Ο αγώνας ολοκληρώθηκε. Με τα χαρτιά στο χέρι και το κεφάλι ψηλά επιστρέφουμε δικαιωμένοι στα σπίτια και τις δουλείες μας μετά από 44 μέρες απεργίας πείνας.
Ο αγώνας συνεχίζεται. Οι εξαγγελίες για 8ετία και για μείωση ενσήμων, ως προαπαιτούμενα για τη χορήγηση και ανανέωση άδειας παραμονής άμεσα, χωρίς άλλες περιστροφές πρέπει να γίνουν νόμος.
Ο αγώνας είναι μονόδρομος. Ο αγώνας ενάντια στην καθημερινή εκμετάλλευση και τα τείχη του ρατσισμού, οι μάχες για τη νομιμοποίηση όλων των μεταναστών χωρίς προϋποθέσεις, για ίσα δικαιώματα ανάμεσα σε ντόπιους και αλλοδαπούς εργαζόμενους, για μια ζωή με αξίες και αξιοπρέπεια είναι τα επόμενα μας βήματα. Μαζί με το αντιρατσιστικό και μεταναστευτικό κίνημα θα διανύσουμε αυτό το δύσκολο και μόνο δρόμο, το δρόμο του αγώνα.
Ο αγώνας μας ενώνει. Με τα χαρτιά στο χέρι και το κεφάλι ψηλά χαιρετίζουμε και αποχαιρετούμε όλους όσους μας υποστηρίζουν. Τους αλληλέγγυους από την Ελλάδα και τις άλλες χώρες του κόσμου, τους γιατρούς και τους συνεργάτες τους, όλους εκείνους που στάθηκαν στο πλευρό μας αυτές τις μέρες της απεργίας πείνας, όλες τις μέρες όπου η ζωή και ο θάνατος μας ζητούσαν δικαίωση κι ελευθερία.
Καλή αντάμωση στους αγώνες!
- Συγκέντρωση, Δευτέρα 14/03, στις 5.00 μ. μ., στην Υπατία
- Συγκέντρωση, Δευτέρα 14/03, στις 7.00 μ. μ., στο λιμάνι του Πειραιά (Αγ. Διονύσιος)
Δὲν τοὺς γνωρίσαμε ἦταν ἡ ἐλπίδα στὸ βάθος ποὺ ἔλεγε
πὼς τοὺς εἴχαμε γνωρίσει ἀπὸ μικρὰ παιδιά.
Τοὺς εἴδαμε ἴσως δυὸ φορὲς κι ἔπειτα πῆραν τὰ καράβια,
φορτία κάρβουνο, φορτία γεννήματα, κι οἱ φίλοι μας
χαμένοι πίσω ἀπὸ τὸν ὠκεανὸ παντοτινά.
Ἡ αὐγὴ μᾶς βρίσκει πλάι στὴν κουρασμένη λάμπα
νὰ γράφουμε ἀδέξια καὶ μὲ προσπάθεια στὸ χαρτὶ
πλεούμενα γοργόνες ἢ κοχύλια
τὸ ἀπόβραδο κατεβαίνουμε στὸ ποτάμι
γιατὶ μᾶς δείχνει τὸ δρόμο πρὸς τὴ θάλασσα,
καὶ περνοῦμε τὶς νύχτες σὲ ὑπόγεια ποὺ μυρίζουν κατράμι.
Οἱ φίλοι μας ἔφυγαν ἴσως νὰ μὴν τοὺς εἴδαμε ποτές, ἴσως
νὰ τοὺς συναπαντήσαμε ὅταν ἀκόμη ὁ ὕπνος
μᾶς ἔφερνε πολὺ κοντὰ στὸ κύμα ποὺ ἀνασαίνει
ἴσως νὰ τοὺς γυρεύουμε γιατὶ γυρεύουμε τὴν ἄλλη ζωή,
πέρα ἀπὸ τ᾿ ἀγάλματα.
πὼς τοὺς εἴχαμε γνωρίσει ἀπὸ μικρὰ παιδιά.
Τοὺς εἴδαμε ἴσως δυὸ φορὲς κι ἔπειτα πῆραν τὰ καράβια,
φορτία κάρβουνο, φορτία γεννήματα, κι οἱ φίλοι μας
χαμένοι πίσω ἀπὸ τὸν ὠκεανὸ παντοτινά.
Ἡ αὐγὴ μᾶς βρίσκει πλάι στὴν κουρασμένη λάμπα
νὰ γράφουμε ἀδέξια καὶ μὲ προσπάθεια στὸ χαρτὶ
πλεούμενα γοργόνες ἢ κοχύλια
τὸ ἀπόβραδο κατεβαίνουμε στὸ ποτάμι
γιατὶ μᾶς δείχνει τὸ δρόμο πρὸς τὴ θάλασσα,
καὶ περνοῦμε τὶς νύχτες σὲ ὑπόγεια ποὺ μυρίζουν κατράμι.
Οἱ φίλοι μας ἔφυγαν ἴσως νὰ μὴν τοὺς εἴδαμε ποτές, ἴσως
νὰ τοὺς συναπαντήσαμε ὅταν ἀκόμη ὁ ὕπνος
μᾶς ἔφερνε πολὺ κοντὰ στὸ κύμα ποὺ ἀνασαίνει
ἴσως νὰ τοὺς γυρεύουμε γιατὶ γυρεύουμε τὴν ἄλλη ζωή,
πέρα ἀπὸ τ᾿ ἀγάλματα.
Γιώργος Σεφέρης, από το Μυθιστόρημα ( Ε' )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου