Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2010

Μια νέα επιστροφή

Reverie ou La Femme à la robe rouge, (1891) Paul Gauguin, via Wikimedia Commons
του ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ


από την ΑΥΓΗ, 13.11.10


Το αποτέλεσμα των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών δεν δίνει περιθώρια για αυταπάτες. Το ΠΑΣΟΚ, έχοντας εφαρμόσει την πιο σκληρή πολιτική της μεταπολίτευσης για τον κόσμο της εργασίας, δεν αμφισβητήθηκε. Αν και υπέστη σημαντική φθορά, αυτή δεν είναι αρκετή για να οδηγήσει σε πολιτικές ανακατατάξεις και ανισορροπία, δεν λειτουργεί ως φρένο για τις πολιτικές αποφάσεις που προετοιμάζονται από το κυβερνητικό επιτελείο.

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το αποτέλεσμα που κατέγραψε είναι αναμενόμενο για οποιαδήποτε κυβέρνηση δίνει τη μάχη των εκλογών εν μέσω της κυβερνητικής τετραετίας. Από την άλλη μεριά η ριζοσπαστική αριστερά δεν κατάφερε να αξιοποιήσει τη δυσαρέσκεια των εργαζόμενων και να τη μετατρέψει σε πολιτική δυναμική. Για οποιονδήποτε έχει και ελάχιστη επαφή με τα πολιτικά πράγματα η εξέλιξη αυτή ήταν προδιαγεγραμμένη.

Σε μια περίοδο που η ριζοσπαστική αριστερά θα έπρεπε να πρωταγωνιστεί σε κοινωνικό επίπεδο και να λειτουργεί ως οργανωτής και πυροκροτητής κοινωνικών κινημάτων αντίστασης και αλληλεγγύης ο ΣΥΡΙΖΑ και οι συνιστώσες του πρωταγωνιστούσαν στις στήλες των παραπολιτικών των αστικών εφημερίδων. Προφανώς η ευθύνη δεν κατανέμεται σε όλες ισομερώς, αλλά η απόδοση ευθυνών λίγο ενδιαφέρει σε αυτή τη συγκυρία.

Αυτό που προέχει τώρα είναι η αξιολόγηση από όλες τις μεριές αλλά και συλλογικά των επιμέρους τακτικών και η ανασύνταξη όσων δυνάμεων είναι δυνατόν να ανασυνταχθούν με όρους που δεν θα αναπαράγουν τις παθογένειες του παρελθόντος.

Ο Συνασπισμός είναι ανάγκη να αναγνωρίσει το αδιέξοδο της πολιτικής του τακτικής το προηγούμενο διάστημα και όχι να επιδοθεί σε μια αυτοεπιβεβαιωτική προσπάθεια παραγνώρισης του προφανούς. Η πολιτική τακτική της σύγκλισης με τον σοσιαλιστικό χώρο, ειδικά αν μετατραπεί διά της διολισθήσεως σε στρατηγική, χωρίς την ενότητα της ριζοσπαστικής αριστεράς, είναι όχι μόνο αδιέξοδη, πράγμα που αποδείχθηκε, αλλά και δεξιά.

Η άλλοτε ρητή και άλλοτε σιωπηρή παραδοχή που συνέχει αυτή τη γραμμή είναι ότι, για να διεμβολιστεί το ΠΑΣΟΚ, η ριζοσπαστική αριστερά πρέπει να συγκλίνει πολιτικά με τον υποτιθέμενο παραδοσιακό και μη μεταλλαγμένο σοσιαλιστικό χώρο που δυστυχώς ακόμη βρίσκεται υπό τη σκέπη του ΠΑΣΟΚ.

Για να ισχύει αυτό, όμως, πρέπει να ισχύει αναγκαία ότι τέτοιος χώρος αφενός υπάρχει και αφετέρου ότι η πολιτική του κριτική προς την κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα αλλά και οι πολιτικές του προτάσεις έχουν σημεία επαφής με τις τοποθετήσεις της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Η γνώμη μου είναι ότι τέτοιος χώρος δεν υπάρχει, όχι πάντως με τα χαρακτηριστικά που του αποδίδονται, και η πολιτική τακτική που υιοθετήθηκε από τον Συνασπισμό το τελευταίο διάστημα δεν είναι παρά μια μηχανιστική προσπάθεια να μεταφερθεί το μοντέλο της Linke στην Ελλάδα παρά την έλλειψη των αναγκαίων προϋποθέσεων.

Ο χώρος τον οποίο έχουμε συνηθίσει να ονομάζουμε «σοσιαλιστικό» δεν είναι παρά η συνδικαλιστική γραφειοκρατία και κάποια μεσαία ή κατώτερα πολιτικά στελέχη, τα οποία όχι απλώς συμμετείχαν, αλλά αποτέλεσαν και τον κορμό της διαδικασίας νεοφιλελεύθερης μετάλλαξης της σοσιαλδημοκρατίας και προσέδωσαν σε αυτή τη διαδικασία τα ιδιαίτερα «ελληνικά» χαρακτηριστικά της.

Είτε πρόκειται για τους συνδικαλιστές που υιοθέτησαν αμαχητί τη γλώσσα του κοινωνικού διαλόγου και της ταξικής συνεργασίας οδηγώντας τα συνδικάτα στη σημερινή τους αποδιοργάνωση και αδράνεια, είτε για το μεσαίο και μικρό πολιτικό προσωπικό που όχι μόνο δεν αντιτάχθηκε, αλλά υλοποίησε όλα αυτά τα χρόνια τις κεντρικές πολιτικές κατευθύνσεις των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Βεβαίως, τα παραπάνω δεν θα είχαν και πολύ μεγάλη σημασία αν είχε παρατηρηθεί ριζική μετατόπιση στις πολιτικές αντιλήψεις αυτής της μερίδας, του λεγόμενου «σοσιαλιστικού χώρου».

Παρόλα αυτά, αν εξαιρέσει κανείς μια πατριωτική ρητορική που στοχεύει στην απελευθέρωση της πατρίδας από τα δεσμά του Μνημονίου και της υποτέλειας, δεν παρατηρείται κάποια βαθύτερη μετατόπιση. Και τούτο σημαίνει ότι ναι μεν είναι ευκταία η συγκρότηση ενός κοινωνικού μετώπου με τις δυνάμεις αυτές στον βαθμό που παίρνουν τις διακηρύξεις τους στα σοβαρά, πράγμα που ερίζεται, αλλά αυτό το κοινωνικό μέτωπο δεν μπορεί να αντικαταστήσει σε καμία περίπτωση τη διαδικασία ενοποίησης της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Σε αυτό το σημείο ακριβώς παρατηρείται μια μετατόπιση της ηγεσίας του Συνασπισμού, η οποία συνιστά και μια σχεδόν ριζική τομή με την προηγούμενη πολιτική του κόμματος. Φαίνεται ότι η ηγεσία του Συνασπισμού θυσιάζει τη διαδικασία ενοποίησης της ριζοσπαστικής αριστεράς στον βωμό της σύγκλισης με τον σοσιαλιστικό χώρο.

Αυτή η επιλογή συνεπάγεται και μια αντίστοιχη αλλαγή προοπτικής σε ό,τι αφορά τη θέαση της κοινωνικής κίνησης. Τα προηγούμενα χρόνια η προτεραιότητα είχε δοθεί στο επίπεδο των κινημάτων και της αλλαγής των ταξικών συσχετισμών στο οικονομικό και ιδεολογικό πεδίο ως απαραίτητη προϋπόθεση για την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών. Αυτό προφανώς δεν σήμαινε ότι ο χώρος παραγνώριζε τη σχετική αυτονομία του πολιτικού επιπέδου.

Ουδείς αρνούνταν ότι μια απότομη πολιτική αλλαγή θα μπορούσε να επιταχύνει τη διαδικασία μετατόπισης του οικονομικού και ιδεολογικού συσχετισμού. Ούτε, βεβαίως, εξέλιπαν οι αμιγώς πολιτικές πρωτοβουλίες. Η προτεραιότητα, όμως, δινόταν στο κίνημα και όχι στις κινήσεις τακτικής εντός της πολιτικής - κοινοβουλευτικής σκηνής. Αυτή η προτεραιότητα του κοινωνικού έναντι του πολιτικού, αν μια τέτοια έκφραση είναι δόκιμη, φαίνεται ότι ανατράπηκε ή ότι εν πάση περιπτώσει ανατρέπεται.

Πρόκειται για μια κίνηση με τεράστιες πολιτικές συνέπειες, πρόκειται στην κυριολεξία για μια ρήξη με το πρόσφατο παρελθόν μας, για μια επιστροφή στην πολιτική του Συνασπισμού της δεκαετίας του ’90. Η αντίληψη ότι οι πολιτικοί συσχετισμοί μπορούν να ανατραπούν με συμμαχίες κορυφής, χωρίς ξεκάθαρο πολιτικό προσανατολισμό και χωρίς τις αναγκαίες κοινωνικές διεργασίες είναι αυτή που όρισε τους κεντρικούς άξονες της πολιτικής μας γραμμής σε αυτές τις εκλογές.

Και τα αποτελέσματά της ήταν η περαιτέρω αποσύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ, το σπάσιμο των δεσμών μας με μερίδες της νεολαίας που με μεγάλη δυσκολία είχαμε αποκτήσει τα προηγούμενα χρόνια, η αποσυσπείρωση των μελών του κόμματος και τέλος η απογοήτευση πολλών αριστερών που στράφηκαν σε συνδυασμούς της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Το χειρότερο που μπορούσε να συμβεί συνέβη. Ίσως είναι ώρα για μια νέα επιστροφή, αυτή τη φορά στο πρόσφατο παρελθόν μας.

1 σχόλιο:

  1. Ε αφού τα λέει ο Τζανακόπουλος που άκουγε ΣΥΡΙΖΑ και έβγαζε σπυριά ακόμα και όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν στα καλά του τότε έτσι θα είναι. Έχεις ένα πρόβλημα πηγών. Για να είναι πειστική μια άποψη πρέπει να έρχεται και από έναν άνθρωπο που έχει μια σταθερή στάση. Κάθε ένας που οπορτουνιστικά λέει κάτι που σε βολεύει, είναι οπορτουνιστικό να το χρησιμοποιείς και μάλιστα άκριτα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή