ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΘΕΣΕΩΝ
ΓΙΑ ΤΟ 6o -ΕΚΤΑΚΤΟ- ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΣΥΝ
(3-6 Ιουνίου 2010)
Εάν επιχειρούσαμε να βάλουμε έναν τίτλο στις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ από το 5ο Συνέδριο του Κόμματός μας και μετά, αυτός θα μπορούσε κάλλιστα να είναι «το ψαλίδισμα των προσδοκιών». Το συμμαχικό σχήμα βρίσκεται σε φάση υποχώρησης, παρά τις ανάγκες τις εποχής που απαιτούν μια δυνατή και ενωτική ριζοσπαστική Αριστερά. Οι αιτίες γι’ αυτήν την κατάσταση πρέπει να αναζητηθούν με ειλικρίνεια και παρρησία, ώστε η τάση υποχώρησης του κοινού οράματος να αποδειχθεί αναστρέψιμη.
Θέλουμε να παρακάμψουμε στην αναζήτησή μας τις επιθέσεις που δέχτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ καθ’ όλο το προηγούμενο διάστημα από ένα πλέγμα δυνάμεων που ξεκινούσε από την ακροδεξιά, περνούσε απ’ τους Ηρακλειδείς του δικομματισμού και έφτανε μέχρι το ΚΚΕ. Όχι ότι δεν υπήρξαν – τουναντίον ήταν έντονες, χωρίς αρχές, διαρθρώνονταν σε πολλαπλά επίπεδα (κοινοβουλευτικό, συνδικαλιστικό, κοινωνικό, ΜΜΕ) και ιδιαίτερα μετά το Δεκέμβρη του 2008 έφτασαν σε γκεμπελικά ύψη. Όμως ήταν και αναμενόμενες, στο βαθμό που ο ΣΥΡΙΖΑ έτεινε να αποτελέσει σημείο αναφοράς για ένα ολοένα διευρυνόμενο κομμάτι της κοινωνίας που αμφισβητούσε και τη νεοφιλελεύθερη ηγεμονία και την “καθώς πρέπει” εξ’ αριστερών αντιπολίτευση. Συνεπώς αποτελούσε ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ να είναι έτοιμος για να ανταπεξέλθει στην αμφίπλευρη πίεση του κατεστημένου, αλλά και στις απαιτήσεις ενός μεγαλύτερου και ριζοσπαστικοποιούμενου ακροατηρίου.
Τη στιγμή λοιπόν της μεγάλης πίεσης, φάνηκαν με τον πιο ανάγλυφο τρόπο οι υστερήσεις και τα ελλείμματα. Σημείο-κλειδί αποτελεί το ότι δεν κατανοήθηκε επαρκώς, πως ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί μια νέα πολιτική ταυτότητα, πολύ ελκυστικότερη και δυνητικά πιο παραγωγική από το άθροισμα των επιμέρους συνιστωσών του. Η νέα αυτή ταυτότητα είχε ως εγγενές χαρακτηριστικό την αμφισβήτηση όχι μόνο του νεοφιλελευθερισμού και του δικομματισμού, αλλά και των τάσεων παραίτησης, ιδεολογικής υποχώρησης ή ιστορικού απολογητισμού που ταλάνιζαν τη δική μας Αριστερά. Σε αυτήν την πολύ ευνοϊκή συγκυρία, ο ΣΥΝ όφειλε – ως μεγαλύτερη συνιστώσα της συμμαχίας και παράλληλα ως πολυτασικό κόμμα, δηλ. ως μόρφωμα που έχει “τεχνογνωσία” στη συνεργασία ανθρώπων με διαφορετικές πολιτικο-ιδεολογικές καταβολές – να αναλάβει πρωτοβουλίες, ώστε αυτός ο υπό διαμόρφωση “κοινωνικός ΣΥΡΙΖΑ” να λάβει πιο προωθημένα χαρακτηριστικά. Συνέβη όμως ακριβώς το αντίθετο:
- Ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε – με μεγάλη ευθύνη και των αποφάσεων του 5ου Συνεδρίου μας – μια βαθύτατα αντιδημοκρατική και ελιτίστικη πυραμίδα, η οποία απλά διοικείται από τις ηγεσίες των συνιστωσών σε επίπεδο συμφωνιών κορυφής. Στον κοινωνικό ΣΥΡΙΖΑ επιτράπηκε να λειτουργήσει μόνο ως χειροκροτητής/αφισοκολλητής ή ακόμα χειρότερα ως δεξαμενή, εντός τις οποίας οι επιμέρους συνιστώσες μάχονταν για τη στρατολόγηση των ανένταχτων. Δεν πάρθηκαν, ή καθυστέρησαν σε παραλυτικό βαθμό, αποφάσεις που θα διευκόλυναν την ένταξη και τη δραστηριοποίηση νέου κόσμου στον ΣΥΡΙΖΑ – και προσοχή: δραστηριοποίηση στην Αριστερά δεν σημαίνει μόνο δουλειά νεροκουβαλητή, αλλά και συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων. Οι πανελλαδικές συνδιασκέψεις αντιμετωπίστηκαν ως επετειακά ακτίφ ανταλλαγής απόψεων και όχι ως μαζέματα αγωνιστών που χαράζουν πολιτική γραμμή και συντονίζουν τη δραστηριότητά τους.
- Η ιδεολογικο-πολιτική παραγωγή δεν προχώρησε σε βαθμό αντίστοιχο των αναγκών. Εάν η τριετία 2004-2007 ήταν η φάση της συγκρότησης και ανάδειξης της “πολιτικής ταυτότητας ΣΥΡΙΖΑ”, η περίοδος από το 2008 έως σήμερα έπρεπε να είναι η φάση της εμβάθυνσης. Δεν υποτιμούμε όσα θετικά που έγιναν, όπως π.χ. το πρόγραμμα, αλλά και πάλι αυτά υστερούν όχι μόνο των αναγκών της εποχής αλλά και των πραγματικών δυνατοτήτων μας. Ειδικά τον τελευταίο χρόνο, συνεπεία και της μερικής ρήξης των δεσμών πολιτικής εμπιστοσύνης ανάμεσα στις συνιστώσες, δίνουμε την εικόνα χώρου όπου αντιπαλεύουν χωρίς όρια δύο αντίθετες πολιτικές γραμμές: μια “ρεφορμιστική” του ΣΥΝ και μια “επαναστατική” των υπολοίπων συνιστωσών. Παράλληλα, δεν υπήρξε αξιοποίηση των νέων συντρόφων που στελέχωσαν τις Τοπικές και Κλαδικές Επιτροπές ΣΥΡΙΖΑ στην κατεύθυνση της πολιτικής παραγωγής – κάτι μάλλον αναμενόμενο, απ’ τη στιγμή που οι παρούσες συριζικές δομές δεν προβλέπουν ιδιαίτερα δικαιώματα και τρόπους αξιοποίησης για τους μη ενταγμένους σε συνιστώσες.
- Ο ΣΥΡΙΖΑ αντιπαλεύτηκε συστηματικά από συντρόφους που δρουν εντός του ΣΥΝ. Πρώτα και κύρια από την Ανανεωτική Πτέρυγα, η οποία αρχικά έθετε προσκόμματα στην οργανωτική-πολιτική εμβάθυνση του ΣΥΡΙΖΑ και εσχάτως έχει στραφεί στην ανοιχτή αμφισβήτηση ακόμα και της ίδιας της ύπαρξής του. Θα ήταν όμως λάθος να περιοριστεί η κριτική μόνο στην Πτέρυγα – η πρόσφατη εμπειρία από διάφορες περιοχές που επιχειρείται η συγκρότηση Τοπικών Επιτροπών ΣΥΡΙΖΑ (ευτυχώς όχι τις περισσότερες), δείχνει ότι υπάρχουν δυνάμεις και εντός της λεγόμενης “αριστερής πλειοψηφίας” του Κόμματος, οι οποίες διακατέχονται από νοοτροπίες τσιφλικά και ενοχλούνται από τη συγκρότηση συριζικών σχημάτων.
Παρ’ όλες όμως τις παθογένειες, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί ακόμα να κερδίσει το στοίχημα της ενότητας της Μεγάλης Αριστεράς και της κινητοποίησης της κοινωνίας προς προοδευτικές διεξόδους. Για να το πετύχει χρειάζεται να κάνει τολμηρές επιλογές στρατηγικού χαρακτήρα και εδώ έγκειται η μεγάλη ευθύνη του Κόμματός μας, που μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την επεξεργασία και την προώθησή τους:
5α. Η επικοινωνία με τις υποτελείς τάξεις να γίνει σχέση
Η εν εξελίξει καπιταλιστική κρίση και οι “συνταγές” που διαμορφώνονται για την υπέρβασή της, καθιστούν ακόμα πιο ευδιάκριτο ότι βασικοί στόχοι του συστήματος παραμένουν:
(i) η διαρκής συμπίεση του εργατικού κόστους μέσω της καθήλωσης/μείωσης των μισθών και των εργοδοτικών εισφορών, καθώς και της αύξησης του χρόνου εργασίας,
(ii) η άρση των θεσμών κοινωνικής προστασίας του κόσμου της εργασίας όπως η εργατική νομοθεσία, τα επιδόματα, το κράτος πρόνοιας κτλ.
Όσο κι αν οι αστικές πολιτικές στην Ελλάδα (όπως και παντού) ενδύονται το μανδύα της εθνικής προσπάθειας ή του αναγκαίου πικρού φαρμάκου, ο χαρακτήρας τους ξεσκεπάζεται εύκολα απ’ το γεγονός ότι οι πατριώτες που θα πιουν το φάρμακο είναι οι υποτελείς τάξεις: άνεργοι, μισθωτοί, μικροεπαγγελματίες. Σε αυτήν την κατάσταση, διπολικά σχήματα που κατακερμάτιζαν τεχνητά την εργασία (μόνιμη-επισφαλής, καλοπληρωμένη-κακοπληρωμένη, διανοητική-χειρωνακτική, νέοι-παλιοί) και σε κάποιο βαθμό βοηθούσαν το κεφάλαιο να συντηρήσει την ηγεμονία του διά του διαίρει-και-βασίλευε, τείνουν να ξεπεραστούν με αρνητικό τρόπο, δηλ. τον υποβιβασμό όλο και περισσότερων εργαζομένων στο καθεστώς του επισφαλούς και κακοπληρωμένου.
Είναι καθήκον του ΣΥΡΙΖΑ, η επικοινωνία με αυτή τη σύγχρονη εργατική τάξη να μετατραπεί σε μόνιμη σχέση. Δεν αρκεί να μιλάμε στις ευαισθησίες της. Απαιτείται να τη συναντήσουμε προγραμματικά μέσω των επεξεργασιών μας, να συμμετέχουμε ενεργά στις διεκδικήσεις της, να συντελέσουμε δραστικά ώστε να οργανωθούν αποτελεσματικότερα οι αγώνες της, να την μπολιάσουμε (και να μπολιαστούμε κι εμείς) με τη λογική της ρήξης και όχι με τις διαδικασίες της «κοινωνικής ειρήνης» και της «εθνικής» συνδιαχείρισης της κρίσης. Εν τέλει να γίνουμε συνειδητά η δύναμη που όχι απλά στέκεται δίπλα στους εργαζομένους, αλλά επιδιώκει να τους εκπροσωπήσει πολιτικά.
5β. Σταδιακή μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο πολιτικό υποκείμενο
Οι συγκεκριμένες πολιτικές απαιτούν συγκεκριμένο πολιτικό υποκείμενο. Ο ΣΥΡΙΖΑ με τη συγκεκριμένη μορφή της συμμαχίας κορυφής έχει εξαντλήσει τις δυνατότητές του, ή τουλάχιστον είναι δυσκίνητος και εξαιρετικά ευάλωτος τόσο στα έξωθεν χτυπήματα, όσο και σε εσωτερικά προβλήματα. Στο προσεχές διάστημα προέχει η ανάληψη πρωτοβουλιών και η έναρξη ειλικρινούς διαλόγου σε όλα τα επίπεδα (συνιστώσες, τοπικές επιτροπές κλπ), για το πώς η προσπάθεια που ξεκινήσαμε το 2004 θα οδηγήσει σε ένα νέο ποιοτικό αποτέλεσμα: τη συγκρότηση ενός ενιαίου πολυτασικού κόμματος, ικανού να λειτουργεί δημοκρατικά στο εσωτερικό του και να στρέφει την κοινωνία προς τα αριστερά.
Μια τέτοια διαδικασία δεν θα είναι ούτε εύκολη ούτε σύντομη. Διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες και ιστορικές διαδρομές, καχυποψίες, διαφορετικές οπτικές δεν πρέπει να υποτιμώνται, αλλά δεν πρέπει και κατ’ ανάγκην να περιμένουμε να ξεπεραστούν όλα αυτά μέχρι να δούμε την πραγματικότητα που απαιτεί ένα μεγάλο αριστερό κόμμα – τα παραδείγματα του γερμανικού PDS και του πορτογαλικού Bloco μπορούν να το επιβεβαιώσουν.
Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, είναι απαραίτητο να εντείνονται οι όποιες θετικές διαδικασίες έχουν ήδη ξεκινήσει και οδηγούν σε όσμωση/κοινή δράση σε επίπεδο βάσης, εκεί δηλαδή που διαμορφώνονται οι συνειδήσεις και χτίζονται οι πραγματικοί συντροφικοί δεσμοί. Επιτροπές ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να στηθούν παντού σε γειτονιές, εργασιακούς χώρους, εκπαιδευτικά ιδρύματα, και να αφεθούν ελεύθερες να παραγάγουν πολιτική. Ιδιαίτερα σε δύο επίπεδα, το αυτοδιοικητικό και συνδικαλιστικό, επείγει ο ΣΥΡΙΖΑ να αποκτήσει κοινή παρουσία που θα εκφράζεται μέσα από ενωτικά ψηφοδέλτια, σε ρήξη με τον καθωσπρεπισμό και τη συναίνεση που επιβάλλουν οι κυρίαρχες πολιτικές.
5γ. Για ένα εναλλακτικό πρόγραμμα διακυβέρνησης της χώρας
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ανεξάρτητα από το ποια επιλογή θα κάνει όσον αφορά την πρόταση για παραμονή της χώρας μας ή μη στην Ευρωζώνη και την αντιμετώπιση της χρεωκοπίας, οφείλει να έχει ένα συνεκτικό και εύληπτο ριζοσπαστικό πρόγραμμα. Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα συναντά τις αγωνίες των εργαζομένων, των αυτοαπασχολουμένων και της νεολαίας, και θα τους κινητοποιεί για την επίτευξη άμεσων στόχων. Οι βασικοί άξονες ενός τέτοιου προγράμματος πρέπει να:
α) Προτείνουν ένα συγκεκριμένο σχέδιο εθνικοποίησης των μεγάλων, μονοπωλιακών εταιρειών σε όλους τους βασικούς κλάδους της παραγωγής, της διανομής και των υπηρεσιών, καθώς και των μεταφορών, των συγκοινωνιών, και των υποδομών και του ορυκτού πλούτου, κάτω από τον έλεγχο και διαχείριση των εργαζομένων.
β) Προτείνουν ένα εκτεταμένο σχέδιο δημοσίων επενδύσεων που δημιουργούν θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης, σε αντιπαράθεση με τις πολιτικές του ΠΑΣΟΚ και ως αντίδοτο στις νεοφιλελεύθερες προτάσεις υπέρβασης της κρίσης.
γ) Περιγράφουν ένα εναλλακτικό σχέδιο ανασυγκρότησης των Δημόσιων Υπηρεσιών και Οργανισμών και ανοίγουν πόλεμο με τις πελατειακές σχέσεις, την καθετοποιημένη διαφθορά σε ολόκληρο τον κρατικό μηχανισμό λόγω της πολιτικής των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας τόσο σε πολιτικό όσο και σε συνδικαλιστικό επίπεδο.
δ) Παρουσιάζουν ένα φορολογικό σχέδιο για μια μεγάλη αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των λαϊκών στρωμάτων, με φορολόγηση των μεγάλων εισοδημάτων, των off-shore εταιρειών και των κερδοφόρων επιχειρήσεων και των τραπεζών.
ε) Προτείνουν ένα νέο σχέδιο αναθέρμανσης της αγροτικής παραγωγής με αναζωογόνηση της υπαίθρου και των Συνεταιρισμών, ενίσχυσης των μικρομεσαίων αγροτών (οικονομικής και επιστημονικής) προκειμένου να προχωρήσουν σε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης τόσο στη γεωργία όσο και στην κτηνοτροφία.
στ) Μιλούν για την ανάγκη αλλαγής της τουριστικής πολιτικής με την ποιοτική αναβάθμιση των τουριστικών υπηρεσιών που προσφέρει η χώρα μας, οι οποίες – όπως αναπτύχθηκαν με ευθύνη κυρίως των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ τις δεκαετίες ’80 και ’90 – συνήθως είναι πολύ ακριβές όσον αφορά τις τιμές και υποβαθμισμένες όσον αφορά την ποιότητα των υπηρεσιών, ενώ η επιβάρυνση του περιβάλλοντος σε πολλές περιοχές από την «πράσινη» ανάπτυξη των προηγούμενων δεκαετιών είναι δραματική.
ζ) Αναδεικνύουν την αξία του πολιτισμού και της ψυχαγωγίας ως κοινωνικών αγαθών, στα οποία πρέπει να έχουν πρόσβαση όλοι οι πολίτες.
η) Θέτουν ως βασική παράμετρο κάθε σχεδιασμού την αντιστροφή της κλιματικής αλλαγής, την εν γένει προστασία του περιβάλλοντος και την απο-εμπορευματοποίησή του.
Ολο το κειμενο εδώ