Ο Κώστας Β. Βεργόπουλος γεννήθηκε το 1942 στην Αθήνα.
Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Οικονομικές και Πολιτικές Επιστήμες στη Σορβόννη. Διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών (Doctorat d' Etat) του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Επισκέπτης καθηγητής σε Πανεπιστήμια της Βόρειας και Νότιας Αμερικής. Διεθνής εμπειρογνώμων στο Ηνωμένα Εθνη και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Έργα του:
- Το Αγροτικό Ζήτημα στην Ελλάδα (Εξάντας, 1975)
- Ο Δύσμορφος Καπιταλισμός (σε συνεργασία με τον Samir Amin, Παπαζήσης, 1975)
- Κράτος και Οικονομική Πολιτική στον 19ο Αιώνα (Εξάντας, 1978)
- Εθνισμός και Οικονομική Ανάπτυξη (Εξάντας, 1979)
- Η Ελλάδα σε Εξέλιξη (Εξάντας, 1985).
- Οι Νέες Τεχνολογίες στην Ευρωπαϊκή Οικονομία Τροφίμων (Βρυξέλλες, 1986).
- Η Απο-ανάπτυξη Σήμερα (Εξάντας, 1987)
- Το Αγροτικό Ζήτημα στην Ελλάδα (Εξάντας, 1992)
- Παγκοσμιοποίηση, η Μεγάλη Χίμαιρα (Λιβάνης, 1999)
- Ποιος Φοβάται την Ευρώπη (Λιβάνης, 2000)
- Το Τέλος του Κύκλου (Λιβάνης, 2002)
- Η Αρπαγή του Πλούτου (Λιβάνης, 2005)
- Το Μεγάλο Ρήγμα (Λιβάνης, 2007)
Το αίνιγμα του Μάη
του Κ. Βεργόπουλου (απόσπασμα)
Τέσσερις δεκαετίες μετά τον Μάη του 68, εντυπωσιάζει η ένταση που επιβιώνει μέχρι σήμερα γύρω ένα τόσο παρωχημένο ιστορικό γεγονός. Αφ’ενος, η κοινή γνώμη αντιμετωπίζει με συμπάθεια την επέτειο ενός γεγονότος της ιστορίας του νεανικού κινήματος, αφ’ετερου το ανασυγκροτημένο νεοσυντηρητικό μπλοκ φέρει βαρέως ακόμη και την ανάμνηση εκείνων των ημερών. Παρ’ολο που, ενώ οπωσδήποτε εξέγερση των νεανικών πληθυσμών υπήρξε, αυτή δεν έλαβε τελικά την μορφή της επανάστασης και η συντηρητική λύση κατέστειλε όλες τις άλλες. Ο «μέγας φόβος» του Κοκκίνου ενεργοποιήθηκε με τους 68ρηδες, όπως είχε συμβεί και τους 48ρηδες του 1848 και τους «λυσσασμένους» του 1793 , στο μέτρο ο πανικός της άρχουσας τάξης και των κυβερνώντων μετέτρεψε την απλή εξέγερση σε κενό εξουσίας και κυβερνητική κρίση. Ενώ στις 15 Μαρτίου 1968, η εφημερίδα Μοντ διαπίστωνε την «πλήξη» της γαλλικής κοινωνίας, άρκεσαν δυο εβδομάδες του Μαΐου της αυτής χρονιάς για να ανησυχεί η αυτή εφημερίδα για την πορεία της γαλλικής κοινωνίας προς το «άγνωστο» υπό την επήρεια «λυσσασμένων» εμπρηστών. Φυσικά, αμφότερες οι ακραίες εκτιμήσεις ήσαν υπερβολικές: η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, έστω και αν κάθε εποχή αναζητεί πρότυπα στις προηγούμενές της. Οπωσδήποτε, οι «λυσσασμένοι» του 1968 δεν στάθηκαν στο ύψος εκείνων του 1793, όμως ακόμη και η απλή αναφορά στο ιστορικό παρελθόν έδειξε ότι ένα παρόμοιο ενδεχόμενο παραμένει στις μόνιμες φοβίες της άρχουσας τάξης.
ΟΥΤΟΠΙΑ, Τεύχος 83, Σελίδα: 21 http://www.u-topia.gr/issues/83/21
Κώστας Βεργόπουλος: η πνευματική του διαδρομή
Συνέντευξη στη Μάρθα Πύλια, από τις ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ της ΑΥΓΗΣ, 06/12/2009
Από τη δεκαετία του '60 στη νέα παγκόσμια Βαβέλ
* Τι αντιπροσωπεύει για εσάς η δεκαετία του '60;
Πρόσφατα, ένας φίλος, στο Μπουένος Άιρες, μου εξομολογήθηκε πως οφείλουμε να ευγνωμονούμε τον Θεό που μας έδωσε την ηλικία των 20 ετών στη διάρκεια της δεκαετίας του '60. Όμως, τη δεκαετία αυτή, ακόμη και σήμερα, άλλοι την επικαλούνται με τρυφερότητα και νοσταλγία, ενώ κάποιοι τη μνημονεύουν με μίσος και εμπάθεια, αποδίδοντάς της όλα τα δεινά του σήμερα. Όσον με αφορά, παραμένω με την αντίθετη πεποίθηση: τίποτα δεν έχει χαθεί, όλα εδώ βρίσκονται, ακόμη και σήμερα και πολύ περισσότερο στο μέλλον· τα δεινά του σήμερα δεν προέρχονται από την περίοδο αυτή, αλλά από την αντίδραση που εξαπολύθηκε εναντίον της.
Έφθασα στο Παρίσι το '65, με φορτίο τις ελληνικές εμπειρίες και τα βιώματα από τους φοιτητικούς αγώνες του 114, του 15% για την παιδεία, τα Ιουλιανά του '65 για τη Δημοκρατία. Βρέθηκα εκεί αντιμέτωπος με μια εξόχως αντιφατική κατάσταση: η κοινωνική και ιδιαίτερα η νεολαιίστικη κατάσταση να σιγοβράζει, ενώ, παράλληλα, από επιστημονικής πλευράς, επικρατούσε φαινομενικά τουλάχιστον ο εφησυχασμός κάτω από το όνομα του «δομισμού», με διακινητές μεγάλα ονόματα, όπως Λεβί-Στρως, Λακάν, Αλτουσέρ.
Το Παρίσι του δομισμού και της υπέρβασής του
* Πώς αντιμετωπίσατε τον δομισμό;
Η επιστημονική αυτή «ανατροπή» γοήτευσε μια κάποια «ηττοπαθή και αποστρατευμένη από τους κοινωνικούς αγώνες Αριστερά», όπως καίρια επεσήμαναν ο μαρξιστής Ανρί Λεφέβρ και οι διανοητές που συγκεντρώθηκαν γύρω από το περιοδικό Άνθρωπος και Κοινωνία. Οι τελευταίοι είδαν στον λεγόμενο δομισμό κάτι το αλαζονικό και απωθητικό απέναντι στους κοινωνικούς αγώνες: ο δομισμός προεξοφλούσε αβασάνιστα και ατεκμηρίωτα την αφομοιωτική και αναπαραγωγική ικανότητα του συστήματος, την απρόσκοπτη δυνατότητά του να επεκτείνεται και να αφομοιώνει όλους τους χώρους, ακόμη και εκείνους που μέχρι τότε είχαν παραμείνει ανυπότακτοι.
Από τότε επισημαίνονταν το «μέγα μυστήριο» του επιστημονικού ρεύματος, που αυτάρεσκα επέλεγε την ονομασία του «αριστερού δομισμού»: εάν η αναπαραγωγική ικανότητα του κρατούντος συστήματος είναι τόσο ολοκληρωτική και μη-αντιστάσιμη, από πού άραγε θα προέλθει η δυναμική της ρήξης και ανατροπής; Ασφαλώς, η προσέγγιση του δομισμού επρόκειτο να υποστεί σκληρή δοκιμασία και μάλιστα να σαρωθεί με ό,τι ακολούθησε, δηλαδή με τον Μάη του '68, με τη συνέχεια και τις προεκτάσεις του στη Γαλλία και τον υπόλοιπο κόσμο.
Ομολογώ εξ αρχής ότι η στρουκτουραλιστική προσέγγιση, ενώ ήταν οπωσδήποτε γοητευτική, τελικά δεν με κατέκτησε. Αντιθέτως, κέρδισε την προσοχή μου η άλλη προσέγγιση, που υπογράμμιζε τον ευάλωτο και ανατρέψιμο χαρακτήρα του συνολικού συστήματος, με αναφορές στους Σαρτρ, Μερλώ-Ποντύ, Φουκώ, Ντελέζ, Λυοτάρ.
* Ποια άλλα θεωρητικά στηρίγματα αντιμετωπίσατε θετικά;
Χαρακτηριστική ήταν η αντιμετώπιση του προβλήματος της αλλοτρίωσης στον καπιταλισμό: ενώ ο δομισμός αρνείτο το πρόβλημα και το παρέκαμπτε μέσω της θεωρίας της εκμετάλλευσης της εργασίας, η άλλη πλευρά, με επικεφαλής τον κύκλο των «Καταστασιακών», απευθυνόταν στα θύματα της κοινωνικής αλλοτρίωσης και τα καλούσε να συνειδητοποιήσουν την εμπλοκή τους σε αυτήν, να αποστασιοποιηθούν και να την ακυρώσουν, όπως ακριβώς πρότεινε ο Μπρεχτ στη θεατρική θεωρία του: το θέατρο της ρήξης ενάντια στο θέατρο της αναπαραγωγής.
Η αναφορά στη γλωσσολογία του Ρομάν Γιάκομπσον και του Φερδινάνδου Ντε Σωσύρ ήταν επίσης εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και συναρπαστική, σχετικά με το πώς η γλώσσα και το γλωσσικό φαινόμενο διατηρούν αυτοτέλεια, αναπαράγονται και επεκτείνονται, με μοναδική αναφορά στον εαυτό τους. Όπως άλλωστε συμβαίνει και με το αντικείμενο της ψυχανάλυσης, σύμφωνα με τους Φρόυντ και Λακάν. Όμως, για μένα, το ενδιαφέρον άρχιζε από εκεί που αποτύγχανε το αφομοιωτικό εγχείρημα, η ενσωμάτωση και η αναπαραγωγικότητα. Πεδία αποτυχίας μού φάνηκαν τότε οι χώροι που δεν είχαν ευθυγραμμισθεί με το τυπικό σχήμα του καπιταλισμού.
Ο Μαρξ διέκρινε την τυπική υπαγωγή από την ουσιαστική. Η πρώτη είναι η κλασσική και αφορά στην προλεταριοποίηση, ενώ η δεύτερη αφορά σε κάθε αποκλίνουσα μορφή, που μπορεί όμως να υπάγεται ουσιαστικά στην αυτή κυριαρχία του κεφαλαίου. Τέτοιου είδους πεδία φάνηκαν τότε ότι ήσαν ο υπό ανάπτυξη τρίτος κόσμος, οι συσσωρευμένοι πληθυσμοί στα περιθώρια των πόλεων, τα θύματα των κοινωνικών διακρίσεων και ανισοτήτων, η αγροτική κοινωνία, δηλαδή μια ατελείωτη σειρά από δυναμικές που μπορούσαν να υπονομεύουν ακόμη και την προεξοφλούμενη σταθεροποιητική αναπαραγωγικότητα στο κέντρο του συστήματος.
Θεώρησα ενδιαφέροντα τον ορισμό του ορισμού από τον Σπινόζα: ο ορισμός ορίζεται από τα όρια που θέτει. Ορισμός χωρίς όρια δεν υπάρχει. Για να ορίσεις κάτι, πρέπει οπωσδήποτε να αποκλείσεις κάτι. Αυτό ακριβώς είχε επισημάνει η Ρόζα Λούξεμπουργκ και στην εποχή μας οι Αμερικανοί μαρξιστές Πωλ Μπαράν και Πωλ Σουήζυ, όπως επίσης ο αμερικανοποιημένος Γερμανός από το Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας Χέρμπερτ Μαρκούζε. Το έργο τους στάθηκε για μένα διαφωτιστικό. Το αναφομοίωτο συγκεντρώνει υψηλότερου βαθμού δυναμικό από το ήδη αφομοιωμένο. Μολονότι και το θεωρούμενο ως αφομοιωμένο έρχεται κάποια στιγμή που απορρίπτει την αφομοίωση του. Ενόσω τα όρια παραμένουν αδιευκρίνιστα, αλλά και αδύνατον να διευκρινισθούν, υπογράμμιζε τότε ο Ντελέζ, ολόκληρο το σύστημα παραμένει έωλο, εκτεθειμένο στους ανέμους, είτε των συστημικών πιέσεων είτε των αντισυστημικών. Η ευθραυστότητα και αμφισημία που απορρέουν από την ίδια την πραγματικότητα ήταν πάντοτε κάτι που με γοήτευε. Αντί να προτάσσω τη θεωρία και έπειτα να επιδιώκω την υπαγωγή της πραγματικότητας σε αυτήν, με σοβαρό κίνδυνο προκρούστειων παραμορφώσεων, προτίμησα το ακριβώς αντίθετο: Ξεκινώ με την παρατήρηση επάνω στην ίδια την πραγματικότητα, διαπιστώνω τις αμφισημίες και αντιφάσεις της, όπως ακριβώς ο Σπινόζα και στη συνέχεια ο Μαρξ, και μόνο έπειτα αντλώ συμπεράσματα με θεωρητική σημασία. Οι κοινωνικές αντιφάσεις και αγώνες αναπτύσσονται όχι εν ονόματι κάποιου μακρινού ιδανικού, αλλά για λύσεις και διευθετήσεις στην παρούσα ζωή, και όχι στη μέλλουσα. Δεν απορρέει η πραγματικότητα από τα ιδανικά, αλλ' ακριβώς το αντίστροφο: τα ιδανικά απορρέουν από την πραγματικότητα.
Με τον Νίκο Πουλαντζά
* Ποια ήταν η επιρροή του Πουλαντζά στη σκέψη σας;
Με την συνύπαρξη, συνάφεια, στενή φίλια και ανταλλαγές με τον Νίκο Πουλαντζά, μπόρεσα να κατανοήσω καλύτερα την έννοια του «ειδικού διανοούμενου», που προέβαλε τότε ο Φουκώ. Δηλαδή του διανοούμενου που δεν αποσύρεται από τα κοινωνικά πράγματα, αλλά παρεμβαίνει σε αυτά με βάση την ειδίκευση την οποία έχει αποκτήσει. Ακόμη, ο Πουλαντζάς, στο μεταίχμιο μεταξύ Αλτουσέρ, Φουκώ, αλλά και Σαρτρ, μου έμαθε τη σημασία και την αξία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας ως αναγκαίο συμπλήρωμα της άμεσης δημοκρατίας, με αναφορά στην Ρόζα Λούξεμπουργκ και στον Αντόνιο Γκράμσι.
Φορτισμένος με αυτό το ιδεολογικό και επιστημολογικό μείγμα, έφθασα στο σημείο που ο Μαρξ διαπιστώνει την ειρωνεία της Ιστορίας: κάθε εποχή φαντάζεται για τον εαυτό της ότι όλες οι προηγούμενες δεν ήσαν παρά ατελή στάδια που οδηγούσαν στη σημερινή και ότι με αυτήν επισφραγίζεται το τέλος της ιστορίας. Φυσικά, η απόρριψη αυτής της αλαζονείας δεν με εξώθησε στο άλλο άκρο, δηλαδή στο να πιστέψω ότι υπήρχε σε κάποιο συρτάρι κάποιο προκατασκευασμένο σχήμα, που προσέφερε απάντηση στις αντιφάσεις και τα διλήμματα της σημερινής κοινωνίας. Όπως υπογραμμίζει το Κομμουνιστικό Μανιφέστο (1848), οι κοινωνικοί νόμοι δεν είναι φυσικοί, όμως σε κάποιες στιγμές εφαρμόζονται με σχεδόν φυσική αναγκαιότητα.
Αλληλουχία μεταξύ αιτίων και αιτιατών. Όχι αναγκαιότητα, ούτε μηχανικισμός. Ελεύθερη επιλογή, αλλά με συνέπειες αναπόφευκτες και αναγκαίες. Καθοριστική για μένα υπήρξε η προσέγγιση του Εδουάρδου Μπερνστάιν, φίλου και μαθητή του Μαρξ στην εξορία του Λονδίνου. Ο άνθρωπος αυτός τεκμηρίωσε την άποψη ότι ο μεταρρυθμισμός δεν είναι εχθρός της επανάστασης, αλλά αποτελεί τον απαράκαμπτο δρόμο που φέρει τελικά σε αυτήν. Η επανάσταση χωρίς τον μεταρρυθμισμό αποβαίνει θρησκευτικό και μεταφυσικό δόγμα πίστεως. Επίσης, σημαντική ήταν η ώθηση που δόθηκε με το έργο του Γεοργέσκου Ρέγκεν σχετικά με την εντροπία, δηλαδή τη δυνητική ενέργεια που υποκρύπτει κάθε μορφή αταξίας και ασυμμετρίας. Η αταξία προσδίδει σε κάθε σύστημα περισσότερο δυναμισμό από την τάξη. Όμως, εάν η αταξία δεν αξιοποιείται, τότε το σύστημα ρηματοποιείται. Η γνωστή φράση του Νίτσε ισχύει και από την ανάποδη: ό,τι δεν με δυναμώνει, με σκοτώνει. Η πραγματικότητα δεν διαμορφώνεται από θεωρίες, αλλά είναι πάντοτε εύπλαστη και διαμορφώνεται από ανεξέλεγκτες κοινωνικές βαρύτητες. Όχι από τα επάνω, αλλά από τα κάτω. Προσπαθώ να ερμηνεύσω αυτό που πράγματι συμβαίνει και όχι αυτό που θα έπρεπε να συμβαίνει.
* Πώς θα προσδιορίζαμε σήμερα αυτές τις «ανεξέλεγκτες κοινωνικές βαρύτητες»;
Η διατήρηση της ποικιλότητας μπορεί να συνιστά προϋπόθεση δυναμισμού του συστήματος. Όμως, εάν το τελευταίο αδυνατεί να την αξιοποιήσει, τότε η ποικιλότητα μετατρέπεται σε ρήγμα, ο κόσμος ρηγματοποιείται, όπως συμβαίνει σήμερα. Η αξιοποιητική ισχύς της Αμερικής έχει καταρρεύσει, λόγω στρατιωτικής και οικονομικής αυτοκρατορικής υπερεπέκτασης, και αυτό επισπεύδει τις γεωπολιτικές και κοινωνικές αποστασίες και ανακατατάξεις, όπως π.χ. στη Λατινική Αμερική, Ασία κλπ. Η ποικιλότητα μετατρέπεται σήμερα σε ρήγματα, σε δυσλειτουργίες, που τροφοδοτούν κεντρόφυγες και αποδομητικές δυνάμεις.
Κάθε σύστημα χαρακτηρίζεται όχι από το τι συμβαίνει στο κέντρο του, αλλά από το τι συμβαίνει στην περιφέρεια, στα όρια του. Όχι από την ικανότητα αναπαραγωγής, αλλά από την αδυναμία αναπαραγωγής του. Ποια είναι αυτά τα όρια. Πως διαχειρίζεται τις διαφορετικότητες. Αυτές μπορούν είτε να προσφέρουν νέο δυναμισμό στο σύστημα, είτε να αποβούν αιτία καταστροφής του. Η ικανότητα αναπαραγωγής του συστήματος κρίνεται στα όρια και όχι στο κέντρο του.
Το ιδεολόγημα της παγκοσμιοποίησης
* Αυτό δεν αντιφάσκει με το μύθο της παγκοσμιοποίησης;
Με το σύγχρονο ιδεολόγημα της παγκοσμιοποίησης, στην ουσία, επιχειρείται επιστροφή στο φιλελεύθερο σκηνικό του 19ου αιώνα, με στόχο την αδρανοποίηση του ρόλου των εθνικών κρατών. Με αυτό το ιδεολόγημα πειθαναγκάζονται οι κυβερνήσεις στην αδράνεια, εν ονόματι δήθεν φυσικών αναγκαιοτήτων. Όμως, απεδείχθη πλέον, ιδιαίτερα με την τρέχουσα διεθνή κρίση, ότι: α) η πρόσφατη παγκοσμιοποίηση ουδέποτε έλαβε την έκταση που διαφημιζόταν, αλλά παρέμεινε ως μια στρατηγική επιλογή των πολυεθνικών επιχειρήσεων και του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, με ολέθριες συνέπειες σε κάθε επί μέρους εθνική οικονομία και κοινωνία και β) απεδείχθη επίσης τελικά ως ένα πελώριο φιάσκο, διότι, με τη φιλελευθεροποίηση και τις απορυθμίσεις του διεθνούς εμπορίου, όλες οι χώρες του κόσμου βρέθηκαν σε πλεονασματική διεθνή θέση εις βάρος της Αμερικής, που εγκλωβίσθηκε σε πελώρια εξωτερικά ελλείμματα, με ανεπανόρθωτα κατεστραμμένη την εσωτερική οικονομία και κοινωνία της.
Με τη διεθνή κρίση του 1929, αυξήθηκαν οι ροές ξένων κεφαλαίων προς την περιφέρεια και με το άνοιγμα των εθνικών εσωτερικών αγορών πραγματοποιήθηκε αξιοσημείωτη ανάπτυξη. Αυτό ίσχυσε όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά και στα Βαλκάνια και στην Λατινική Αμερική, Βραζιλία, Αργεντινή. Σήμερα, αυτό το φαινόμενο επί του παρόντος δεν επαναλαμβάνεται, λόγω της εξαφάνισης της λεγόμενης εθνικής αστικής τάξης. Στην Ελλάδα, ιδίως με την ένταξη στη Ε.Ε. από το 1980. Όμως, επανεμφανίζεται σε αρκετές χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπως η Βραζιλία, και της Ασίας, όπως η Κίνα και η Ινδία.
* Δίπλα στην Αμερική και την Ευρώπη, τι αποκομίζετε από την αντίδραση των λατινοαμερικάνικων κρατών στις κρίσεις;
Μέγα και αδιάλειπτο υπήρξε το ενδιαφέρον μου για τη Λατινική Αμερική και τις οικονομικές και κοινωνικές αντιδράσεις της απέναντι στις διεθνείς κρίσεις, είτε του 1930 είτε του σήμερα. Μπορώ να ισχυρισθώ ότι οι λατινοαμερικάνοι κοινωνιολόγοι, οικονομολόγοι, συγγραφείς, έχουν ασκήσει επάνω μου καθοριστική επιρροή, τουλάχιστον όσον αφορά τη σχέση της κοινωνικής επιστήμης με τη δυνατότητα επηρεασμού των κοινωνικών εξελίξεων. Ονόματα όπως ο Σέλσο Φουρτάντο, ο Φερνάντο Ενρίκε Καρντόζο, ο Ροδόλφος Σταβενχάγκεν, ο Τεοτόνιο Ντος Σάντος, και πλήθος άλλων, με έχουν ωθήσει καθοριστικά, τόσο στην επιστημονική δέσμευση όσο και στην κοινωνική.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση
* Πώς κατά τη γνώμη σας διαγράφεται το μέλλον της Ε.Ε.;
Αυτό που με ωθεί είναι η απάντηση στο ερώτημα: γιατί άλλοτε οι ευρωπαϊκές ρυθμίσεις ήσαν προοδευτικότερες από τις εθνικές, ενώ κατά την τελευταία 15ετία συνδέονται με όλο και πιο αντικοινωνικές επιλογές, αλλά και με μείωση επαγγελιών για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Διαπίστωσα ότι οι Ευρωπαίοι ιθύνοντες τρέμουν περισσότερο μπρος στην ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, από ότι οι λαοί. Το παράδοξο δε που αποκαλύπτεται είναι ότι, ενώ οι θυσίες πολλαπλασιάζονται, το ευρωπαϊκό όραμα δεν πλησιάζει αλλά απομακρύνεται. Με την Συνθήκη του Μάαστριχ, ο στόχος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης αντικαταστάθηκε από εκείνον της σύγκλισης, δηλαδή της διαιώνισης του διαχωρισμού των ευρωπαϊκών επικρατειών και κυριαρχιών. Ίσως, εάν είχε επιλεγεί η μέθοδος συνεχούς βελτίωσης των ευρωπαϊκών βιοτικών επιπέδων, τότε η πραγματική ολοκλήρωση να είχε πλησιάσει σήμερα περισσότερο.
* Πώς βλέπετε να επηρεάζεται το ελληνικό πολιτικό σκηνικό από τις κεντρικές οικονομικές προτάσεις της Ε.Ε.;
Η «εκσυγχρονιστική» διακυβέρνηση της χώρας κατά την περίοδο 1996-2004 εξέθρεψε ένα νέο ανθρωπολογικό είδος πολιτικών και οικονομικών «ηγετών», με τη σύμμειξη μεγάλου χρηματικού πλούτου και κρατικής εξουσίας. Η κοινωνική αδικία και η ανισότητα έχουν σήμερα οξυνθεί, χωρίς όμως αυτό να θεμελιώνει παραγωγικότερο ούτε ανταγωνιστικότερο οικονομικό σύστημα. Ένα «νεοφεουδαρχικό» σύστημα έχει συγκροτηθεί: η εργασία δεν βελτιώνει τον εργαζόμενο, αλλά τους πιστωτές του. Ένα σύστημα άγριου και αρπακτικού πλουτισμού, βασιζόμενο όχι στην παραγωγή αλλά στην ανισοκατανομή εισοδήματος, εκτεθειμένο στον υψηλό κίνδυνο της δικής του βουλιμίας και πλεονεξίας. Το σύστημα αυτό δεν βασίζεται στην αύξηση της παραγωγής, αλλά στην αρπαγή των πόρων και των εισοδημάτων, στην απομύζηση του δυναμικού ολόκληρης της κοινωνίας, μέσω προνομιακών συμβάσεων με το δημόσιο, μέσω του δανεισμού και της καταχρέωσης δανειοληπτών και οφειλετών. Με πρόσχημα τη σύγκλιση με την Ευρώπη και την προσαρμογή στην παγκοσμιοποίηση, εξαπολύεται ατελείωτη επίθεση κατά του εισοδήματος, κατά του τρόπου ζωής, ακόμη και κατά του πολιτισμού των εργαζόμενων. Εκτρέφονται συγκροτήματα μεγάλου πλούτου, με τη συνενοχή της κρατικής εξουσίας, με παράλληλη επέκταση της φτώχειας και των αποκλεισμών. Η Ελλάδα ανήκει στην Ευρώπη, όμως η τάξη του χρήματος αντιγράφει λατινοαμερικάνικα πρότυπα και καθηλώνει την κοινωνία σε ασιατικά. Μια «νέα δουλοπαροικία» αναδύεται στη χώρα μας: η εργασία δεν βελτιώνει τις συνθήκες ζωής του εργαζόμενου, αλλά εκείνες των πιστωτών του. Αλαζονεία του πλούτου, ενοχοποίηση των θυμάτων. Το σημερινό υπόδειγμα συσσώρευσης του πλούτου στη χώρα μας έχει εικονικό και συνεπώς αδιεξοδικό χαρακτήρα, στερείται προοπτικής και φέρει ημερομηνία λήξεως.
Κατά την τελευταία 25ετία, οι ιδεολογικές επιλογές των κυβερνήσεων και των εξουσιών συντηρητικοποιούνται όλο και περισσότερο: νεοφιλελευθερισμός, μονεταρισμός, νεοσυντηρητισμός, στρατιωτική εμπλοκή, μιλιταρισμός, γενικευμένη επιτήρηση και εκφοβισμός των πολιτών. Όμως, το τελικό αποτέλεσμα δεν είναι περισσότερος έλεγχος, αλλά αύξουσα απώλεια έλεγχου. Η οικονομική κατάσταση δεν βελτιώνεται, αλλά φθάνει στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Οι κοινωνικές δυσλειτουργίες δεν ξεπερνιούνται, αλλά πολλαπλασιάζονται και βαθαίνουν. Αντί να αποσπάται συμμόρφωση των πολιτών, ευθυγράμμιση και ομοιομορφία με τα κυρίαρχα πρότυπα, προκύπτουν στην πράξη φαινόμενα εκτεταμένης απείθειας και ανυπακοής. Η εποχή των μεγάλων ρηγμάτων είναι μπροστά μας και όχι πίσω μας.
Η κρίση και η «ύβρις των ισχυρών»
* Ποια είναι τα πλέον χαρακτηριστικά συμπτώματα της κρίσης που περνάμε;
Απώλεια έλεγχου στο σύγχρονο κόσμο, αποδόμηση του παγκόσμιου συστήματος, επιπτώσεις στα οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά και πολιτισμικά πεδία. Τα μεγάλα γεωπολιτικά και κοινωνικά ρήγματα της εποχής μας ξεκινούν από τις περιφέρειες, όπως τη Λατινική Αμερική και την Άπω Ανατολή, αλλά επεκτείνονται μέχρι το κέντρο, μέχρι την καρδιά του παγκόσμιου συστήματος: τις συνθήκες εργασίας και καθημερινότητας στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Με την αμερικανική στρατιωτική «υπερεπέκταση», έχει επισπευσθεί η απώλεια ελέγχου στο σύγχρονο κόσμο. Η κρίση των πολιτικών σχηματισμών της Αριστεράς δεν είναι παρά η έκφραση της γενικότερης και βαθύτερης κρίσης των πολιτικών συστημάτων, που περιλαμβάνουν φυσικά και τη Δεξιά, όσον αφορά τη νομιμοποίησή τους έναντι των κοινωνιών και των εκλογέων τους. Η σημερινή διεθνής τάξη πραγμάτων τελειώνει, χωρίς βεβαίως ακόμη κάποια μελλοντική να διαγράφεται στον ορίζοντα. Οι πρακτικές του ηγεμονισμού και του εξουσιασμού, αντί να ανοίγουν αξιόπιστες προοπτικές, τις μεταθέτουν ακόμη μακρύτερα στον ορίζοντα. Η «ύβρις» των ισχυρών, αντί να επικουρεί τον έλεγχο του κόσμου, τον αποτελειώνει. «Ό,τι είναι στέρεο εξαερώνεται: αυτός είναι ο νόμος της φυσικής. Ό,τι είναι ιερό βεβηλώνεται: αυτός είναι ο νόμος της ιστορίας» (Κ. Μαρξ, 1848). Παγκοσμιοποίηση, αντίσταση, καταστολή, αποδόμηση: το τετράπτυχο της σύγχρονης τραγωδίας.
Η αμερικανική πολιτική της «υπερεπέκτασης», με την κάλυψη της Ευρώπης, έχει λειτουργήσει ως ιστορική «ύβρις». Επέσπευσε την εξάντληση του παγκόσμιου υποδείγματος και σήμερα ποικίλα ρήγματα από αυτό έρχονται στην επιφάνεια. Γεωπολιτικά, οικολογικά, δημογραφικά, πολιτισμικά, κοινωνικά ρήγματα καταγράφονται, πολλαπλασιάζονται σε όλα τα επίπεδα, ώστε η νέα επερχόμενη εποχή να διαψεύδει κάθε πρόβλεψη και κάθε προκατασκευασμένη βεβαιότητα. Η ιδέα του ανταγωνισμού και της σύγκρουσης των πολιτισμών δεν συνιστά όραμα ενός ανερχόμενου πολιτισμού, αλλά το αίσθημα απόγνωσης ενός πολιτισμού, που συρρικνώνεται και αποσταθεροποιείται, μεταθέτοντας τις ευθύνες γι' αυτό στους άλλους. Ό,τι σήμερα συμβαίνει δεν είναι μοιραίο να συμβεί αλλά απορρέει από μια σειρά λανθασμένων επιλογών σε όλα τα επίπεδα: στην οικονομία, στην πολιτική, στον πολιτισμό. Επιλογών, βεβαίως, από εκείνους που έχουν αναλάβει να διαχειρίζονται την τύχη των υπολοίπων.
* Ποια βλέπετε να είναι η έξοδος;
Η νέα παγκόσμια Βαβέλ δεν είναι προϊόν της μοίρας αλλά της αναγκαιότητας που προκύπτει από τη βουλιμία και αλαζονεία των ιθυνόντων. Από τα χαλάσματα που προκύπτουν σήμερα, ασφαλώς ένας νέος κόσμος θα συγκροτηθεί. Όμως, αυτό δεν θα γίνει από τα επάνω, αλλά από τα κάτω. Όχι με προκατασκευασμένες και ανυπόληπτες εξουσιαστικές βεβαιότητες, αλλά με βάση την ανυποχώρητη καινούρια ελευθερία και νέα εφευρετικότητα του ανθρώπου. Δεν θα είναι η πρώτη φορά στην ιστορία, που αυτό που οι άρχουσες τάξεις κατανοούν με απόγνωση ως φαινόμενο κατακερματισμού, ανομίας και σύγκρουσης, οι αρχόμενες με απαντοχή βιώνουν και απολαμβάνουν ως νέα ελευθερία.
kvergo@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου