O Τρότσκυ σκοτώνει τον δράκοντα σε αφίσα του 1918, από Wikipedia |
του 'Αγγελου Ελεφάντη
από Σύριζα Βύρωνα
Έγινε πράγματι επανάσταση στη Ρωσία το 1917; Ή μήπως αυτό που έγινε ήταν πραξικόπημα μιας οικτρής μειοψηφίας που επέβαλε ένα δικτατορικό και ολοκληρωτικό καθεστώς; Ιδού το "δίλημμα", έτοιμη και η απάντηση (την συνοψίζω χονδρικά, εν πνεύματι όμως "αληθείας", μέσα από πολλά και διάφορα δημοσιεύματα, παλαιά και καινούρια, πραγματικός ωκεανός): "Τον Νοέμβριο του 1917, τη συντριπτική πλειοψηφία (58%) είχαν οι Επαναστάτες - Σοσιαλιστές και όχι οι Μπολσεβίκοι του Λένιν που ήταν μια μειοψηφία 25%, μετά μάλιστα από βία και νοθεία. Έτσι πήραν την εξουσία πραξικοπηματικά διαλύοντας την Εθνοσυνέλευση και καταργώντας τη δημοκρατία προς χάριν μιας μόνιμης εξουσίας τους χωρίς αντίπαλα κόμματα".
Είχαν όμως προηγηθεί από την Επανάσταση του Οκτώβρη, μερικές "λεπτομέρειες". Τις συνοψίζω:
1. Η συντριβή του τσαρικού στρατού από τον γερμανικό στο ανατολικό μέτωπο, με 10 εκατομμύρια φαντάρους (πρώην μουζίκους) νεκρούς, τραυματίες, αιχμαλώτους και κυρίως υποχωρούντες προς τα ανατολικά ατάκτως και αρνούμενους να συνεχίσουν τον πόλεμο, αρνούμενους να υπακούσουν στις διαταγές των τσαρικών στρατιωτικών επιτελείων.
2. Τον Φλεβάρη του 1917 ξεσπά, στην Αγία Πετρούπολη, η Επανάσταση του '17. Καταργείται ο τσαρισμός, η κυβέρνηση Κερένσκυ υπόσχεται αγροτική μεταρρύθμιση και λειτουργία αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτικού συστήματος. Συνεχίζει όμως τον πόλεμο, οι μεταρρυθμίσεις αργούν, σ' όλη την επικράτεια δημιουργούνται Σοβιέτ, στα οποία οργανώνονται εργάτες, αγρότες, αντιτσαρικοί πάσης φύσεως και σοβιέτ στρατιωτών. Η κυβέρνηση Κερένσκυ λειτουργεί κατασταλτικά, εναντίον αυτού του κινήματος των σοβιέτ, και των κομμάτων (κυρίως κατά των μπολσεβίκων) που τα υποστηρίζουν. Οι πόλεις πεινάνε, οι Γερμανοί προελαύνουν.
3. Όταν ξεσπά η Οκτωβριανή Επανάσταση με πρωτοβουλία των μπολσεβίκων, η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση ακυβερνησίας. Τα σοβιέτ, κι ιδιαίτερα των στρατιωτών στηρίζουν την κυβέρνηση των μπολσεβίκων και ιδιαίτερα το σύνθημα για ειρήνη και αναδιανομή της γης.
Ωστόσο, για σήμερα, πρέπει να καταγράψουμε, ότι η πλάστιγγα και μάλιστα μετά το 1989, έχει γείρει αποφασιστικά προς τη μεριά ότι εκείνα τα γεγονότα του Οκτώβρη του 1917 δεν ήταν παρά πραξικόπημα. Ακόμα και στις γραμμές της Αριστεράς. Αλλά να σημειώσουμε ότι πάνω σ' αυτό το κεφαλαιώδες ζήτημα η σύγκρουση συνεχίζεται.
Η αναφορά στους κανόνες και στην αμείλικτη αυτοδυναμία των οικονομικών νόμων που μάταια ξόρκισαν ως εξουσία οι μαρξιστές όπου γης (γιατί αγνόησαν ότι πηγάζουν και ταυτίζονται με την ανθρώπινη φύση) προϋποθέτει την αμφισβήτηση της εξουσίας πλείστων δογμάτων του Μαρξ και των επιγόνων του.
Οι συλλογισμοί του εν γένει αστισμού είναι απλοί: Οι οικονομικοί νόμοι (του καπιταλισμού εννοείται) και της αγοράς είναι αιώνιοι, διότι πηγάζουν από την ανθρώπινη φύση, άρα και ο καπιταλισμός είναι σύστημα αιώνιο όπως και η ανθρώπινη φύση. Το κίνητρο του κέρδους, είναι ακαταμάχητο διότι επίσης εκπηγάζει από την ανθρώπινη φύση. Αλλά το κέρδος σύμφωνα με τους οικονομικούς νόμους είναι η βάση του καπιταλισμού, του συστήματος εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Άρα στην ανθρώπινη φύση ανήκει ορισμένοι άνθρωποι να εκμεταλλεύονται κάποιους συνανθρώπους τους, στην ανθρώπινη φύση ανήκει επίσης και το ακριβώς αντίθετο: κάποιοι να υφίστανται την εκμετάλλευση των εκμεταλλευτών τους. Διότι δεινόν προς τα κέντρα λακτίζειν. Η παραβίαση της ανθρώπινης φύσης είναι φανατισμός και μισαλλοδοξία γι' αυτό οι πολλοί δεν την ανέχονται· υπάρχουν όμως πάντα οι λίγοι μισαλλόδοξοι που την επιβάλλουν εις βάρος των πολλών και εναντίον της θελήσεώς των. Διαπράττουν δηλαδή πραξικόπημα. Επομένως η Επανάσταση του Οκτώβρη είναι πραξικόπημα = ολοκληρωτισμός = Γκουλάγκ.
Έτσι ορισμένοι θεωρούν επανάσταση μόνον την Επανάσταση του Φλεβάρη του 1917 στη Ρωσία γιατί αυτή η τελευταία, ως γνωστόν, ήταν μόνον αντιτσαρική --αστικοφιλελεύθερη-- δημοκρατική. Έστω κι αν κινητήρια δύναμή της ήταν τα σοβιέτ των στρατιωτών και των εργατών, που δεν ήθελαν άλλο πόλεμο και τους Ρομανόφ, δεν κινδύνευαν απ' αυτήν οι αιώνιοι νόμοι του καπιταλισμού και της αγοράς. Όμως, ας δούμε το πράγμα με τα λόγια ενός τοτινού συγχρόνου και ουδόλως μπολσεβίκου:
Όταν όμως ένα ολόκληρο τμήμα της ανθρωπότητας, ένα πολύ μεγάλο τμήμα, προχωρά βασανιστικά στους δρόμους του θανάτου και της ελευθερίας. Όταν μια τεράστια επανάσταση ετοιμάζει την πιο βασανιστική γέννα που θα δώσει σάρκα στις πιο απαραίτητες ελευθερίες, ύστερα από τόσες και τόσες αιματηρές και φοβερές αποτυχίες, πολέμους λαών, πολέμους φυλών, πόλεων, εμφυλίους πολέμους, ύστερα από άλλες πιο φοβερές σφαγές και μακελειά... τότε η αντεπαναστατική "σκέψη" γίνεται κονιορτός μπροστά στην πραγματικότητα και δεν έχει άλλο δρόμο από το να μετατραπεί σε πράξη αντεπαναστατική. Τότε η ίδια θα αποδείξει πρακτικά ότι η πάλη των τάξεων υπάρχει, ότι οι επαναστάσεις υπάρχουν, όπως και οι αντεπαναστάσεις. Κι αυτό συνέβη πολλάκις, συμβαίνει συνεχώς, όπως συνέβη με τους Καντέ, τους Σοσιαλεπαναστάτες, τους Κοζάκους, τον Βράγκελ, τον Ντενίκιν, τους Τσέχους, τους Ρώσους αστούς και αριστοκράτες, στους Αγγλογάλλους εισβολείς, (στρατός 11 χωρών συνολικά) όπως συνέβη ακόμη και με δυο συντάγματα ευζώνων, του Κονδύλη και του Πλαστήρα, όταν πολλοί Έλληνες φαντάροι άφησαν τα κόκαλά τους στην Ουκρανία το 1919.
Υπάρχει όμως μια άλλη αντίδραση: ότι η επανάσταση αυτή ήταν βολονταριστική και "νομοτελειακά", λόγω ενδογενών προϋποθέσεων οδήγησε στον ολοκληρωτισμό, τον σταλινισμό και τις τερατώδες κοινωνίες του Υπαρκτού. Πάλι εν συντομία, πάλι όμως εν πνεύματι αληθείας.
Εδώ πράγματι μπορούμε να κουβεντιάσουμε τα δυο προβλήματα, πολύ παλιά κι αυτά άλλωστε, όχι όμως εξωπραγματικά.
Το πρώτο: Αιτία του ολοκληρωτισμού είναι ο μαρξισμός του Λένιν, ο λενινισμός. Και ήταν ολέθριος ο λενινισμός διότι υπέτασσε τα πάντα στο |σκοπό της προλεταριακής επανάστασης.
Το δεύτερο: οι πολιτικοί θεσμοί που δημιούργησε η επανάσταση, το μονοκομματικό καθεστώς κ.λπ. βρίσκονται στη ρίζα του μετεπαναστατικού βοναπαρτιστικού φαινομένου που ονομάστηκε σταλινισμός.
Καθιερώνονται λοιπόν δύο συγκλίνουσες γενεαλογίες αιτιών: μία θεωρητική, "ο μαρξισμός του Λένιν" και μία πολιτική, οι πολιτικοί θεσμοί που δημιούργησε η επανάσταση. Προφανώς η δεύτερη ανάγεται στην πρώτη και επομένως η μόνη αιτία, και γεννήτορας του ολοκληρωτισμού και του σταλινικού "φαινομένου" είναι ο "μαρξισμός του Λένιν". Παρεμπιπτόντως --κι αυτό έχει τεράστια σημασία-- αυτή η ερμηνεία αποτελεί σήμερα πλέον κυρίαρχη ιδεολογία και στην ευρωπαϊκή αριστερά και η περί του αντιθέτου άποψη έχει καταγραφεί στα κατάστιχα του "δογματικού παλαιοημερολογιτισμού". Ας δούμε όμως:
Είναι βέβαιο ότι μια θεωρία ("ο μαρξισμός του Λένιν") μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνη για την πραγματική ζωή;
Βέβαια ξέρουμε ότι οι ιδέες, όταν τις ασπάζονται οι μάζες, γίνονται υλικές δυνάμεις της επανάστασης (Μαρξ αλλά και Λένιν). Για να θεωρήσουμε ωστόσο ως αιτία τον "μαρξισμό του Λένιν" θα έπρεπε το λιγότερο να παραδεχθούμε ότι στην επαναστατική ατμόσφαιρα της καταρρέουσας τσαρικής Ρωσίας οι μάζες είχαν μιλήσει... λενινιστικά. Αλλά αν οι μάζες είχαν αποδεχθεί τον "μαρξισμό του Λένιν", αναγνωριζόμενες στις ιδέες του δεν διέπρατταν ολοκληρωτισμό και πραξικόπημα αλλά απλούστατα υλοποιούσαν αυτό που προσδοκούσαν, αυτό που τις εξέφραζε, αυτό που τις συνέφερε, ερχόμενες σε αντίθεση, προφανώς, με κάποιες άλλες κοινωνικές δυνάμεις που αναγνωρίζονταν σε άλλες ιδέες και είχαν αντίθετα συμφέροντα, τους γαιοκτήμονες για παράδειγμα. Τότε όμως δεν έχουμε το μαρξισμό του Λένιν από τη μια μεριά και την κοινωνία από την άλλη αλλά ταξική πάλη σκληρή και αδυσώπητη που στην περίπτωση της Οκτωβριανής Επανάστασης πήρε τη μορφή ενός αιματηρού εμφυλίου πολέμου στον οποίο τα αντίπαλα στρατόπεδα πάλεψαν, και τα δυο με αυταπάρνηση είναι αλήθεια, να επικρατήσουν. Αυτή είναι η λογική της πραγματικότητας, μια λογική άλλωστε στην οποία υποτάχθηκαν οι πάντες. Είναι γνωστό άλλωστε ότι ως το καλοκαίρι του 1918 που αρχίζει ανοιχτά ο εμφύλιος πόλεμος η καταπίεση εκ μέρους της εξουσίας των Μπολσεβίκων είναι ασήμαντη. Και δεν είναι αλήθεια ότι απαγόρευσαν την έκδοση εφημερίδων ήδη από το χειμώνα του 1918. Απαγόρευσαν την έκδοση των αστικών εφημερίδων, μέτρο το οποίο δεν είχαν αποδοκιμάσει ούτε οι Εσέροι ούτε οι Μενσεβίκοι. Άλλωστε οι Σοσιαλεπαναστάτες, θεωρητικά και πρακτικά, ήταν υπέρ ακόμη και της ατομικής τρομοκρατίας, άποψη την οποία ο Λένιν ο ίδιος εγνώρισε στο σβέρκο του με δυο σφαίρες της Καπλάν.
Απομένει βέβαια το ερώτημα μήπως οι μάζες στην επαναστατική Ρωσία δεν είχαν αποδεχθεί το "μαρξισμό του Λένιν". Οπότε δεδομένου ότι οι Μπολσεβίκοι αρχικά ήταν μια μικρή μειοψηφία, πώς κατάφεραν να νικήσουν τους αντιπάλους τους; Με ποια υλική δύναμη αυτοί οι 23.000 άνθρωποι μπόρεσαν να καθυποτάξουν τόσους στρατούς και φοβερούς αντιπάλους και μια κοινωνία εκατόν πενήντα εκατομμυρίων ψυχών;
Αν αφήσουμε στην άκρη τα γνωστά επιχειρήματα της συνωμοσίας και της εξαπάτησης δεν θα δυσκολευτούμε να παρακολουθήσουμε μέσα στην ίδια την επαναστατική διαδικασία μια γεωμετρική αύξηση της δύναμης των Μπολσεβίκων, εξηγήσιμη κι αυτή διότι τα κύρια συνθήματά τους: ειρήνη, όλη η εξουσία στα σοβιέτ, τα χωράφια στους αγρότες αντιστοιχούσαν σε ανάγκες και αιτήματα ευρύτατων λαϊκών μαζών και έτσι τροποποιούνταν καθημερινά τα δεδομένα του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ τάξεων και πολιτικών δυνάμεων. Είναι γνωστό για παράδειγμα ότι η συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ με τις σοβαρές παραχωρήσεις υπέρ της Γερμανίας καταγγέλθηκε ως προδοσία και από τους Σοσιαλεπαναστάτες και τους Μενσεβίκους --γνωστή επίσης η αντίδραση για άμεση ειρήνη στη γραμμή του Λένιν πολλών επιφανών μπολσεβίκων (Τρότσκυ, Μπουχάριν, Σμυρνόφ κ.λπ.). Αλλά ο κόσμος, τα εκατομμύρια οι ματοβαμμένοι στρατιώτες του μετώπου, ήθελαν ειρήνη έστω και με παραχωρήσεις. Προσχωρούσαν δηλαδή στον "χονδροειδή" μαρξισμό του Λένιν κι όχι στις λεπτεπίλεπτες διατριβές του μενσεβίκου Τσερνώφ.
Εκείνο που προέχει αυτή την ιστορική φάση και την νοηματοδοτεί είναι ότι η Επανάσταση πολέμησε εναντίον των αντιπάλων της, ντόπιων και ξένων, αντιμετωπίζοντας συνεχώς το δίλημμα ή να καταρρεύσει ή να επικρατήσει. Υπεράσπισε όχι χωρίς κόστος τις θέσεις της. Αλλά δεν είχε τη δυνατότητα να υποχωρήσει ή να συμβιβαστεί γιατί αυτή τη δυνατότητα της την στερούσαν οι αντίπαλοί της. Ήθελε τα πάντα: να γκρεμίσει το αστικό καθεστώς, όπως και οι αντίπαλοί της ήθελαν τα πάντα: να διασώσουν το αστικό καθεστώς. Τα αντίπαλα στρατόπεδα, επαναστάτες και αντεπαναστάσεις ήταν απελπιστικώς... λενινιστικά. Για πρώτη φορά στις σύγχρονες κοινωνίες έδειξε πρακτικά ότι ο καπιταλισμός δεν είναι σύστημα αιώνιο, ότι οι νόμοι του δεν είναι αιώνιοι και επομένως εκτός από ανατρεπτέος ως "κακός" είναι και ανατρέψιμος ως τρωτός. Αυτή άλλωστε ήταν και η δύναμη της Οκτωβριανής Επανάστασης που πυροδότησε όλα τα κινήματα του κόσμου και άλλαξε το πολιτικό σκηνικό του 20ού αιώνα όπως η Γαλλική Επανάσταση του 1789 άλλαξε το σκηνικό του 19ου αιώνα. Οι "από κάτω" έδειξαν ότι μπορούν να κερδίσουν: αυτό ήταν το μήνυμα που κράτησε η εργαζόμενη ανθρωπότητα από την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Εξάλλου σε μια εποχή που η πολιτική ασκείται με τα όπλα, που ο κόσμος μετατράπηκε σε ένα απέραντο σφαγείο όπου πολεμούσαν αστοί, προλετάριοι, χωριάτες, ο Τσάρος, ο Κλεμανσώ, ο Γουλιέλμος, ο Χίντεμπουργκ, ο Βενιζέλος, ο Κεμάλ, ο Τσώρτσιλ, οι πάντες τέλος πάντων, σ' αυτή την ατμόσφαιρα γεμάτη μπαρούτι και ασφυξιογόνα, σε μιαν Ευρώπη γεμάτη χαρακώματα, εφόδους, πτώματα, βομβαρδισμούς, επελάσεις, ερπυστριοφόρα, πολυβόλα και πυροβόλα εν δράσει οι κομμουνιστές έκαναν, όφειλαν να κάνουν κι αυτοί, πολιτική με τα μέσα που οι αντίπαλοί τους είχαν καταστήσει αποκλειστικά: τα όπλα. Πράγματι πολέμησαν για να πετύχουν το σκοπό τους: την προλεταριακή επανάσταση. Μήπως δεν θα 'πρεπε; Και γιατί αυτή η αποφασιστικότητα --που δεν ήταν μόνο δικό τους προνόμιο-- συνέβαλε στη δημιουργία ολοκληρωτισμού; Μήπως, παραδεχόμενοι κάτι τέτοιο δεν αποδεχόμαστε ταυτόχρονα ότι η Επανάσταση, μοιραία, οδηγεί στον ολοκληρωτισμό; Δεν θα το έλεγα.
Καταρχήν οι νέοι θεσμοί που δημιούργησε η Επανάσταση, πάνω στους οποίους στηρίχθηκε και χάρη στους οποίους επικράτησε, ήταν τα Σοβιέτ. Το πολιτικό της σύστημα αρθρώνεται με βάση τις αρχές της άμεσης δημοκρατίας που ενσαρκώνονται στα Σοβιέτ (τα Συμβούλια δηλαδή) των εργατών, των αγροτών και των στρατιωτών. Και από την άλλη μεριά, αναγνωρίζει το αντιπροσωπευτικό σύστημα, δεδομένου ότι και τα ίδια τα Σοβιέτ από ένα ορισμένο σημείο και πάνω βασίζονται στην αντιπροσωπευτική αρχή. Ο συνδυασμός επομένως της άμεσης και της έμμεσης δημοκρατίας αποτελεί, από θεσμική άποψη, την ουσία του σοβιετικού συστήματος. Και απ' αυτή την άποψη υπήρξε πράγματι μια ρήξη με τις αρχές της αστικής δημοκρατίας και ανάδειξη νέων θεσμών που επέτρεπαν και επέβαλαν τη λαϊκή συμμετοχή δίνοντας μια άλλη έννοια στην αρχή της λαϊκής κυριαρχία.
Καταρχήν η Επανάσταση ποτέ δεν αυτοπροσδιορίστηκε ως μονοκομματική και ποτέ το μονοκομματικό σύστημα δεν αναγορεύτηκε ως το ιδεώδες πολιτικό σύστημα οργάνωσης του σοσιαλιστικού καθεστώτος. Ας ψάξουν όσο θέλουν στο "μαρξισμό του Λένιν" αλλά δεν θα βρουν καμιά θεωρητικοποίηση του μονοκομματικού συστήματος ή συνηγορία κατά του αντιπροσωπευτικού συστήματος. Αντίθετα εκείνο που σίγουρα θα βρουν στη διάρκεια της Επανάστασης είναι μια συνεχής μετατόπιση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων (και του πολιτικού τους προσωπικού) προς τη μεριά της αντεπανάστασης πράγμα που υποχρέωνε και τους Μπολσεβίκους να μετατοπίζονται κι αυτοί προς την μονοκομματική πρακτική απαγορεύοντας τη λειτουργία των άλλων κομμάτων οριστικά μετά το 1921-22. Αυτή είναι η ουσία του ζητήματος που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί παρά μέσα από τη συγκεκριμένη ιστορία της πάλης των τάξεων που διεξάγεται στη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου.
Επαναλαμβάνω ότι δεν έχουμε να κάνουμε με ένα "μοντέλο" αλλά με μια διαδικασία πάλης που οδήγησε στον μονοκομματικό σύστημα, λύση η οποία αν βραχυπρόθεσμα βοήθησε στην πολιτική σταθεροποίηση του νέου καθεστώτος αποτέλεσε μακροπρόθεσμα, με τη διαιώνισή του, τη βάση για τη διάνοιξη ενός χάσματος μεταξύ κράτους και κοινωνίας.
Το γεγονός αυτό είχε σαν συνέπεια οι πολιτικές αντιθέσεις να ενσωματώνονται αναγκαστικά μέσα στο ίδιο το κομμουνιστικό κόμμα και ως εκ τούτου να μετατρέπεται το ίδιο το κόμμα σε πρωτογενές πεδίο ιδεολογικών και πολιτικών ταξικών συγκρούσεων που γνώρισαν τις γνωστές εξάρσεις λίγα χρόνια αργότερα. Δεν πρέπει ωστόσο να κρίνουμε την καθαυτό επαναστατική περίοδο (1917-1923) με τα μέτρα και τα κριτήρια που ισχύουν σε μεταγενέστερες εποχές της σοβιετικής ιστορίας όταν θα έχουν πλέον, επικρατήσει άλλες καταστάσεις. Όταν τελειώνει ο εμφύλιος πόλεμος και η εξουσία των Μπολσεβίκων έχει σχετικά σταθεροποιηθεί ούτε η καταπίεση έχει τη μορφή και την έκταση που γνώρισε τη δεκαετία του '30 ούτε υπάρχει σοβαρή διάσταση εξουσίας και λαϊκών μαζών.
Υπάρχει ωστόσο σοβαρή λαϊκή δυσαρέσκεια --κι αυτό το αναγνωρίζουν πρώτοι οι Μπολσεβίκοι-- δυσαρέσκεια όμως που δεν καταλύει το δεσμό κόμματος-εξουσίας-μαζών. Η παράταση του "κομμουνισμού του πολέμου", του καθεστώτος των επιτάξεων για την τροφοδοσία των πόλων και του Κόκκινου Στρατού, οι χαμηλοί μισθοί, ο πληθωρισμός, η πείνα, η έλλειψη ειδών πρώτης ανάγκης, ο πλημμελέστατος εφοδιασμός των πόλεων είναι αιτίες πολύ σοβαρές για να τροφοδοτήσουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Ακριβώς δεν γι' αυτό το λόγο --και όχι χωρίς αντιστάσεις στο εσωτερικό του ΚΚ και των Σοβιέτ-- προκρίνεται η ΝΕΠ για να αντιμετωπισθεί η άθλια οικονομική κατάσταση. Οι Μπολσεβίκοι, έχουν πλήρη συνείδηση ότι η Νέα Οικονομική Πολιτική αποτελεί μερική αναβίωση του (ιδιωτικού) καπιταλισμού και ενίσχυση των τάσεων του κρατικού καπιταλισμού.
Το κύριο πρόβλημα σε αυτή τη φάση είναι η εργατοεργατική συμμαχία που δοκιμάζεται σοβαρά από αντικειμενικές αντιξοότητες αλλά και από μια σειρά σοβαρά λάθη του ΚΚ που βλέπουν το φως και στη φάση του "κομμουνισμού του πολέμου" και, κυρίως, αργότερα, όταν τερματίζεται η ΝΕΠ και αρχίζει η βίαιη κολλεκτιβοποίηση.
"Η σοβιετική εμπειρία", γράφει ο Σαρλ Μπετελέμ, "επιβεβαιώνει ότι το πιο δύσκολο δεν είναι η ανατροπή, των παλαιών κυρίαρχων τάξεων: το πιο δύσκολο είναι, καταρχήν, να καταστραφούν οι παλαιές κοινωνικές σχέσεις --πάνω στις οποίες μπορεί να ανασυγκροτηθεί ένα σύστημα εκμετάλλευσης παρόμοιο μ' εκείνο που θεωρήθηκε ότι είχε ανατραπεί-- και στη συνέχεια να παρεμποδισθεί η αναδημιουργία αυτών των κοινωνικών σχέσεων με βάση παλαιά στοιχεία, παρόντα ακόμη για πολύ καιρό στις νέες κοινωνικές σχέσεις".
Έτσι, στη νεαρή Σοβιετική Δημοκρατία, μετά το 1924-25, θα ακυρώνεται προοδευτικά το έργο της Επανάστασης.
1. Για να επιτευχθούν οι "υλικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού" το καθεστώς συνέτριψε την εργατοαγροτική συμμαχία εκμηδενίζοντας κοινωνικά όχι μόνο τους "κουλάκους" αλλά εκατομμύρια αγρότες από τους οποίους αποσπούσε βίαια σημαντικά αγροτικά εισοδήματα υπέρ της βιομηχανίας.
2. Για να επιτευχθεί η ταχεία εκβιομηχάνιση ("υλικότερη" των προϋποθέσεων του σοσιαλισμού) επικράτησαν πλήρως οι ιεραρχικές σχέσεις στην παραγωγική διαδικασία, η αυθεντία του ειδικού-τεχνικού, των προϊσταμένων, των στελεχών (που "αποφάσιζαν για τα πάντα"), επικράτησαν δηλαδή κοινωνικές σχέσεις εις βάρος του προλεταριάτου.
3. Για να εξασφαλισθεί, πάση θυσία, η νέα τάξη πραγμάτων και οι νέες κατευθύνσεις που προέκρινε η πολιτική ηγεσία, και τις οποίες δεν προέκρινε η κοινωνική βάση του καθεστώτος, το κράτος και οι καταπιεστικοί του μηχανισμοί έδρασαν αντιλαϊκά σε μαζική κλίμακα: εναντίον των τάξεων που στήριξαν την επανάσταση.
4. Για να καμφθούν οι αντιστάσεις μέσα στο κόμμα --και ήταν πολλές-- καταργήθηκε η εσωκομματική δημοκρατία, η διαφωνία, ο διάλογος η πολιτική σύγκρουση και εφαρμόστηκε η μαζική τρομοκρατία εις βάρος, κυρίως, των στελεχών και μελών του κόμματος της επαναστατικής περιόδου. Μιλάμε βέβαια για κάποια εκατομμύρια εκκαθαρισθέντων.
* * *
Η σχετική βιβλιογραφία είναι πολύ πλούσια για αυτές τις μεταλλαγές που συντελούνται στα τέλη της δεκαετίας του '20 και τη δεκαετία του '30. Και το συμπέρασμα αρκετά καθαρό: Το κράτος παρ' όλο που έχει γεννήτορα την Επανάσταση δεν είναι η συνέχεια της Επανάστασης. Και παρά ταύτα κράτος, κόμμα και μάζες συνέπεσαν στην ίδια γιγαντιαία προσπάθεια: στην αντιφασιστική νίκη κατά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο. Για τη μετά το Β' παγκόσμιο πόλεμο περίοδο θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι το κράτος, του σταλινισμού και του "υπαρκτού σοσιαλισμού", είναι κράτος μιας αντεπανάστασης, γι' αυτό και ο αντιλαϊκός αυταρχικός, συντηρητικός του χαρακτήρας, οι ιμπεριαλιστικές-σοβινιστικές του εκφράσεις, η πολιτική υπερδύναμης, η τρομοκρατία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου