Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ζωγραφική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ζωγραφική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 8 Μαΐου 2010

πριν απ' όλα ησυχία...

 D'où venons nous? Que sommes-nous? Où allons-nous?
Από πού ερχόμαστε; Ποιοι είμαστε; Πού πηγαίνουμε; (1897) πίνακας του Πωλ Γκωγκέν (7.06. 1848 - 8.05.1903,
του ζωγράφου που άφησε την καριέρα του χρηματιστή και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό για τη ζωγραφική και τη βαρβαρότητα, αυτού που έγραψε στον Αύγουστο Στρίντμπεργκ στις 2.5.1895: "Τα Σκανδιναβικά γαλάζια μάτια σου κοίταζαν προσεκτικά τους πίνακες που κρέμονταν στους τοίχους. Ένιωσα να εξεγείρομαι: μια ολική σύγκρουση ανάμεσα στον πολιτισμό σου και τη βαρβαρότητά μου. 
Πολιτισμός από τον οποίο υποφέρεις. Βαρβαρότητα που με ξανανιώνει".)


Δε φτάνει να λέμε απλώς, όπως κάνουν οι Γάλλοι, ότι το έθνος τους αιφνιδιάστηκε. Σ' ένα έθνος, όπως και σε μια γυναίκα, δε συγχωρείται η στιγμή της αδυναμίας, που ο πρώτος τυχόν τυχοδιώχτης θα μπορούσε να τη βιάσει. Το αίνιγμα δε λύνεται με τέτοια στριφογυρίσματα, αλλά μόνο διατυπώνεται διαφορετικά. Απόμενε να εξηγηθεί πώς ένα έθνος 36 εκατομμυρίων αιφνιδιάστηκε και οδηγήθηκε χωρίς αντίσταση στην αιχμαλωσία από τρεις αγύρτες.
[...]

[Ο Βοναπάρτης] Στις 12 του Νοέμβρη έστειλε στην εθνοσυνέλευση ένα μήνυμα με αμερικανική πολυλογία, παραφορτωμένο με λεπτομέρειες, που μοσκοβολούσε τάξη, γεμάτη πόθο για συμφιλίωση, που έδειχνε υποταγή στο σύνταγμα, που τα πραγματευότανε όλα και το καθετί εκτός από τα φλέγοντα ζητήματα της στιγμής. Παροδικά τάχα άφηνε να του ξεφύγουν τα λόγια ότι σύμφωνα με τις ρητές διατάξεις του συντάγματος, μονάχα ο πρόεδρος διαθέτει το στρατό. Το μήνυμα τελείωνε με τα ακόλουθα πολυσήμαντα λόγια:
«Η Γαλλία χρειάζεται πριν απ' όλα ησυχία... Δεσμευμένος από τον όρκο μου και μόνο, θα παραμείνω μέσα στα στενά όρια που μου χάραξε... Όσο για μένα, που έχω εκλεγεί από το λαό και που μονάχα σ' αυτόν χρωστάω την εξουσία μου θα υποτάσσομαι πάντα στη νόμιμα εκφρασμένη θέλησή του. Αν αποφασίσετε σ' αυτή τη σύνοδο την αναθεώρηση του συντάγματος, τότε μια συνταχτική συνέλευση θα κανονίσει τη θέση τής εκτελεστικής εξουσίας. Αν όχι, τότε ο λαός θα διακηρύξει πανηγυρικά τη θέλησή του το 1852. Μα όποιες και αν είναι οι λύσεις τού μέλλοντος, ας συμφωνήσουμε σ' ένα: να μην αφήσουμε ποτέ το πάθος, τον αιφνιδιασμό ή τη βία να κρίνουν την τύχη ενός μεγάλου έθνους... Μα ό,τι απασχολεί πριν απ' όλα τη σκέψη μου δεν είναι ποιος θα κυβερνήσει τη Γαλλία το 1852, μα πώς θα χρησιμοποιήσω τον καιρό που διαθέτω ακόμα έτσι που η ενδιάμεση περίοδος να περάσει δίχως αναστάτωση ή ταραχή! Σας άνοιξα την καρδιά μου με ειλικρίνεια. Θα απαντήσετε στην ειλικρίνειά μου με την εμπιστοσύνη σας, στην καλή μου προσπάθεια με τη συνεργασία σας και ο Θεός θα κάνει τα υπόλοιπα».
[...]

Η Γαλλία χρειάζεται πριν απ' όλα ησυχία. Αυτό φώναζε στην επανάσταση το κόμμα τής τάξεως, από το Φλεβάρη (1848) και ύστερα, αυτό φώναζε και το μήνυμα του Βοναπάρτη στο κόμμα τής τάξεως. «Η Γαλλία χρειάζεται πριν απ' όλα ησυχία». Ο Βοναπάρτης έκανε ενέργειες που απόβλεπαν στο σφετερισμό, μα το κόμμα τής τάξεως γινόταν ένοχο "ταραχής", όταν έκανε θόρυβο γι' αυτές τις ενέργειες και τις σχολίαζε υποχονδριακά. Τα λουκάνικα του Σατορύ δε βγάζαν τσιμουδιά όσο δε μιλούσε κανένας γι' αυτά. «Η Γαλλία χρειάζεται πριν απ' όλα ησυχία». Συνεπώς ο Βοναπάρτης ζητούσε να τον αφήσουν να δρα ήσυχα και το κοινοβουλευτικό κόμμα το παρέλυε ένας διπλός φόβος: ο φόβος μήπως προκαλέσει ξανά τις επαναστατικές ταραχές και ο φόβος μήπως φανεί το ίδιο σαν ταραχοποιός στα μάτια τής ίδιας τής τάξης του, στα μάτια τής αστικής τάξης. Και μια που η Γαλλία χρειαζόταν πριν απ' όλα ησυχία, το κόμμα της τάξεως δεν τολμούσε ν' απαντήσει με «πόλεμο», αφού ο Βοναπάρτης στο μήνυμά του είχε μιλήσει για «ειρήνη». Και το κοινό, που αυτοκολακευόταν ότι θα παρακολουθούσε σκηνές μεγάλων σκανδάλων κατά την έναρξη της εθνοσυνέλευσης, γελάστηκε σ' αυτές τις προσδοκίες του. Οι βουλευτές τής αντιπολίτευσης, που απαιτούσαν την κατάθεση των πραχτικών τής μόνιμης επιτροπής πάνω στα γεγονότα τού Οχτώβρη, καταψηφίστηκαν από την πλειοψηφία. Κατ' αρχήν, απόφυγαν όλες τις συζητήσεις που μπορούσαν να προκαλέσουν ερεθισμό. Οι εργασίες τής εθνοσυνέλευσης το Νοέμβρη και το Δεκέμβρη τού 1850 ήταν χωρίς ενδιαφέρον.
[...]
Aποσπάσματα από την 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη του Καρλ Μαρξ.

για την 18η Μπρυμαίρ εδώ (στα αγγλικά)

άλλα αποσπάσματα εδώ, ολόκληρο το βιβλίο εδώ και εδώ και εδώ...


Η ανάρτηση αυτή δημοσιεύτηκε την Nonidi 19 Floréal CCXVIII
οι εικόνες από τη Wikipedia

Δευτέρα 3 Μαΐου 2010

Και γιατί δε φώναζες πιο δυνατά;

Φρανσίσκο Γκόγια (Francisco José de Goya y Lucientes)  
3η Μαΐου 1808, 1814, Μουσείο Πράδο, Μαδρίτη
Στις 3 Μαΐου του 1808 εκτελέστηκαν μαζικά περίπου 400 Ισπανοί πολίτες από τα γαλλικά στρατεύματα, οδηγώντας σε μία γενικευμένη ισπανική εξέγερση.

Το ανυπεράσπιστο αγόρι

Ο κύριος Κ. έλεγε πως είναι σφάλμα να καταπίνεις σιωπηλά την αδικία που σού έγινε, και διηγήθηκε την ακόλουθη ιστορία: «Κάποιος περαστικός είδε ένα αγόρι που έκλαιγε και το ρώτησε τι είχε πάθει. "Είχα δυο γρόσες για να πάω σινεμά" είπε το αγόρι, "κι ένα παιδί που περνούσε, μού βούτηξε τη μια γρόσα απ᾿ το χέρι" - και του 'δειξε ένα παιδί λίγο πιο πέρα. "Και δε φώναξες βοήθεια;" ρώτησε ο περαστικός. "Πώς δε φώναξα!" είπε το αγόρι, και τα αναφιλητά του δυνάμωσαν. "Και δε σ᾿ άκουσε κανείς;" ρώτησε πάλι ο περαστικός, και το χάιδεψε τρυφερά. "Όχι" είπε μέσα στ᾿ αναφιλητά του το αγόρι. "Και γιατί δε φώναζες πιο δυνατά; Δεν μπορούσες;" ξαναρώτησε ο περαστικός. "Όχι" ξανάπε το αγόρι, που βλέποντάς τον να χαμογελάει, ένιωσε την ελπίδα του να ζωντανεύει. "Τότε, δώσ᾿ μου τη κι αυτήν!" είπε ο περαστικός, και αρπάζοντάς του και την άλλη γρόσα από το χέρι, συνέχισε ανέμελα το δρόμο του».


Μπ. Μπρεχτ, Ιστορίες του κ. Κόυνερ, μτφ. Ιάκωβος Παπάζογλου, εκδ. Γράμματα
ο πίνακας του Γκόγια από την Βικιπαίδεια.

Παρασκευή 2 Απριλίου 2010

J'accuse και Το αστείο και η Ευρώπη μετά τη βροχή και οι Bonnie and Clyde και η Δίκη μπροστά στον Πιλάτο· όταν όλα μοιάζουν να μπερδεύονται...

Κύριε Πρόεδρε,
         [...] Η κυβέρνηση, αν και είχε συναίσθηση της ευθύνης της, μπορούσε ν' αρπάξει το σκουπόξυλο και να σαρώσει το λημέρι αυτό του ιησουιτισμού, όπως τους αποκάλεσε ο ίδιος ο Μπιγιό. Πού είναι το αληθινά πατριωτικό υπουργείο, που θα 'χει την τόλμη να τα γκρεμίσει όλα και να τα ξαναφτιάξει όλα εκεί μέσα; Πόσους ανθρώπους ξέρω που, μπροστά στην πιθανότητα ενός πολέμου, τρέμουν από αγωνία, βλέποντας σε τι χέρια βρίσκεται η εθνική μας άμυνα! Και τι σφηκοφωλιά από χυδαίες πρόστυχες δολοπλοκίες, κουτσομπολιά και οργιαστικές σπατάλες έχει γίνει το ιερό αυτό άσυλο όπου κρίνεται η τύχη της Πατρίδας! Τρομάζει κανείς μπροστά στο τρομερό φως που έριξε εκεί μέσα η υπόθεση Ντρέιφους, η ανθρώπινη αυτή θυσία ενός δυστυχισμένου, ενός «βρομερού Εβραίου».
          Α! τι φοβερό ανακάτεμα από ηλιθιότητα και παραφροσύνη, πολλές φαντασιοπληξίες, αγροίκες αστυνομικές μεθόδους, ήθη τυραννικά και απάνθρωπα τα τρισχειρότερα, αυτή η χυδαία τέρψη μερικών γαλονάδων που βάζουν τις μπότες τους πάνω στο Έθνος, του ξαναχώνουν μέσα στο λαρύγγι την κραυγή του για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη, με την ψεύτικη και ιερόσυλη πρόφαση της σωτηρίας του Κράτους!
          Και διαπράξανε άλλο ένα έγκλημα, αφού θελήσανε να στηριχθούν στον ακάθαρτο δημοσιογραφικό τύπο. Δεν ντραπήκανε να ζητήσουν ή να δεχθούνε την προστασία όλης της σαβούρας του Παρισιού - κι έτσι τώρα ο συρφετός αυτός θριαμβολογεί αναίσχυντα για την ήττα του δικαίου και της απλής ηθικής. Έγκλημα επίσης είναι ότι κατηγόρησαν για ταραχοποιούς της Γαλλίας εκείνους που τη θέλουν γενναιόφρονη, επικεφαλής των ελεύθερων και δικαίων εθνών, κι αυτό τη στιγμή που σκευωρούσαν οι ίδιοι μια επονείδιστη συνομωσία για να επιβάλλουν την πλάνη, μπροστά στον κόσμο ολόκκληρο. Έγκλημα είναι ότι παραπλάνησαν την κοινή γνώμη, ότι χρησιμοποίησαν για μια πλεκτάνη θανάτου, τη γνώμη αυτή που διέστρεψαν, μέχρι του σημείου να την κάμουν να παραληρεί. Έγκλημα είναι ότι δηλητηρίασαν τους μικρούς και τους ταπεινούς, ότι διέγειραν τα πάθη της αντίδρασης και της αδιαλλαξίας, καμουφλάροντάς την πίσω από το μισητό αντισημιτισμό, πάθη από τα οποία η μεγάλη φιλελεύθερη Γαλλία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου θα πεθάνει, αν δε θεραπευθεί εγκαίρως απ' αυτά. Έγκλημα είναι ότι εκμεταλλευθήκανε τον πατριωτισμό για έργα μίσους, έγκλημα, τέλος, είναι ότι έκαναν στάχτη ένα μοντέρνο θεό, όταν όλη η ανθρώπινη επιστήμη μοχθεί για την προσεχή καρποφορία της αλήθειας και της δικαιοσύνης.
           Η αλήθεια αυτή, αυτή η ίδια η δικαιοσύνη, που με τόσο πάθος τις θελήσαμε, τι απελπισία να τις βλέπουμε έτσι καταρρακωμένες, περισσότερο παραμορφωμένες, περισσότερο μουντές από κάθε άλλη φορά! Υποπτεύομαι τον συγκλονιστικό σεισμό που θα έγινε μέσα στην ψυχή του κ. Σέρερ-Κέστνερ, και πιστεύω απόλυτα ότι κάποια μέρα θα νιώσει τύψεις που δεν ανέτρεψε τα πάντα, την ημέρα της επερώτησης στη Γερουσία, εξαπολύοντας ολόκληρο το φάκελο, ώστε να τα ρίξει όλα κάτω. Ήταν ο μεγάλος έντιμος άνθρωπος, ο άνθρωπος της ηθικής ζωής του, πίστεψε ότι η αλήθεια ήτανε αυτάρκης, προπάντων όταν του φαινόταν φεγγοβολούσα σαν το άπλετο φως. Προς τι λοιπόν να αναστατώσει τα πάντα, αφού σε λίγο θα λαμποκοπούσε ο ήλιος; Και για την εύπιστη αυτή ψυχική γαλήνη του τιμωρήθηκε τόσο σκληρά. Το ίδιο ισχύει και για τον αντισυνταγματάρχη Πικάρ, που από ένα υψηλό συναίσθημα αξιοπρέπειας, δε θέλησε να δημοσιεύσει τα γράμματα του στρατηγού Γκονζ. Οι ενδοιασμοί του αυτοί τον τιμούν περισσότερο όσο, οι προϊστάμενοί του τον σπρώχνανε μέσα στο βούρκο, επεμβαίνανε στο ανακριτικό του έργο και αλλοιώνανε τη δικογραφία κατά τον πλέον απροσδόκητο και προσβλητικό τρόπο ενώ αυτός ενεργούσε με αυστηρό σεβασμό προς την πειθαρχία. Υπάρχουν δυο θύματα, δυο γενναίες ψυχές, δυο απλές καρδιές, που αφήσανε το θεό να ενεργήσει, ενώ ενεργούσε ο διάβολος.
          Είδαμε μάλιστα, σχετικά με τον αντισυνταγματάρχη Πικάρ, κι αυτή την ακατονόμαστη προστυχιά: ένα γαλλικό δικαστήριο, αφού άφησε τον εισηγητή να καταγγείλει δημόσια ένα μάρτυρα, να τον κατηγορήσει για όλα τα σφάλματα, έκλεισε τις σύρτες όταν ήρθε ο μάρτυρας αυτός για να εξηγηθεί και να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Λέω ότι αυτό είναι ένα επιπλέον έγκλημα και ότι το έγκλημα αυτό θα εξεγείρει την παγκόσμια συνείδηση. Αναντίρρητα, τα στρατιωτικά δικαστήρια έχουν μιαν ιδιόρρυθμη ιδέα για τη δικαιοσύνη.
         Αυτή λοιπόν είναι η απλή αλήθεια, κύριε Πρόεδρε, και είναι φρικιαστική· θα στιγματίσει την προεδρεία σας. Ξέρω βέβαια ότι δεν είχατε καμιάν αρμοδιότητα στην υπόθεση αυτή, ότι είσαστε αιχμάλωτος του Συντάγματος και του περιβάλλοντός σας. Αλλά έχετε ένα ιερό καθήκον σαν άνθρωπος, και το καθήκον αυτό οφείλετε να το θυμηθείτε και να το εκπληρώσετε. Μη νομίσετε πως έχω απελπιστεί, πως έχω και την παραμικρή έστω αμφιβολία για το θρίαμβο. Το επαναλαμβάνω με τη σφοδρότερη βεβαιότητα: η αλήθεια προχωρεί και τίποτε δε θα τη σταματήσει. Σήμερα μόλις αρχίζει η υπόθεση Ντρέιφους, γιατί μονάχα σήμερα αρχίζει να ξεκαθαρίζει η κατάσταση. Από τη μια μεριά, οι ένοχοι που δε θέλουν να απονεμηθεί η δικαιοσύνη. Από την άλλη μεριά, οι οπαδοί της δικαιοσύνης που θα δώσουν και τη ζωή τους για να την επιβάλλουν.
        Αν θάψετε την αλήθεια κάτω από τη γη, μεγαλώνει εκεί μέσα και μαζεύει τέτοια εκρηκτική δύναμη, ώστε την ημέρα που ξεσπά, παρασύρει τα πάντα μπροστά της.
        Θα δούνε λοιπόν, θα το δουν αναπόφευκτα ότι προπαρασκευάσανε την εκρηκτικότερη απ΄ όλες τις καταστροφές.
        Αλλά η επιστολή αυτή παρατράβηξε, κύριε Πρόεδρε, και είναι καιρός να την τερματίσω.
        Κατηγορώ...
        Κατηγορώ...
     ...Διατυπώνοντας τις κατηγορίες αυτές, δεν αγνοώ ότι υπόκειμαι στις διατάξεις των άρθρων 30 και 31 του Νόμου περί Τύπου της 29 Ιουλίου 1881, που κολάζουν τα αδικήματα της δυσφήμισης. Εκθέτω οικειοθελώς τον εαυτό μου σ' αυτόν τον κίνδυνο. Όσο για τους ανθρώπους που κατηγορώ, δεν τους ξέρω, δεν τους είδα ποτέ, δεν έχω εναντίον τους ούτε μνησικακία ούτε μίσος.
        Δεν είναι για μένα παρά αφηρημένες έννοιες, κακοποιά πνεύματα της κοινωνίας. Και η πράξη που εκτελώ εδώ δεν είναι παρά ένα επαναστατικό μέσον για να επισπεύσω την έκρηξη της αλήθειας και της δικαιοσύνης.
        Δεν έχω παρά ένα πάθος, το πάθος του φωτός, εν ονόματι της ανθρωπότητας που τόσο υπέφερε και που έχει δικαίωμα στην ευτυχία. Η πυρακτωμένη διαμαρτυρία δεν είναι παρά η κραυγή της ψυχής μου. Ας τολμήσουν λοιπόν να με παραπέμψιυν στο κακουργιοδικείο και η διαδικασία να γίνει στα φανερά.
       Περιμένω.
       Ευαρεστηθείτε, κύριε Πρόεδρε, να δεχθείτε τη διαβεβαίωση του βαθύτατου θαυμασμού μου.
ΕΜΙΛ ΖΟΛΑ
από το Κατηγορώ,(13.01.1898), του Εμίλ Ζολά, εκδ. Γκοβόστη, μτφ. Γιάννης Κωνσταντίνου

Ο Émile Zola (Παρίσι, 2 Απριλίου 1840 - Παρίσι, 29 Σεπτεμβρίου 1902) ήταν Γάλλος συγγραφέας. Θεωρείται ο πατέρας αλλά και ο κυριότερος εκπρόσωπος του νατουραλισμού. Επιπλέον πήρε ενεργό μέρος στην πολιτική και τάχθηκε υπέρ της απελευθέρωσης της κοινωνίας.


Žert
ΙΙΙ  3. [...] Σου έγραψε πως αναγνωρίζει τη δύναμη του οπτιμισμού; ρώτησαν συνέχεια. Μάλιστα, είπα. Και τι γνώμη έχεις εσύ για τον οπτιμισμό; Τι γνώμη θάπρεπε να έχω; ρώτησα. Θεωρείς τον εαυτό σου οπτιμιστή; Τον θεωρώ, είπα άτολμα. Μ' αρέσουν τ' αστεία, είμαι σχεδόν χαρούμενος χαρακτήρας, προσπάθησα ν' αλαφρύνω τον τόνο της εξέτασης. Χαρούμενος μπορεί νάναι κι ο μηδενιστής, είπε ο ένας τους, μπορεί λογου χάρη να περιγελά τους ανθρώπους που βασανίζονται. Χαρούμενος μπορεί νάναι κι ο κυνικός, συνέχισε. Νομίζεις πως είναι δυνατόν να οικοδομηθεί σοσιαλισμός χωρίς την αισιοδοξία; ρώτησε ο άλλος. Όχι, είπα. Έτσι λοιπόν, εσύ δεν είσαι υπέρ της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στον τόπο μας είπε ο τρίτος. Πώς έτσι; υπεράσπισα τον εαυτό μου. Επειδή η αισιοδοξία για σένα είναι το όπιο του ανθρώπινου είδους, μου επιτέθηκαν. Πώς έτσι όπιο του ανθρώπινου είδους; υπερασπιζόμουν συνέχεια. Μη μασάς τα λόγια σου, το έγραψες. Ο Μαρξ αποκάλεσε όπιο του ανθρώπινου γένους τη θρησκεία αλλά για σένα όπιο είναι η αισιοδοξία μας! Το έγραψες στη Μαρκέτα. Θα ήμουν περίεργος ν' ακούσω τι θάλεγαν οι εργάτες μας κι ανάμεσά τους οι πρωτοπόροι, που υπερκαλύπτουν τα πλάνα σαν μάθαιναν πως η αισιοδοξία τους είναι όπιο, συνέχισε αμέσως ο άλλος. Κι ο τρίτος συμπλήρωσε: Για τον τροτσκιστή η οικοδομητική αισιοδοξία είναι πάντα όπιο. Και συ είσαι τροτσκιστής. Προς θεού, πώς φανταστήκατε κάτι τέτοιο; αμύνθηκα. Το έγραψες, ή δεν το έγραψες; Ίσως κάτι τέτοιο στ' αστεία να έγραψα, πέρασαν δυο μήνες, δε θυμάμαι καλά. Μπορούμε να στο θυμίσουμε, είπαν και μου διάβασαν την κάρτα μου: Η αισιοδοξία είναι το όπιο του ανθρώπινου είδους. Το υγιές πνεύμα μυρίζει ανοησίες! Ζήτω ο Τρότσκυ! Λούτβιχ. Οι φράσεις στον μικρό χώρο του πολιτικού γραφείου αντήχησαν τόσο φοβερά που εκείνη τη στιγμή τις φοβήθηκα κι αιστάνθηκα πως έχουν τέτοια καταστρεπτική δύναμη που δεν θα μπορέσω να την αντέξω. Σύντροφοι, αυτό ήταν μονάχα στ' αστεία, είπα κι αιστανόμουν πως κανένας δεν με πίστευε. Μοιάζει αυτό γι' αστείο; ρώτησε ο ένας απ' τους συντρόφους τους άλλους δυο, και κείνοι κούνησαν αρνητικά το κεφάλι τους. Έπρεπε να γνωρίζατε τη Μαρκέτα! είπα. Εμείς την ξέρουμε, μ' απάντησαν. Λοιπόν το βλέπετε, συνέχισα, η Μαρκέτα τα παίρνει όλα στα σοβαρά γι' αυτό μαζί της αστειευόμασταν και προσπαθούσαμε να τη σοκάρουμε. Αυτό είναι ενδιαφέρον, είπε ο ένας από τους συντρόφους, δεν διαπιστώσαμε από τα επόμενά σου γράμματα πως η Μαρκέτα δεν το παίρνει το πράγμα στα σοβαρά. Μήπως διαβάσατε όλα τα γράμματά μου προς τη Μαρκέτα; Λοιπόν έτσι, επειδή η Μαρκέτα τα παίρνει όλα στα σοβαρά, πήρε το λόγο άλλος, εσύ μαζί της κάνεις αστεία. Αλλά πες μας, τι είναι αυτό που παίρνει στα σοβαρά; Είναι λογου χάρη κόμμα, αισιοδοξία, πειθαρχία, έτσι; Κι όλα αυτά, ό,τι εκείνη παίρνει στα σοβαρά είναι για σένα γελοία. Σύντροφοι, καταλάβετε, έλεγα, ακόμα ούτε θυμάμαι πως το έγραψα, το έγραψα στο γόνατο, δυο τρεις φράσεις μόνο και μόνο για ν' αστειευτώ, ούτε που σκεφτόμουν καλά καλά τι γράφω, αν σκεφτόμουν τίποτα κακό ασφαλώς δεν θα το έστελνα στην κομματική σχολή! Το ίδιο κάνει πώς το έγραψες. Το έγραψες βιαστικά ή με την ησυχία σου, στο γόνατο ή στο τραπέζι, μπόρεσες να γράψεις αυτό μόνο που έχεις μέσα σου. Τίποτα άλλο δεν μπορούσες να γράψεις. Ίσως αν το σκεφτόσουν περισσότερο να μην το έγραφες. Αλλά έτσι το έγραψες χωρίς προσποίηση. Ξέρουμε τουλάχιστο τώρα ποιος είσαι. Ξέρουμε ακόμα πως έχεις δυο πρόσωπα, ένα για το κόμμα και το δεύτερο για τους άλλους. Αισθανόμουν πως η υπεράσπισή μου γκρεμιζόταν με αποτελεσματικά επιχειρήματα. Επανέλαβα μερικές φορές ακόμα τα ίδια: πως ήταν ένα αστείο, πως ήταν μόνο λέξεις χωρίς σημασία, πως απλώς ήταν μια διάθεση και τα τοιαύτα. Τα απόρριψαν όλα. Είπαν πως έγραψα τις φράσεις μου σε ανοιχτή κάρτα, πως οποιοσδήποτε μπορούσε να τις διαβάσει, πως οι λέξεις αυτές είχαν αντικειμενική σημασία και πως εκεί δεν ήταν γραμμένη καμιά επεξήγηση για τη διάθεσή μου. Έπειτα με ρώτησαν τι και τι διάβασα από τον Τρότσκυ. Τους είπα, πως τίποτα. Με ρώτησαν ποιος με δάνεισε αυτά τα βιβλία. Τους είπα, πως κανένας. Με ρώτησαν με ποιους τροτσκιστές σύχναζα. Τους είπα, με κανέναν. Μου είπαν πως απ' αυτή τη στιγμή μου αφαιρούν την ισχύ της λειτουργίας μου στην Ένωση φοιτητών και με κάλεσαν να επιστρέψω το κλειδί του γραφείου. Το έιχα στην τσέπη μου και τους το έδωσα. Μετά μου είπαν πως την κομματική μου περίπτωση θα την λύσει η οργάνωσή μου στη φυσικομαθηματική σχολή. Σηκώθηκαν και κοιτούσαν αλλού. Είπα «τιμή στη δουλειά» κι έφυγα.[...]

4. [...] Αλλά αισθανόμουν στην πραγματικότητα αθώος; Είναι αλήθεια, πως συνεχώς επιβεβαίωνα το γελοίο αυτού του σκανδάλου, αλλά συνάμα (κι αυτό σήμερα, ύστερα από τόσα χρόνια, μου φαίνεται περισσότερο οδυνηρό) άρχισα να βλέπω τις τρεις φράσεις της κάρτας μου με τα μάτια εκείνων που με ανέκριναν· να τις βλέπω με φρίκη και τρόμαζα πως κάτω από τα αριστοτεχνικά αστεία μου αποκαλύπτεται ίσως κάτι στ' αλήθεια σοβαρό: ότι ποτέ δεν ενώθηκα με το σώμα του κόμματος, ότι ποτέ δεν υπήρξα πραγματικός προλεταριακός επαναστάτης, αντίθετα πως είμαι ένας απλός οπαδός του «εμπρός με τους επαναστάτες» (νιώθαμε δηλαδή την προλεταριακή επαναστατικότητα, για να το πω έτσι, όχι σαν θέμα ε κ λ ο γ ή ς,  αλλά σαν θέμα ο υ σ ί α ς· επαναστάτης κανείς ή είναι και μετά ενώνεται με το κίνημα σ' ένα κολλεκτιβικό σώμα, σκέφτεται με το κεφάλι αυτού του σώματος κι αισθάνεται με την καρδιά του, ή δεν είναι και μετά δεν του μένει άλλο παρά μόνο ν α  θ έ λ ε ι  να γίνει. Αλλά έτσι είναι ένοχος για κάτι που δεν είναι: είναι ένοχος για την ανεξαρτησία του, για τη μη συγχώνευσή του).
       Όταν θυμάμαι σήμερα την τότε κατάστασή μου, έρχεται στο νου μου σε αναλογία, η αδιάκοπη δύναμη του χριστιανισμού, που υποβάλλει στον πιστό την βασική και αιώνιά του αμαρτία· και γω στάθηκα (όλοι έτσι σταθήκαμε) μπροστά στην επανάσταση και στο κόμμα της με το κεφάλι συνέχεια κατεβασμένο, έτσι που σιγά σιγά συμφιλιώθηκα με την ιδέα, πως οι φράσεις μου όσο και να είχαν γραφτεί με το πνεύμα ενός αστείου, δεν είναι λιγότερο ένοχες, κι άρχισε μέσα μου ένας αγώνας αυτοκριτικής: έλεγα, πως οι φράσεις δεν μου κατέβηκαν έτσι χωρίς αιτία, στην τύχη, πως από παλιά ακόμα οι σύντροφοι (και δικαίως) μου καταλόγιζαν «κατάλοιπα ατομικισμού» και «διανοουμενισμό», και πως ο πατέρας μου που ήταν εργάτης και πέθανε στον πόλεμο σ' ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, θα καταλάβαινε πολύ καλά τον κυνισμό μου· κατηγορούσα τον εαυτό μου για το κάθε τι και συμφιλιώθηκα ακόμα και με την ανάγκη κάποιας τιμωρίας· μια τιμωρία μόνο δεν μπορούσα ν' αντέξω: να διαγραφώ από το κόμμα και να χαρκτηριστώ σαν ε χ θ ρ ό ς  του· να ζω σαν σημαδεμένος εχθρός αυτού, που διάλεξα από νεαρό αγόρι ακόμα και του δόθηκα, μου φαινόταν απελπιστικό.
      Μια τέτοια αυτοκριτική που ήταν συνάμα και λυπηρή μου υπεράσπιση, την ανακοίνωσα εκατό φορές ίσως στον εαυτό μου, το λιγότερο δέκα φορές σε διάφορες επιτροπές και στο τέλος και στη συνέλευση της σχολής μας, όπου ο Ζέμανεκ, ειδικά για την περίπτωσή μου, διάβασε εισαγωγική έκθεση (επιβλητική, λαμπρή, αξέχαστη) και πρότεινε εν ονόματι της επιτροπής να διαγραφώ από το κόμμα. Η συζήτηση που επακολούθησε κατέληξε κι αυτή εις βάρος μου· κανείς δεν σηκώθηκε να με υπερασπιστεί και στο τέλος όλοι (ήταν εκεί περίπου εκατό κι ανάμεσά τους οι καθηγητές μου και οι πιο κοντινοί μου συνάδελφοι), μάλιστα όλοι ως τον τελευταίο, σήκωσαν το χέρι για να επικυρώσουν όχι μόνο τη διαγραφή μου απ' το κόμμα, αλλά (κι αυτό δεν το περίμενα καθόλου) και την αποβολή μου απ' το πανεπιστήμιο για πάντα.[...]  

από το βιβλίο του Μίλαν Κούντερα, Το Αστείο, (1967), εκδ. Κάλβος, μτφ. από τα τσέχικα Ανδρέα Τσάκαλη
Η επίσημη βιογραφία του Κούντερα (1.04.29) για τις γαλλικές εκδόσεις:
«Milan Kundera est né en Tchécoslovaquie. En 1975, il s'installe en France» 


 Η Ευρώπη μετά τη βροχή (1940-1942)
[...] Η θέση του Έρνστ ήταν δύσκολη. Persona non grata στη Γερμανία, είχε ζήσει για χρόνια στη Γαλλία, αλλά ποτέ δεν απέκτησε γαλλική υπηκοότητα, όπως τον είχαν συμβουλέψει· με την έναρξη του πολέμου θεωρήθηκε σύμμαχος του εχθρού και έτσι τέθηκε υπό περιορισμό σε στρατόπεδο.
Το 1938 είχε μετακομίσει, μαζί με τη Λεονόρα Κάρρινγκτον, από το Παρίσι στον γαλλικό Νότο και αγόρασε μια ετοιμόρροπη αγροικία στο Σαιν-Μαρτέ-ντ' Αρντές, ένα χωριό περίπου πενήντα χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Αβινιόν. Σχετικά φτωχοί -μοναδικοί του προστάτες ήταν ο Πωλ Ελυάρ και Ζοέ Μπουσκέ-, άρχισαν να ανακαινίζουν το μέρος και ο Μαξ το διακόσμησε με υπέροχα τσιμεντένια γλυπτά. [...].
Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, ο Μαξ αρχικά φυλακίστηκε στη Λαρζεντιέρ και κατόπιν μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο πολιτικών κρατουμένων της Λε Μιλ, κοντά στην Αιξ-αν-Προβάνς, όπου μοιραζόταν ένα δωμάτιο σαν κελί με τον συμπατριώτη του ζωγράφο Χανς Μπέλμερ. Το στρατόπεδο της Λε Μιλ ήταν προηγουμένως εργοστάσιο τούβλων και ο Μπέλμερ φιλοτέχνησε το πορτρέτο του Μαξ εκεί, ζωγραφίζοντας το πρόσωπο πάνω σε τούβλα. Οι δυο άντρες ζωγράφιζαν διαρκώς, ώστε να μη σκέφτονται την πείνα τους. Στη Λαρζεντιέρ ο Μαξ είχε φτιάξει έναν πίνακα του τοπίου κατόπιν αιτήματος του διοικητή, αλλά ο Γάλλος προσβλήθηκε επειδή το έργο δεν ήταν καθόλου κολακευτικό. Ευτυχώς ο Μαξ είχε πολλούς πιστούς Γάλλους φίλους με επιρροή, που με τη βοήθεια της Λεονόρας κατάφεραν να πετύχουν την απελευθέρωσή του έως τα Χριστούγεννα. Επέστρεψε στο Σαιν-Μαρτέν και μια ολοένα πιο έξαλλη Λεονόρα, μα η ελευθερία του υπήρξε βραχύβια. Την άνοιξη ασκήθηκε εναντίον του δίωξη και φυλακίστηκε ξανά -η αρχή μιας σειράς τρομακτικών επεισοδίων, από τα οποία ξεχωρίζει η απειλή να μεταφερθεί στη γαλλική Βόρεια Αφρική για να δουλέψει στη σιδηροδρομική γραμμή της Σαχάρας. Ο Μαξ απέδρασε, συνελήφθη ξανά και απέδρασε εκ νέου. Γύρισε στο Σαιν-Μαρτέν, για να διαπιστώσει με φρίκη ότι κατά την απουσία του η Λεονόρα είχε πάθει νευρικό κλονισμό, είχε πειστεί από έναν ντόπιο επιχειρηματία να του πουλήσει το σπίτι τους (οι χωρικοί αντιμετώπιζαν με καχυποψία και δυσπιστία το ζεύγος των ξένων καλλιτεχνών) για ένα μπουκάλι μπράντι και είχε εξαφανιστεί. Εκείνη τη θλιβερή περίοδο ξεκίνησε έναν από τους σπουδαιότερους πίνακές του, την Ευρώπη μετά τη βροχή 2. Μια μέρα πριν φύγει από το χωριό, έφτασε ο ταχυδρόμος της περιοχής με μια σειρά ημερολόγια για το νέο έτος. Ο Μαξ διάλεξε ένα τοπίο, ενώ ο ταχυδρόμος τον ικέτευε να αγοράσει ένα με την προσωπογραφία του μαρεσάλ Πεταίν - «κανείς δεν τον θέλει».[...]
από Peggy Guggenheim εθισμένη στην τέχνη του Anton Gill, εκδ. Νεφέλη, μτφ.Σπύρος Τσούγκος.

Ο Max Ernst, 2 Απριλίου 1891 - 1 Απριλίου 1976, ήταν Γερμανός ζωγράφος και γλύπτης και θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του κινήματος του υπερρεαλισμού και του ντανταϊσμού.


Ο Serge Gainsbourg ή Lucien Ginsburg( 2.04.28-2.03.91), ήταν τραγουδιστής, συνθέτης, ηθοποιός, σκηνοθέτης.  Το Bonnie and Clyde από το άλμπουμ του Initials B.B. (1968), βασίζεται σ'ένα ποίημα της ίδιας της Bonnie Parker, που αφηγείται την ιστορία των δυο ληστών. Ο Gainsburg τραγουδά με την Brigitte Bardot.





"Trial Before Pilate (Including the Thirty-Nine Lashes)" από το Jesus Christ Superstar, ταινία του 1973, σκηνοθετημένη από τον Norman Jewison και βασισμένη στην ομώνυμη ροκ όπερα των Τim Rice και Andrew Lloyd Webber. O Tedd Neely στον ρόλο του Ιησού και ο Barry Dennen (του οποίου ιδέα υπήρξε η μεταφορά της όπερας στον κινηματογράφο) ως Ιούδας. 



στοιχεία και εικόνες από την Wikipedia και Βικιπαίδεια.

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010

"Jack the Dripper"

      Paul Jackson Pollock
      ( 28 Ιανουαρίου 1912 – 11 Αυγούστου 1956)      


Jackson Pollock 51, 1951 (απόσπασμα) Hans Namuth and Paul Falkenberg (σκηνοθεσία)
“ My painting does not come from the easel. I prefer to tack the unstretched canvas to the hard wall or the floor. I need the resistance of a hard surface. On the floor I am more at ease. I feel nearer, more part of the painting, since this way I can walk around it, work from the four sides and literally be in the painting. ”



[...] Πρόδρομοι του Πόλλοκ- το περίφημο παρωνύμιο του οποίου "Jack the Dripper" ερχόταν σε αντίθεση με τις σοβαρές προθέσεις του έργου του- στον πειραματισμό με τις αυτοματικές και απρογραμμάτιστες τεχνικές ήταν ο Τζερόμ Καμρόφσκι, ο [Ρόμπερτ] Μάδεργουελ , ακόμη και ο [Μαξ] Έρνστ, ο Πόλλοκ όμως ήταν ο πρώτος που τις οδήγησε σε τόσο ακραίο σημείο. Φτάνοντας στη Νέα Υόρκη το 1930 σε ηλικία δεκαοχτώ χρονών, δύστροπος, βίαιος και αβέβαιος για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, προερχόμενος από το αγροτικό Γουαϊόμινγκ, ο Πόλλοκ αρχικά δεν προσαρμόστηκε εύκολα στο καλλιτεχνικό περιβάλλον της πόλης· πίστευε όμως, αν και το έκρυβε καλά, στο ταλέντο του και ανταμείφθηκε γι' αυτό. Κατέληξε να πρωσοποποιήσει την καινούργια φωνή της Αμερικής, κάτι που οι διαφημιστές δεν άργησαν να το εκμεταλλευτούν, παρότι πνευματικός πατέρας τού Πόλλοκ ήταν ο Πικάσσο. Το αγροτόπαιδο με τον απείθαρχο χαρακτήρα, ο ανεξάρτητος σκληρός άντρας, ο γερός πότης: αυτή ήταν η εικόνα -μακριά από την πραγματικότητα- που άρεσε. Απλώς προηγήθηκε από τους Αμερικανούς ήρωες της παράδοσης που εισήγαγαν ο Τζέιμς Ντιν, ο Τζακ Κέρουακ και ο Έλβις Πρίσλεϋ.
Η έκθεση του "Εαρινού Σαλονιού" περιελάμβανε έργα του [Γουίλλιαμ] Μπαζιότις, του Μάδεργουελ, και του Πόλλοκ, καθώς και των Βιρτζίνια Άντμιραλ, Πήτερ Μπούσα, [Ρόμπερτ] Μάττα και Έντα Στερν, κυρίως όμως ο Πόλλοκ -συμμετείχε με τη Στενογραφική φιγούρα του 1942- αναστάτωσε την επιτροπή διαλογής. Το ότι το έργο του συμπεριελήφθη στα εκθέματα οφείλεται στον [Πιτ] Μόντριαν. Έφτασε πρώτος από τα μέλη της επιτροπής και στάθηκε πολλή ώρα μπροστά στο έργο του Πόλλοκ, ενώ η Πέγκυ [Γκούγκενχαϊμ] ήταν έτοιμη να το απορρίψει. Ο ενθουσιασμός του για το έργο αρχικά την εξέπληξε, κατόπιν της κίνησε το ενδιαφέρον και τελικά, αναπόφευκτα, εξαιτίας του θαυμασμού της για τον Μόντριαν, υποχώρησε. [...].
Οι αντιδράσεις του Τύπου για το "Εαρινό Σαλόνι" υπήρξαν θετικές, αν όχι εκστατικές. Ο Ρόμπερτ Κόουτς έγρψε στο New Yorker: "Παρά την αμυδρή εντύπωση ότι τα έργα αναρτήθηκαν τυχαία και τα πολλά περιττά στοιχεία στους πίνακες, η νέα έκθεση στην "Τέχνη του Αιώνα" αξίζει την προσοχή σας [...] στον Τζάκσον Πόλλοκ[...] έχουμε μια αληθινή αποκάλυψη". Ο Κλήμεντ Γκρίνμπεργκ έγραψε στο The Nation: "Πρόκειται για καλή [έκθεση] και επιτέλους το μέλλον φανερώνει μια αχτίδα ελπίδας [...] υπάρχει ένας μεγάλος πίνακας του Τζάκσον Πόλλοκ που, απ' ότι μου είπαν, ενθουσίασε την κριτική επιτροπή".
Μετά την έκθεση, σχεδόν σίγουρα με παρότρυνση του Πάτζελ, η Πέγκυ (που προτιμούσε τη δουλειά του Μπαζιότις), όχι μόνο συμφώνησε να οργανώσει μια ατομική έκθεση του Πόλλοκ, αλλά του προσέφερε και συμβόλαιο ενός έτους· επρόκειτο για ασυνήθιστη κίνηση εκείνη την εποχή, αν και όχι πρωτόγνωρη· άλλωστε το ρίσκο για την Πέγκυ δεν ήταν μεγάλο: δεσμεύτηκε να του δίνει 150 δολάρια μηνιαίως, ουσιαστικά με αντάλλαγμα ολόκληρη την παραγωγή του εκείνης της περιόδου, δεδομένου ότι οι πωλήσεις του ελάχιστες πιθανότητες είχαν να υπερβούν σε αξία το επίδομα ενός έτους· η γκαλερί θα έπρεπε να πουλήσει πίνακες αξίας 1800 δολαρίων, συν ένα τρίτο προμήθεια επί του ποσού των 900 δολαρίων, ώστε να μην υπάρξουν ζημίες. Τυχόν έλλειμμα θα καλυπτόταν με πίνακες. Ωστόσο, το συμβόλαιο έδωσε στον Πόλλοκ τη δυνατότητα να παρατήσει την κακοπληρωμένη δουλειά τού υπαλλήλου στο Μουσείο Μη Αντικειμενικής Ζωγραφικής που είχε βρει για να συντηρείται· τώρα θα είχε μεγαλύτερη ελευθερία να ζωγραφίζει. [...]
Ο Μπαζιότις είχε πουλήσει τους δύο πίνακές του στο "Εαρινό Σαλόνι" αντί 150 δολαρίων τον καθένα. Ο Πόλλοκ δεν τους είχε πουλήσει. Η προσφορά των 150 δολαρίων τον μήνα από την Πέγκυ δεν κάλυπτε τις ανάγκες των Πόλλοκ· η Πέγκυ δεν συμπαθούσε τη Λι Κράσνερ, σύζυγο του Πόλλοκ, και τα αισθήματα ήταν αμοιβαία· η Λι όμως, που ουσιαστικά είχε εγκαταλείψει την καριέρα της για να βοηθήσει τη σταδιοδρομία του άντρα της (οι βιογράφοι του τονίζουν ότι δεν ερωτέυτηκε τον ίδιο, αλλά την τέχνη του), πάντοτε αναγνώριζε τη σημασία της βοήθειας που τους παρείχε η Πέγκυ. Η Πέγκυ δίνει για τον εαυτό της την εικόνα τής εμπόρου και χορηγού που θυσιάζεται, που πουλάει έναν πολυαγαπημένο πίνακα του Ντελονέ για να συντηρήσει τον "Πόλλοκ και την γκαλερί" και παραπονιέται ότι ποτέ δεν πούλησε κάποιο έργο του Πόλλοκ πάνω από 1000 δολάρια. Χάρισε πολλά, ορισμένες φορές για φορολογικούς λόγους· την ενοχλούσε όμως το ότι η Λι, που είχε αγκιστρωθεί στους πίνακες του Πόλλοκ για μεγάλο διάστημα μετά τον πρόωρο θάνατό του, είδε την αξία τού καθενός από αυτούς να αυξάνεται σε εκατομμύρια δολάρια. Η πικρία της Πέγκυ την οδήγησε αργότερα να μηνύσει, ανεπιτυχώς, τη Λι γαι τους πίνακες του Πόλλοκ που είχε στην κατοχή της, η ίδια όμως πίστευε πως της ανήκαν δικαιωματικά, βάσει συμβολαίου. Ο Πόλλοκ που ήταν σαράντα τεσσάρων χρονών όταν σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημσ, το 1956, στο τέρμα μιας μακράς πορείας αλκοολισμού και αυτοαμφισβήτησης, δεν πρέπει να φαντάστηκε ποτέ ότι θα γινόταν τόσο διάσημος μετά θάνατον. [...]

από το βιβλίο (Μέρος Γ', Κεφ 18) του Anton Gill : Peggy Guggenheim Εθισμένη στην Τέχνη (Μτφ. Σπύρος Τσούγκος) Εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ
το βίντεο από http://www.youtube.com/user/facs1900b

η φωτογραφία του πίνακα του Πόλλοκ Νο 5 του 1948 από την Wikipedia

Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2009

Και μια μέρα, σφηνώθηκε ξαφνικά στο μυαλό μου ένα ερώτημα. Κι’ αν γίνω ζωγράφος;


"Γεννήθηκα στο Αιτωλικό του Μεσολογγίου.
[...]Γύρω-γύρω από τη μικρή μας θάλασσα ήτανε η έξοχή, γεμάτη ελιές, χωράφια καρπερά, μποστάνια, καπνοτόπια, σιτηρά. Μια ζωή στη στεργιά και στη θάλασσα, γεμάτη ιδρώτα και μόχθο.

Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον μεγάλωσα. Διάβαζα βιβλία και βιβλία πούχε ο αδερφός μου κι οι φίλοι μας. Μ’ άρεσε πολύ το διάβασμα και πιο πολύ ή ποίηση. Κοντά στ’ αδέρφια μου ζωγράφιζα κι εγώ.

Κρυφά, ονειρευόμουνα να γίνω ζωγράφος, μα μου φαινόντανε τόσο απίστευτα μεγάλο που δεν μπορούσε λογικά να χωρέσει στο μυαλό μου. Ό,τι έβλεπα, έλεγα:

— Εγώ αυτό μπορώ να το κάνω.

Και πολλές φορές έβαζα τον εαυτό μου σε δοκιμασία.

Δεν ήξερα ακόμα ότι, άλλο πράμα είναι η Τέχνη.

Και μια μέρα, σφηνώθηκε ξαφνικά στο μυαλό μου ένα ερώτημα. Κι’ αν γίνω ζωγράφος;

[...]Το 1955 έκαμα την πρώτη μου έκθεση."

  Η Βάσω Κατράκη διάσημη χαράκτρια και αγωνίστρια πέθανε σαν σήμερα το 1988. 

To 2006, εγκαινιάστηκε στο Νησάκι του Αιτωλικού το μουσείο «Βάσω Κατράκη». Η χαράκτρια κληροδότησε στην γενέτειρά της όλα της τα έργα τα οποία φιλοξενούνται μόνιμα στην μια αίθουσα του μουσείου. Η δεύτερη μεγάλη αίθουσα του μουσείου μπορεί κατά περίπτωση να φιλοξενεί έργα μεγάλων εικαστικών δημιουργών. Το υπόγειο του μουσείου έχει διαμορφωθεί για να λειτουργήσει αργότερα ως Σχολή Χαρακτικής Τέχνης.
Τα χαρακτικά που εικονίζονται είναι : "Κοπέλες", "Μνήμη Ελή", "Ψαράδες με καπέλα", "Μπλόκο στην Κατοχή" και "Χαρακτικό από το Λεύκωμα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ". Επίσης φωτογραφία του μουσείου Βάσω Κατράκη στο Αιτωλικό.

το αυτοβιογραφικό σημείωμα από http://www.eikastikon.gr/xaraktiki/katraki_cv.html
άλλα στοιχεία από http://etolikoartis.blogspot.com/2008/04/k.html
και από http://www1.rizospastis.gr/story.do?id=3848529&publDate=24/12/2006

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2009

"Could only have been painted by a madman." Edvard Munch




Ο Έντβαρντ Μουνχ ή Μουνκ σπουδαίος Νορβηγός εξπρεσσιονιστής-συμβολιστής ζωγράφος γεννήθηκε σαν σήμερα το 1863 κοντά στη Χριστιάνα (Όσλο). Δεύτερος από πέντε παιδιά έζησε τραυματική παιδική ζωή.Η μητέρα του Laura Cathrine πέθανε από φυματίωση το 1868, όπως και η αγαπημένη αδελφή του Johanne Sophie Munch το 1877. Ο πατέρας του πέθανε επίσης νέος, το 1889. Μετά από το θάνατο της μητέρας τους, τα μικρότερα αδέρφια του Μουνκ ανατράφηκαν από τον πατέρα τους, που ενστάλαξε στα παιδιά του έναν βαθιά ριζωμένο φόβο λεγοντάς τους επανειλημμένα ότι εάν αμαρτήσουν με οποιαδήποτε τρόπο, θα καταδικάζονταν στην Κόλαση χωρίς πιθανότητα συγχώρεσης. Μια από τις νεώτερες αδελφές του Μουνκ διαγνώστηκε με διανοητική ασθένεια σε νεαρή ηλικία. Ο ίδιος ήταν επίσης συχνά άρρωστος. Από τα πέντε αδερφια, μόνο ο Peter Andreas παντρεύτηκε, αλλά πέθανε μερικούς μήνες μετά το γάμο. Ο Μουνκ θα έγραφε αργότερα:
Kληρονόμησα δύο από τους πιο φοβερούς εχθρούς της ανθρωπότητας – την κληρονομιά της φυματίωσης και της παραφροσύνης – η ασθένεια, η τρέλα και ο θάνατος ήταν οι μαύροι άγγελοι που στάθηκαν στο λίκνο μου.
Ενώ επηρεάζεται καλλιτεχνικά από τους μεταῑμπρεσσιονιστές, ο Μουνκ είναι συμβολιστικός σε περιεχόμενο, απεικονίζοντας μια κατάσταση του μυαλού παρά μια εξωτερική πραγματικότητα. Δεν αποσκοπούσε στην απεικόνιση μιας τυχαίας στιγμής της πραγματικότητας, αλλά σε καταστάσεις που υπάρχει έντονο συναισθηματικό περιεχόμενο και εκφραστική ενέργεια. Υπολόγιζε προσεκτικά τις συνθέσεις του για να δημιουργήσει μια ανήσυχη, τεταμένη ατμόσφαιρα.
Στη δεκαετία του '30 και τη δεκαετία του '40, οι Ναζί θεώρησαν τα έργα του "εκφυλισμένη τέχνη" και αφαίρεσαν τη δουλειά του από τα γερμανικά μουσεία. Ο Μουνκ πληγώθηκε βαθιά, καθώς είχε αρχίσει να αισθάνεται τη Γερμανία σαν την δεύτερη πατρίδα του.
Έχτισε ένα στούντιο και ένα σπίτι σ' ένα κτήμα στο Όσλο, όπου και πέρασε τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του. Πέθανε εκεί στις 23 Ιανουαρίου του 1944, έναν μήνα μετά από τα 80ά γενέθλιά του.
Από το σάπιο σώμα μου θα ανθίσουν λουλούδια και θα είμαι μέσα τους και αυτή είναι η αιωνιότητα.

Για τον περίφημο πίνακά του Η κραυγή -Shrik, αρχικά Der Schrei der Natur [Η ΚΡΑΥΓΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ]), σ'ενα απόσπασμα από το ημερολόγιό του (22 Ιανουαρίου 1892)- έγραψε:
"Περπατούσα σε ένα μονοπάτι με δύο φίλους, ο ήλιος έδυε. Ξαφνικά ο ουρανός βάφτηκε κόκκινος στο χρώμα του αίματος. Σταμάτησα, αισθανόμουν εξουθενωμένος και ακούμπησα στο φράχτη. Παντού αίμα και πύρινες φλόγες πάνω από τα γκρίζα φιόρδ και την πόλη. Οι φίλοι μου συνέχισαν το δρόμο τους. Εγώ έμεινα εκεί ανήσυχος. Και αισθάνθηκα μια κραυγή άπειρη να φτάνει σ' εμένα μέσα από τη φύση"…

οι πίνακες: Η κραυγή(1893), Η Μαντόνα(1894-1895), Ο Θάνατος του Μαρά(1907)
τα στοιχεία και οι εικόνες από την Βικιπαίδεια και την Wikipedia.

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2009

Claude Monet "Impression — I was certain of it. "


Σαν σήμερα κατά πολλούς, ή κατά λίγους σαν αύριο πέθανε το 1926 ο Κλωντ Μονέ, πατέρας του ιμπρεσσιονισμού, με τον πίνακά του Impression, soleil levant, (1872), σχεδόν τυφλός από καταρράκτη αλλά πάντα ζωγραφίζοντας έστω κι αν τα χρώματα, ιδιαίτερα τα μπλε, φάνταζαν πιο έντονα.
I see less and less....I need to avoid lateral light, which darkens my colors. Nevertheless, I always paint at the times of day most propitious for me, as long as my paint tubes and brushes are not mixed up....I will paint almost blind, as Beethoven composed completely deaf.
January 1921 to journalist Marcel Pays. Monet in the 20th Century, by Paul Hayes Tucker
τα στοιχεία και οι πίνακες από την Wikipedia.

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2009

Васи́лий Васи́льевич Канди́нский


Σαν σήμερα γεννήθηκε ο ρώσος ζωγράφος και θεωρητικός της τέχνης Βασίλι Καντίνσκι το 1866.

τα στοιχεία του πίνακα: Composition X. 1939. Oil on canvas. 130 x 195 cm. Kunstzammlung Nordrhein-Westfallen, Düsseldorf, από http://www.abcgallery.com/K/kandinsky/kandinsky48.html

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2009

A fool sees not the same tree that a wise man sees

Σαν χθες, 28 Νοεμβρίου του 1757 γεννήθηκε στο Λονδίνο ο Άγγλος ποιητής, ζωγράφος, μυστικιστής, οραματιστής και χαράκτης Ουίλλιαμ Μπλέηκ. Στην εποχή του χλευάστηκε ως παράφρων, σήμερα τιμάται ως μεγαλοφυΐα και συγκαταλέγεται ανάμεσα στους μείζονες ποιητές της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ο πίνακας εικονίζει τον Παλαιό των Ημερών που περιγράφεται στο έβδομο κεφάλαιο του Βιβλίου του Δανιήλ και θα μπορούσε να συνοδεύεται από τον περίφημο στίχο του Μπλέηκ, που βάφτισε τους Doors,
If the doors of perception were cleansed everything would appear to man as it is, infinite.
Οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης
Πέθανε στις 12 Αυγούστου του 1827 στις 6 το απόγευμα, αφού πρώτα ζωγράφισε το πορτραίτο της γυναίκας του που έκλαιγε στο πλάι του.
  • The man who never alters his opinion is like standing water, and breeds reptiles of the mind.
  • No bird soars too high, if he soars with his own wings.
  • Think in the morning. Act in the noon. Eat in the evening. Sleep in the night.
  • You never know what is enough unless you know what is more than enough.
  • Expect poison from the standing water.
  • One Law for the Lion & Ox is Oppression

Χαρακτηριστικά έργα του είναι: Οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης, Τα Τραγούδια της Αθωότητας, Τα Τραγούδια της Πείρας.

τα στοιχεία και η εικόνα από:
http://el.wikipedia.org/wiki/%C3%8E%C2%9F%C3%8F%C2%85%C3%8E%C2%AF%C3%8E%C2%BB%C3%8E%C2%BB%C3%8E%C2%B9%C3%8E%C2%B1%C3%8E%C2%BC_%C3%8E%C2%9C%C3%8F%C2%80%C3%8E%C2%BB%C3%8E%C2%AD%C3%8E%C2%B7%C3%8E%C2%BA
http://en.wikiquote.org/wiki/William_Blake

Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2009

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2009