Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2014

Οπότε τι; Να ανοίξουμε τα σύνορα;


Μόλις κάποιος αμφισβητήσει τη μεταναστευτική πολιτική, αμέσως έρχεται η ίδια ερώτηση παγίδα

Δεν αποτυγχάνει ποτέ. Σε κάθε συζήτηση για τη μετανάστευση, όταν κάποιος αμφισβητήσει τη μεταναστευτική πολιτική, είτε σε τηλεοπτική εκπομπή, είτε σε ένα δείπνο με φίλους, δεν αργεί να εμφανιστεί ο αιώνιος ενοχλητικός τύπος με την ίδια «κιτρινίζουσα» ερώτηση, που σου πετάει σαν κουβά με νερό: «Οπότε τι κάνουμε, ανοίγουμε τα σύνορα, να μπαίνει όποιος θέλει;»

Εδώ, οι περισσότερες συζητήσεις καταλήγουν συνήθως σε αδιέξοδο. Σε παγίδα. Επειδή και η απλή διατύπωση της ερώτησης είναι παγίδα, ένας ύπουλος τρόπος που εκμηδενίζει τα επιχειρήματά σου. Είναι σαν να σε πιάνει, να σε αρπάζει, εν ριπή οφθαλμού, από το πάρτι ή το δείπνο, να σε χώνει σ’ ένα υπηρεσιακό αυτοκίνητο, να σε καθίζει στην καρέκλα του Προέδρου της Κυβέρνησης και να σου βάζει, στη συνέχεια, στο χέρι το στυλό με το οποίο υπογράφονται τα διατάγματα: «Έλα, να σε δω τι θα κάνεις τώρα, εξυπνάκια, για να δούμε αν τολμάς ν’ ανοίξεις τα σύνορα».

Λοιπόν, όχι! Άκου. Μην ξαναφήσεις να σε στριμώξουν. Υπερασπίσου τον εαυτό σου. Κατ’ αρχάς, να αρνηθείς να απαντήσεις στην παραπλανητική ερώτηση. Πρώτον, διότι δεν είναι δικό σου πρόβλημα, δεν το δημιούργησες εσύ, για να σου ζητούν τώρα να το λύσεις μέσα σε 24 ώρες. Δεύτερον, διότι δεν έχει νόημα να μιλάς μεμονωμένα για τα σύνορα, αλλά για ένα ολόκληρο αποτυχημένο σύστημα, που αναγκάζει χιλιάδες ανθρώπους να εγκαταλείπουν τις πατρίδες τους. Η λογική απάντηση είναι «Ναι, υποστηρίζω τα ανοικτά σύνορα, αλλά στα πλαίσια ενός ριζικού μετασχηματισμού που προχωράει πολύ πέρα από το νόμο για τη μετανάστευση».

Μήπως αυτό σημαίνει ότι, όσο δεν αλλάζει το διεθνές οικονομικό σύστημα που προκαλεί τη μετανάστευση, θα πρέπει να συνεχίσουμε να θωρακίζουμε τα σύνορά μας; Όχι, ούτε αυτό. Τουλάχιστον όχι με τόσο βαρύ τίμημα, όπως έχουμε δει να γίνεται στη Θέουτα.

Όχι, γιατί το πρόβλημα δεν είναι τα σύνορα. Πόσο μάλλον τα νότια σύνορα, αν λάβουμε υπόψη ότι η είσοδος μεταναστών από τη Θέουτα, τη Μελίγια ή από τη θάλασσα είναι αμελητέα. Στα χρόνια της οικονομικής ανάπτυξης, όταν πάνω από μισό εκατομμύριο μετανάστες έμπαιναν στη χώρα κάθε χρόνο, υπολογίζεται ότι πάνω από το 70% ερχόταν αεροπορικώς, από κάποιο ισπανικό αεροδρόμιο, με νόμιμα έγγραφα ή έμπαιναν ως τουρίστες και στη συνέχεια παρέμεναν. Από τους υπόλοιπους, η πλειονότητα ερχόταν οδικώς, από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και λιγότερο από το 5% με πλοίο, αν και οι μόνες εικόνες για τη μετανάστευση που μας παρουσίαζαν τα ΜΜΕ αφορούσαν αυτούς τους τελευταίους.

Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα, τόσο με τη Θέουτα όσο και με τη Μελίγια. Οι 30.000 που υποτίθεται ότι θα ήταν στη Βόρεια Αφρική περιμένοντας να μπουν εξακολουθούν να είναι ένα μικρό ποσοστό, σε σύγκριση με την κίνηση από τα αεροδρόμια και τους αυτοκινητόδρομους.

Το πρόβλημα δεν είναι τα σύνορα, είτε ανοιχτά είτε κλειστά. Έχω γυρίσει το μισό κόσμο και ποτέ δε χρειάστηκε να πηδήξω ένα φράχτη ή να φθάσω σε μια παραλία και μερικές φορές υπήρχαν χώρες πιο θωρακισμένες από τη Θέουτα. Με τον ίδιο τρόπο που η κατάργηση των συνοριακών ελέγχων στην Ευρώπη δεν έκανε καμιά χώρα να αδειάσει. Οπότε ας σταματήσουμε να εστιάζουμε στα σύνορα, διότι το πρόβλημα δεν είναι εκεί.

Ούτε το ύψος του τοίχου[1], ούτε ο αριθμός των νεκρών στην προσπάθεια να τον περάσουν είναι καθοριστικό στοιχείο. Πριν από χρόνια δεν υπήρχε διπλή περίφραξη με λεπίδες, και, παρόλα αυτά, δεν τον περνούσαν οι μετανάστες κατά εκατοντάδες. Κανένα σύνορο δεν μπορεί να αποτρέψει την είσοδο, μόνο να την κάνει πιο επώδυνη ή να λειτουργήσει σαν διεστραμμένη φυσική επιλογή, εξασφαλίζοντας ότι θα έρχονται μόνο οι δυνατότεροι, οι εξυπνότεροι και εκείνοι που πληρώνουν τα πιο πολλά.

Από εκεί και πέρα, στον κουραστικό τύπο που ρωτάει τι πρέπει να κάνουμε με τα σύνορα αύριο κιόλας, θα πρέπει να του υπενθυμίσεις κι άλλα πράγματα: όπως τη «χιονοστιβάδα» των 5 και άνω εκατομμυρίων ξένων που ήρθαν την δεκαετία πριν την κρίση. Και όχι μόνο δεν υπήρξαν κοινωνικές συγκρούσεις και αύξηση της εγκληματικότητας εξαιτίας τους, αλλά συνέβαλαν καθοριστικά στη στήριξη της ευημερίας εκείνης της εποχής. Αυτοί που ήρθαν ήταν κυρίως εργαζόμενοι και δημιούργησαν πολύ πλούτο που, όμως, δεν τον μοιραστήκαμε ισότιμα μαζί τους.

Τέλος, ενημέρωσε αυτό τον ηλίθιο, ότι ακόμη κι αν αυτοί οι 30.000 Αφρικανοί έμπαιναν στη χώρα αύριο κιόλας, πάλι θα ήταν περισσότεροι αυτοί που φεύγουν απ’ αυτούς που έρχονται. Εδώ και χρόνια είναι περισσότεροι αυτοί που φεύγουν απ’ αυτούς που έρχονται. Και, παρεμπιπτόντως, μεταξύ εκείνων που εγκαταλείπουν την χώρα, υπάρχουν και Ισπανοί, που φεύγουν σίγουροι ότι δε θα βρουν μπροστά τους έναν καταραμένο τοίχο να τους εμποδίσει.

[1] Αναφέρεται στον τοίχο της Μελίγια

* * *

Άρθρο του Isaac Rosa, μεταφράστηκε για το http://www.x-pressed.org/ από την Ελένη Νικολάου

Πηγη: Left

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου