30 ετών, το 43% πιστεύει ότι ο σοσιαλισμός ήταν καλύτερος. Έτσι, ακόμη και σ΄ αυτή τη χώρα, οι όμοιοι του Γκλεν Μπεκ [δεξιός θρησκευόμενος λαϊκιστής, επιχειρηματίας των MME, που τον έχει φέρει στον κοινωνικό αφρό το ακραία συντηρητικό κίνημα του Tea Party] έχουν αναστατωθεί ακριβώς εξαιτίας μιας αθόρυβης, αλλά δραστικής μεταβολής στον τρόπο του σκέπτεσθαι, μιας μεταβολής που βρίσκεται υπό εξέλιξη, και αυτό μπορούμε να το υποστηρίξουμε με επιχειρήματα. Η δική μου συμβολή ήταν να γράψω το “Αίνιγμα του Κεφαλαίου” που είναι προσιτό στον κόσμο, έτσι ώστε μπορεί να σχηματίσει μια αντίληψη για το ποια είναι η μαρξική επιχειρηματολογία, χωρίς να είναι πολύ δογματικό ή αλαζονικό σχετικά μ΄ αυτή. Αυτή πιστεύω ότι είναι η κατάστασή μας τούτη τη συγκεκριμένη στιγμή.

Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2010

Η μνημονιακή κατάσταση, η μεσαία τάξη και η... μαθητευόμενη (;) ριζοσπαστική αριστερά


24/09/2010  ΑΥΓΗ


Του Βαγγέλη Πιλάλη*


Η κατάσταση της χώρας σε όλα τα επίπεδα είναι ναρκοθετημένη. Η οικονομική και πολιτική ελίτ δεν έχει αντιληφθεί ότι η διέξοδος αυτήν την φορά δεν περνά μέσα από τις εν πολλοίς πατενταρισμένες και διαφοροποιημένες μεταπολιτευτικές στρατηγικές απόσπασης συναίνεσης των δύο κομμάτων εξουσίας και των περιστασιακών δορυφόρων ή συμμάχων τους (δικομματισμός, επιλεκτική «κάθαρση», κεντροαριστερά, κεντροδεξιά, εκσυγχρονισμός, τεχνοκρατικός ευρωπαϊκός προσανατολισμός, «υπεύθυνη» εθνική ρητορεία, αναδιανεμητικός λαϊκισμός, εξαρτημένος καπιταλισμός κ.λπ.). Επίσης η διέξοδος δεν βρίσκεται στο διπλωματικό σλάλομ του πρωθυπουργού που επιχειρεί άμεσα να αναπροσανατολίσει τις διεθνείς συμμαχίες της χώρας με αμφιβόλου ποιότητας μυστικές συμφωνίες και ανταλλάγματα.
Η απευθείας πρόσδεση της τύχης της χώρας με τις κατευθύνσεις της τρόικας και του σχετικού Μνημονίου είναι ολέθριο πολιτικό λάθος που οδηγεί την ελληνική οικονομία με μαθηματική ακρίβεια στην οριστική χρεωκοπία και στην παραγόμενη εξ αυτής απώλεια εθνικής κυριαρχίας. Οι μόνοι ωφελημένοι από αυτήν τη «νέα τάξη πραγμάτων» θα είναι οι διεθνείς δανειστές και μερικοί εγχώριοι φίλοι τους (κυρίως μερίδες του τραπεζικού κεφαλαίου που πιθανά να καταφέρουν να διασωθούν τελευταία στιγμή). Οι υποτελείς τάξεις και ιδιαίτερα η μεσαία τάξη όχι μόνο δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από αυτό το υποτιθέμενο «νοικοκύρεμα» των δημοσιονομικών της χώρας αλλά αντίθετα θα συνθλιβούν. Είναι αμφίβολο αν θα καταφέρουν να διατηρήσουν υπό τον πλήρη έλεγχό τους τις επιχειρήσεις τους ακόμα και σημαντικές μερίδες της κρατικοδίαιτης ελληνικής αστικής τάξης.
Η αριστερά μπροστά σε αυτήν την κατάσταση δεν μπορεί να ομφαλοσκοπεί, να πειραματίζεται, να διασπάται, να «τακτικίζει» χωρίς αρχές. Ότι πιο πλούσιο και βαρύ διαθέτει στον προγραμματικό της καμβά, ότι πιο αιχμηρό διαθέτει στην ιδεολογική της φαρέτρα, ότι πιο έμπειρο και μάχιμο υπάρχει στο πολιτικό της προσωπικό πρέπει να αξιοποιηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Κανονικά αυτό το διάστημα η αριστερά θα έπρεπε να δώσει το σήμα της μεγαλύτερης δυνατής ενότητας της ώστε να εγκολπώσει αποτελεσματικά τη διάχυτη, χαμένη προοδευτικότητα του λαϊκού κόσμου του ΠΑΣΟΚ αλλά και τη γενικότερη κοινωνική δυσαρέσκεια που προσανατολίζεται στην αποχή.
Δυστυχώς η ηγεσία της ανανεωτικής-ριζοσπαστικής αριστεράς τα τελευταία 2 χρόνια έχει βυθισθεί στις εκλογικίστικες και επικοινωνιακές πλάνες της. Πότε συμπεριφέρεται σαν τον αλαζόνα τηλεμάγειρα... Έκτορα Μποτρίνι (που η αλήθεια είναι ότι είναι χαρισματικός) και πότε σαν τον γκαφατζή ήρωα του παιδικού παραμυθιού του Γκαίτε... του μαθητευόμενου μάγου (που η αλήθεια είναι ότι είναι συμπαθής).
Η κοινωνία όμως σήμερα για να αποκτήσει ξανά μακροχρόνιους δεσμούς εμπιστοσύνης και ανάληψης κινδύνου κοινωνικής αλλαγής με την όποια αριστερά χρειάζεται: έμπειρη και αποτελεσματική ηγεσία, ρεαλιστικό πολιτικό και προγραμματικό σχέδιο στη δυσμενή μνημονιακή συγκυρία, κινηματικά πειστήρια συνέπειας και συνέχειας... και σοσιαλιστικό πρόταγμα!
Τα έχουμε; Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα με τον ΣΥΡΙΖΑ και τις συλλογικές διαδικασίες του αναβαθμισμένες αποδείχτηκε ότι εν μέρει τα είχαμε... και έμενε να τα καλλιεργήσουμε ακόμα περισσότερο. Μετά όμως... όταν το παιχνίδι μετατοπίστηκε από τη διαπάλη με όρους ιδεολογικής - προγραμματικής ηγεμονίας και συλλογικής σύνθεσης σε διαπάλη μηχανισμών με όρους κυριαρχίας και κάθετων ψευτο-διαχωριστικών γραμμών... όλα τελείωσαν.
Υπάρχουν βαριές ευθύνες για αυτές τις ρηχές επιλογές... κυρίως εντός Συν και από πολλές πλευρές. Η 7 Νοεμβρίου όμως δεν πρέπει να αναδείξει νικητές και ηττημένους... ηττημένοι θα είμαστε έτσι και αλλιώς όλοι... όσοι πραγματικά πιστεύαμε στην ανασύνθεση της ριζοσπαστικής αριστεράς μπολιασμένη από τις σύγχρονες κοινωνικές διεργασίες και τις νέες ταξικές αντιθέσεις.
Τώρα το ότι δεν θα υπάρξουν πραγματικοί νικητές αλλά μόνο επίπλαστοι για εσωτερική κατανάλωση... δεν πρέπει να μας παρηγορεί γιατί βρισκόμαστε σε μια έκτακτη ιστορική κατάσταση που τα οργανωτικά, οικονομικά και πολιτικά κεκτημένα δεν αρκούν ούτε για το επόμενο τρίμηνο... γιατί και οι βουλευτικές εκλογές πλησιάζουν... αν δεν είναι ante portas!!!

* Ο Βαγγέλης Πιλάλης είναι μέλος ΚΠΕ ΣΥΝ

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

ΔΕΝ ΔΙΟΡΙΖΟΥΜΕ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ…



(ΑΥΓΗ, 8.9.2010)

ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΒΩΒΟΥ  



Το τελευταίο διάστημα παρακολουθούμε τις θλιβερές εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Κοινός παρονομαστής όλων των πλευρών είναι η καταδίκη του Μνημονίου και ένα ψηφοδέλτιο μέσω του οποίου αυτή μπορεί να εκφραστεί μαζικά. Στην ουσία συγκρούονται 2 ή 3 λογικές. Η μία λέει ότι ικανά ρήγματα στην πολιτική της κυβέρνησης δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς τη συνεργασία με δυνάμεις που αποδεσμεύονται από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ. Η δεύτερη θεωρεί ότι η αριστερά με έναν αριστερό αντισυστημικό λόγο μπορεί να εκφράσει και τη δυσαρέσκεια του κόσμου του ΠΑΣΟΚ και η τρίτη που λόγω των εξελίξεων προτάσσει μια υποψηφιότητα που εγγυάται την ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ.
Στην αγαθή τους εκδοχή αυτές οι διαφορές απόψεων εκφράζουν διαφορετική ανάγνωση και των συνθηκών αλλά και της κοινωνικής μηχανικής που μεταβάλλει συσχετισμούς. Στην ουσία μια διαφορετική αντίληψη για το πώς αλλάζουν τα πράγματα.
Η πρώτη αναζητά τα διαδοχικά βήματα, ενώ η δεύτερη βρίσκεται πιο κοντά στη λογική της εφόδου στη βάση ενός καλού προγράμματος. Η τρίτη λόγω των εσωτερικών αδυναμιών μεταθέτει το ζήτημα για αργότερα. Και οι τρεις αυτές προσεγγίσεις, όπως και αν τις επενδύει κανείς, είναι γνωστές παλαιόθεν στην αριστερά.
Στην πραγματικότητα οι εργαζόμενοι κάθε φορά, αρπάζουν το πιο πρόσφορο και ελπιδοφόρο εργαλείο που τους παρέχει η συγκυρία για να αμυνθούν και να εκφράσουν τις προσδοκίες τους. Η κυριαρχία του δικομματισμού τα τελευταία 35 χρόνια κάτι θα έπρεπε να μας έχει διδάξει. Δεν είναι απλά μια συνωμοσία.
Ελάχιστοι από τους εργαζόμενους που φιλοδοξεί να εκπροσωπεί η αριστερά ψηφίζουν με ιδεολογικό κριτήριο. Αυτό το κάνει μόνο ένα μικρό συνειδητό κομμάτι τους που είναι έτοιμο να ψηφίσει ακόμα και κόντρα στα άμεσα συμφέροντα του προκειμένου να στηρίξει την ελπίδα του για ένα καλύτερο μακρινό μέλλον. Σε περίπτωση που οι ιστορικές συγκυρίες το επιτρέψουν, πράγματι μπορεί να υπάρξουν μαζικές μετατοπίσεις προς τα αριστερά. Αυτές όμως δεν συμβαίνουν στις εκλογές. Εκεί απλώς καταγράφονται. Η άποψη ότι στις τρέχουσες συνθήκες αυτό που λείπει είναι ο ριζοσπαστικός λόγος και το πρόσωπο για να γίνει ένα εκλογικό θαύμα είναι -στην ευγενική εκδοχή- ρηχή.
Δεν χρειάζεται να πάει κανείς μακριά από την αριστερά για να διαπιστώσει πως και γιατί μπορούν να υπάρξουν μετατοπίσεις και προς τα που. Οι κοινωνικοί-ταξικοί λόγοι είναι αυτοί που περιγράφηκαν. Το πιο πρόσφορο εργαλείο.
Πολιτικά όμως ο κόσμος για να μετακινηθεί από έναν χώρο σε άλλον θα πρέπει πρώτα να αρνηθεί τον ίδιο του τον εαυτό όπως υπήρξε. Οι αριστεροί άνθρωποι δείχνουν πόσο πιθανό είναι να συμβεί αυτό. Άλλοι υπερασπίζονται πολιτικές που καταλαβαίνουν ότι είναι εγκληματικές μία ολόκληρη ζωή. Άλλοι προτιμάνε να πάνε σπίτι τους παρά σε κάποιον άλλο χώρο της αριστεράς. Λίγοι, ελάχιστοι μεταπηδούν σε άλλους χώρους. Αντιθέτως όλες οι μεγάλες μετατοπίσεις, που άλλαξαν το σκηνικό προϋπέθεταν διαδοχικά βήματα και συνεργασίες. Μεγάλες υποχωρήσεις, δυσκολίες και πολιτικό ρίσκο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η δημιουργία του Συνασπισμού. Η συνάντηση έγινε γιατί κανείς δεν χρειάστηκε να προσχωρήσει στον άλλο ακυρώνοντας τον εαυτό του, τον οποίο όμως μόλις εγκατέλειπε!
Ειδικά σήμερα και με την εικόνα που παρουσιάζει ο χώρος μας, έχει κανείς την αυταπάτη ότι θα μπορέσει είτε για κοινωνικούς λόγους, είτε για πολιτικούς να γίνει στοιχειωδώς πόλος έλξης για απλό κόσμο, ή κόσμο που αποδεσμεύεται από το ΠΑΣΟΚ; Ή ότι αυτό είναι απλώς ζήτημα ριζοσπαστικού λόγου και προσώπου; Αντιθέτως και εάν πράγματι θέλουμε να στεναχωρήσουμε την τρόικα και την κυβέρνηση και να στείλουμε μήνυμα ελπίδας στους Ευρωπαίους συνάδελφους μας, οφείλουμε να προτείνουμε στους εργαζόμενους το πιο διαθέσιμο μαζικό εργαλείο έκφρασης. Και αυτό δεν μπορεί να περιέχει το αυτοϊκανοποιητικό “εμείς τα λέγαμε”. Αντιθέτως πρέπει να δίνει τη δυνατότητα όχι μόνο στον κόσμο της αριστεράς, αλλά και στους απλούς εργαζόμενους και όσους έχουν μια ιστορία στήριξης του ΠΑΣΟΚ να εκφραστούν χωρίς να χρειάζεται να αυτομαστιγωθούν. Να συμμαχήσουν μαζί μας, διατηρώντας την αξιοπρέπεια τους, όσες ενστάσεις και αν μπορεί να έχουμε εμείς. Άλλωστε και εμείς έχουμε να μάθουμε. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει συμμαχώντας με κάποιους φανταστικούς άσπιλους ΠΑΣΟΚους ούτε να υποδυθούμε εμείς την καλή 3η του Σεπτέμβρη. Μέτα από 30 χρόνια εξουσίας, δεν υπάρχει μεσαίο στέλεχος ή συνδικαλιστής που να μην έχει και τις μελανές του σελίδες. Κι εμείς άλλωστε περιστερές δεν είμαστε. Και τέλος πάντων αν εμείς μαθαίναμε την επιτυχία ενός αντι-ΔΝΤ προοδευτικού ψηφοδελτίου π.χ. στην Ουγγαρία θα βγάζαμε τι μεζούρες να δούμε πόσο αριστερό ήταν ή θα είχαμε ένα επιπλέον επιχείρημα;
Εδώ πια έχει κανείς να διαλέξει ανάμεσα στο μείζον και το ελάσσων. Αν προτάσσει την απάντηση στο Μνημόνιο, ή την ασφάλεια ότι δεν θα απολογηθεί για τίποτα ύποπτο κρατώντας το μέτωπο του καθαρό. Αν θα δώσει διέξοδο στο κομμάτι της κοινωνίας που θέλει να στείλει μήνυμα κατά του Μνημονίου ή θα επιμείνει σε όλες αυτές τις δικλείδες που θα προστατέψουν την αριστερά από ρίσκα αλλά και δυστυχώς και τον Παπανδρέου από ήττα. Το πώς μπορεί να διαχειριστεί και να ελαχιστοποιήσει κανείς τις επισφάλειες μιας τέτοιας συμμαχίας και τι θα κάνει την επόμενη μέρα, είναι μια σοβαρή συζήτηση που δεν αναιρεί όμως την ανάγκη να κάνει το βήμα.

* Ο Παναγιώτης Βωβός είναι τεχνικός τύπου, μέλος της ΚΠΕ

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

Όχι ονόματα

Φόβος, από http://www.shadow-puppets.com/shadow-puppet-14.html

του Κ. Καναβούρη, από την ΑΥΓΗ, 19/09/2010

Ας μην μπλέξουμε με τα ονόματα, γιατί ο κατάλογος είναι τόσο μακρύς και τόσο λαβυρινθώδης ώστε το πράγμα καταντά άνευ ουσίας και άνευ νοήματος. Και αυτό ακριβώς είναι το πεδίο της απέραντης λύπης: ότι το πράγμα έχει καταντήσει να είναι άνευ ουσίας και άνευ νοήματος. Αυτό ακριβώς είναι το απέραντο πεδίο της κατάντιας: η χώρα οδεύει πλησίστια προς την ολοσχερή καταστροφή, βυθιζόμενη ολοένα και περισσότερο στην καταισχύνη της καταστρεμμένης της υπόστασης. Η χώρα σχεδόν δεν υφίσταται, σχεδόν είναι μια χώρα - σημαία, και μάλιστα σημαία ευκαιρίας, και δεν υπάρχει κανένας συνεκτικός δεσμός που θα μπορούσε (έστω για την τιμή των όπλων, ή μάλλον για την καθημαγμένη τιμή των όπλων από κάθε λογής προδότες) να συντελέσει έτσι ώστε να δοθεί μια μάχη μέχρις εσχάτων, που λέγανε και τα βιβλία κάποτε, τότε που άρχιζε η καταστροφή υπό τους ήχους παιάνων, εμβατηρίων και κρότων του μυστικού χρυσίου που έρεε άφθονο προς τις συνειδήσεις και τις βαράθρωνε.

Χρόνια, πολλά χρόνια έγινε αυτό, με πολλούς τρόπους, πολλές μεθόδους και σε πολλά επίπεδα. Δεν ήταν εύκολη η καταστροφή. Χρειάστηκε πολύς κόπος. Και από αυτούς που κατέστρεφαν και από αυτούς που προσπάθησαν (ή που νόμισαν ότι προσπάθησαν) να αντισταθούν, άλλοτε με επιτυχία και τις περισσότερες φορές αποτυχημένα. Τι λέω "πολύς κόπος"; Χρειάστηκε λυσσαλέα προσπάθεια για να καταντήσουμε σ' αυτή την κατάσταση. Σ' αυτήν την αισχρότατη κατάσταση, ώστε ακόμα και οι καταστρέφοντες (και καταστρέψαντες, βεβαίως) να μην έχουν την παραμικρή ικμάδα δύναμης ώστε να καλύψουν τις πομπές τους. Αλλά και οι κατεστραμμένοι να είναι τόσο αλλοτριωμένοι στην καλύτερη περίπτωση και τόσο βυθισμένοι μέσα στην απαλλοτρίωση της ύπαρξής τους, για λίγα γραμμάρια δανεισμένων προσχημάτων στη χειρότερη, ώστε να μην έχουν ούτε ίχνος φαντασίας στην καλύτερη περίπτωση ώστε να ανασχεδιάσουν τα ράκη της οργής τους και στη χειρότερη περίπτωση να μην έχουν ούτε ίχνος αξιοπρέπειας για να παραδεχτούν την ντροπή του παρόντος βίου τους. Ας το πάρουμε απόφαση: η Ελλάδα σήμερα είναι μια ρημαγμένη χώρα, βυθισμένη στη χαμέρπεια και στην υποταγή. Χωρίς όνειρο. Μόνο με σπάταλη ασυνειδησία της ζωής που της δόθηκε. Με ασήμαντες χαρές, χαμηλόθωρες λύπες, άγρια εξατομικευμένη οργή του ενός εναντίον του άλλου, χυδαία ταξική συνείδηση με πλήρη απουσία κοινωνικής τοιαύτης και βαθιά πανικόβλητη αρπακτικότητα.

Η Ελλάδα, ας το πάρουμε απόφαση, μήπως και μπορέσουμε κάπως να ανασηκωθούμε (αφήνοντας τις αναπεπταμένες σημαίες και την παχυστομία των ελπίδων κατά μέρος) είναι σήμερα μια κατεστραμμένη χώρα. Κι ας μη γελιόμαστε: το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν ήρθε για να καταστρέψει την Ελλάδα. Ήρθε για να κερδίσει όσα περισσότερα μπορεί από την καταστροφή. Και επειδή αυτού του είδους οι οργανισμοί δεν παίζουν με το μέλλον τους, δηλαδή με τα κέρδη τα οποία αποτελούν και τον λόγο της ύπαρξής τους, ας είμαστε ειλικρινείς: Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν ήρθε για να κερδίσει όσα περισσότερα μπορεί. Ήρθε για να κερδίσει τα πάντα. Για την ακρίβεια: ήρθε επειδή ξέρει ότι μπορεί να κερδίσει τα πάντα. Και θα τα κερδίσει. Όλα τα υπόλοιπα είναι για να παίζουνε πεντόβολα την καταισχύνη οι εξεταστικές επιτροπές, για να λέει ηλιθιότητες ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, για να εκστομίζει χυδαιότητες ο Πάγκαλος, για να φτύνει κατάμουτρα τον πρώην πρωθυπουργό μια συμβολαιογράφος (τον ίδιο Κ. Καραμανλή που ως πρωθυπουργός δεν είχε βγάλει άχνα όταν αποδείχτηκε ότι του παρακολουθούν το σπίτι) κι εκείνος να βάζει τρίτους να ψελλίσουν ότι τον φτύσανε, καθώς και για να μάρνονται τέσσερα υπουργεία (εδώ ταιριάζει το "γαμώ τα υπουργεία σας") για το ποιο θα πάρει την πολύφερνη νύφη τη χιλιοπαινεμένη που ονομάζεται "Ενέργεια". Δηλαδή τη δίδυμη αδελφή της "Ανάπτυξης". Διότι, σου λέει, άλλο να την πάρει ένας Χρυσοχοΐδης και εντελώς διαφορετικό να την έχει μια Μπιρμπίλη. Χαώδης η διαφορά, σου λέει. Σου λέει να κλαίει.

Αλλά είπαμε. Ας μην μπερδευτούμε με τα ονόματα και τις περιπτώσεις, γιατί δεν θα έχουμε τελειωμό. Άλλωστε είμαστε τόσο ξεθεωμένοι από την κούραση που δεν έχουμε το κουράγιο να κουνήσουμε ούτε το δαχτυλάκι μας ή να σκεφτούμε για ένα δευτερόλεπτο κάτι που θα μπορούσε να είναι ίχνος εμποδίου στην καταστροφή. Ας μην πούμε ονόματα, λοιπόν. Γιατί τότε θα πρέπει να πούμε ονόματα και από την αριστερά. Και αυτό είναι εξαιρετικά οδυνηρό. Ξεπερνάει τα όρια της οργής αυτό το συνονθύλευμα που σήμερα τολμάει να αποκαλείται αριστερά. Αυτός ο εσμός από τσαρλατάνους, μάγους, αρχηγίσκους, αυτόκλητους σωτήρες, αγωνιστές των κομματικών γραφείων, άεργους τύποις και ουσία και διάφορα άλλα είδη χλωρίδας και πανίδας, τα οποία έχουν αναπτυχθεί στη στρεβλή θαλπωρή του παρελθόντος και ενδιαιτώνται τρώγοντας το ένα τις σάρκες του άλλου. Αυτό το πράγμα δεν είναι αριστερά. Από τη δογματική μέχρι την αδογμάτιστη. Από την ανανεωτική μέχρι την κινηματική. Δεν είναι αριστερά αυτά τα συγκρουόμενα αυτοκινητάκια λες κι ο κόσμος είναι λούνα παρκ. Αυτή η σωτηρολογική αφασία την ώρα που οργιάζει το σφαγείο δεν είναι αριστερά. Αλλά φαίνεται ότι είμαστε τόσο βαθιά κουρασμένοι ώστε να μην απαιτούμε μια αληθινή αριστερά. Γιατί, αν δεν είμασταν, θα μας είχε πάρει ο διάολος τον πατέρα, σύντροφοι. Συνεπώς, το ότι είσαστε αυτοί που είσαστε, όπως κι εμείς, είναι το απόλυτο κέρδος του συστήματος.

Καληνύχτα και καλή τύχη.

Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2010

Κρίσιμα ερωτήματα ζητούν απάντηση για τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ

Γρανάζια, με άδεια GNU Free Documentation License, Version 1.2, από Wikipedia

18/09/2010  ΑΥΓΗ

του Γιάννη Τόλιου

Η κρίση στο «συμμαχικό σχήμα» του ΣΥΡΙΖΑ αφορά όλες τις συνιστώσες. Ευθύνες υπάρχουν σχεδόν σε όλες τις πλευρές και πρώτα απ’ όλα στον ΣΥΝ, τη μεγαλύτερη συνιστώσα, που δεν κατάφερε να αποτρέψει την κάθοδο δύο ψηφοδελτίων στην Περιφέρεια Αττικής. Μεγάλες είναι επίσης και οι ευθύνες του πρώην προέδρου του ΣΥΝ και της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ Α. Αλαβάνου, που παρά, τον θετικό ρόλο την περίοδο 2004-2008, τα τελευταία δύο χρόνια συνέβαλε με τη στάση του στις αρνητικές εξελίξεις.
Πού ακριβώς επικεντρώνονται οι ευθύνες της ηγεσίας του ΣΥΝ; Πολύ συνοπτικά σε λαθεμένες πολιτικές θεωρήσεις και σεχταριστικές πρακτικές. Ειδικότερα η εμμονή της να τοποθετήσει επικεφαλής του ψηφοδελτίου Περιφέρειας Αττικής πρόσωπο προερχόμενο από το ΠΑΣΟΚ για να εκφράσει τάχα τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του δείχνει τουλάχιστον «πολιτικό κόμπλεξ» (απουσία πολιτικής αυτοπεποίθησης), διότι θεωρεί ότι καταξιωμένοι αγωνιστές της αριστεράς (σε πολιτικό ή κοινωνικό επίπεδο) δεν μπορούν να εκφράσουν αυτόν τον κόσμο. Πρόκειται για αναγωγή ενός ζητήματος τακτικής σε ζήτημα στρατηγικής.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι αγωνιστές προερχόμενοι από τον ευρύτερο «σοσιαλιστικό χώρο», που έχουν διαχωρίσει «ξεκάθαρα» τη θέση τους πολιτικά και οργανωτικά σε αντιλαϊκές επιλογές, δεν μπορούν να αναδειχτούν υποψήφιοι της Αριστεράς. Μια τέτοια περίπτωση ήταν ο Μανόλης Δρεττάκης, που τίμησε την αριστερά και τιμήθηκε από την αριστερά.
Δυστυχώς η εμμονή της ηγεσίας του ΣΥΝ σε έναν υποψήφιο που μέχρι την τελευταία στιγμή κρατιόταν «πεισματικά» από την κομματική του θέση και διαπραγματευόταν παράλληλα τη συμμετοχή του σε άλλο συνδυασμό φιλοπασοκικής έμπνευσης δεν μπορεί να πείσει κανέναν για την ορθότητα της επιλογής. Αλήθεια, άξιζε να διχαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ, τη στιγμή που όλες σχεδόν οι συνιστώσες, όπως και μεγάλο κομμάτι του ΣΥΝ και η Νεολαία, ήταν ενάντια σε αυτήν την επιλογή;
Από την άλλη η ηγεσία του ΣΥΝ δεν έκρινε κατάλληλη την υποψηφιότητα μιας καταξιωμένης αριστερής αγωνίστριας, της Ν. Βαλαβάνη, που προτάθηκε από τις γυναίκες του ΣΥΡΙΖΑ (σ. Φραγκιαδάκη), έγινε δεκτή από όλες τις συνιστώσες και τον Α.Αλαβάνο (αποτρέποντας την κάθοδο του), καθώς από μεγάλο τμήμα του κόμματος (Αριστερό Ρεύμα).
Ο ισχυρισμός ότι το «πολιτικό σχέδιο» του ΣΥΝ δεν μπορούσε να εξυπηρετηθεί με την υποψηφιότητα της Ν. Βαλαβάνη, ούτε με αυτήν του Α. Αλαβάνου, είναι έωλος και παραπειστικός. Αν ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΝ δεν υπηρετούσε το πολιτικό σχέδιο στην Περιφέρεια Αττικής, μπορούσε να το υπηρετήσει στον Δήμο Αθήνας; Εν τέλει σε τι διαφέρει το «πολιτικό σχέδιο» της ηγεσίας του ΣΥΝ από αυτό της «Ανανεωτικής Πτέρυγας», που έθετε ως όρο στο Έκτακτο Συνέδριο για την παραμονή στο κόμμα τον απεγκλωβισμό από ΣΥΡΙΖΑ και την επιδίωξη συνεργασίας με τις δυνάμεις του «σοσιαλιστικού χώρου»;
Προβλήθηκε επίσης η άποψη ότι στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν «ανταγωνιστικά πολιτικά σχέδια». Οι επιλογές του ΣΥΝ έχουν χαρακτήρα «ανταγωνιστικού σχεδίου» απέναντι στις άλλες συνιστώσες; Άραγε με τέτοιες θεωρήσεις μπορεί να κρατηθεί μια πολιτική συμμαχία; Θεωρώ ότι όλες οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, ως αυτοτελείς πολιτικές οργανώσεις, έχουν τα δικά τους ιδιαίτερα «ανταγωνιστικά σχέδια», όπως κι ο ΣΥΝ. Όμως ταυτόχρονα έχουν συμφωνήσει την «κοινή δράση» σε αυτά που συμφωνούν.
Ποιες ήταν οι πολιτικές διαφορές που προέκυψαν, μετά το Έκτακτο Συνέδριο και την Πανελλαδική Συντονιστική Επιτροπή ΣΥΡΙΖΑ (Ιούλιος 2010), που έκαναν αδύνατη την ενιαία κάθοδο στην Περιφέρεια Αττικής; Εξυπηρετούν την «πολιτική συμμαχιών» και την υπόθεση της κοινής δράσης της αριστεράς τέτοιες «σεχταριστικές» λογικές;
Λέγεται ότι δεν υπάρχει θέμα προσωπικής αντιδικίας Αλαβάνου - Τσίπρα και ότι τα ζητήματα είναι πολιτικά. Αν είναι έτσι, και εύχομαι να είναι, ποιες είναι οι πολιτικές διαφωνίες; Ποιες συγκεκριμένες πολιτικές διαφορές υπάρχουν με το «Μέτωπο Αντίστασης και Ανατροπής»; Άραγε στις επόμενες βουλευτικές εκλογές, αν κάποιος από το «Μέτωπο» και συγκεκριμένα ο Α. Αλαβάνος, θελήσει να είναι υποψήφιος σε κάποια περιοχή, η ηγεσία του ΣΥΝ θα θέσει «βέτο»;
Τέλος σε ποιο πολιτικό σχέδιο εντάσσονται οι τελευταίες δηλώσεις του προέδρου του ΣΥΝ στον Ρ/Σ 9,84 (13.9.10) για «αναδιάταξη συμμαχιών» στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ; Ασφαλώς κάθε συνιστώσα, όπως και ο ΣΥΝ, αξιολογώντας την πορεία μιας «συμμαχίας», έχει το δικαίωμα επαναπροσδιορισμού της στάσης του. Πώς θα γίνει αυτό; Με απόφαση της ηγετικής ομάδας ή με συνεδριακές διαδικασίες που επεξεργάστηκαν και αποφάσισαν την πολιτική συμμαχιών;
Και επειδή κατά καιρούς καλούνται τα μέλη του ΣΥΝ να «πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους» (μια φράση που ακουγόταν συχνά πριν από το Έκτακτο Συνέδριο από στελέχη της σημερινής πλειοψηφίας), στις επιλογές που έγιναν (προσώπων και προσανατολισμών) πως υπολογίστηκαν; Γιατί δεν κλήθηκαν να πουν τη γνώμη τους, τουλάχιστον οι Ν.Ε. στην Περιφέρεια Αττικής; Πώς θα πάμε τώρα να ζητήσουμε ενεργοποίηση και κινητοποίηση των μελών «εν όψει εκλογών»; Όλα αυτά και πολλά άλλα είναι κρίσιμα ερωτήματα που καλείται να απαντήσει η ηγετική ομάδα της πλειοψηφίας του ΣΥΝ, η οποία σήμερα διευθύνει το κόμμα.
Όσον αφορά τη στάση του «Αριστερού Ρεύματος», αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη από την αυστηρή τήρηση των καταστατικών ρυθμίσεων, οι οποίες προβλέπουν: «(…)Οι αποφάσεις των συλλογικών οργάνων είναι σεβαστές, (…)όσοι/σες μειοψήφησαν έχουν το δικαίωμα να μην εκπροσωπήσουν το κόμμα στην εφαρμογή της απόφασης, (…)η ιδιότητα του μέλους αναστέλλεται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα στην περίπτωση συμμετοχής σε άλλο ψηφοδέλτιο στις εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από αυτό που υποστηρίζει η Πολιτική Κίνηση ή η Νομαρχιακή Επιτροπή του χώρου».
Στη μάχη των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών θα πάμε όλοι μαζί, με το μέτωπο του αγώνα στραμμένο στην κοινωνία και κυρίως κατά των δυνάμεων που στηρίζουν το «Μνημόνιο», τον «Καλλικράτη» και τις επιλογές της «τρόικας». Μετά τις εκλογές θα έλθει η στιγμή του νηφάλιου απολογισμού.

www.ytolios.gr, e-mail:tolios@syn.gr,


* Ο Γιάννης Τόλιος είναι μέλος της Π.Γ. του ΣΥΝ

Η υποψηφιότητα του Α. Μητρόπουλου - πραξικόπημα του ΣΥΝ ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ

Ανακοίνωση του «Ξ»

Η απόφαση της ηγεσίας του ΣΥΝ να στηρίξει την υποψηφιότητα του Αλέξη Μητρόπουλου για την περιφέρεια Αττικής προκαλεί τεράστια έκπληξη για την πολιτική μυωπία σε συνδυασμό με την ανευθυνότητα απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ που την χαρακτηρίζει.

Η προσέγγιση του «σοσιαλιστικού» λεγόμενου χώρου είναι ασφαλώς όχι μόνο θεμιτή αλλά απόλυτα σωστή. Το θέμα είναι πώς επιτυγχάνεται αυτή! Και ο τρόπος με τον οποίο σίγουρα δεν επιτυγχάνεται είναι με το να δίνεται εν λευκώ στήριξη σε άτομα του χώρου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. τα  οποία πολιτικά και ουσιαστικά δεν έχουν ξεκόψει ποτέ από αυτό τον χώρο!

Ο Α. Μητρόπουλος δεν εκπροσωπεί τίποτα το οποίο να έχει σχέση με την Αριστερά στο επίπεδο του προγράμματος το οποίο παρουσίασε! Και δεν εκπροσωπεί τίποτα σε ότι αφορά δυνάμεις μέσα στο χώρο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. οι οποίες είναι διατεθειμένες να έρθουν σε σύγκρουση με την ηγεσία του κόμματος, να αποσπαστούν από αυτό και να κινηθούν οργανωμένα στην κατεύθυνση της συγκρότησης ενός αριστερού σχηματισμού/πόλου.

Είναι μια «προσωπικότητα» στον χώρο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. η οποία δεν ελέγχεται από κανέναν και η κίνησή του περιορίζεται αποκλειστικά στο εκλογικό πεδίο. Έτσι δεν υπάρχει καμία εγγύηση τι θα κάνει τα επόμενα χρόνια ή ακόμα και τους επόμενους μήνες. H διαγραφή του από το ΠΑΣΟΚ δεν εξασφαλίζει τίποτα για την περαιτέρω πορεία του. Η πιθανότητα όσοι στηρίξουν τον Α. Μητρόπουλο να βρεθούν πολύ σύντομα σε θέση να «θέλουν να κρυφτούν» είναι απόλυτα υπαρκτή.

Η ψήφος στον Α. Μητρόπουλο δεν είναι ψήφος προς τα αριστερά, από τη στιγμή που ο Αλέξης Μητρόπουλος δεν είναι διατεθειμένος στο πρόγραμμα του να μετακινηθεί προς τα αριστερά, ούτε να ηγηθεί σημαντικών δυνάμεων σε διαδικασία σύγκρουσης - διάσπασης από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ειδικά όταν δηλώνει δημόσια ότι δεν στρέφεται κατά της κυβέρνησης - δηλαδή βασικά επιδιώκει να την «διορθώσει». Ο ΣΥΝ δεν κερδίζει πόντους στην κοινωνία ψηφίζοντας Α. Μητρόπουλο και δεν κερδίζει τον Α. Μητρόπουλο. Ακριβώς το αντίθετο: ο Αλέξης Μητρόπουλος «κερδίζει» τον ΣΥΝ.

Ο μόνος τρόπος για να κερδηθεί ένα μέρος της λαϊκής βάσης του ΠΑΣΟΚ στις ιδέες της αριστεράς θα ήταν αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε υιοθετήσει ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα με ξεκάθαρες πολιτικές θέσεις γι’ αυτές τις εκλογές, και στην βάση αυτού του προγράμματος έκανε έκκληση σε όλες τις δυνάμεις μέσα στο ΠΑΣΟΚ που είναι διατεθειμένες να έρθουν σε ρήξη με την ηγεσία του, για συνεργασία.

Η πολιτική μυωπία όμως μετατρέπεται και σε πισώπλατη μαχαιριά στον ΣΥΡΙΖΑ, όταν ο ΣΥΝ αποφάσισε να προχωρήσει στην υπερψήφιση του Α. Μητρόπουλου ενάντια σε όλα ανεξαίρετα τα υπόλοιπα μέλη της κεντρικής γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ (ακόμα κι ενάντια σε τμήματα του ίδιου του ΣΥΝ όπως το Αρ Ρεύμα και τη νεολαία του κόμματος). Παρά τις πολλές έντονες συζητήσεις και τις ξεκάθαρες διαφωνίες, ο ΣΥΝ επέμενε μέχρι τέλους, κάνοντας τελικά το δικό του!

Για ποια δημοκρατία, για ποια ισοτιμία, για ποιο σεβασμό στη διαφορετική άποψη για ποιο σεβασμό στο κοινό εγχείρημα μπορεί πια να μιλά ο ΣΥΝ; Ότι και να πει πια δεν έχει κανένα νόημα! Η κίνηση αυτή του ΣΥΝ ανοίγει διάπλατα την πόρτα στη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ!

Είμαστε και εμείς της γνώμης ότι το Μέτωπο του Αλέκου Αλαβάνου, ή τουλάχιστον πολύ σημαντικές δυνάμεις μέσα σε αυτό, επιδίωκαν και μεθόδευαν τη διάσπαση όλη την προηγούμενη περίοδο. Όμως αυτό είναι άλλο θέμα. Αυτό που διευκόλυνε αποφασιστικά αυτή «διάσπαση» (την οποία ψευδώς στο Μέτωπο ονομάζουν «δοκιμασία») αυτό που της άνοιξε τον δρόμο και την έκανε «περίπατο» είναι η απόφαση του ΣΥΝ να στηρίξει Α. Μητρόπουλο. Ο ΣΥΝ δεν μπορεί πια, ξανά, να μιλήσει για την ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ γιατί θα είναι εντελώς υποκριτικό.

Τα δύο αντιμαχόμενα μέρη, το Μέτωπο και η ηγεσία του ΣΥΝ, που μέχρι τις ευρωεκλογές αποτελούσαν μια αρραγώς ενιαία ομάδα που έλυνε κι έδενε στον ΣΥΡΙΖΑ (αυτό οφείλουμε να μην το ξεχνάμε) έχουν οδηγήσει τον ΣΥΡΙΖΑ στο βούρκο, μέσα από εντελώς εκφυλιστικές διαδικασίες χωρίς να προβάλλουν μεταξύ τους καμιά πολιτική διαφωνία στο επίπεδο του προγράμματος!

Το «Ξ» δεν πρόκειται να στηρίξει καμία από τις δύο πλευρές σ’ αυτή την εκφυλιστική διαμάχη. Θα παλέψει μαζί με τις υγιείς δυνάμεις που συνεχίζουν να παραμένουν στον ΣΥΡΙΖΑ για την ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ, για την ενωτική δράση της αριστεράς γενικά, για τις πολιτικές αντιπαραθέσεις στη βάση πολιτικών επιχειρημάτων κι όχι με προσωπικές συσπειρώσεις. Για ένα αριστερό, ριζοσπαστικό, σοσιαλιστικό πολιτικό πρόγραμμα, που να απαντά στην καπιταλιστική βαρβαρότητα και να συνδέει την πάλη για τα καθημερινά προβλήματα με τον αγώνα για μια εναλλακτική σοσιαλιστική κοινωνία, στην υπηρεσία της κοινωνίας και των ανθρώπινων αναγκών αντί των κερδών των τραπεζιτών, των εφοπλιστών και των βιομηχάνων.
 
Ξεκίνημα
16 Σεπτ. 2010

Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2010

Ανακοίνωση του ΚΟΚΚΙΝΟΥ

Ανακοίνωση του ΚΟΚΚΙΝΟΥ

· Να υπονομεύσουμε την κυβέρνηση και το Μνημόνιο, όχι τον ΣΥΡΙΖΑ! Κριτική ψήφος στο ψηφοδέλτιο Α. Μητρόπουλου
· Ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ σε αντικαπιταλιστική βάση, με μέλη και εκλεγμένα - αποφασιστικά όργανα
1. Η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ έχει φτάσει στο ύστατο, διαλυτικό και εκφυλιστικό της στάδιο. Παρ’ όλα αυτά, φτάσαμε στο τέλος χωρίς να αγγίξουμε καν την πολιτική ουσία των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο χώρος μας και χωρίς να μπορεί να τεκμηριωθεί ποιες είναι οι ουσιαστικές -και μάλιστα αγεφύρωτες- διαφορές που κάνουν υποχρεωτική μια διάσπαση και διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ.
2. Στο φόντο αυτής της κρίσης βρίσκεται η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να προσανατολιστεί πολιτικά στη νέα συγκυρία που ορίζει η κρίση. Οι συντεταγμένες του πολιτικού του συμβολαίου είχαν καθοριστεί πριν την κρίση, σε μια συγκυρία πολύ διαφορετική. Και ενώ τα χαρακτηριστικά της συγκυρίας έχουν αλλάξει δραματικά, η αναγκαία συζήτηση για την αναπροσαρμογή του πολιτικού μας σχεδίου και του τρόπου πολιτικής παρέμβασης δεν έχει γίνει. Αν πριν την κρίση χρειαζόμαστε μια Αριστερά που να είναι συνεπής - κινηματική αντιπολίτευση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, αν χτίζαμε πάνω στο πολιτικό σχέδιο «ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό, τον πόλεμο και το ρατσισμό», με βασική αιχμή την αναδιανομή και εργαλείο τα κινήματα γενικών ευαισθησιών και αν μας αρκούσε η πολιτική οριοθέτηση «Όχι στην κεντροαριστερά», στη συγκυρία της κρίσης και μάλιστα της ελληνικής κρίσης χρέους, αυτά πλέον δεν αρκούν. Χρειαζόμαστε μια Αριστερά που θα συγκρουστεί μετωπικά με το σύστημα, μια Αριστερά με αντικαπιταλιστική στρατηγική, που θα είναι μαχητής στο εργατικό κίνημα, στους κοινωνικούς χώρους και στο δρόμο, που θα δίνει αντικαπιταλιστικές και ταξικές απαντήσεις όπως η παύση πληρωμών, η εθνικοποίηση των τραπεζών, η διάλυση της ευρωζώνης και μια «καταστατική» διαδικασία απ’ τα κάτω συγκρότησης της «άλλης Ευρώπης» κ.λπ., που θα επαναφέρει το σοσιαλισμό όχι σαν απώτατο «όραμα» αλλά σαν το ανταγωνιστικό σχέδιο της Αριστεράς στη συγκυρία της κρίσης.
3. Αντί γι’ αυτή την αναγκαία συζήτηση, εδώ και ενάμιση περίπου χρόνο είμαστε μάρτυρες μιας κλιμακούμενης κρίσης που εστιάζεται και αναζωπυρώνεται στις εκλογικές αναμετρήσεις: ευρωεκλογές, εθνικές εκλογές, αυτοδιοικητικές εκλογές. Αντί για πολιτικές διεργασίες, πολιτικό διάλογο και αντιπαράθεση, έχουμε οξείες αντιπαραθέσεις για τα πρόσωπα που θα ηγηθούν ή θα συνθέσουν τα ψηφοδέλτια, για το ποιος είναι ο «καταλληλότερος για επικεφαλής», για το ποιος «γράφει καλύτερα στο γυαλί» κ.λπ. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο και από ένα σημείο και ύστερα, τα πολιτικά επιχειρήματα είχαν προσχηματική χρησιμότητα σε έναν αγώνα συσχετισμών χωρίς ορατά και πειστικά πολιτικά σημεία αναφοράς. Η άρνηση ουσιαστικής συζήτησης για τα ζητήματα που θέτει η συγκυρία της κρίσης, η αποπολιτικοποίηση και προσωποποίηση των διαφορών έφεραν αναπόφευκτα φαινόμενα πολιτικού εκφυλισμού. Αυτή η αποπολιτικοποίηση οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους: Πρώτο, στο γεγονός ότι ο ΣΥΝ από το Δεκέμβρη του 2008 έφτασε στα όρια της αριστερής του στροφής, αδυνατούσε πλέον να ανταποκριθεί στην ανάγκη της συγκυρίας για εμβάθυνση της αριστερής στροφής σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση και έθεσε σε προτεραιότητα τις εσωτερικές ισορροπίες με την Ανανεωτική Πτέρυγα, εις βάρος του ΣΥΡΙΖΑ και της αριστερής στροφής. Δεύτερο, στο γεγονός ότι η συγκρότηση του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής έγινε σε μη αιτιολογημένη και επαρκή πολιτική και προγραμματική βάση, με αποτέλεσμα να διχάσει εξίσου αναιτιολόγητα την αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ και να αποδυθεί σε μια «μάχη εξουσίας» με τον ΣΥΝ χωρίς ορατά πολιτικά επίδικα.
4. Η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ έχει και μια άλλη «πηγή»: τη σταθερή άρνηση του ΣΥΝ, αλλά και του Αλέκου Αλαβάνου και άλλων συνιστωσών (ΔΕΑ, ΚΟΕ) στην πρώτη - ανοδική φάση του εγχειρήματος, να συγκροτηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως πολιτικός σχηματισμός των μελών, των εκλεγμένων οργάνων και των αποφασιστικών διαδικασιών. Το γεγονός ότι έκλεισε η πόρτα σ’ αυτή τη διαδικασία την περίοδο της ακμής του ΣΥΡΙΖΑ, όταν μαζικά κόσμος της Αριστεράς και των κινημάτων ήθελε να ενταχτεί στις γραμμές του, καθήλωσε το εγχείρημα στο έδαφος μιας εκλογικής συμμαχίας κορυφής (επομένως, μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ περνάει σοβαρές κρίσεις ακριβώς μέσα από τις εκλογικές αναμετρήσεις και όxι μέσα από αναμετρήσχεις ιδεών, προγράμματος και πολιτικής). Επιπλέον, το εγχείρημα στερήθηκε εργαλείων και διαδικασιών διαχείρισης των διαφωνιών που εκδηλώνονταν σε κεντρικό ή και τοπικό επίπεδο, με αποτέλεσμα αυτές οι διαφωνίες να οδηγούν σε παράλυση, σε προσπάθειες ξεπεράσματος του αδιεξόδου με «παζάρια» και «ανταλλάγματα» ή και σε διαλυτικές καταστάσεις - όπως σήμερα.
5. Η ανακοίνωση από τον Αλέκο Αλαβάνο του συνδυασμού για την Περιφέρεια Αττικής αποδεικνύει το έλλειμμα πολιτικού περιεχομένου στην παρούσα αντιπαράθεση μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ και διαψεύδει πανηγυρικά τους ισχυρισμούς του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής ότι αποτελεί τη ριζοσπαστική πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ. Οι θέσεις που παρουσίασε ο Αλέκος Αλαβάνος είναι πίσω από το πολιτικό πλαίσιο που ενέκρινε το Πανελλαδικό Συντονιστικό του ΣΥΡΙΖΑ στις αρχές Ιουλίου. Οι κατηγορίες προς την κυβέρνηση για «παράλυση της οικονομικής δραστηριότητας και κατάλυση της λαϊκής κυριαρχίας» και θέσεις όπως «αναδιάρθρωση του διεθνούς χρέους (προφανώς εννοεί το δημόσιο χρέος – διεθνές χρέος δεν υπάρχει) με εξάλειψη σημαντικού μέρους του, διαπραγμάτευση με την Ε.Ε. για τους ελάχιστους όρους που κάνουν ανεκτή την παραμονή στο ευρώ, δημοσιονομική αποκατάσταση όχι στη βάση της εξαθλίωσης των εργαζομένων αλλά με στοχευμένες παρεμβάσεις σε αντιπαραγωγικούς τομείς, ισχυρό δίκτυο δημοσίων τραπεζών και επιχειρήσεων, αλλαγή του οικονομικού προτύπου με επίκεντρο την αξιοποίηση της δημιουργικής δύναμης της νεολαίας» κινούνται στα δεξιά του κατακτημένου πλαισίου του ΣΥΡΙΖΑ, αν όχι και των θέσεων του τελευταίου συνεδρίου του ΣΥΝ. Τα ίδια ισχύουν και για τις 3 βασικές προτεραιότητες που έθεσε για την περιφέρεια Αττικής: «Θέσεις εργασίας - Κοινωνικές υπηρεσίες από το νήπιο μέχρι την τρίτη ηλικία - Αναβίωση της οικονομικής και εμπορικής δραστηριότητα». Τα ίδια και για τους λεονταρισμούς του τύπου «στα κτήρια της περιφέρειας Αττικής θα είναι απαγορευμένη η είσοδος της τρόικας», «στις δράσεις της περιφέρειας θα εφαρμόζεται το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας και όχι η αντισυνταγματική νομοθεσία της κυβέρνησης Παπανδρέου». Η ανυπαρξία περιεχομένου ή μάλλον η πασιφανής έλλειψη ριζοσπαστικού αριστερού περιεχομένου (για αντικαπιταλισμό δεν μπορεί να γίνει καν λόγος...) δεν μπορούν να κρυφτούν πίσω από ανέξοδους λεονταρισμούς. Και να σκεφτεί κανείς ότι αυτό το πλαίσιο το παρήγαγε μια συμμαχία δυνάμεων της άκρας αριστεράς, χωρίς να πιέζεται πραγματικά από αποδεσμευόμενες πασοκικές δυνάμεις ή από τη σκοπιμότητα ενδοσυριζικών ισορροπιών. Τι ακριβώς πίεσε τις αυτοαποκαλούμενες «πιο αριστερές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ» να καταλήξουν σε ένα τόσο ανεπαρκές πλαίσιο; Μπορούμε δε να φανταστούμε τι θα συνέβαινε αν υπήρχαν και πραγματικές, «ζωντανές» πιέσεις...
6. Δεν είναι παράξενο που υπ’ αυτούς τους όρους η συζήτηση για το «ρήγμα ΠΑΣΟΚ» και το ενδεχόμενο συνεργασίας με δυνάμεις από το χώρο των διαφωνούντων του ΠΑΣΟΚ είναι επίσης σε μεγάλο βαθμό απολίτικη ή προσχηματική. Αντί να συζητιούνται οι πολιτικοί στόχοι και οι πολιτικές προϋποθέσεις μιας τέτοιας συνεργασίας, επικράτησε η «διπλωματία προσώπων», η προσέγγιση παραγόντων του χώρου αυτού με εκλογικίστικα κροιτήρια, το κριτήριο της εκλογικής εμβέλειας του άλφα ή βήτα προσώπου, ο τυφλός ανταγωνισμός και οι προσπάθειες ο ένας να κάψει τα «χαρτιά» του άλλου. Ο Αλέκος Αλαβάνος προσπαθούσε να παρεμβάλει εμπόδια στην προσέγγιση ΣΥΝ και διαφωνούντων του ΠΑΣΟΚ, και η ηγεσία του ΣΥΝ «κοιτούσε» προς την υποψηφιότητα Μητρόπουλου κυρίως με το κριτήριο της εκλογικής υπερίσχυσης έναντι του ψηφοδελτίου με επικεφαλής τον Αλέκο Αλαβάνο. Έτσι, χάθηκε η πολιτική ουσία, τα κριτήρια για μια τέτοια συνεργασία, που θα έπρεπε να είναι τα εξής: α. Πρώτα απ’ όλα, να προκληθεί πολιτική και εκλογική ζημιά στο ΠΑΣΟΚ και άρα στην κυβέρνηση και τη «μηχανή» εφαρμογής του Μνημονίου στη μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας, όπου η εκλογική αναμέτρηση και η πολιτική καταγραφή των αποτελεσμάτων της θα ισοδυναμεί με «μισές» βουλευτικές εκλογές. Δεν μπορούμε να αναστρέψουμε εκλογικά τις συνέπειες της ήττας στον πρώτο γύρο των αγώνων, θα μπορούσαμε όμως και θα έπρεπε να θέσουμε το στόχο να μην εκφραστούν και στο εκλογικό-πολιτικό επίπεδο οι συνέπειες από αυτή την ήττα και ει δυνατόν να καταφέρναμε μια ενοχλητική για το ΠΑΣΟΚ και την κυβέρνηση εκλογική καταγραφή στη μεγαλύτερη Περιφέρεια, στην Αττική. Κάτι τέτοιο θα «παρενοχλούσε» το ΠΑΣΟΚ, θα ενίσχυε το επιχείρημα περί απονομιμοποίησης της πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση, θα αναπτέρωνε το ηθικό των αγωνιζομένων και του κόσμου της Αριστεράς. Αντίθετα, αν η ήττα του κινήματος συμπληρωθεί και από μια πολιτική ήττα στις εκλογές, από την αίσθηση ότι το ΠΑΣΟΚ «καθάρισε» και στην εκλογική αναμέρτρηση, οι συνέπεις θα είναι εξαιρετικά δυσμενείς. β. Να επιδράσει η Αριστερά στο «ρήγμα ΠΑΣΟΚ» με τρόπο που να το διευρύνει. Μεταξύ ψήφισης Μνημονίου και ψήφισης του ασφαλιστικού το «ρήγμα ΠΑΣΟΚ» αντί να διερυνθεί περιορίστηκε, εξαιτίας της ήττας των αντιστάσεων. Πολιτική της Αριστεράς πρέπει να είναι να διευκολύνει τη διεύρυνση του ρήγματος κι όχι να αδιαφορεί γι’ αυτό ή -ακόμη χειρότερα- να λειτουργεί αποθαρρυντικά στη διεύρυνσή του. γ. Να συναντηθεί με πολιτικούς όρους και να επιδράσει στο χώρο των διαφωνούντων του ΠΑΣΟΚ. Η συνάντηση αυτή δεν μπορεί να γίνει μονόπλευρα με όρους διπλωματίας προσώπων ούτε πρέπει να είναι απλώς ένα εκλογικό πρότζεκτ κορυφής χωρίς πολιτικές προϋποθέσεις και πραγματική πολιτική συνάντηση και επηρεασμό. Μιλάμε για συνάντηση πολιτικών χώρων και όχι απλώς για επιλογή κάποιου επικεφαλής. Να κλείσει το «ρήγμα του 1989», που δημιούργησε η συμμετοχή της Αριστεράς στη συγκυβέρνηση με τον Μητσοτάκη, να ενεργοποιηθεί και να διευρυνθεί το «ρήγμα ΠΑΣΟΚ».
7. Δυστυχώς, κανένα από αυτά τα κριτήρια δεν πρυτάνευσε. Αντ’ αυτών, όλη η προσοχή στράφηκε στην «προσωπικότητα» του Αλέξη Μητρόπουλου και στις «σκιές» που τη συνοδεύουν. Η μάταιη αναζήτηση «άμεμπτων» στελεχών του ΠΑΣΟΚ που διαφωνούν αποπολιτικοποίησε τη συζήτηση. Για ιστορικούς λόγους (τρόπος οικοδόμησης του κοινωνικού κράτους στην Ελλάδα, ιδιαιτερότητες της ύστερης σοσιαλδημοκρατίας του ΠΑΣΟΚ, πλήρης διάλυση των οργανωτικών δομών του ΠΑΣΟΚ κ.λπ.), στην Ελλάδα δεν πρόκειται να δούμε ούτε μαζικές, οργανωμένες αριστερές πτέρυγες μέσα στο ΠΑΣΟΚ ούτε Λαφοντέν ή Μελανσόν. Οι διαφοροποιήσεις στο ΠΑΣΟΚ σε κορυφαίο στελεχικό επίπεδο θα έχουν αναγκαστικά ομοιότητες και αναλογίες με όσα γνωρίζουμε μέχρι τώρα. Το ζήτημα για την Αριστερά είναι πώς θα αξιοποιήσει τέτοια ρήγματα για να προκαλέσει ζημιά στην κυβερνητική μηχανή, για να ανοίξει μια ευρύτερη πολιτική διεργασία με στόχο την ανατροπή των ΄πολιτικών συσχετισμών και για να προσεγγίσει τον κόσμο του ΠΑΣΟΚ που διαφωνεί με την πολιτική του. Οι όροι για να τα πετύχει αυτά είναι κυρίως πολιτικοί και όχι αναζήτησης «άμεμπτων» προσώπων. Δυστυχώς, με ευθύνη του ΣΥΝ αλλά και του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής, οι ουσιαστικοί πολιτικοί όροι είναι εξαιρετικά αποδυναμωμένοι. Η εικόνα αναξιοπιστίας και τυφλών ανταγωνισμών αποθαρρύνει αντί να ενθαρρύνει την πολιτική συνάντηση του χώρου της διαφωνίας ΠΑΣΟΚ με την Αριστερά, η δε διπλωματία των προσώπων αγνοεί ή υποτιμά τις απαραίτητες πολιτικές προϋποθέσεις, εκθέτοντάς την στον κίνδυνο να γίνει αθέλητο όργανο αλλότριων πολιτικών σχεδίων, αντί να επηρεάσει, να συνδιαμορφώσει και να δώσει τη μάχη της ηγεμονίας.
8. Το ΚΟΚΚΙΝΟ και οι υπόλοιπες δυνάμεις της ΑΝΑΣΑ και οι «9» της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ δώσαμε τη μάχη για την ενωτική παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ στις αυτοδιοικητικές εκλογές, ώστε να αποφευχθεί η διάσπαση και η διάλυση και να κερδηθεί χρόνος για να μπει η πολιτική ξανά στο τιμόνι. Ως ΚΟΚΚΙΝΟ έχουμε τη θέση ότι ο στόχος της ενωτικής παρουσίας του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές έπρεπε και μπορούσε να συνδυαστεί με την με πολιτικούς όρους και προϋποθέσεις συνάντηση με το χώρο του «ρήγματος ΠΑΣΟΚ», με το στόχο μιας ενοχλητικής πολιτικής καταγραφής για το ΠΑΣΟΚ και την κυβέρνηση. Δυστυχώς, το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής υλοποίησε μια στρατηγικιή διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ (και μάλιστα απ’ τα δεξιά), η δε ηγεσία του ΣΥΝ υπέταξε τόσο την ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ όσο και την προσέγγιση με το «ρήγμα ΠΑΣΟΚ» στο στόχο της δικής της εκλογικής επιβίωσης και της εκλογικής αντιμετώπισης του ψηφοδελτίου του Αλέκου Αλαβάνου. Έτσι, αντί για τη μεγαλύτερη δυνατή εκλογική φθορά της κυβέρνησης και του μηχανισμού του Μνημονίου, έχουμε τη μεγαλύτερη δυνατή φθορά του ΣΥΡΙΖΑ! Τρία περίπου χρόνια μετά το Δεκέμβρη του 2008, όταν το σύστημα εγκαινίασε τη λυσσαλέα επίθεση ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ με απόλυτο στόχο τη διάλυσή του και την αποτροπή της μετεξέλιξής του σε μαζική - αντισυστημική Αριστερά, εξαιτίας διαλυτικών και διασπαστικών πολιτικών των αντιμαχόμενων πόλων μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ ο διακαής πόθος του συστήματος φαίνεται να είναι πολύ κοντά στην επίτευξή του. Πραγματικά θλιβερή και εγκληματική κατάληξη αδιέξοδων και εγκληματικών στρατηγικών.
9. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύουμε πως δεν πρέπει να υποταχτούμε στο «μοιραίο» της διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ ούτε να παραιτηθούμε από τη δυνατότητα ενεργοποίησης του «ρήγματος ΠΑΣΟΚ» και συνάντησης της Αριστεράς μ’ αυτό. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να περνάει σοβαρή κρίση, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει η «ιδέα» της ενότητας σε μαζική, ριζοσπαστική, αριστερή κατεύθυνση, που στις συνθήκες της κρίσης σημαίνει την ανάγκη οικοδόμησης ενός μαζικού πολιτικού υποκειμένου με αντικαπιταλιστική πολιτική και στρατηγική. Επίσης εξακολουθεί να υπάρχει ο κόσμος, σε όλη την Ελλάδα και σε όλους τους μαζικούς κοινωνικούς χώρους, που πιστεύει σ’ αυτή την «ιδέα» και έχει ανάγκη ένα τέτοιο μαζικό πολιτικό υποκείμενο. Θα παλέψουμε, λοιπόν, για την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ σε αντικαπιταλιστική πολιτική κατεύθυνση, ως μαζικό πολιτικό υποκείμενο με μέλη, εκλεγμένα όργανα και αποφασιστικές διαδικασίες. Δηλώνουμε όμως ότι αν οι υπαίτιοι της κρίσης έρθουν μετά τις εκλογές «σαν να μην συνέβη τίποτε» και θελήσουν να συνεχιστεί η παραλυτική και σάπια κατάσταση μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, θα μας βρουν απέναντί τους. Όχι μόνο το ΚΟΚΚΙΝΟ, φυσικά, αλλά και τις δυνάμεις της ΑΝΑΣΑ και -κυρίως- τις χιλιάδες κόσμου της «βάσης» του ΣΥΡΙΖΑ. Από τώρα, αλλά ακόμη περισσότερο από την επομένη των εκλογών, το αίτημα για την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο που αναφέραμε παραπάνω τίθεται πλέον αδιαπραγμάτευτα! Στην προεκλογική περίοδο, αυτό σημαίνει ότι θα συμμετάσχουμε - υποστηρίξουμε, ιδιαίτερα σε δήμους αλλά και σε περιφέρειες, ενωτικά ψηφοδέλτια μάχης, που να συγκροτούνται με έμφαση από τα κάτω και σε «συριζικό» πλαίσιο. Ταυτόχρονα όμως, θα είναι πολιτικά σημαντικό λάθος να αδιαφορήσουμε για το «ρήγμα ΠΑΣΟΚ» και για τη συνάντηση της Αριστεράς μ’ αυτό. Για το γεγονός ότι αυτό το «ρήγμα» μοιάζει αυτή τη στιγμή με ρωγμή και δεν έχει μεγαλύτερη έκταση, ότι εκπροσωπείται από τον Μητρόπουλο (κι όχι από τη Σακοράφα, για παράδειγμα) και ότι η συνάντηση της Αριστεράς μαζί του γίνεται σε εξαιρετικά αποδυναμωμένη βάση, δεν ευθύνονται τα στελέχη από το χώρο της διαφωνίας ΠΑΣΟΚ αλλά η Αριστερά και συγκεκριμένα το Μέτωπο και η ηγεσία του ΣΥΝ. Παρ’ όλα αυτά, θα ήταν έγκλημα να «σιγήσει» αυτό το «ρήγμα» ή να αποτύχει εκλογικά το ψηφοδέλτιο με επικεφαλής τον Αλέξη Μητρόπουλο. Κάτι τέτοιο θα ισχυροποιούσε το ΠΑΣΟΚ και τη «μηχανή» επιβολής του Μνημονίου. Παρ’ όλα όσα έγιναν, είναι το μόνο ψηφοδέλτιο που μπορεί να «πληγώσει» το ΠΑΣΟΚ στην περιφέρεια και να καταγράψει -έστω ασθενικά- τη δυνατότητα μιας εκλογικής και πολιτικής δυναμικής ενάντια στο Μνημόνιο. Μια τέτοια καταγραφή μπορεί να αποδειχτεί πολύτιμη, ιδιαίτερα αν οι εκλογές γίνουν σε κλίμα εντεινόμενης κοινωνικής δυσαρέσκειας και αναταραχής, ακόμη περισσότερο όμως ύστερα από τις εκλογές και ενόψει των νέων μέτρων που θα συνοδεύουον τον προϋπολογισμπό του 2011. Η ψήφος στα ψηφοδέλτια των Οικολόγων (Κ. Διάκος) και της Δημοκρατικής Αριστεράς (Ψαριανός) είναι ψήφος δορυφορική στο ΠΑΣΟΚ. Η ψήφος στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ πριμοδοτεί ένα πολιτικό σχέδιο με περιθωριακή πολιτική δυναμική και με εντελώς αδιάφορη εκλογική επίδραση, η δε ψήφος στο ΚΚΕ πριμοδοτεί ένα εχθρικό πολιτικό σχέδιο νομιμοποίησης της διασπαστικής λογικής και του σεχταρισμού μέσα στην Αριστερά και ισχυροποίησης ενός πόλου διαμαρτυρίας που θα λειτουργεί σαν ανάχωμα στην ανάπτυξη μιας ανατρεπτικής πολιτικής δυναμικής.
10. Παρά τα εγκληματικά λάθη που έχουν γίνει και παρόλο που οι προσπάθειες να βάλουμε την πολιτική στο τιμόνι και να καταλήξουμε σε μια ενωτική υπέρβαση στον ΣΥΡΙΖΑ απέτυχαν, δεν διανοούμαστε να χτίσουμε μια αφήγηση και μια πολιτική στάση με το κριτήριο να βγάζει εμάς καθαρούς, ίσα για να αποδείξουμε το γνωστό «εμείς, εμείς, οι μόνοι συνεπείς». Το ΚΟΚΚΙΝΟ έχει τάξει στον εαυτό του να κάνει πολιτική με βάση τα συμφέροντα των καταπιεσμένων και αγωνιζόμενων δυνάμεων της κοινωνίας, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει να πάει κόντρα στο ρεύμα. Αντίθετα, οι πρωταγωνιστές της κρίσης του ΣΥΡΙΖΑ πολιτεύτηκαν με το ένστικτο πώς θα επιβιώσουν ή θα ηγεμονεύσουν, εκλογικά και πολιτικά. Έτσι, ενώ θέτουν υποκριτικά σαν βασικό εκλογικό στόχο να προκληθεί η μεγαλύτερη δυνατή ζημιά στην κυβέρνηση και το Μνημόνιο, προκαλούν ζημιά κατά κύριο λόγο στον ΣΥΡΙΖΑ και στην υπόθεση απεγκλωβισμού δυνάμεων από το ΠΑΣΟΚ. Σε ό,τι μας αφορά, όταν λέμε ότι ο βασικός εκλογικός στόχος είναι η πρόκληση ζημιάς στο Μνημόνιο και την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, το εννοούμε. Και το μόνο ψηφοδέλτιο που, υπό τις παρούσες συνθήκες, υπηρετεί αυτό το στόχο στην Περιφέρεια Αττικής είναι το ψηφοδέλτιο με επικεφαλής τον Αλέξη Μητρόπουλο. Δεν θεωρούμε καθόλου τυχαίο ότι το βράδυ που οι συγκροτήσεις του «ρήγματος ΠΑΣΟΚ», στην εκδήλωση στο «Τιτάνια», ανακοίνωναν επίσημα την υποψηφιότητα Μητρόπουλου, ανακοινωνόταν από τα δελτία των 8 η υποψηφιότητα του Γιάννη Δημαρά, μια υποψηφιότητα που «υιοθέτησαν» με ενθουσιασμό η «Αυριανή» και ο Χατζηνικολάου. Ο αντίπαλος μάς λέει τι είναι αυτό που τον ενοχλεί. Και προσπαθεί να θολώσει τα νερά για το αν υπάρχει πράγματι ρήγμα στο ΠΑΣΟΚ από θέσεις ενάντια στο Μνημόνιο και να προσπαθήσει να βάλει την υποψηφιότητα Μητρόπουλου στον ίδιο κοινό παρονομαστή με «αντάρτικες» υποψηφιότητες από το χώρο του ΠΑΣΟΚ γενικώς. Και φυσικά να αποφύγει τον κίνδυνο να περάσει αυτό το ψηφοδέλτιο στο δεύτερο γύρο. Δεν βλέπουμε κανένα λόγο να διευκολύνουμε τους χειρισμούς και τη «ζωή» του ΠΑΣΟΚ και της κυβέρνησης! Η μάχη με αντικείμενο τις εξελίξεις γύρω από το «ρήγμα ΠΑΣΟΚ» διεξάγεται με αφοδρότητα, είναι κεντρική πολιτική μάχη, η δε έκβασή της ελάχιστα θα εξαρτηθεί από το πολιτικό προφίλ στελεχών όπως ο Αλέξης Μητρόπουλος. Η αποστασιοποίηση ή -ακόμη χειρότερα- η αδιαφορία γύρω από την έκβαση αυτής της μάχης είναι μια πολιτική στάση που κατά τη γνώμη μας θα ήταν μεγάλο λάθος για την Αριστερά.
11. Ο τρόπος που πολλοί χώροι της Αριστεράς αντιμετώπισαν την υποψηφιότητα Μητρόπουλου και το ενδεχόμενο κοινής καθόδου με την Αριστερά στην Περιφέρεια Αττικής μάς αναγκάζει να κάνουμε ένα γενικότερο σχόλιο. Το ιστορικό βάρος του σταλινισμού στην ελληνική Αριστερά, από τη μια, το γεγονός ότι η ελληνική σοσιαλδημοκρατία (ΠΑΣΟΚ) ήταν ύστερη - ιδόμορφη και όχι ιστορική, αλλά και το πανίσχυρο σύστημα πολιτικών ενοχών που δημιούργησε η εποποπιία αλλά και η ήττα και ο εξανδραποδισμός του κινήματος της Αντίστασης και του εμφυλίου, έχουν δημιουργήσει ισχυρές πολιτικές παραδόσεις σεχταρισμού απέναντι στο χώρο της σοσιαλδημοκρατίας. Η σταλινική παράδοση του τριτοπεριοδισμού, που κρατάει από τον Μεσοπόλεμο (όταν τα σταλινικά Κ.Κ. θεωρούσαν κύριο εχθρό τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα κι όχι το φασισμό, και αρνούνταν το ενιαίο μέτωπο ενάντια στο φασισμό), στην Ελλάδα καλλιερήθηκε πάνω σ’ αυτές τις ιδιομορφίες και παραμένει ισχυρή. Στην πολιτική παράδοση μεγάλων τμημάτων της ελληνικής Αριστεράς οι πολιτικές ενιαίου μετώπου με τη σοσιαλδημοκρατία ή με χώρους διαφωνίας και ρήγματα στη σοσιαλδημοκρατία θεωρούνται περίπου σαν έγκλημα καθοσιώσεως. Ακόμη χειρότερα, χρειάστηκε πολύς κόπος και πολύς δρόμος για να πεισθούν κομμάτια της Αριστεράς να συμμετέχουν στις συγκεντρώσεις των συνδικάτων στις γενικές απεργίες. Στη βάση μιας τέτοιας πολιτικής κουλτούρας, το political correct λέει ότι το να υποστηρίξεις - ψηφίσεις ένα ψηφοδέλτιο στην Περιφέρεια με επικεφαλής τον Αλέξη Μητρόπουλο είναι σχεδόν συνώνυμο της «προδοσίας» των αριστερών ιδεών! Δηλαδή στην εποχή του Μνημονίου, όπου πολλοί χωρίς να το πολυσκέφτονται μιλούν για την ανάγκη νέου ΕΑΜ, «απαγορεύεται» η πολιτική ενιαίου μετώπου με τμήματα που σπάνε από τη σοσιαλδημοκρατία διαφωνώντας με την πολιτική της;.. Η άρνηση αυτή επιχειρηματολογείται με πολλούς τρόπους: α. Ο επικεφαλής (Αλέξης Μητρόπουλος) δεν είναι ο κατάλληλος. Όμως, στην τακτική του ενιαίου μετώπου δεν επιλέγουμε εμείς την ηγεσία των συμμάχων. Ο Αλέξης Μητρόπουλος επελέγη από το χώρο της διαφψνίας ΠΑΣΟΚ. Θα μπορούσαν οι αριστεροί του σύμμαχοι να αντιπροτείνουν κάποιον άλλον, αλλά θα ήταν λάθος να σπάσουν τη συμμαχία γι’ αυτό το λόγο, ιδιαίτερα αν αυτό ήταν όρος για να ενεργοποιηθεί το ρήγμα ΠΑΣΟΚ και να έχει μεγαλύτερη δυναμική. β. Δεν θα προσεγγίσουμε τον κόσμο του ΠΑΣΟΚ με τέτοιες συμμαχίες αλλά «από τα κάτω». Είναι η λεγόμενη «αρχή του διαφωτισμού»: αν έχεις τις σωστές ιδέες και τη σωστή γραμμή, αυτές θα πείσουν και θα ελκύσουν τον κόσμο. Αυτή η προσέγγιση αγνοεί το ρόλο των οργανωμένων και με ιστορικό χαρακτήρα σχέσεων πολιτικής εκπροσώπησης που, αν θεέλεις να προσεγγίσεις και να κερδίσεις κοινωνικά ακροατήρια και δυνάμεις, δεν μπορείς να προσπεράσεις. Αυτός είναι ο λόγος που το ενιαίο μέτωπο είναι μια τακτική που απευθύνεται τόσο στην ηγεσία όσο και στη βάση. Εν προκειμένω, ηγεσία του χώρου της διαφωνίας ΠΑΣΟΚ είναι αυτή που ο ίδιος αναγνωρίζει. γ. Το πολιτικό πλαίσιο. Για πολλές δυνάμεις της Αριστεράς, το περίφημο «πλαίσιο», δηλαδή το «τι λέμε», θεωρείται ύψιστο κριτήριο αριστερής πολιτικής. Προφανώς δεν είναι αδιάφορο τι λες, ούτε τα πλαίσια και οι προγραμματικές συμφωνίες. Αλλά ο μαρξισμός είναι πάνω απ’ όλα η «φιλοσοφία της πράξης» και εμπνέεται από το γνωστό «ένα βήμα του πραγματικού κινήματος ισοδυναμεί με δεκάδες προγράμματα». Τα πλαίσια, λοιπόν, πρέπει να λογοδοτούν στις πραγματικές δυναμικές, στην προώθηση του «πραγματικού κινήματος». Εν προκειμένω, το πραγματικά προωθητικό θα είναι να πληγωθεί εκλογικά και πολιτικά το ΠΑΣΟΚ, γεγονός που θα ενθαρρύνει το πραγματικό κίνημα - ενώ το αντίθετο θα το αποθαρρύνει. Μακάρι αυτή η ανάγκη να πατήσει στο πιο δυνατό ριζοσπαστικό πλαίσιο, αλλά αυτό που έχουμε πραγματικά ανάγκη είναι το ελάχιστα επαρκές: η αντιπαλότητα με το Μνημόνιο (και τον «Καλλικράτη» σαν παρακλάδι του) στη βάση της υπεράσπισης του εισοδήματος, των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων, του κοινωνικού κράτους και των δημόσιων υπηρεσιών. Η Ιστορία μάς έχει προσφέρει συγκλονιστικά παραδείγματα της «πανουργίας» της: πώς μεγάλες κοινωνικές δυναμικές ξεδιπλώθηκαν τυχαία ή μέσα από «λάθος πρόσωπα». Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι πώς πυροδοτήθηκε η επανάσταση του 1905 στη Ρωσία: με το ματωκύλισμα από τον τσάρο διαδήλωσης που οργάνωσε -μέσα στην αφέλειά του- ο παπα-Γκαμπόν. Δεν θέλουμε προφανώς να πούμε ότι υπερψηφίζοντας το ψηφοδέλτιο με επικεφαλής τον Αλέξη Μητρόπουλο θα κάνουμε καμιά επανάσταση, αλλά δεν πρέπει να αδιαφορήσουμε στις πραγματικές δυναμικές που μπορεί να αναπτυχθούν από το «ρήγμα ΠΑΣΟΚ» και τη συνάντησή του με την Αριστερά. Κατά τη γνώμη μας, η Αριστερά που εξαντλείται σε όρκους πίστης στα «πλαίσια» και στο όνομά τους αγνοεί ή περιφρονεί τη δυνατότητα να δημιουργηθούν ρήγματα και δυναμικές επωφελείς για το κίνημα, πορεύεται με λάθος κριτήρια.
Στο τέλος τέλος, το να επιβάλλουμε στον εαυτό μας το κριτήριο των συμφερόντων των «από κάτω», το κριτήριο του να γινόμαστε όσο πιο ενοχλητικοί μπορούμε στους «από πάνω», το κριτήριο της «διευρυμένης αναπαραγωγής του κινήματος» κι όχι της δικής μας αναπαραγωγής ή της δικής μας «ησυχίας», είναι μια πολύτιμη άσκηση στα αντιγραφειοκρατικά - ταξικά κριτήρια...
Σημείωση: Διάφορα ρεπορτάζ εμφάνισαν το ΚΟΚΚΙΝΟ να «διαλέγει Συνασπισμό» στην εντός του ΣΥΡΙΖΑ αντιπαράθεση και να προσπαθεί να διαμορφώσει συσχετισμούς με το ΣΥΝ και το ΔΗΚΚΙ ενάντια σε ενωτικές υποψηφιότητες για τον ΣΥΡΙΖΑ. Διευκρινίζουμε, λοιπόν, ότι ήμασταν συνεπείς μέχρι τέλους (δηλαδή για όσο διάστημα λειτουργούσαν τα συλλογικά όργανα του ΣΥΡΙΖΑ και δεν είχαν ανακοινωθεί τελεσίδικα οι αντιπαραθετικές υποψηφιότητες από την πλευρά δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ), μαζί με την ΑΝΑΣΑ και τους «8» της Γραμματείας, στην ενωτική υποψηφιότητα του σ. Θ. Δρίτσα, υπό την οποία θέλαμε να «στεγαστεί» και ο πολιτικός χώρος της διαφωνίας του ΠΑΣΟΚ. Τέλος, η υποστήριξη - υπερψήφιση του ψηφοδελτίου Μητρόπουλου είναι φυσικά κριτική, για τους λόγους που αναφέρθηκαν εκτενώς παραπάνω.