Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

ΠΕΡΙ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ, ΣΥΜΜΑΧΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΤΙΝΩΝ - Ούτε οχυρό, ούτε φτερό στον άνεμο

ο καναπές του Freud (με άδεια  GNU Free Documentation License, Version 1.2 ,Creative Commons Attribution-Share Alike 3.0 Unported)

της Ελένης Πορτάλιου, από την ΕΠΟΧΗ, 12.9.10

Οι συμμαχίες και οι συνεργασίες ταλάνισαν από τη μεταπολίτευση την αριστερά. Θα έλεγα ιστορικά, αλλά ας αφήσουμε προσωρινά την κατάδυση στην ιστορία, αν και η ιστορία μας δεν είναι για τα χρονοντούλαπα και ο αγώνας των ανθρώπων ενάντια στην εξουσία εξακολουθεί να είναι συνώνυμος με τον αγώνα της μνήμης ενάντια στη λήθη.

Μεταπολίτευση: ΚΚΕ και ανανεωτική αριστερά
Το ΚΚΕ, αφού περιπλανήθηκε από τη συνεργασία των δημοκρατικών δυνάμεων στη συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία, ύψωσε γύρω του τείχη και αναπαράγεται διαφυλάσσοντας τη συνοχή του, στο όνομα μιας αντίληψης για την κοινωνία που οδήγησε σε αιματοβαμμένα καθεστώτα ανελευθερίας, στα οποία ναυάγησαν τα μεγάλα οράματα εκατομμυρίων ανθρώπων. Η πρόσδεση του ΚΚΕ σ’ αυτό το παρελθόν και η εξάλειψη των αντιφάσεων ως εγγενών χαρακτηριστικών ενός ζωντανού οργανισμού, παραπέμπει στην εξάλειψη των υπαρκτών αντιφάσεων κάθε κοινωνίας και των ίδιων των λαϊκών τάξεων και στην κατάπνιξη των εξεγέρσεών τους, όταν διακόπτουν τη μηχανική της εξουσίας, όπως έγινε στην Ουγγαρία, την Τσεχοσλοβακία, την Πολωνία και όπου αλλού η κοινωνία επιδίωξε την αυτοθέσμισή της απέναντι στο κράτος.
Η κατάργηση, λοιπόν, του προβλήματος των συμμαχιών και των συνεργασιών, κατ’ αρχήν στην αριστερά, δεν αποτελεί για το ΚΚΕ έκφραση μιας ιδιότυπα σεχταριστικής εμμονής στα λαϊκά αιτήματα, τα οποία οι άλλοι αδιακρίτως προδίδουν. Είναι πρωτίστως απαξίωση των ίδιων των λαϊκών τάξεων και των αντιφάσεών τους και κατ’ επέκταση αποστασιοποίηση από τους όρους πραγματοποίησης της σοσιαλιστικής αλλαγής ως δικής τους υπόθεσης. Το κόμμα-οχυρό αντιστοιχεί στο κόμμα-κράτος και στην κομματική ηγετική ομάδα-κράτος, η οποία συνθλίβει την κοινωνία.
Στο χώρο της λεγόμενης ανανεωτικής αριστεράς, οι συμμαχίες και οι συνεργασίες αποτέλεσαν λαμπρό πεδίο δόξης. Αν και το ΚΚΕ εσωτερικού είχε κάθε λόγο να αποδεσμευτεί από το σύνδρομο της περιχαράκωσης, περιέπεσε αμέσως σε μια νέα εξάρτηση, αυτή της ενότητας χωρίς τον σοσιαλιστικό σκοπό, που οδήγησε στην ΕΑΔΕ, στην πρόσδεση στο ΠΑΣΟΚ, τέλος στην αυτοδιάλυση και την περιθωριοποίηση των πιο ζωντανών και μάχιμων δυνάμεών του για να συναντήσει –σύμφωνα με την ηγετική ομάδα– στην κεντρική πολιτική σκηνή την κοινωνία των ατόμων-ψηφοφόρων.
Αυτή η καταστροφική περί πλατιών συμμαχιών θέση οδήγησε στη δημιουργία της ΕΑΡ και στη συμμαχία ΕΑΡ-ΚΚΕ, σβήνοντας από τον χάρτη της αριστεράς τα μείζονα επίδικα της διάσπασης του 1968, μετά την εισβολή των σοβιετικών τανκς στην Τσεχοσλοβακία και κατέληξε, μέσω του ενιαίου Συνασπισμού, στη συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία. Στο όνομα της οποιασδήποτε ενότητας, η ανανεωτική αριστερά της ΕΑΡ έγινε μια εύπλαστη μάζα, αποστασιοποιούμενη οριστικά από τις λαϊκές τάξεις υπέρ μιας κεντρικής πολιτικής σκηνής, φωτιζόμενης από τα ανερχόμενα ΜΜΕ και τους συστημικούς προβολείς.

Ο ΣΥΡΙΖΑ στη δίνη της ενότητας
Οι προσπάθειες για την ενότητα και την ανασύνθεση της κατακερματισμένης αριστεράς, επανέφεραν το θέμα της συνεργασίας, κατ’ αρχήν στο εσωτερικό της, ως προϋπόθεσης εκ των ων ουκ άνευ για να εγκατασταθεί με μαζικούς όρους στην κοινωνία και ν’ αποκτήσει, μέσα απ’ αυτή τη γείωση, πολιτική οντότητα και δυναμική. Στην εποχή της αθωότητας των κοινωνικών φόρουμ και καθώς οι κοινωνίες έβγαιναν από τα πέτρινα χρόνια του νεοφιλελευθερισμού, ο στόχος μιας αναγεννημένης αριστεράς –ισχυρής λαϊκής δύναμης, ήταν μπροστά μας και νοηματοδοτούσε τις πράξεις μας. Η ενότητά μας είχε σκοπό. Μέσα από τις δικές μας αντιφάσεις μπορούσαμε τα επόμενα χρόνια, πολλοί και πολλές, να συμβάλλουμε στη διατύπωση των λαϊκών αιτημάτων και να αποτελούμε μέρος των κοινωνικών διαδικασιών για την κατάκτησή τους. Αυτή την ειλικρινή επιδίωξη, η κοινωνία μάς την προσμέτρησε θετικά και αναγνώρισε στην υβριδική μορφή του ΣΥΡΙΖΑ μια δυνατότητα απαγκίστρωσης από το διεφθαρμένο αστικό πολιτικό σύστημα και ταυτόχρονα ένα πεδίο δικής της συμμετοχής. Γιατί οι άνθρωποι, αριστεροί και μη, μπορούν σπρωγμένοι από την ανάγκη και την ενδιάθετη χειραφετητική τους επιθυμία, να εντάσσουν τις ατομικές τους υποθέσεις στο συλλογικό εμείς, να εξεγείρονται και να επιδιώκουν την αλλαγή του σημερινού άδικου και βάναυσου κόσμου.
Απέναντι στην κοινωνία δώσαμε εξετάσεις και απορριφθήκαμε. Η άνοιξη του ΣΥΡΙΖΑ κράτησε λίγο, γιατί τελικά, όπως αποδείχθηκε, δεν μπορούμε να σπρώξουμε στα έγκατα του πολιτικού ασυνείδητου το πολιτικό παρελθόν και τις ιδέες που έθρεψαν τις διάφορες αριστερές μέχρι σήμερα και να στηρίξουμε μια νέα αρχή, χωρίς ν’ αναμετρηθούμε μ’ αυτό το παρελθόν και αυτές τις ιδέες. Μ’ άλλα λόγια, χωρίς ν’ αναμετρηθούμε με τα σύνδρομα της συστημικής αναγνώρισης, της πρωτοπορίας, του παραγοντισμού, του θεσμοθετημένου αρχηγισμού, της διαμεσολάβησης, των τακτικισμών, της ανειλικρίνειας, εν τέλει της πολιτικής ως παιγνίων μικροεξουσίας. Όλα αυτά εμπόδισαν τους αριστερούς του ΣΥΡΙΖΑ να αποκτήσουν ξεχωριστή υπόσταση και ταυτότητα ο καθένας, δική του κρίση και ελευθερία συνείδησης μέσα σε μια ταραγμένη θάλασσα ίδιων και διαφορετικών συντρόφων, ανδρών και γυναικών, που συγκλίνουν και αποκλίνουν, διαμορφώνουν ρεύματα ιδεών και πρακτικών, πάντοτε, όμως, χωρίς να παραβιάζουν τη βασική αρχή της ισότιμης συμμετοχής όλων στην εκπόνηση του κοινού σχεδίου και τις συλλογικές αποφάσεις που το στηρίζουν. Η αποποίηση της αρχής του κυρίαρχου μέλους στο σώμα ενός αριστερού οργανισμού παραπέμπει στις πιο ανηλεείς συστημικές αντιλήψεις διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού και στις ανάλογες, σταλινικού χαρακτήρα, προσεγγίσεις περί εκπροσώπησης μιας νεκρής κοινωνίας, τελικά παραπέμπει, ηθελημένα ή αθέλητα, στη σύγκρουση με τη θεμελιώδη αριστερή αρχή ότι η χειραφέτηση των λαϊκών τάξεων αποτελεί δικό τους έργο. Οι τακτικές που ακολουθούνται στις αυτοδιοικητικές εκλογές προκύπτουν και από την απαξίωση των μελών του ΣΥΡΙΖΑ και κατ’ επέκταση της κοινωνίας ως ζωντανού και αντιφατικού σώματος, που διαθέτει εσωτερικές δυνάμεις ανατροπής.
Με όλα αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ μεταβλήθηκε σε μια βαβέλ γλωσσών και πεδίο εμφύλιου σπαραγμού, πράγματα ακατανόητα για τους μη μυημένους. Η επίπονη διαδικασία της ενότητας παρακάμπτεται από δύο δρόμους. Ο πρώτος δρόμος περιλαμβάνει την αποστασιοποίηση από τα κοινωνικά πεδία στα οποία δημιουργούνται με υλικούς όρους και λαϊκή αυτενέργεια τα λαϊκά μέτωπα και την επιβίβαση στο όχημα των πλατιών συγκυριακών συνεργασιών και των «επωνύμων», με τίμημα τα πολλαπλά τραύματα στην ίδια την αριστερά και την  πλήρη απαξίωση των ανθρώπων της των οποίων αποτελεί δημιούργημα. Αυτή η τακτική δοκιμάστηκε στο παρελθόν και απέτυχε. Ο δεύτερος δρόμος εκλαμβάνει την «αριστερή γραμμή», που εκφωνεί μια αυτοπροσδιοριζόμενη πρωτοπορία, ως μοναδικό προαπαιτούμενο της αποδέσμευσης των λαϊκών τάξεων από το σύστημα, υπεκφεύγοντας την ανάγκη να εργαστεί πρωτίστως συστηματικά, σταθερά και σε διάρκεια μαζί με τον λαϊκό κόσμο ώστε να συμβάλλει στην εκδήλωση της δικής του πρωτοβουλίας. Η σπουδή αυτή οδηγεί σε διαρκείς μεταβολές τακτικής, που κυμαίνονται από τα πιο ασπόνδυλα ανοίγματα στο σεχταρισμό, επιφέρει νέες διασπάσεις στην αριστερά και αχρήστευση αυτών που από κοινού δημιουργήσαμε. Η αντιπαράθεση σε μια λανθασμένη αντίληψη της αριστεράς ακυρώνεται όταν μετέρχεται τα δικά της λανθασμένα μέσα.
Με αυτά και τα άλλα αλλοπρόσαλλα κερδίσαμε επάξια τον τίτλο του αφερέγγυου πολιτικού χώρου και, το κυριότερο, διασπαθίσαμε αρκετά από εκείνα που οικοδομούμε δέκα χρόνια τώρα, πολλοί και πολλές, αθόρυβα και συστηματικά, χτίζοντας δεσμούς με τις τοπικές κοινωνίες, τους εργατικούς χώρους και τον κόσμο των χωρίς φωνή. Όλοι αυτοί, επώνυμοι και ανώνυμοι, αριστεροί και πασοκογενείς, λαός χωρίς πολιτικά προαπαιτούμενα, έπρεπε να υψώσουν, με τη δική τους συμμετοχή, φωνή κατά του μνημονίου και στις αυτοδιοικητικές εκλογές, όπως ακριβώς είχαμε προδιαγράψει στο σχετικό κείμενο του ΣΥΡΙΖΑ, που σχεδόν ομόφωνα αποφασίσαμε και από το οποίο δεν τηρήθηκε ούτε ένα γιώτα. Τα διακεκριμένα πρόσωπα, ακόμα και όταν αφορούν φυσικούς ηγέτες, πρέπει να είναι προεκτάσεις ενός «εμείς», χωρίς το οποίο ουδέν εστί γενέσθαι των δεόντων.
Έτσι, αισθανόμαστε, αρκετοί από εμάς, ματαιωμένοι. Τι μπορούμε να κάνουμε; Ειλικρινά δεν ξέρω.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου