Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010

Ο σύντροφος Τ. και η αλήθεια του

Ο Οδυσσέας μεθά τον Πολύφημο, John Flaxman [Public domain], via Wikimedia Commons

του Αλέκου Αλαβάνου, ΑΥΓΗ, 5.12.10

Ο Πολύφημος, στο τέλος της δέκατης ραψωδίας της Οδύσσειας, γεμάτος αίματα στο πρόσωπο, στα βράχια της Σικελίας, ακούει από το ελληνικό πλοίο που έφευγε να του φωνάζει ο βασιλιάς της Ιθάκης: Δεν είμαι κανένας. Είμαι κάποιος. Και το όνομά μου είναι Οδυσσέας. Ο Πολύφημος του απαντάει πως το γνωρίζει το όνομα αυτού που θα τον τύφλωνε, του το είχε προφητεύσει εδώ και δεκαετίες ο Τήλεμος -το μόνο κύριο όνομα που ανέφερε ο κύκλωπας σε όλη τη ραψωδία.

«Μάντις ανήρ ηύς τε μέγας τε», αγαθός και μεγάλος, λέει ο Όμηρος για τον Τήλεμο. Δεν είναι γνωστό αν και ο Τήλεμος είναι και αυτός γίγαντας ή κανονικός άνθρωπος, οπότε ανάμεσα στους κύκλωπες είναι νάνος. Το σοβαρό ερώτημα όμως αφορά στο αν ο Τήλεμος είναι γίγαντας ή νάνος στο μυαλό. Παρότι ο Πολύφημος και οι άλλοι κύκλωπες τον θεωρούν γίγαντα στη σκέψη, στις χιλιετίες που πέρασαν οι περισσότεροι τον χλευάζουν ως νάνο της διανόησης.

Αναφέρονται οι «χιλιετίες», γιατί μετά τον Όμηρο έγραψαν για τον κύκλωπα ο Ησίοδος, ο Ευριπίδης, ο Βιργίλιος, ο Απολλόδωρος, μέχρι και ο Γουόλτ Ντίσνεϊ. Δίπλα σε κάθε Πολύφημο υπάρχει και ένας Τήλεμος. Οι περισσότεροι συγγραφείς βέβαια τον παραλείπουν, όχι μόνο για να εμφανισθεί ο κύκλωπάς τους πιο πνευματώδης, αλλά για να εμφανισθούν οι ίδιοι πιο ευρηματικοί. Αυτή ακριβώς η παράλειψη υπάρχει και στο βιβλίο του Καρτερού. Παρότι δεν το αναφέρει, δίπλα στον σ. Πολύφημό του υπάρχει κάθε στιγμή και ο σ. Τ., όπως ο Τήλεμος απαιτούσε να τον αποκαλούν μετά την ίδρυση της Τρίτης Διεθνούς. Για να κατανοήσουμε λοιπόν «τι εστί» ο σ. Τ. ακολουθούν έξι σύντομοι διάλογοί του με τον σ. Πολύφημο.

Διάλογος πρώτος: Η λίστα
Ο σ. Τ. και ο σ. Πολύφημος μόλις τύπωσαν στον υπολογιστή τα αποτελέσματα με τους σταυρούς στο ψηφοδέλτιο της αριστεράς στο εκλογικό τμήμα των κυκλώπων.

Γιατί, ρωτάει ο σ. Πολύφημος, ενώ κι εγώ και όλοι διαβάζουμε τη σταυροδοσία από πάνω προς τα κάτω, από τους περισσότερους στους λιγότερους σταυρούς, εσύ ξεκινάς από τα κάτω και μάλιστα σταματάς όταν φτάσεις στη μέση;

Γιατί ο τρόπος που διαβάζετε τη λίστα ανταποκρίνεται σε μια αξιακή ιεραρχία στη βάση της αστικής αρχής της επιτυχίας, απαντά ο σ. Τ. Στις πρώτες θέσεις, δίπλα σε έναν εμπνευσμένο ηγέτη, έναν αγωνιστή -σύμβολο, έναν αυθεντικό αριστερό διανοούμενο θα βρεις έναν γλείφτη των καναλιών, ένα ηλικιωμένο στέλεχος που θέλει τη δόξα ως υποκατάστατο της νεότητας για καμάκι, έναν γιάπη, έναν ιησουίτη. Η ήρα, δηλαδή, μαζί με το στάρι.

Στις τελευταίες θέσεις θα βρεις τον μοναχικό ιδεολόγο, τον αγωνιστή χωρίς αντάλλαγμα, την πολιτικά ανώνυμη νεαρή εργάτρια και -τούτο με ευαισθητοποιεί περισσότερο- τον σύντροφο που τα βάζει όχι μόνο με τον εχθρό, αλλά και με τις εχθρικές αντιλήψεις που έχουν περάσει ακόμα και στον απλό κόσμο της αριστεράς. Στάρι, δηλαδή, χωρίς καθόλου ήρα, απάντησε ο σ. Τ. και από μέσα του θυμήθηκε νοσταλγικά τις ιστορίες των παππούδων του για το αλώνισμα στο νησί του, τη Σικελία.

Διάλογος δεύτερος: Η απειλή

Ο σ. Τ. είχε μια εμπειρία αιώνων στις ηγετικές θέσεις της αριστεράς. Ποιοι κομματικοί σου αντίπαλοι ήταν για σένα η μεγαλύτερη απειλή, τον ρωτάει ένα μεσημέρι ο σ. Πολύφημος σε μια μεγάλη εργατική συγκέντρωση που βαριόντουσαν και οι δύο να ακούν τον τότε πρόεδρο ενός τότε κόμματος της αριστεράς. Για σένα, ένα ελεύθερο μαρξιστικό πνεύμα, ποιοι ήταν πιο επικίνδυνοι; Οι λικβινταριστές;
Οι δεξιοί οπορτουνιστές; Οι αριστεροί οπορτουνιστές; Οι μαοϊκοί; Οι τροτσκιστές; Οι ευρωκομμουνιστές;

Κανέναν δεν έχω φοβηθεί, απάντησε λίγο αλαζονικά ο σ. Τ. Θα μπορούσα να σου πω ότι πιο επικίνδυνοι από όλους τους αντιπάλους στην ηγεσία της αριστεράς θα ήταν αυτοί που δεν πιστεύουν σε τίποτα, αλλά απλά αντιγράφουν άλλους για να δικαιολογήσουν τη μικρή εξουσία τους. Κι από αυτούς, αυτοί που αντιγράφουν τις δικές μας απόψεις.

Ούτε αυτούς όμως τους έχω φοβηθεί, απάντησε ακόμα πιο αλαζονικά ο σ. Τ. Άλλους φοβάμαι, κατέληξε, με ένα ελαφρό τρέμουλο στο πάνω χείλος που δεν μπόρεσε να το κρύψει από τον σ. Πολύφημο. Όλους αυτούς τους χιλιάδες αριστερούς που μπορούν να πιστεύουν αυτούς που δεν πιστεύουν τίποτα.

Διάλογος τρίτος: Η σιωπή και η βλακεία

Γιατί σιωπάς, ρώτησε με αγάπη ο σ. Πολύφημος σε μια εποχή που ο σ. Τ., μακριά πια από τις ηγετικές θέσεις στο κόμμα, κατηγορούνταν επισήμως για φρενοβλάβεια και βοναπαρτισμό. Γιατί σιωπάς, ένα χρόνο τώρα λένε τη δική τους άποψη για τη σύγκρουση. Κανείς δεν ξέρει τι είναι αλήθεια και τι είναι ψέμα. Ο λαός του κόμματος είναι οργισμένος και αναστατωμένος μαζί σου. Γιατί δεν τους κατακεραυνώνεις;

Τι αναστατώνει, σ. Πολύφημε, πιο πολύ; Η γαλήνη ή ο κεραυνός; Ο κεραυνός, απαντά ο σ. Πολύφημος. Μια άσπρη πεταλούδα, ξαναρωτάει ο σ. Τ., ή ένα λιοντάρι που βρυχάται; Το λιοντάρι. Ένα ζευγάρι που φιλιέται ή δύο στρατιώτες με οπλοπολυβόλο; Το δεύτερο.

Γι’ αυτό δεν μιλάω. Ό, τι κι να πω κάτι θα ανακαλύψουν να αναστατωθούν - ακόμη και μια γλωσσική παραδρομή. Η σιωπή είναι η άμυνά μου.

Ναι, ενίσταται ο σ. Πολύφημος, αλλά αυτοί έχουν μια αφήγηση, με επινοήσεις βέβαια, που δίνει όμως νόημα στα γεγονότα. Εσύ δεν έχεις καν αφήγηση. Έχεις χάσμα, ασυνέχεια, κενό. Αυτό σημαίνει ότι δεν δίνεις νόημα στον κόσμο της αριστεράς.

Εγώ, λέει ο σ. Τ., θέλω το νόημα για τα γεγονότα να το βρει ο ίδιος ο κόσμος της αριστεράς. Εξάλλου, αν σε μια αφήγηση με ψεύδη απαντήσει κάποιος με μια αφήγηση με αλήθειες, θα είναι κι εκείνη ψευδής. Θα σου πω τι μου διηγήθηκε μετά τον πόλεμο ένας Γερμανός φίλος μου, ο κ. Κ. Κάποτε τον πρόσβαλε βάναυσα ένας Γάλλος κι ο κ. Κ. από μέσα του ευχήθηκε να καταστραφεί όλη η Γαλλία από σεισμό. «Ένιωσα εθνικιστής, μου λέει, γιατί συνάντησα έναν εθνικιστή. Μα γι’ αυτό πρέπει να εξολοθρεύσουμε τη βλακεία. Γιατί μας κάνει βλάκες όσους τη συναντούμε».

Διάλογος τέταρτος: Η ορχήστρα

Όταν η αριστερά ήταν ενωμένη και δυναμική, μου έλεγες ότι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί αριστεροί. Σήμερα που είναι πάλι διασπασμένη, οι νέοι σου φίλοι είναι καλοί και οι παλιοί σου φίλοι κακοί. Μήπως παρουσιάζεις τα πράγματα, ρωτάει ο σ. Πολύφημος τον σ. Τ., όπως σε βολεύουν κάθε στιγμή; Μήπως χειρίζεσαι και υπερτιμάς τον παράγοντα «άνθρωπος» απέναντι στην πολιτική αναγκαιότητα, που οδηγεί στις διασπάσεις;

Επιμένω ότι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί άνθρωποι, απάντησε ο σ.Τ. Σημερινοί μου φίλοι, όπως κι εγώ, έχουν και κακές χορδές μέσα στην ψυχή τους και παλιοί μου φίλοι, και σημερινοί αντίπαλοι, έχουν και καλές. Εξαρτάται από το ποιες θα πάλλονται και θα ηχούν κάθε στιγμή. Εξαρτάται δηλαδή από την ορχήστρα, από το πλαίσιο που διαμορφώνουν οι ίδιοι άνθρωποι. Και το λέω αυτό ακριβώς για να απελευθερώσω τον ανθρώπινο παράγοντα από την πολιτική αναγκαιότητα.

Διάλογος πέμπτος: Η ιδιοκτησία

Μα πρέπει να ανήκουμε κάπου. Χρειαζόμαστε στέγη. Το κόμμα είναι το σπίτι μας. Συνέβαλες κι εσύ πρωταγωνιστικά αυτό το ερείπιο που υπήρχε να ξαναγίνει σπίτι, λέει για πρώτη φορά έξαλλος ο σ. Πολύφημος στον σ. Τ. , που κατά τη συνήθειά του κάθε είκοσι χρόνια αποχωρούσε από την οργάνωση που στη συγκρότησή της είχε πάντα έναν κεντρικό ρόλο. Πώς να μη είναι όλοι εξαγριωμένοι μαζί σου;

Το να υπερασπίζεσαι το ακίνητο με όλα τα μέσα είναι καθαρά αστικό χαρακτηριστικό που συνδέεται με την ατομική ιδιοκτησία, απαντά ο σ. Τ. Τώρα αυτοί που έχουν τα κλειδιά το προστατεύουν από εμάς. Αύριο θα το προστατεύσουν από τους παλιούς ιδεολογικούς μας αντιπάλους στο κόμμα. Μεθαύριο από παλιούς μας ομοϊδεάτες που πάντα όμως μας αντιπαθούν. Και την επόμενη θα το προστατεύσουν από τους δικούς τους που αρχίζουν να διαφωνούν.

Εγώ δεν συνέβαλα στο να αποκτήσουν ιδιόκτητη κατοικία. Συνέβαλα στο να μάθουν την τέχνη να κτίζουν σπίτι. Άλλο λοιπόν θα έπρεπε να προστατεύσουν ως κόρη οφθαλμού όλοι αυτοί στη βάση που θυμώνουν. Την τέχνη να ενσωματώνουμε όλους, και τους αντιθετικούς, από τον χορτοφάγο μέχρι τον αλκοολικό, από τον σουβλατζή μέχρι την μπαλαρίνα σε ένα εργοτάξιο συλλογικότητας και θαυμάτων, είπε ο σ. Τ. Κι από μέσα του ένιωσε μια μικρή ανακούφιση γιατί έδωσε μια, ίσως όχι πειστική, αλλά ειλικρινή απάντηση σε ένα πολύ δύσκολο ερώτημα.

Διάλογος έκτος: Η διαφορά

Ήταν ή η δεκαετία του '70, ή η δεκαετία του '90 ή η σημερινή δεκαετία του '10.

Οι δυνάμεις της αριστεράς αλληλοσπαράσσονται. Όλοι οι ηγέτες τα ίδια χάλια είναι. Δεν θα ψηφίσω κανένα ή θα ψηφίσω άλλους, ανακοινώνει ο σ. Πολύφημος στον σ. Τ., όχι μόνο γιατί ένιωθε έτσι, αλλά και γιατί ακολουθούσε μια εφήμερη μόδα της εποχής.

Πολύ λάθος απόφαση, απαντά ήρεμα ο σ. Τ. Αν δεις δύο στο βαγόνι να πλακώνονται, θα στραφείς ενάντια και στους δύο ή θα σκεφθείς ότι μπορεί ο ένας να είναι ο εργάτης με το μεροκάματο κι άλλος ο πορτοφολάς; Ενάντια στον πορτοφολά, απαντά ο πάντα αγνός σ. Πολύφημος. Αν στη διαδήλωση έχουν έρθει στα χέρια ένας μπάτσος με πολιτικά κι ένα αντιεξουσιαστής; Με τον διαδηλωτή κι ας έχει και μολότοφ, απαντά ο σ. Πολύφημος. Αν σε ένα ψυχιατρείο δεις δύο άντρες να χτυπιούνται, δεν μπορεί ο ένας να είναι ασθενής σε ψυχωτική κρίση κι άλλος νοσηλευτής; Με τον σχιζοφρενή που δεν θέλει να τον δέσουν, λέει ο σ. Πολύφημος.

Το ζητούμενο λοιπόν είναι να βρίσκουμε πάντα τη διαφορά. Στην αναγνώριση της διαφοράς, ακόμα κι αν με μια πρώτη ματιά δεν διακρίνεται, στηρίζεται όλη η φιλοσοφία και όλη η επιστήμη. Ιατρική είναι η διαφορική διάγνωση: ο ίδιος ακριβώς πόνος στο στομάχι μπορεί να προέρχεται και από φασολάδα και από έμφραγμα. Το ίδιο ισχύει και για την αριστερά.

Κι αν δεν υπάρχει καμιά διαφορά, επιμένει με πείσμα ο σ. Πολύφημος. Στο ταμείο του κινηματογράφου πλακώνονται δύο σαραντάρηδες, 1,75 και οι δύο, με γκρίζα κουστούμια και ροζ γραβάτες, τραπεζοϋπάλληλοι, παντρεμένοι και οι δύο με ξανθιές.

Δεν θα σου πω, απαντά ο σ. Τ. , ότι η εξαίρεση επιβεβαιώνει τον κανόνα, γιατί στην αριστερά ο κανόνας δεν έχει εξαιρέσεις. Πώς όμως εσύ, σ. Πολύφημε, τολμάς να τους αντιμετωπίσεις με τον ίδιο τρόπο, όταν ο ένας μπορεί να έχει ξύλινο πόδι; Η αριστερά οφείλει να βλέπει μέσα από το παντελόνι.

Πριν απομακρυνθεί πολύ, ο σ. Τ. γυρίζει το κεφάλι και λέει στον σ. Πολύφημο: Η αριστερά είναι γυναίκα.

Μέσα λοιπόν σε δύο μέρες ένιωσα πόσο χρήσιμο είναι το βιβλίο του Θ. Καρτερού. «Λιτό και απέριττο, με κύριο στόχο τη δηκτικότητα και τη στάση του ατόμου απέναντι στα γεγονότα» γράφει το 1971 ο Πέτρος Μάρκαρης για τις «Ιστορίες του κ. Κ - του κ. Κόυνερ - Η διαλεχτική έως τρόπος ζωής» του Μπέρτολτ Μπρεχτ, που εκδόθηκαν μέσα στη χούντα. Με αυτή την μπρεχτική μέθοδο μπορείς να πεις τα ανείπωτα. Δηλαδή όχι μόνο όσα δεν έχουν ειπωθεί. Αλλά και πράγματα που μόλις τώρα είπες και μπορείς να ορκισθείς ότι δεν τα έχεις πει ποτέ.

Ο Καρτερός λοιπόν μας προκαλεί σε ένα τολμηρό παιχνίδι απελευθέρωσης, διαβάζοντας τα υψηλής ποιότητας σταυρόλεξά του, να φτιάξουμε τα δικά μας ερασιτεχνικά. Μας καλεί σε μια πορνογραφία των αυτολογοκριμένων σκέψεών μας. Για να γίνει αυτό όμως με επιτυχία πρέπει δίπλα σε κάθε σ. Πολύφημο να υπάρχει ένας σ. Τ. που τον εμπνέει. Όπως δίπλα σε κάθε κ. Θανάση να υπάρχει μια κ. Ε.

* Αυτό είναι το κείμενο της παρέμβασης του Αλέκου Αλαβάνου στην παρουσίαση του βιβλίου του Θανάση Καρτερού την περασμένη Πέμπτη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου