Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2009

Εις μνήμην...



Χάλκινες ψυχές
Tου Παντελή Μπουκάλα 11.12.08

«Ναι, αλλά τι γύρευε στα Εξάρχεια ο δεκαπεντάχρονος;» Το τάχα συντριπτικό ερώτημα άρχισαν να το θέτουν πριν καν στεγνώσει το αίμα του βιαιοθάνατου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου στην άσφαλτο των Εξαρχείων όσοι έχουν το στομάχι τους χάλκινο σαν και την ψυχή τους και μπορούν να χωνεύουν εύκολα και τον θάνατο ακόμα. Και με τηλεφωνήματά τους σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές, οι όχεντρες συνέχισαν να πετάνε το δηλητηριασμένο ερώτημά τους ακόμα και την ώρα που ο νεκρός κλεινόταν στο χώμα: «Ναι, αλλά τι γύρευε στα Εξάρχεια ένας δεκαπεντάχρονος;» Και μόνο να δοκιμάσει κανείς να απαντήσει λογικά, νομιμοποιεί τη σκοτεινιά και την αγριότητα του μυαλού τους, αν πει λόγου χάρη ότι στα Εξάρχεια υπάρχουν δεκάδες καφετέριες, σουβλατζίδικα, μπαρ, ταβέρνες, καφενεία, κινηματογράφοι, στέκια για κάθε ηλικία και για οποιονδήποτε, όπου κι αν ζει. Αλλά όχι. Οι «εισαγγελείς» μας την έχουν ήδη λάβει την απόφασή τους, καταδικαστική βέβαια για τον δεκαπεντάχρονο, για όλους τους δεκαπεντάχρονους και δεκαεξάχρονους αυτού του τόπου, ιδίως αν έχουν κάπως μακρύ και άτσαλο μαλλί, αν φοράνε μαύρο παντελόνι και πράσινα παπούτσια, αν έχουν σκουλαρίκι στ’ αυτί κ.τλ. Νομοταγείς πολίτες αυτοί, πορεύονται στη ζωή τους εμπιστευόμενοι έναν και μόνον νόμο: το «πήγαινε γυρεύοντας». «Πήγαινε γυρεύοντας» θα πουν για τη γυναίκα που βρίσκεται χτυπημένη ή και βιασμένη, επειδή θεωρούν αμάρτημα και μόνο το ότι κάποια είναι γυναίκα, παρεκτός και είναι η μητέρα τους. «Πήγαινε γυρεύοντας» θα πουν για τον πρόσφυγα που πέφτει νεκρός στην Πέτρου Ράλλη, κυνηγημένος τα χαράματα από τους φιλόξενους αστυνομικούς, και για τον μετανάστη που σωριάζεται από «εποστρακισμένη σφαίρα» συνοριοφύλακα, επειδή θεωρούν αμάρτημα και μόνο το ότι κάποιος είναι αλλοδαπός, μετανάστης, πρόσφυγας, παρεκτός και τα φέρει ανάποδα η τύχη και μεταναστεύσουν οι ίδιοι. «Πήγαινε γυρεύοντας», λένε και για το παλικαράκι που βρέθηκε στα Εξάρχεια παρέα με τους φίλους τους, και μ’ έναν Νίκο ανάμεσά τους, που θα τους κερνούσε για τη γιορτή του, ανήμερα του Αγίου Νικολάου. «Πήγαινε γυρεύοντας» θα πουν, ήδη το λένε στο Διαδίκτυο και με τα τηλεφωνήματά τους στους σταθμούς, επειδή θεωρούν αμάρτημα και μόνο το να είσαι έφηβος, να βγαίνεις βόλτα το βράδυ αντί να βυθίζεσαι στο κομπιούτερ σου, εννιά η ώρα του Σαββάτου, τόσο προχωρημένο βράδυ σε μια πόλη, σε μια χώρα, που αρχίζει τα Σάββατά της το νωρίτερο στις έντεκα... Και υπάρχουν άλλοι, κατάμαυροι, που λένε στα ερτζιανά «καλά να πάθει» ή «όλους έπρεπε να τους γαζώσουν οι αστυνομικοί, όλους». Ναι, κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ. Ιδίως οι εμφύλιοι.

από την Καθημερινή 11.12.08

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου