Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2009

Αποτιμήσεις της "βίας"



'Οσο κι αν ο «Δεκέμβρης του 2008» δεν μπορεί να συρρικνώνεται αυθαίρετα σε μια απλή σειρά βίαιων επεισοδίων, άλλο τόσο είναι αδιανόητος χωρίς τη μαζική (συμβολική ή υλική) διάρρηξη της «νομιμότητας» από δεκάδες χιλιάδες πολίτες, ως επί το πλείστον νεαρής ηλικίας.

Μοιραία, λοιπόν, το φαινόμενο «της βίας» υπήρξε ένα από τα βασικά σημεία όπου στάθηκαν οι περισσότερες από τις εν θερμώ αναλύσεις της περσινής νεανικής εξέγερσης. Με αποτέλεσμα μια ευρύτατη γκάμα προσεγγίσεων, από την ανοιχτή αποδοκιμασία μέχρι την ερμηνευτική σκιαγράφηση του κοινωνικού πλαισίου που επικαθόρισε τις πρακτικές των διαδηλωτών.

Ο Γιάννης Παπαθεοδώρου θα δει έτσι «στην πρωτοφανή βία του Δεκέμβρη» την «πλήρη ιδιωτικοποίηση των νέων πολιτικών υποκειμένων»: «Διαλύοντας τον κώδικα της ‘κοινής ευπρέπειας’, οι βίαιοι πρωταγωνιστές του Δεκέμβρη δεν έκαναν τίποτα άλλο πάρά να δηλώσουν περίτρανα την πίστη τους σ’ ένα ακραίο νεοφιλελεύθερο δόγμα: η σχέση του υποκειμένου με τις πράξεις του εξαντλείται στα ατομικά κίνητρα, στην επιθυμία του για δύναμη, στη μοναδολογική θέαση του κόσμου. [...] Ας θυμηθούμε, άλλωστε, πως όσα κινήματα έθεσαν τους πολιτικούς τους στόχους εκτός κράτους, εξουσίας και συστήματος, απλώς διευκόλυναν τον αυταρχικό κρατισμό και τη γενικευμένη καταστολή» («Σύγχρονα Θέματα» 103, σ.112-3 και «Νέα Εστία» 1819, σ.289-90).

Εξίσου αρνητικός απέναντι στην εξέγερση, ο Δαμιανός Παπαδημητρόπουλος διαπιστώνει ότι «το δεκεμβριανό συνεχές» (ριζοσπαστικής αριστεράς κι αντιεξουσιαστικού χώρου) «έχει πίσω του μια ιστορία», με αφετηρία τα μαχητικά κοινωνικά κινήματα της προηγούμενης περιόδου: «Εδώ και κάμποσα χρόνια οι οργανωτές κινητοποιήσεων, συνδικαλιστικών ή πολιτικών, έχουν έστω και εμπειρικά συνειδητοποιήσει ότι μια ορισμένη δόση άσκησης έμμεσης ή και λιγότερο έμμεσης βίας και μια ορισμένη δόση του αντίστοιχου θεάματος της βίας, συντελεί σε ένα μεγαλύτερο αντίκτυπο και ένα ευρύτερο ενδιαφέρον για την κινητοποίηση. Ειδικότερα μάλιστα η βία ως θέαμα εξασφαλίζει για την κινητοποίηση μια σίγουρη θέση στα τηλεοπτικά δελτία των οκτώ, πολλές φορές και πρώτο τραπέζι πίστα. Με άλλα λόγια η βία και το θέαμα συμβάλλουν στην επιτυχία μιας κινητοποίησης, καθιστώντας την υπολογίσιμο γεγονός» («Νέα Εστία», όπ.π., σ.2801).

Στη δική του παρέμβαση, ο Νικόλας Σεβαστάκης θα απομυθοποιήσει αντίθετα την εικόνα αποκάλυψης που κατασκεύασαν τα ΜΜΕ κι αποδέχθηκαν ασυζητητί οι περισσότεροι αναλυτές: «Η αντικειμενική βία που εκλύεται από την πολεοδομική ‘ανάπτυξη’ των περισσότερων αστικών κέντρων αυτής της χώρας – βία εναντίον της μητέρας, του πεζού, του ηλικιωμένου, του διαβάτη – είναι μη συγκρίσιμη με το κάψιμο κάποιων αυτοκινήτων στη διάρκεια συγκρούσεων. Αυτό δεν σημαίνει ποινική ασυλία ή δικαιολόγηση μιας τέτοιας πρακτικής. Αποκαθιστά απλώς τη στοιχειώδη τάξη της συζήτησης σχετικά με τις απειλές που αντιμετωπίζει η καθημερινή ζωή των πολιτών» (όπ.π., σ.309).

Διευρύνοντας τη συζήτηση, η Κατερίνα Λαμπρινού κι ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης θυμίζουν το υλικό υπόβαθρο της «σύγκρουσης γενιών» που αποκάλυψε ο Δεκέμβρης: «Η διογκούμενη πραγματική ανισότητα καθίσταται πρόδηλη ιδίως για τους νέους, ακριβώς λόγω των δυσμενών όρων ένταξης μιας ολόκληρης γενιάς στην εργασιακή διαδικασία – όροι που μάλιστα εφαρμόζονται ‘πιλοτικά’ στους νεότερους (επισφαλής εργασία, ελαστικά ωράρια, απουσία προνοιακής κάλυψης, επιμήκυνση των ορίων συνταξιοδότησης), αντιπαραθέτοντάς τους αντικειμενικά προς τους ‘μεγαλύτερους’, οι οποίοι ακόμη απολαμβάνουν τις σχετικές κατακτήσεις» (όπ.π., σ.230-2).

Ο Δημήτρης Χριστόπουλος θα σταθεί τέλος σ’ ένα επιμέρους συμβάν (τη μετατροπή σε οδόφραγμα της προτομής του Κώστα Περρίκου, του αντιστασιακού που το 1942 ανατίναξε τα γραφεία της ναζιστικής ΕΣΠΟ με δεκάδες θύματα) για να τονίσει τη σχετικότητα της «καταδίκης της βίας»:

«Τη βία την καταδικάζουμε όταν μας φαίνεται αδικαιολόγητη. Οταν μας φαίνεται δικαιολογημένη, επειδή απέναντί μας έχουμε εχθρούς, όχι απλώς την αποδεχόμαστε αλλά και τιμούμε σαν ήρωες τους ανθρώπους που χρησιμοποίησαν βία. Στην Ελλάδα, με το παραπάνω μάλιστα. Οι περισότεροι ήρωές μας είναι πολεμιστές.

Εν κατακλείδι: η καταδίκη της βίας τελεί υπό την αίρεση του άδικου χαρακτήρα της βίαιης πράξης. Ο χαρακτηρισμός μιας πράξης ως άδικης είναι θέμα ιδεολογικό. Η αξίωση του κατεστημένου να συμφωνήσουμε όλοι σε αυτό το μείζον ιδεολογικό ζήτημα είναι με το ζόρι εκμαίευση πολιτειακής νομιμοφροσύνης» («Σύγχρονα Θέματα», όπ.π., σ.110-1).
Ελευθεροτυπία, 6/12/2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου