Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

Μιλώντας τόσο πολύ για την πείνα ξεχάσαμε να προστατέψουμε το ψωμί. Τώρα στο ερμάρι τα ποντίκια χαίρονται τρομαχτικές ελευθερίες.*

...Με ποιον λοιπόν να μιλήσω;
Σκοτεινός περιφέρεται ο Σινόπουλος
με τους νεκρούς νεκρός δειπνεί
τρέχει μονάχος σε υπόγεια με πυρσούς
φανούς και σπίρτα....

Μπαλάντα για τους ποιητές που πέθαναν νέοι, 1958, Μ.Κατσαρός

 Τάκης Σινόπουλος
...πέθανε ξαφνικά από την καρδιά του, ανήμερα του Πάσχα, 26.04.1981, στον Πύργο...

Ο καιόμενος

Κοιτάχτε μπήκε στη φωτιά! είπε ένας απ' το πλήθος.
Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν
στ’ αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο, όταν του
μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια.

Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου.
Είμαι από τη φύση μου φτιαγμένος να παραξενεύομαι.

Ποιος είναι τούτος που αναλίσκεται περήφανος;
Το σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά;

Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι.
Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις, μου είπαν.

Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.
Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.

Γινόταν ήλιος.

Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές
άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.

Ο Ποιητής μοιράζεται στα δυο.

Μεταίχμιο Β', 1957

Ακόμη μια νύχτα, XVI.

7.10.74
Η Ελλάδα ταξιδεύει χρόνια μέσα στην Ελλάδα
ακολουθώντας το χυμένο αίμα το σπαταλημένο.

Αίμα σταλαματιές κυλάνε στάζουν κάτω στον Άδη.

Πέφτουν απάνω στους νεκρούς οισκοτωμένοι
αλλάζουν θέση δεν ξυπνάνε.

Μόνο το χέρι τους υψώνεται και δείχνει τη μεριά που
περπατάνε οι δολοφόνοι.

Η Ελλάδα ταξιδεύει χρόνια ανάμεσα στους δολοφόνους.


 Χρονικό, 1975


Χώρος αναμονής

Εδώ δεν είναι τόπος για περηφάνια.
Εδώ δεν είναι τόπος για έκσταση.
Ένα μακρύ ποτάμι ημέρες αργοκίνητες.
Η νύχτα ο φόβος και το κάθισμα.
Εσύ γυρεύοντας τη σκάλα για τον ουρανό.
Εγώ ψάχνοντας με τα νύχια το πρόσωπο
ανάμεσα στα σιωπηλά ερείπια της πείνας
στον τόπο τούτο με την παγωμένη φωτιά
τι περιμένω;

Τι περιμένω εδώ που ο πυρετός παροξύνεται;
Αν κάποιος φωνάξει βοήθεια απ' το δρόμο
αν κάποιος χτυπήσει τον τοίχο
αν έρθουν απέναντι και καθήσουν
όλα τα παιχνίδια που κερδίζονται χωρίς το θεό
η συνέχεια του σκοταδιού
η λάμπα που έφαγε το πετρέλαιο
τ' αποτσίγαρα χάμου στο πάτωμα
τα ξένα ρούχα
ακόμη ζεστά
αν έρθει το θαύμα με τα γέρικα χέρια
η πράξη
που γυρίζει ξάφνου σε φόνο;

Γιατί να επικαλούμαι την άσπιλη γυναίκα
που καθάριζε ολημέρα το βασίλειό της;
Γιατί να θυμηθώ την περηφάνια που την έφθειρε ο καιρός
την ησυχία στην κάμαρη τη ζέστα και την άρνηση;
Το στόμα ήταν ακόμα ζωντανό
η αλήθεια καρφωνόταν στο ψέμα και σφάδαζε
η λευτεριά πηδούσε από πόλη σε πόλη
έσταζε το αίμα
η γύμνια ντυνόταν με προσχήματα
κι εγώ κρύωνα
όπως τώρα κρυώνεις εσύ και τρομάζεις και κρύβεσαι
μες στο σπίτι όπου τρίζει η σιωπή
κι ανασαίνει βαθιά στο σκοτάδι.

Σε τούτη την κάμαρα έγιναν οι φανταστικοί βιασμοί
η επινόηση του έρωτα και της απόγνωσης
εδώ εφευρέθηκε το ψέμα κι ο ουρανός
υπάρχει μια τρύπα στο κάθισμα
υπάρχει η σιωπή και ο χρόνος
υπάρχουν κι άλλες επινοήσεις ομοιώματα σχέσεων
ομοιώματα επαφών συναρτήσεων
πίσω απ τον τοίχο η νύχτα υφαίνει έναν κόσμο σκιές
εξόριστα διαστήματα μετατοπίζονται
οι πιθανότητες κοιμούνται μες στο δίχτυ τους
η ώρα ενεδρεύει στο εκκρεμές
μ' ένα κρύο χαμόγελο τα φαντάσματα σαλεύουν ακίνητα
πλησιάζουν και είναι ακίνητα
στην κάμαρα τούτη που είμαι ακίνητος και περιμένω
τι περιμένω;

Ίσως κατέβεις παραπαίοντας εκεί που τα σπίτια χάνονται
εκεί που η αυγή ανάβει ένα εκατομμύριο χαλίκια
ίσως κατέβεις πιο χαμηλά
εκεί που το σκοτάδι σκάβει το χώμα ακατάπαυστα
εκεί που στροβιλίζονται μισοφώτιστα πρόσωπα
εκεί που η μοναξιά σχεδιάζει
ατελείωτα συμπλέγματα ατελείωτα έργα
στον ατελείωτο χώρο που υπάρχει πίσω από τα πράγματα
όπου το σχήμα χάνεται κι η κίνηση χάνεται
εκεί που είσαι ωστόσο
σκοτεινά τα μάτια τσακισμένα τα χέρια
το καμπύλο κορμί μες στο χρόνο
μες στη νύχτα που καίει
εκεί που είμαι ακίνητος και κοιτάζω και περιμένω
τι περιμένω;

Η νύχτα και η αντίστιξη, 1959
* Η ποίηση της ποίησης, 1964
Ο πίνακας Μια γωνιά του ατελιέ, 1830, του Ευγένιου Ντελακρουά, που γεννήθηκε σαν σήμερα, 26.04.1798 (από την Wikipedia).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου